Την ώρα που οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις ενίσχυαν τα δημόσια συστήματα υγείας τους προκειμένου να αντιμετωπίσουν επιτυχώς την πανδημία, η κυβέρνηση Μητσοτάκη με υποκριτικά, παραπλανητικά, αντικοινωνικά και αντιεπιστημονικά επιχειρήματα προσπαθούσε επιτυχώς να το αποφύγει.

Ads

Ο τότε κυβερνητικός εκπρόσωπος Στέλιος Πέτσας, απαντώντας στις διεκδικήσεις του ΣΥΡΙΖΑ εν μέσω πανδημίας για επένδυση σε περισσότερες Μονάδες Εντατικής Θεραπείας, δήλωνε με κυνισμό ότι μια τέτοια επένδυση θα ήταν… πεταμένα λεφτά. Υπονοώντας εμμέσως πλην σαφώς το ίδιο που δήλωσε ο Σπύρος Πνευματικός. Ότι δηλαδή ότι οι δημόσιες επενδύσεις που σώζουν ανθρώπινες ζωές υπόκεινται και αυτές στο νόμο του κέρδους.

Την ίδια εποχή το δεξί χέρι του πρωθυπουργού, ο υπουργός επικρατείας Γιώργος Γεραπετρίτης, αν και καθηγητής πανεπιστημίου ο ίδιος, χρησιμοποιούσε ένα ανεπίτρεπτα αντιεπιστημονικό επιχείρημα για να δικαιολογήσει την κυβερνητική πολιτική της μη επένδυσης στο ΕΣΥ.

«Όσο αυξάνουν οι ΜΕΘ, αυξάνουν και οι θάνατοι από COVID», δήλωσε. Υποβαθμίζοντας την επιστημονικά επιβεβαιωμένη συμβολή των ΜΕΘ στην αποτελεσματική αντιμετώπιση των επιπλοκών του COVΙD.

Ads

Υπονοώντας υποκριτικά και κουτοπόνηρα ότι όσο λιγότερες οι ΜΕΘ, τόσο λιγότεροι οι επίσημα δηλωμένοι θάνατοι. Αφού οι περισσότεροι ασθενείς, στο ενδεχόμενο μεγάλων ελλείψεων σε υποδομές, εξοπλισμούς και προσωπικό στα νοσοκομεία, πεθαίνουν τελικά αβοήθητοι και μη καταγεγραμμένοι επίσημα, στο σπίτι.

Λίγο αργότερα, ο σημερινός εκπρόσωπος τύπου της ΝΔ Άκης Σκέρτσος, υπουργός επικρατείας τότε της κυβέρνησης Μητσοτάκη, στο ίδιο επίπεδο κοινωνικής αναλγησίας, επιχειρηματολογούσε υπέρ της μη ενίσχυσης του ΕΣΥ εν μέσω πανδημίας με το προκλητικό και ανάλγητο κοινωνικά επιχείρημα:

«Δεν χρειαζόμαστε ένα ΕΣΥ πολυτελείας».

Εννοώντας, προφανώς, ότι η ενίσχυση του ΕΣΥ με επιπλέον υποδομές, εξοπλισμούς και προσωπικό μπορεί σε καιρό πανδημίας να σώζει κάποιες χιλιάδες ζωές συνανθρώπων μας, αλλά μετά την πανδημία θα είναι… άχρηστη.

Με την ίδια αντιεπιστημονική και κοινωνικά εχθρική λογική που και τα αντιπλημμυρικά έργα και η αντιπυρική προστασία, αλλά και η αντισεισμική θωράκιση των κτιρίων είναι έργα πολυτελείας, αφού δεν χρησιμοποιούνται διαρκώς, αλλά μόνο όταν συμβαίνουν ακραία φαινόμενα που προκαλούν φυσικές καταστροφές.

Στο ίδιο απαράδεκτο μήκος κύματος ήταν και η δικαιολόγηση της απουσίας ιατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού, όπως και εξοπλισμού ασθενοφόρων στα νησιά και στις τουριστικές περιοχές, που γίνεται αιτία για καθημερινούς θανάτους. Αφού εκτός τουριστικής περιόδου, περισσότερο από έξι μήνες ετησίως δηλαδή, δεν παρέχουν υπηρεσίες.

Η απόλυτη επιβεβαίωση, πάντως, της συνειδητής άρνησης της κυβέρνησης της ΝΔ να στηρίξει το ΕΣΥ εν μέσω πανδημίας, ήρθε από τον ίδιο τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη. Ο οποίος στη Βουλή αμφισβήτησε τα διεθνή επιστημονικά πρότυπα αντιμετώπισης των επιπλοκών της πανδημίας, μέσω της νοσηλείας των βαριά ασθενών σε ΜΕΘ.

