Μια φορά και έναν καιρό, όλοι θεωρούσαν δεδομένο ότι η ασφάλιση των ανέργων, που φυσιολογικά λαμβάνει τέλος μετά 26 εβδομάδες, παρατείνεται σε περιόδους επίμονης ανεργίας. Αυτό, όμως, ήταν τότε. Σήμερα, οι Αμερικανοί βρίσκονται αντιμέτωποι με τη χειρότερη αγορά εργασίας μετά τη Μεγάλη Υφεση, με πέντε αιτήσεις ανά προσφερόμενη θέση και τον μέσο όρο αναζήτησης στις 35 εβδομάδες. Ωστόσο, η Γερουσία δεν παρέτεινε την ασφάλιση. Γιατί;

Ads

Άρθρο του Paul Krugman που δημοσιεύθηκε μεταφρασμένο στην Καθημερινή

Ο λόγος είναι ότι βρισκόμαστε ενώπιον άκαρδων, ανίδεων και σε σύγχυση ατόμων. Για τις πρώτες δύο κατηγορίες δεν μπορούν να γίνουν πολλά. Ισως, όμως, μπορούμε να αφαιρέσουμε μέρος της σύγχυσης.

Ακαρδους ονομάζω τους Ρεπουμπλικανούς που συμπέραναν κυνικά ότι αν εμποδίσουν οποιαδήποτε προσπάθεια του προέδρου Ομπάμα -ιδίως ίσως ό,τι μπορεί να απαλύνει τα οικονομικά δεινά της χώρας- θα βελτιώσουν τις πιθανότητές τους στις ενδιάμεσες εκλογές. Ανίδεους ονομάζω άτομα όπως η Σάρον Ανγκλ, Ρεπουμπλικανή υποψήφια γερουσιαστής από τη Νεβάδα, η οποία επιμένει πως οι άνεργοι επιλέγουν σκόπιμα να παραμένουν έτσι, ώστε να ζουν από την πρόνοια.

Ads

Υπάρχουν, όμως, και οι πολιτικοί που έχουν πράγματι λάθος πληροφόρηση για τον ρόλο των επιδομάτων ανεργίας. Που πιστεύουν, π.χ., ότι ο γερουσιαστής Τζον Κάιλ, Ρεπουμπλικανός της Αριζόνα, είχε δίκιο όταν υποστήριζε ότι η παράταση των επιδομάτων επιδεινώνει την ανεργία γιατί αποτελεί «αντικίνητρο αναζήτησης εργασίας». Ας εξηγήσουμε γιατί δεν ισχύει αυτό.

Τα επιδόματα ανεργίας μειώνουν, άραγε, τα κίνητρα αναζήτησης εργασίας; Ναι: οι δικαιούχοι επιδομάτων δεν είναι τόσο απελπισμένοι όσο οι υπόλοιποι και ίσως εμφανίζονται κάπως πιο επιλεκτικοί στην αποδοχή νέας θέσης. Η λέξη-κλειδί είναι όμως το «κάπως». Οταν η οικονομία ανθεί και η έλλειψη πρόθυμων εργαζόμενων περιορίζει την ανάπτυξη, τα γενναιόδωρα επιδόματα διατηρούν ίσως χαμηλότερη την απασχόληση απ’ όσο θα συνέβαινε σε άλλη περίπτωση. Οπως θα προσέξατε, όμως, η οικονομία δεν ανθεί σήμερα. Η μείωση των επιδομάτων θα έκανε τους άνεργους ακόμα πιο απελπισμένους. Αλλά δεν μπορούν να επιλέξουν θέσεις που δεν υπάρχουν.

Μία στιγμή, όμως! Ενας λόγος για τον οποίο δεν υπάρχουν αρκετές θέσεις είναι η χαμηλή καταναλωτική ζήτηση. Βοηθώντας τους ανέργους, δίνοντας χρήματα σε ανθρώπους που τα χρειάζονται επειγόντως, στηρίζουμε τις καταναλωτικές δαπάνες. Γι’ αυτό η υπηρεσία προϋπολογισμού του Κογκρέσου θεωρεί τη βοήθεια προς τους ανέργους οικονομικότατο τρόπο στήριξης της οικονομίας. Ο οποίος, σε αντίθεση με τα μεγάλα έργα υποδομής, δημιουργεί αμέσως θέσεις εργασίας.

Η παράταση των επιδομάτων θα επιβαρύνει το δημοσιονομικό έλλειμμα, αλλά ελαφρώς. Και σε μια οικονομία σε βαθιά κάμψη, δεν ωφελεί να αντιμετωπίζουμε τα προβλήματά μας μετρώντας ένα-ένα τα κέρματα.

Φοβούμαι ότι αυτά τα επιχειρήματα δεν θα πείσουν τους Ρεπουμπλικανούς. Υπάρχουν, όμως, και κεντρώοι Δημοκρατικοί που έχουν υιοθετήσει την άποψη ότι δεν πρέπει να παρέχεται βοήθεια στους ανέργους. Είναι στο χέρι τους να παραδεχθούν ότι έσφαλαν και να πράξουν το σωστό.