Δεν είναι μόνο οι δημοσκοπήσεις. Είναι κυρίως το κλίμα που καλλιεργείται από τα ΜΜΕ αλλά και τα (περισσότερα) κόμματα ότι πάμε για κυβέρνηση συνεργασίας. Το πρώτο κόμμα, όποιο κι αν είναι, με το ΠΑΣΟΚ και το Ποτάμι.        

Ads

Ή αν αυτό «δεν κάτσει» τα δύο μεγάλα κόμματα μαζί, κάτι σαν «μεγάλος συνπασπισμός» α λα γαλλικά (παλιότερα) και γερμανικά τώρα.                                               

Ο ΣΥΡΙΖΑ φαίνεται να έχει πεισθεί ότι έτσι πρέπει να γίνει και η εικόνα που εκπέμπει είναι  αυτή της βαρεμάρας, της απογοήτευσης και της βεβαιότητας ότι αυτό που συμφώνησε, το νέο μνημόνιο,  «δεν βγαίνει». Όχι από αριστερή κυβέρνηση (ακόμα και αυτοδυναμία να έπαιρνε) ούτε απο δεξιά συνεργαζόμενη με τον εκτεταμένο στην Ευρώπη γερμανικό νεοφιλελευθερισμό.  Έτσι, αφού δεν μπορεί να κάνει τίποτα άλλο, κινείται στους ρυθμούς της συνεργασίας,  με αποτέλεσμα  οι ψηφοφόροι να μην διακρίνουν διαφορές ανάμεσα σ΄αυτόν και τη ΝΔ, τουλάχιστον τέτοιες που να τους οδήγησουν να εγκαταλείψουν ΝΔ και ΠΑΣΟΚ και να στραφούν στον ΣΥΡΙΖΑ.

Αυτή είναι η πιό μεγάλη ήττα.  Όχι αν χάσει τις εκλογές τώρα ή αν έχανε τον Ιανουάριο. Είναι η ήττα της πλήρους αμηχανίας «τι να κάνει τόσο κόσμο» που ψήφισε όχι ελπίζοντας ότι τελειώνει με τα μνημόνια και καθαρίζει με τις πολιτικές που, έτσι κι αλλιώς, αποδοκίμασε στις εκλογές του  Ιανουαρίου 2015. Αλλά το όχι μεταβλήθηκε σε ναι, η ρήξη σε διαπραγμάτευση, η επαναστατικότητα σε σωφροσύνη, η αντίρρηση σε συναίνεση.                                          

Ads

Τώρα πιά νομιμονοιούνται οι ψηφοφόροι να αναζητούν τη ρήξη, την αντίρρηση τη διαφορετικότητα, αλλού. Αυτή είναι η ήττα.

Γιατί έγιναν όλα αυτά;

Ποιός ξέρει. Δύσκολο να πει κανείς με σιγουριά. Υπάρχουν οι θεωρίες συνωμοσίας (όλα ήταν προαποφασισμένα, πράκτορας ο τάδε, άνθρωπος των αμερικάνων ο δείνα, βαλτός να τελειώσει την Αριστερά για καμιά εικοσαριά χρόνια εκείνος κ.λπ.) υπάρχουν και πιό απλές εξηγήσεις που συνήθως ισχύουν και επιβεβαιώνονται. Μια απο αυτές περιέχει τους όρους της άγνοιας, της ανεπάρκειας και της έλλειψης πολιτικής. Διότι πολιτική δεν  είναι τα συνθήματα αλλά το σχέδιο διακυβέρνησης που έχει κάθε κόμμα εξουσίας. Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είχε. Ούτε τώρα έχει. Και σύρεται από τις εξελίξεις στη  δυστυχία τού να είναι πρώτο κόμμα στις εκλογές, άρα να υποχρεωθεί να ξανασχηματίσει κυβέρνηση. Μάλλον όχι με τους Ανεξάρτητους ΄Ελληνες, ακόμα κι αν αυτοί μπουν στη Βουλή, διότι η «γραμμή» τώρα πιά σκληρά κι επίσημα απο τις Βρυξέλλες και τα ντόπια κέντρα εξουσίας  (δεν συνιστά, αλλά) επιβάλλει Ποτάμι και ΠΑΣΟΚ.                                      