Ο πρωθυπουργός, σε ένα κρεσέντο υποκρισίας, ημιμάθειας και κοινωνικής αναλγησίας, ρώτησε την αντιπολίτευση αν γνώριζε να υπάρχει μελέτη που να αποδεικνύει αυτό που είναι γνωστό και τεκμηριωμένο σε όλον τον επιστημονικό κόσμο. Αν δηλαδή η νοσηλεία σε ΜΕΘ μειώνει πράγματι τη θνητότητα των βαριά ασθενών από COVID.

Το ότι την επομένη έγινε γνωστό ότι μια τέτοια μελέτη, που αποδείκνυε ακριβώς αυτό που αμφισβητούσε ο πρωθυπουργός, είχε εκπονηθεί από σύμβουλό του και είχε κατατεθεί στο γραφείο του πρωθυπουργού από καιρό, δεν ευαισθητοποίησε ούτε την κυβέρνηση να αλλάξει πλεύση, ούτε όμως και τα ΜΜΕ να κάνουν την πρωθυπουργική δήλωση σημαία επιστημονικής διαστρέβλωσης και κοινωνικής αναλγησίας.

Όλες αυτές οι προσπάθειες να εξαπατηθεί η κοινή γνώμη ως προς την ανάγκη ενός ισχυρού ΕΣΥ εν μέσω πανδημίας, έγιναν ακριβώς για να δικαιολογηθεί η κυβερνητική πολιτική της μη επένδυσης στο δημόσιο σύστημα υγείας.

Οι συνέπειες της άρνησης της κυβέρνησης της ΝΔ να επενδύσει στο ΕΣΥ ήρθαν αμέσως μετά την πανδημία, διαψεύδοντας πανηγυρικά την υποκριτική κυβερνητική επιχειρηματολογία.

Η Ελλάδα κατατάχθηκε πρώτη στην Ευρώπη και δεύτερη στον κόσμο, μετά το Περού, στον αριθμό των θανάτων από την πανδημία ανά πληθυσμό.

Και επιπλέον, το γεγονός ότι οι μισοί, σχεδόν, καταγεγραμμένοι θάνατοι έχουν συμβεί εκτός ΜΕΘ, έδωσε και την εξήγηση γι’ αυτή τη θλιβερή πρωτιά της χώρας μας ως προς τη θνητότητα από την πανδημία. Απέναντι στην οποία η κυβέρνηση της ΝΔ αρνήθηκε να θωρακίσει το δημόσιο σύστημα υγείας, προκειμένου να μειώσει τις ανθρώπινες απώλειες.

Μια πραγματικότητα που κρύφτηκε επιμελώς από τα ελληνικά ΜΜΕ, τα οποία τήρησαν αιδήμονα σιωπή για τη θλιβερή πρωτιά της χώρας.

Όμως αν αμέσως μετά την πανδημία έγιναν γνωστές οι συνέπειες της ολέθριας διαχείρισης της υγειονομικής κρίσης από την ελληνική κυβέρνηση, λίγο αργότερα θα γίνονταν γνωστές και οι αιτίες για την άρνησή της να επενδύσει στο ΕΣΥ.

Η ιδιωτικοποίηση του ΕΣΥ, όπως νομοθετήθηκε με την εισαγωγή στα νοσοκομεία ιδιωτών γιατρών, καθώς και με την καθιέρωση επί πληρωμή παροχή υπηρεσιών υγείας στο εξής, εξήγησε πλήρως τις αιτίες πίσω από την άρνηση της κυβέρνησης Μητσοτάκη να το θωρακίσει.

Καθώς στην αγορά είναι γνωστό ότι δεν επενδύεις σε ό,τι επιδιώκεις να ξεφορτωθείς.

Σήμερα λοιπόν, καθαρά για λόγους προεκλογικής σκοπιμότητας η κυβέρνηση της ΝΔ, η μόνη κυβέρνηση στην Ευρώπη που δεν επένδυσε στο ΕΣΥ ούτε κατά τη διάρκεια της πιο θανατηφόρας υγειονομικής κρίσης που ζήσαμε τις τελευταίες δεκαετίες, υπόσχεται ότι θα το κάνει την επόμενη τετραετία.

Και μάλιστα ο πρωθυπουργός που προσποιήθηκε ότι δεν γνώριζε τη μελέτη που είχε στο γραφείο του και η οποία επιβεβαίωνε αυτό που θα επακολουθούσε ως αποτέλεσμα της άρνησής του να επενδύσει στο ΕΣΥ, υπόσχεται τώρα ότι θα αναλάβει ο ίδιος την αναμόρφωση του ΕΣΥ. Την οποία, ισχυρίζεται, ότι δεν πρόλαβε να υλοποιήσει εδώ και τέσσερα χρόνια.

