Αντιπαθώ τους λεβέντες όλων των τύπων, και τους μπρουτάλ και τους σαμπανιζέ. Οι πρώτοι μου θυμίζουν το τραγικό τέλος του Βαγγέλη Γιακουμάκη· οι δεύτεροι το άγος της δεκαετίας του 1990, τη λίγδα του ύστερου ΠΑΣΟΚ, το Χρηματιστήριο.

Ads

Πέρα απ’ το τραγικό -και συνάμα γελοίο- του πράγματος, η θεωρία περί εκ γενετής λεβέντηδων, εκ φύσεως καπάτσων και εξ ανατροφής επιτήδειων, μπάζει άλλωστε από παντού: η λεβεντιά δεν είναι ποικιλία που ευδοκιμεί μόνο στην Κρήτη και στη Μάνη, όπως η μαστίχα στη Χίο· οι πολυμήχανοι κι οι πονηροί δεν είναι τοπικά προϊόντα της Κεφαλλονιάς· οι μάγκες και τα αλάνια δεν μεγαλώνουν απαραιτήτως στο Πειραιά· κι οι Κωνσταντινοπολίτες, παρά τις φήμες περί αντιθέτου, δεν φιλάνε αδιακρίτως χέρια που δεν μπορούν να δαγκώσουν, περιφρονώντας τους κανόνες υγιεινής.

Το θέμα δεν είναι όμως οι λεβέντες τύπου Πολάκη, που συναντούν τη μεγαλοσύνη του Σύμπαντος και εμπνέονται αναλόγως  όταν πηγαίνουν στα Σφακιά. Τις αναρτήσεις του Παύλου Πολάκη δεν θα τις πρόσεχε κανείς, εάν ο προεκλογικός διάλογος γινόταν με καθαρά προγραμματικούς όρους, αν δηλαδή η αντιπαράθεση επικεντρώνονταν σ’ αυτά που έχουν σημασία για την επόμενη μέρα: πώς κι από που θα χρηματοδοτηθεί η υλοποίηση του νέου ΕΣΥ, πόσο θα κοστίσει η αναβάθμιση του εκπαιδευτικού συστήματος, τι θα αλλάξει στο φορολογικό, πως -και εάν- θα πραγματοποιηθεί η διοικητική μεταρρύθμιση, τι θα γίνει με τις εξοπλιστικές δαπάνες και τις τράπεζες. 

Προϋποθέσεις για τέτοιο διάλογο δεν υπάρχουν σήμερα, γιατί τα πολιτικά κόμματα τείνουν να μετατραπούν σε αγοραίες, επικοινωνιακές μηχανές: μιλάνε με σλόγκαν και ευφημισμούς, αποφεύγοντας συστηματικά να βάλουν στη συζήτηση τα επίδικα. Κι έτσι, ο οπαδισμός οργιάζει. Οι επικεφαλής και τα στελέχη τους έχουν κόψει την καλημέρα -ή έτσι θέλουν να δείχνουν. Κι όταν αλλάζει η κυβέρνηση, ο απερχόμενος πρωθυπουργός δεν πάει καν να παραδώσει γιατί είναι … χολωμένος. Τόσο Ευρώπη …

Ads

Οι πρόσφατες αναρτήσεις του Πολάκη δεν εκπλήσσουν κανέναν νοήμονα άνθρωπο. Ο τοξικός Πολάκης δεν υπάρχει όμως χωρίς το τοξικό κλίμα. Κι αυτό το κλίμα δεν το παράγει μόνος του και εν κενώ. Τόνοι βρωμιάς εμφανίζονται στα ΜΜΕ κάθε μέρα. Ξεχάσαμε αυτά που έγραφε, στοχοποιώντας επωνύμως υπουργούς του ΣΥΡΙΖΑ και του ΠΑΣΟΚ, ο Κασιμάτης; Δεν ανήκει στην κουλτούρα του «πολακισμού» το «Γερούν γερά»;

Οι πιο ψύχραιμοι θα πουν βέβαια «Μωρέ, το τακτοποίησε το θέμα μια χαρά ο Τσίπρας». Όμως δεν είναι έτσι. Κατ’ αρχάς, ο Πολάκης έχει πολλούς «followers» εντός και εκτός Κρήτης. Αυτοί τον ανέδειξαν στα όργανα, δεν βρήκε την πόρτα ανοιχτή και μπήκε. Πως θα συμπεριφερθεί άραγε αυτός ο κόσμος μετά το «ξήλωμα» του εκλεκτού του; Από την εποχή της «βίαιας ωρίμανσης» του μέχρι σήμερα, ο ΣΥΡΙΖΑ αποποιήθηκε των ευθυνών του και δεν φρόντισε να διαπαιδαγωγήσει ηθικοπολιτικά τα στελέχη του. Πάρε νάχεις τώρα, bro!

Εκτός όμως από τις εσωκομματικές κόντρες στον ΣΥΡΙΖΑ, που πληγώνουν και αποθαρρύνουν κάθε καλοπροαίρετο και δημοκρατικό πολίτη, δημιουργείται επίσης ένα άλλο θέμα. Στο πρόβλημα αυτό αναφέρθηκαν προ΄σφαατα τόσο ο γνωστός νομικός Θανάσης Καμπαγιάννης όσο και το ΚΚΕ.

Η Εισαγγελία Πρωτοδικών, με ένα αδιανόητο σκεπτικό, παράγγειλε ήδη τη διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης για να εξακριβωθεί εάν όσα γράφτηκαν για την υπόθεση Παππά, κι όχι μόνο οι αναρτήσεις του Πολάκη, οδηγούν στη διέγερση πολιτών για τη διάπραξη εγκλημάτων και τη βία κατά δικαστικών λειτουργών. Σημειώνω ότι δεν είναι η πρώτη φορά που αυτό το εμφυλιοπολεμικό σκεπτικό χρησιμοποιείται ως φόβητρο για να φιμωθούν δημοκρατικοί πολίτες. Ανάλογες απειλές είχαν διατυπωθεί όταν το πανεπιστημιακό κίνημα αντιπάλευε την κατάργηση του άρθρου 16 και τον νόμο Διαμαντοπούλου.

Το κορυφαίο το επισημαίνει από αυτές τις στήλες ο Στρατής Μπουρνάζος: «Τη στιγμή που η εισαγγελία δεν έχει διατάξει προκαταρκτική ανάκριση για μείζονα ζητήματα σαν τις υποκλοπές εις βάρος υπουργών ή της ηγεσίας του στρατεύματος, η κίνηση του εισαγγελέα είναι προκλητική. Ισορροπεί επικίνδυνα μεταξύ γελοιότητας, πρόκλησης και απειλής –  και αν μείνει χωρίς αντιδράσεις η πλάστιγγα μπορεί να γείρει στο δεύτερο μέρος».

Αυτό μας έλειπε.

*Ο Σπύρος Γεωργάτος είναι καθηγητής Βιολογίας στο Τμήμα Ιατρικής του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων