Η λογοκρισία των μέσων ενημέρωσης έχει εφαρμοστεί στην Ελλάδα με άγαρμπες αλλά απλές μεθόδους. Οι καναλάρχες και οι ιδιοκτήτες των εφημερίδων που αποτελούν το 90% της συνολικής κυκλοφορίας, κατευθύνουν την ειδησεογραφία προς εξυπηρέτηση των πολιτικών τους σκοπιμοτήτων. Και όταν η δημόσια τηλεόραση δεν εξυπηρετούσε τους σκοπούς της τότε κυβέρνησης, αντικαταστάθηκε από την πειθήνια ΝΕΡΙΤ με τον πιο ωμό τρόπο που ήταν δυνατόν να εφαρμοστεί.

Ads

Πόσο διαφέρει όμως η άγαρμπη ελληνική λογοκρισία από τον έλεγχο στον οποίον υπόκεινται τα βρετανικά μέσα ενημέρωσης, πολλά από τα οποία θεωρούνται διεθνώς ως πρότυπα δημοσιογραφίας, όπως οι Times του Λονδίνου και το BBC; O έλεγχος της έντυπης ενημέρωσης είναι παρόμοιος, γιατί και στη Βρετανία η ειδησεογραφία των εφημερίδων που αντιστοιχούν στο 95% της συνολικής κυκλοφορίας εξυπηρετεί, άμεσα ή έμμεσα, τις πολιτικές σκοπιμότητες των ιδιοκτητών τους. Όμως η βρετανική, και ιδιαίτερα η δημόσια, τηλεόραση υπόκειται σε πιο «εξευγενισμένες» μεθόδους ελέγχου, που πολύ σύντομα θα ενισχυθούν με νέα μέτρα λογοκρισίας.

Η βρετανική δημόσια τηλεόραση περιλαμβάνει το BBC και το Channel 4, στο οποίο ο γνωστός Paul Mason είναι οικονομικός αρχισυντάκτης. Οι δύο οργανισμοί δεν χρηματοδοτούνται από τη βρετανική κυβέρνηση. Τα έσοδα του BBC προέρχονται από τηλεοπτικά τέλη που καταβάλλουν άμεσα οι πολίτες, ενώ το Channel 4 χρηματοδοτείται από διαφημίσεις και εμπορικές δραστηριότητες.

Οι καταστατικοί χάρτες των δύο δημοσίων τηλεοράσεων περιλαμβάνουν άμεμπτους στόχους και παραδειγματικές εγγυήσεις ανεξαρτησίας από την κυβέρνηση. Οι χάρτες ορίζουν ως κύριο στόχο των δημόσιων τηλεοράσεων την ανεξάρτητη, ευρείας φύσεως και πλουραλιστική ενημέρωση.

Ads

Συνεπώς η βρετανική κυβέρνηση μπορεί κάλλιστα να ισχυρίζεται ότι ούτε άμεσα ελέγχει τη δημόσια τηλεόραση, ούτε και έμμεσα καθώς δεν τη χρηματοδοτεί. Όμως το συμβούλιο που εποπτεύει το BBC διορίζεται βάσει «συμβουλών» των αρμοδίων υπουργών. Ενώ ο καταστατικός χάρτης του BBC αναθεωρείται σε τακτικά διαστήματα. Η επόμενη αναθεώρησή του θα γίνει στο τέλος του 2016, ημερομηνία της οποίας η σημασία θα φανεί παρακάτω.

Επιπλέον, παρά τις εγγυήσεις ανεξαρτησίας,  άμεσες κυβερνητικές παρεμβάσεις στη λειτουργία του BBC και άλλων ραδιοτηλεοπτικών σταθμών έχουν γίνει στο παρελθόν. Η πιο γελοία παρέμβαση ήταν αυτή που επέβαλλε η Margaret Thatcher και διήρκεσε από το 1988  μέχρι το 1994. Η τότε κυβέρνηση, προβάλλοντας ως σκοπό της το «να στερηθούν οι τρομοκράτες το οξυγόνο της δημοσιότητας», απαγόρευσε στα ραδιοτηλεοπτικά μέσα να αναμεταδίδουν απ’ ευθείας τα λόγια μελών του Sinn Fein που έδιναν συνεντεύξεις ή έκαναν δηλώσεις. Αντί αυτού, ηθοποιοί απήγγειλαν, επί λέξει, τα λεγόμενά τους. Επρόκειτο για μια κυριολεκτικά γελοία πρακτική, η οποία στέφτηκε από πλήρη αποτυχία (εκτός από το ότι βοήθησε όσους δεν καταλάβαιναν τις έντονες βορειοιρλανδικές προφορές μερικών μελών του Sinn Fein να εννοήσουν καλλίτερα τα λόγια τους!)

Η σημερινή βρετανική κυβέρνηση επικαλείται και πάλι τον περιορισμό της διάδοσης «εξτρεμιστικών απόψεων» – αναφερόμενη κυρίως στους ισλαμιστές αυτή τη φορά – για να επιβάλλει λογοκρισία στα δελτία ειδήσεων όλων των τηλεοπτικών σταθμών. Τα μέτρα που θα περιληφθούν στη σχετική νομοθεσία και ο ακριβής τρόπος με τον οποίο θα εφαρμοστούν δεν έχουν ακόμη διευκρινιστεί.

