Διαβάζοντας τον γερμανικό τύπο, στέκομαι σε δύο ειδήσεις σχετικές με τον κορονοϊό. Στη Γερμανία, τα κρούσματα αυξήθηκαν σε 902. Τα περισσότερα είναι εντοπισμένα σε τρία κρατίδια: Στη Βόρεια Ρηνανία-Βεστφαλία είναι 398, στη Βάδη-Βιρτεμβέργη είναι 182, στη Βαυαρία 172 (σύμφωνα με την επίσημη καταμέτρηση μέχρι σήμερα, στις 3μ.μ.). Ο πάστορας Κόνσταντιν Κρούγκερ είναι μία περίπτωση που αφορά και τη Βαυαρία και τη γειτονική Βάδη-Βιρτεμβέργη. Ο 39χρονος πάστορας από την ευαγγελική εκκλησία της Νιρεμβέργης έπαιρνε μέρος σε λειτουργίες, πήγαινε σε γάμους και κατηχήσεις σε όλη τη Βαυαρία. Πριν από λίγες μέρες νόσησε στην Καρλσρούη της Βάδης-Βιρτεμβέργης. Μέχρι την προηγούμενη μέρα, συμμετείχε ως βασικός ομιλητής στη σύνοδο των ευαγγελικών εκκλησιών στην ίδια πόλη: Παρευρίσκονταν 10.000 άνθρωποι από όλο τον κόσμο. Οι αρχές δεν γνωρίζουν πώς κόλλησε ο πάστορας: Δεν πήγε ποτέ του στην Κίνα, ούτε συμπεριλαμβάνεται σε επαφές από «αλυσίδες νοσούντων» (Infektionsketten).

Ads

Τελικά, η σύνοδος διακόπηκε. Τα συμβούλια εκκλησιών στη Γερμανία εξακολουθούν να ενημερώνουν τους πιστούς τους και να λαμβάνουν μέτρα προσαρμοσμένα στις επιστημονικές απαιτήσεις για τον περιορισμό της επιδημίας. Η Ελλάδα εξακολουθεί ν’ αποτελεί το παράδειγμα περί του ακριβώς και επικινδύνως αντιθέτου. Ο έγκριτος Γερμανός λοιμωξιολόγος, Αλεξάντερ Κεκουλέ (Alexander Kekulé) θεωρεί ότι πρέπει να δοθεί πολύ μεγάλη έμφαση στην ενίσχυση των δημόσιων δομών υγείας, υγιεινής και πρόνοιας∙ οι περικοπές, οι «συγχωνεύσεις», η διαχείριση με ιδιωτικο-οικονομικά κριτήρια δεν γεμίζουν ενθουσιασμό το ιατρικό και επιστημονικό προσωπικό. Στην Ελλάδα των απανωτών μνημονίων, ποιες είναι, άραγε, οι συντεταγμένες της μακαριότητας;

Στη Γερμανία βρίσκουμε και την περίπτωση του Ζούλινγκεν και την περίπτωση του Γκάνγκελτ, δύο κοινότητες στο κρατίδιο Βόρεια Ρηνανία-Βεστφαλία: Στο Ζούλινγκεν κλάπηκαν 1200 μάσκες από το τοπικό νοσοκομείο. Στο Γκάνγκελτ, όπου 600 περίπου κάτοικοι τέθηκαν σε καραντίνα 14 ημερών, προσπάθησαν να λύσουν προβλήματα με ψυχραιμία, αλληλεγγύη και αυτοδιοικητική μέριμνα, χωρίς να δαιμονοποιήσουν τους ανθρώπους και χωρίς να διαταράξουν αναγκαίες λειτουργίες του κοινωνικού και του οικονομικού ιστού. Δεν ήταν καθόλου έτσι απ’ την αρχή τα πράγματα και στο Γκάνγκελτ. Πρυτάνευσαν, όμως, φωνές και διεργασίες που ενεργοποίησαν συγκεκριμένες πρωτοβουλίες, στην αρχή τις ονόμασαν «ηρωικές», σ’ αυτή την περιοχή, η οποία θεωρείται πρώτη εστία διάδοσης του κορονοϊού στη Βόρεια Ρηνανία-Βεστφαλία. Ο πρώτος άνθρωπος που νόσησε λάμβανε μέρος στις προετοιμασίες για το καρναβάλι.

