Η κυβέρνηση, με πρώτον απ’ όλους τον πρωθυπουργό, αναφέρεται σε έντονο ύφος και με αποφασιστικότητα στην ανάγκη για χτύπημα της ολιγαρχίας, «πόλεμο με την ολιγαρχία», μια «νέα κατάσταση πραγμάτων» όπου η ολιγαρχία δεν έχει θέση. Ποιά όμως είναι αυτή η ολιγαρχία; Είναι η εξουσία των λίγων ή η εξουσία από λίγους. Όταν η δύναμη και ο έλεγχος της πολιτικής και της οικονομικής εξουσίας βρίσκεται στα χέρια λίγων ανθρώπων.

Ads

Αυτοί «διακρίνονται» από τους πολλούς, λόγω του πλούτου που κατέχουν, της καταγωγής, των οικογενειακών δεσμών, της θρησκευτικής ταύτισης, αλλά και της εκπαίδευσης και στρατιωτικής παιδείας που έχουν λάβει. Ιστορικά οι ολιγαρχίες ήταν τυραννικές «στηριζόμενες» στην υποταγή ή στην καταπίεση του λαού. Ο Αριστοτέλης ταύτισε την ολιγαρχία με την πλουτοκρατία. Η ολιγαρχία έχει άμεση σχέση με τη συγκέντρωση πλούτου σε λίγα χέρια, δημιουργώντας μια αμφίδρομη διαδικασία. Οι ολιγάρχες στοχεύουν να συγκεντρώσουν όλο και μεγαλύτερο πλούτο για να μπορούν να διασφαλίσουν την εξουσία τους και μέσω αυτής, γίνονται ισχυρότεροι, δυνατότεροι και περισσότερο ομοιογενείς.

Στις σύγχρονες κοινωνίες οι δεσμοί της ολιγαρχίας είναι περισσότερο οικονομικοί και λιγότερο κληρονομικοί. Οι Ρώσοι ολιγάρχες είναι κάτοχοι τεράστιων περιουσιών και ιδιοκτήτες γιγάντιων επιχειρήσεων. Αυτοί είναι οι «νέοι ολιγάρχες» καθώς οι παραδοσιακοί βρίσκονται στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ. Σε παγκόσμιο επίπεδο, η ολιγαρχία δεν ξεπερνάει το 1% του πληθυσμού, ενώ κατέχει περίπου το 50% του παγκόσμιου πλούτου.

Οι 400 πλουσιότεροι Αμερικάνοι κατάφεραν να αυξήσουν την περιουσία τους κατά 15% μέσα σε ένα χρόνο. Η συσσώρευση πλούτου γίνεται όλο και περισσότερο εντυπωσιακή, καθώς ενώ μειώνεται το ποσοστό των υπερβολικά πλουσίων, το ποσοστό που κατέχουν στο σύνολο του πλούτου αυξάνεται. Η ολιγαρχία κατέχει και ελέγχει τους κρισιμότερους τομείς της οικονομικής δραστηριότητας μιας χώρας.

Ads

Εμπλέκεται στις πλουτοπαραγωγικές πηγές και στον τομέα της ενέργειας, της εξόρυξης, της διύλισης και των τηλεπικοινωνιών, στο χρηματοπιστωτικό και τραπεζικό τομέα, στη λειτουργία και διαχείριση των μέσων μαζικής ενημέρωσης, στον κατασκευαστικό τομέα, συμμετέχει στις δημόσιες προμήθειες και στους διαγωνισμούς και ενίοτε στην παιδεία και στην υγεία.

Όπως είναι αντιληπτό, οι Έλληνες ολιγάρχες δεν μπορούν να έχουν διαφορετική πορεία και συμπεριφορά από τους λοιπούς ολιγάρχες. Κατέχουν και ελέγχουν παρόμοιες επιχειρήσεις με τους ξένους «συναδέλφους» τους και εφόσον θεωρούν ότι τα οικονομικά και εξουσιαστικά συμφέροντά τους το επιβάλουν, δημιουργούν «συνεργασίες» (Ελληνικές και διεθνείς). Πέραν των άλλων, η βίαιη διαμόρφωση της Ελληνικής αστικής τάξης, ως «εθνικά υπερήφανης και κυρίαρχης», κατάφερε να ταυτίσει την αστική τάξη με την ολιγαρχία.

Η παραδοσιακή επίκληση των αστικών κομμάτων στον ηγετικό ρόλο και στη συνεισφορά της αστικής τάξης στην οικονομική ανάπτυξη (πουθενά δεν γίνεται λόγος για κοινωνική ανάπτυξη, καθώς αυτή αντιβαίνει στα συμφέροντα και στις επιδιώξεις της αστικής τάξης) δεν είναι τίποτα άλλο παρά η ανομολόγητη πολιτική στήριξη στην ολιγαρχία και η «δήλωση νομιμοφροσύνης» στον εξουσιαστικό της ρόλο. Η ολιγαρχία δε στηρίζεται μόνο στην οικονομική της δύναμη, αλλά πολιτικά δέχεται τη βοήθεια των αστικών κομμάτων, που λειτουργούν ως στηρίγματά της.

Μέσα από αυτά η ολιγαρχία νομιμοποιείται και εξωραΐζεται. Γίνεται ευεργέτης, δωρητής, παράγοντας του αθλητισμού, κατασκευαστής μεγαλόπνοων έργων, διαμορφωτής της «κοινής γνώμης», «φύλακας» των λαϊκών οικονομιών και εγγυητής του πολιτεύματος και της απολυταρχίας της. Η ολιγαρχία ταυτίζεται με την πλουτοκρατία και την απολυταρχία. Η δύναμη των ολίγων, είναι στα οικονομικά τους χέρια, εξουσιάζοντας τους πολλούς με επίφαση τη δημοκρατία και την ισονομία.

Αυτήν την ολιγαρχία, η κυβέρνηση υποστηρίζει ότι θέλει να πολεμήσει, να την «βάλει στη γωνία». Ως πολιτικός στόχος φαντάζει μεγαλεπήβολος, υπέροχος, τρομακτικός, επικίνδυνος, συγκλονιστικός. Τα έχει όλα. Δημιουργεί ανάμικτα συναισθήματα, καχυποψία, ερωτηματικά, χαμόγελα και προβληματισμό. Για τον λαό, γι’ αυτόν που η κυβέρνηση λέει ότι εκπροσωπεί και στηρίζεται, ο πόλεμος με την ολιγαρχία πρέπει να είναι καλοδεχούμενος.

Σε φραστικό επίπεδο έχει να ακουστεί από το 1981. Αν, αυτή τη φορά, το «μέτωπο ανοίξει», τότε γι’ αυτό αξίζει το «πρώτη φορά Αριστερά». Δεν έγινε ποτέ, δεν τους πείραξε ποτέ κανείς. Μα πιο πολύ, πόσο είναι εύκολο για όσους δίκαια φωνάζουν για το νέο μνημόνιο και την απόκλιση από τα διακηρυγμένα, να «τραβήξουν το χαλί» και να στείλουν «από κει που ‘ρθε» την κυβέρνηση; Ποιός αναλαμβάνει την ευθύνη να δώσει χαρά στους ολιγάρχες και ν’ αναστήσει τα πολιτικά τους στηρίγματα;