Κι αν χάσει; Μια χαρά θα είναι. Αν καταφέρει η ΝΔ να σχηματίσει κυβέρνηση, πάντα με ΠΑΣΟΚ και Ποτάμι, ο ΣΥΡΙΖΑ περνά στην (αξιωματική) αντιπολίτευση και ασκεί «γόνιμη και εποικοδομητική» κριτική. Δεν τον παίρνει να κάνει και διαφορετικά  (π.χ. να το κάνει «κόλαση») αφού η κυβέρνηση συνεργασίας ΝΔ με τους μικρούς εταίρους απλώς «θα εφαρμόζει το μνημόνιο που έφερε ο Τσίπρας».  Καλύτερο πάντως αυτό απο το να κυβερνά η «πρώτη φορά Αριστερά» (δεύτερη, αν ξανακερδίσει και κάνει κυβέρνηση) και να εφαρμόζει πράγματα που ούτε το δίδυμο Κωστή Χατζηδάκη-Κυριάκου Μητσοτάκη δεν κατάφερε, όσο καλά θα επιθυμούσαν οι δανειστές.                                                                                         
Μια άλλη λύση που δεν πολυσυζητιέται,  έτσι ώστε να προκύψει …αυθορμήτως, από την ίδια τη ζωή και τα εκλογικά αποτελέσματα δηλαδή, είναι να συμφωνήσουν τα δύο πρώτα κόμματα (φυσικά και όσα άλλα ζούν για συνεργασία και κυβερητικά κοστούμια) σε σχηματισμό υπηρεσιακής κυβέρνησης ειδικού σκοπού με στόχο να περάσει η χώρα το δύσκολο διάστημα των επόμενων δύο χρόνων. Πρόκειται για προοπτική που βολεύει όλους, αφού κανείς δεν θα εκτεθεί με δική του πολιτική κυβέρνηση να εφαρμόζει γερμανο-βρυξελλιώτικες ντιρεκτίβες. Αντιθέτως στο πλαίσιο και με τη λογική της Τ.Ι.Ν.Α.  (There Is No Alternative) που και ο κυβερνητικός ΣΥΡΙΖΑ φαίνεται να έχει αποδεχτεί, θα κληθεί μια κυβέρνηση ειδικού σκοπού, που «όλοι θα στηρίζουν», να υλοποιήσει μνημόνιο και «υποχρεώσεις της χώρας». Στην κυβέρνηση αυτή που ― γιατί όχι ― πιθανώς θα  έχει ως βάση τη σύνθεση της σημερινής υπηρεσιακής, θα συμμετέχουν καθηγητές και τεχνοκράτες κοινής αποδοχής, με ελαφρώς αριστερό προφίλ αν πρώτο κόμμα είναι ο ΣΥΡΙΖΑ, ελαφρώς δεξιό  αν πρώτο κόμμα είναι η ΝΔ. Ήδη τα υπό συνεργασία κόμματα έχουν καταρτίσει λίστες με στελέχη τους κοινής αποδοχής και τα ονόματα είναι υπό συζήτηση.

Έχουμε ξαναπεί ότι το πρώτο βήμα για την εξουδετέρωση του ΣΥΡΙΖΑ και την αφομοίωσή του απο το σύστημα ήταν η (επιτυχημένη όπως αποδείχτηκε) προσπάθεια διαχωρισμού του προέδρου από το κόμμα του: «Μόνο Αλέξης υπάρχει, το άλλο είναι κατασκεύασμα, ο κόσμος τέτοιον ηγέτη θέλει και τον ακολουθεί». Η επιχείρηση αυτή στήθηκε και καλλιεργήθηκε με συνέπεια, ήδη πριν από τις εκλογές του Ιανουρίου ως αναγκαία συνθήκη ελέγχου και στη συνέχεια πολυδιάσπασης ενός αριστερού κόμματος που άγγιζε την εξουσία.                   

Το ερώτημα  που ορισμένοι έθεταν «και με αυτόν τι θα κάνουμε;» δεν ήταν δύσκολο να απαντηθεί. Αν τελείωναν γρήγορα το εγχείρημα απόσπασής του αρχηγού απο το κόμμα, μετά όλα θα ήταν εύκολα. Άλλωστε πέραν της ιδεολογικής και αισθητικής αντίθεσης των κέντρων εξουσίας στην πρωθυπουργοποίηση Τσίπρα δεν υπήρχε πρόβλημα ουσίας για το σύστημα.                       

Οι δυνάμεις που συνθέτουν το σύστημα έχουν την εμπειρία και την ικανότητα να αίρονται των αντιπαθειών  και των αντιθέσεων, που ενδεχομένως έχουν προς και με κάποιους, αφού επικεντρώνονται στον  στόχο.  Στην περίπτωση του ΣΥΡΙΖΑ στόχος ήταν η απορρόφησή του σε δίνη οικονομικής κρίσης που παράγει το ίδιο το σύστημα, η μετατροπή του σε κομμάτι της κρίσης (που συνειρμικά παραπέμπει σε συνενοχή) και τελικά η ένταξή του στην Τ.Ι.Ν.Α. με την υπογραφή της συμφωνίας/μνημόνιου που κατά δήλωση του ίδιου του Αλέξη Τσίπρα είναι κακή και δεν την πιστεύει.

Αν είναι έτσι, έχει άλλο δρόμο ο ΣΥΡΙΖΑ από το να επιδιώξει είτε τη θέση της αντιπολίτευσης είτε την έμμεση συμμετοχή σε κυβέρνηση ειδικού σκοπού;       

Θα φανεί την επομένη των εκλογών. Η ανάληψη πάντως από τον ίδιο της κύριας κυβερνητικής ευθύνης για την εφαρμογή του νέου μνημονίου, τον οδηγεί με ασφάλεια στο λόμπυ των ενόχων για την υπάρχουσα κατάσταση. Κι αυτό είναι ασυγκρίτως  μεγαλύτερη ήττα, από το χάσει τις εκλογές.