Τούτων δοθέντων και με δεδομένο το πρόγραμμα της ΝΔ που ρητά προαναγγέλλει ιδιωτικοποίηση του δημόσιου αγαθού της Υγείας, ο υποψήφιος βουλευτής της ΝΔ και Καθηγητής Ιατρικής Σπύρος Πνευματικός, αν έκανε κάποιο λάθος, αυτό δεν ήταν ότι, αν και γιατρός, ανήγαγε σε δημόσιες δηλώσεις του στην ψυχρή σχέση κόστους – οφέλους ακόμη και τα ζητήματα της δημόσιας υγείας.

Αυτή η αντίληψη άλλωστε, της τοποθέτησης του κέρδους πάνω ακόμη και από την ίδια τη ζωή, είναι διάχυτη στο νεοφιλελεύθερο πρόγραμμα της ΝΔ.

Το λάθος του κ. Πνευματικού, για το οποίο τιμωρήθηκε με έξοδο από τα ψηφοδέλτια, ήταν ότι φανέρωσε αυτό το πρόγραμμα της ΝΔ στη λάθος στιγμή.

Αν το έλεγε δυο βδομάδες αργότερα, μετά δηλαδή τις εκλογές, θα διεκδικούσε ίσως με αξιώσεις τη θέση του υπουργού Υγείας, ως ένας καθαρόαιμα νεοφιλελεύθερος πολιτικός.

Πριν τις εκλογές όμως, η ειλικρίνεια στη ΝΔ τιμωρείται. Αφού προεκλογικά δεν θα ακούσουμε:

  • Ούτε για την ιδιωτικοποίηση της Υγείας, την οποία έκαναν άλλωστε πράξη ακόμη και κατά τη διάρκεια της πανδημίας.
  • Ούτε για την ιδιωτικοποίηση της Παιδείας, την οποία υλοποίησαν μέσω της Ελάχιστης Βάσης Εισαγωγής που έστειλε 20.000 νέους κάθε χρόνο πελατεία στα ιδιωτικά κολέγια, οδηγώντας σε έκρηξη κερδών την ιδιωτική εκπαίδευση.
  • Ούτε για την ιδιωτικοποίηση των δασών, των ακτών, των οικοσυστημάτων και του νερού, που ήδη ξεκίνησαν κατά την προηγούμενη τετραετία.
  • Ούτε όμως και για τη διάλυση των δημόσιων υποδομών και οργανισμών που οδήγησε στη σιδηροδρομική τραγωδία των Τεμπών.

Γιατί στη ΝΔ του κ. Μητσοτάκη, αλλά και στα χειραγωγημένα από αυτήν ΜΜΕ, όποιος φανερώνει την αλήθεια για τις πραγματικές προθέσεις της ΝΔ τιμωρείται.

Όπως εκείνο το στέλεχος της ΝΔ που γελούσε με τους ψηφοφόρους που είχαν εξαγοραστεί το 2007 με σακούλες με 50ευρα. Εξαφάνισαν αυτόν που μαρτύρησε την αλήθεια, για να επαναλάβουν λίγο αργότερα την… εποποιία του 2007, αντικαθιστώντας τις σακούλες με… κουπόνια.

Ο ελέφαντας της διάλυσης κάθε έννοιας κοινωνικού κράτους, ο ελέφαντας των ιδιωτικοποιήσεων των δημόσιων αγαθών στην προοπτική του κέρδους κάποιων ευνοημένων του καθεστώτος, στρογγυλοκάθεται μέσα στο δωμάτιο της ΝΔ.

Αλλά συμβαίνει το απίθανο, κανείς μέσα στο ίδιο δωμάτιο να μην τον βλέπει. Ούτε τα στελέχη της ΝΔ, ούτε οι ψηφοφόροι της, ούτε καν οι δημοσιογράφοι, που κατά τα άλλα τρέφονται από παρόμοιες ειδήσεις.

Ακόμη και οι φτωχοί και αδύναμοι ψηφοφόροι της ΝΔ, αυτοί που έχουν ανάγκη την κοινωνική στήριξη και την αλληλεγγύη των κρατικών δομών, που είναι αυτοί που θα υποστούν με τον πιο οδυνηρό τρόπο όσα έρχονται μετεκλογικά, κάνουν ότι δεν βλέπουν τις βαριές συνέπειες της συνύπαρξής τους με τον ελέφαντα του νεοφιλελευθερισμού και της κοινωνικής αναλγησίας.

*Ο Γιάννης Μυλόπουλος είναι καθηγητής και πρώην Πρύτανης ΑΠΘ, Μέλος της ΚΕ του ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