Τους κινδύνους που εγκυμονεί μια πιθανή κατάρρευση της ελληνικής οικονομίας και τις ευθύνες των Ευρωπαίων ηγετών επισημαίνει χθεσινό πρωτοσέλιδο άρθρο γνώμης στην Corriere della Sera, το οποίο υπογράφει ο Francesco Giavazzi.

Ads

«Το παιχνίδι με την Ελλάδα αρχίζει και γίνεται επικίνδυνο», αναφέρει ο δημοσιογράφος. «Εδώ και κάποιους μήνες, οι Ευρωπαίοι ηγέτες μας άφηναν να καταλάβουμε –και θα έλεγα με υπερβολική επιπολαιότητα– πως δεν υπήρχε λόγος να ανησυχούμε: Δεν ετίθετο θέμα χρεοκοπίας της Αθήνας, μας έλεγαν. ΄Οταν, όμως, “έφτασε ο κόμπος στο χτένι”, συνειδητοποίησαν πως η χορήγηση ενός δανείου στην Ελλάδα ήταν και από πολιτική και από τεχνική άποψη αδύνατη. Και μη γνωρίζοντας τι να κάνουν, άρχισαν να υψώνουν τη φωνή, με αποτέλεσμα ο ΄Έλληνας Πρωθυπουργός Γιώργος Παπανδρέου να επιλέξει το δρόμο της δημοφιλίας, δηλαδή του λαϊκισμού: “Οι ΄Ελληνες δεν παίρνουν μαθήματα από κανέναν”».

«Τότε ορισμένοι πρότειναν να εγκαταλειφθεί η Ελλάδα και να ακολουθήσει το δικό της δρόμο: Να μην αποπληρώσει το χρέος της και να εγκαταλείψει το ευρώ. Η Ελλάδα είναι μικρή χώρα: Το να γίνουμε άκαμπτοι απέναντί της –έλεγαν ορισμένοι- αρνούμενοι γενικώς να συνδράμουμε όποιον ζει πέρα από τις δυνατότητές του, δεν δημιουργεί μεγάλους κινδύνους, τουναντίον ενισχύει την αξιοπιστία του ευρώ».

«Κατά τη γνώμη μου –υποστηρίζει ο συντάκτης του άρθρου- μια τέτοια στρατηγική οδηγεί στο ακριβώς αντίθετο αποτέλεσμα, δηλαδή στην εξαφάνιση του ευρώ».

Ads

Και, ο Francesco Giavazzi υπογραμμίζει: «Το πραγματικό πρόβλημα της Ελλάδος δεν είναι το χρέος, αλλά η έλλειψη ανάπτυξης. Εάν η οικονομία δεν ανακάμψει, για τη σταθεροποίηση του χρέους χρειάζεται μια τεράστια δημοσιονομική προσαρμογή: Περίπου 14 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ, που οποιαδήποτε κυβέρνηση δεν θα μπορούσε να πετύχει. Αντιθέτως, εάν η Ελλάδα αναπτυσσόταν με ρυθμούς της τάξεως του 3%, η απαραίτητη δημοσιονομική προσαρμογή θα ήταν μεν αυστηρή, αλλά όχι αδύνατη: Περίπου έξι (6) μονάδες.

Πώς, όμως, η Ελλάδα θα ξαναρχίσει να αναπτύσσεται;

Ενας τρόπος υπάρχει: Να βγει από το ευρώ, να προχωρήσει σε υποτίμηση 50% και έτσι να γίνει τόπος διακοπών στη Μεσόγειο με τις καλύτερες τιμές της αγοράς. Βέβαια, η υποτίμηση θα διπλασιάσει το χρέος της χώρας που είναι όλο σε ευρώ, με την αποπληρωμή του εκ των πραγμάτων να καθίσταται αδύνατη. Το ίδιο έκανε και η Αργεντινή με καθόλου ευκαταφρόνητα αποτελέσματα».

Και το άρθρο συνεχίζει: «Αλλάξτε τώρα το όνομα της χώρας, αντικαθιστώντας την Ελλάδα με την Ισπανία: O συλλογισμός είναι ακριβώς ο ίδιος. Μέσα σε δυο χρόνια, ο ισπανικός προϋπολογισμός από πλεονασματικός 2% έγινε ελλειμματικός 11,4%, πάνω-κάτω σαν τον ελληνικό. Επίσης και η Ισπανία εάν δεν ανακάμψει, δεν θα καταφέρει να σταθεροποιήσει το χρέος της. «Το να νίπτωμεν τας χείρας μας» για την Ελλάδα, σπρώχνοντάς την να εγκαταλείψει το ευρώ, σημαίνει μετάθεση της προσοχής στην Ισπανία.

Ομως, σε αντίθεση με την Ελλάδα, η Ισπανία δεν είναι μικρή χώρα: Οι Τράπεζές της συγκαταλέγονται μεταξύ των μεγαλυτέρων της Ευρώπης. Και αν αυτό που καθιστά το χρέος μη διαχειρίσιμο είναι η έλλειψη ανάπτυξης, δεν βλέπω ποιά θα είναι μετά η δύναμη της Ιταλίας», υποστηρίζει ο συντάκτης του πρωτοσέλιδου άρθρου γνώμης της Corriere σημειώνοντας επί λέξει «Ούτε εμείς οι Ιταλοί αναπτυσσόμεθα και η σχέση μας δημοσίου χρέους προς ΑΕΠ είναι ακόμη η υψηλότερη στην ευρωζώνη».

Το άρθρο καταλήγει:

«Στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της περασμένης εβδομάδας, ο Silvio Berlusconi –ο οποίος αυτά τα πράγματα «τα πιάνει στον αέρα», τρέφοντας, ως γνωστόν, έναν υγιή σκεπτικισμό απέναντι στην αδυναμία των Βρυξελλών- ζήτησε η διαχείριση των κρίσεων στις χώρες της Νότιας Ευρώπης να αφεθεί στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο.

Σε αντίθεση με την Ευρώπη, το ΙΜF, πράγματι, διαθέτει τα εργαλεία και την εμπειρία (την τεχνογνωσία) παρέμβασης και με την πάροδο των ετών έχει επίσης μάθει πως το να υψώνει κανείς τη φωνή δεν είναι μια καλή στρατηγική. Το αίτημα του Ιταλού Πρωθυπουργού έγινε δεκτό κατά το ήμισυ: Το ΔΝΤ θα συνεργασθεί, αλλά μόνον ως τεχνικός σύμβουλος. Ο Berlusconi πρέπει να επιμείνει: Η παρέμβασή του θα μπορούσε να αποβεί κρίσιμης σημασίας για τη σωτηρία του ευρώ».