Όμως επιστολή του πρώην υπουργού πολιτισμού προς τον πρωθυπουργό Cameron, η οποία διέρρευσε στον Guardian, έδωσε ένα γενικό στίγμα των μέτρων που θα προταθούν. Η επιστολή άφηνε να εννοηθεί ότι ο αρμόδιος οργανισμός που ρυθμίζει θέματα ενημέρωσης (Ofcom), θα εξουσιοδοτηθεί να εγκρίνει τα δελτία ειδήσεων προτού αυτά προβληθούν. Πρόκειται δηλαδή για μια πρωτοφανή σε κοινοβουλευτική δημοκρατία παρέμβαση στην ενημέρωση, που προσεγγίζει τα πρότυπα λογοκρισίας που επιβάλλουν πολλά αυταρχικά καθεστώτα.

Επιπλέον, μία σημαντική διαφορά με τα μέτρα που είχαν εφαρμοστεί στο παρελθόν είναι ότι ο ορισμός του όρου «εξτρεμισμός» παραμένει θολός και αφήνει περιθώρια για λογοκρισία απόψεων πολλών αποχρώσεων. Με άλλα λόγια, αναμένεται μία «δημιουργική ασάφεια» στη διατύπωση των μέτρων λογοκρισίας, η οποία θα επιτρέπει στην κυβέρνηση ανά πάσα στιγμή να αποσιωπεί οποιεσδήποτε απόψεις θεωρεί εξτρεμιστικές.

Ο βρετανικός λαός επαφίεται συνεπώς στην κρίση των αρμόδιων υπουργών για την επιλογή και εφαρμογή των μέτρων λογοκρισίας. Όπως ο υπουργός πολιτισμού, John Whittingdale, που σύμφωνα με την εφημερίδα Independent έχει σχέσεις με Ουκρανό ολιγάρχη, ο οποίος συνελήφθη πέρυσι στην Αυστρία κατηγορούμενος για σχηματισμό εγκληματικής οργάνωσης από το FBI, που  είχε ζητήσει την έκδοσή του. Επίσης όπως η υπουργός εσωτερικών Theresa May, που θεωρείται η πρωτεργάτρια της προτεινόμενης λογοκρισίας, και έχει επιδείξει ιδιαίτερο ζήλο υπέρ της κατάργησης της νομοθεσίας προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

Η κατάργηση της παρούσης βρετανικής νομοθεσίας για τα ανθρώπινα δικαιώματα θα διευκολύνει σημαντικά την επιβολή λογοκρισίας. Διότι η νομοθεσία δεσμεύει τη Βρετανία να τηρεί την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, η οποία εγγυάται την ελευθερία έκφρασης (άρθρο 10). Αλλά η βρετανική κυβέρνηση έχει ήδη αναγγείλει ότι θα αντικαταστήσει το βρετανικό νόμο για τα ανθρώπινα δικαιώματα με νομοθεσία «βρετανικών δικαιωμάτων», και θα επαναδιαπραγματευθεί ορισμένα άρθρα της ευρωπαϊκής σύμβασης (με το άρθρο 10 να βρίσκεται μάλλον ανάμεσα στα πρώτα στη λίστα).

Μόλις ολοκληρωθούν όλες οι αλλαγές της νομοθεσίας που προαναφέρθηκαν, κάθε νομικό εμπόδιο στη λογοκρισία των μέσων ενημέρωσης θα έχει υπερσκελιστεί. Ταυτόχρονα, η κυβερνητική πλειοψηφία στο βρετανικό κοινοβούλιο εγγυάται την έγκριση του νομοσχεδίου.

Σύμφωνα με τις προκαταρκτικές δηλώσεις της βρετανικής κυβέρνησης, η κατάθεση του νομοσχεδίου για τη λογοκρισία αναμένεται κατά την κοινοβουλευτική περίοδο 2015-2016. Δηλαδή έγκαιρα για να γίνουν αλλαγές στο καταστατικό του BBC προς τα τέλη του 2016, αν υπάρξουν έντονες αντιδράσεις στο νομοσχέδιο.

Το BBC αποτελεί το πιο σημαντικό εμπόδιο στην εφαρμογή του νόμου, γιατί οι αντιδράσεις πολλών φιλο-συντηρητικών ιδιωτικών καναλιών μάλλον θα είναι τυπικές μέχρι μηδαμινές. Ενώ το Channel 4 δύσκολα θα μπορέσει να φέρει σοβαρές αντιρρήσεις αν έχει προηγουμένως δαμαστεί το γιγαντιαίο BBC. Εφόσον το Channel 4 παραμείνει δημόσιο, γιατί η πώλησή του σε ιδιώτες είχε προταθεί από τους συντηρητικούς πέρυσι, αλλά μπλοκαρίστηκε από τους φιλελεύθερους συνεταίρους της προηγούμενης κυβέρνησης συνασπισμού. Η σημερινή συντηρητική κυβέρνηση δεν έχει παρόμοιο κώλυμα. Και βέβαια όταν ολοκληρωθούν οι αλλαγές, τα καταστατικά των δημοσίων τηλεοπτικών καναλιών θα εξακολουθήσουν να εγγυώνται την πετσοκομμένη ανεξαρτησία τους.

Ιδού λοιπόν η υποκριτική μαεστρία της λογοκρισίας α λα αγγλικά, της ραφιναρισμένης αγαρμπιάς: η πίτα της ανεξάρτητης και πλουραλιστικής ενημέρωσης θεωρητικά ολάκερη και ο σκύλος της κυβερνητικής λογοκρισίας πρακτικά χορτάτος. Ενώ ταυτόχρονα η προστασία του κοινού από εξτρεμιστικές απόψεις  προβάλλεται ως το ηθικό έρεισμα της κυβέρνησης. Όμορφος κόσμος, ηθικός, αγγελικά πλασμένος, όπως έλεγε ο Σολωμός.