Διαβάζοντας επιπλέον και τον τύπο αρκετών άλλων ευρωπαϊκών χωρών, νομίζω ότι παντού βρίσκουμε όλες τις περιπτώσεις. Κυρίως, όμως, διακρίνεται μέσα στις πολλές διαφορές και αντιθέσεις από χώρα σε χώρα, ένα υπόδειγμα για τις χώρες του δυτικού καπιταλισμού: Η αδιέξοδη κίνηση του εκκρεμούς ανάμεσα στην εμπορευματοποίηση, την εξατομίκευση και τη θεαματοποίηση του πανικού, αφενός, την ιδεολογικοποιημένη αμέλεια και την απουσία συλλογικής συνείδησης και πραγματικά διαλεκτικής θεώρησης των καταστάσεων, αφετέρου. Μέσα σε αυτές τις συνθήκες, η κοινωνιοπάθεια των πλούσιων και η παροξυσμική εκμεταλλευτική συνθήκη του αυταρχικού νεοφιλελευθερισμού μπορούν να επιδεινώσουν υπαρκτά προβλήματα, να προσθέσουν άλλα χειρότερα, να γεννήσουν τέρατα.

Ads

Εντούτοις, το εκκρεμές καθόλου δεν κινείται με τον ίδιο ρυθμό από χώρα σε χώρα: Φερ’ ειπείν, η Φινλανδία αναστέλλει τη συμμετοχή της σε στρατιωτική άσκηση, την ίδια ώρα που το ελληνικό κράτος απασχολείται μόνο με τη συντήρηση του επικοινωνιακού πολέμου εναντίον των προσφύγων και την «αδερφοποίηση» των φασισταριών που του φέρνουν ψήφους. Στην Ιταλία, την Ισπανία, αλλά και τη Γερμανία, υψώνονται φωνές που ζητούν περισσότερη δημόσια παρέμβαση στην οικονομία, χαλάρωση της λιτότητας, πραγματική μέριμνα για τις ευπαθείς ομάδες – την ίδια ώρα που στην Αυστρία ο καγκελάριος Κουρτς ζητάει περισσότερους χωρικούς αποκλεισμούς παντού. Στη Γερμανία, λαμβάνονται δραστικά μέτρα περιορισμού κερδοσκοπικής επανεξαγωγής μασκών στην Ελβετία, ενισχύονται τα προγράμματα ενημέρωσης για τη δημόσια υγιεινή και κατατίθενται προτάσεις από αρμόδιους φορείς για την αντιμετώπιση πιθανών ελλείψεων σε φάρμακα που εισάγονται από την Κίνα. Την ίδια ώρα στην Ελλάδα, οι τσαρλατάνοι και οι αδίστακτοι έμποροι δεισιδαιμονίας μετέχουν στη δημόσια συζήτηση ως «ισοβαρής άποψη», ευρύτατα φτωχοποιημένα κοινωνικά στρώματα είναι πλήρως εκτεθειμένα, επί της ουσίας, στις συνέπειες της κρατικής και ατομικής ολιγωρίας ως προς την εμφάνιση και διάδοση του ιού στην Ελλάδα – περί φαρμάκων και υλικού να ‘ναι καλά το μακρύ χέρι της (μετα)μνημονιακής αγοράς.

Η αδιέξοδη κίνηση του εκκρεμούς από τον πανικό ως εξατομικευμένο θέαμα και εμπόρευμα στην ιδεολογικοποιημένη αμέλεια και το έλλειμμα δημόσιας ευθύνης έχει μάλλον σχέση και με την κατάσταση που «ξέφυγε» στη Λομβαρδία: Ήδη εκτοξεύονται αλληλοκατηγορίες για το πώς λειτουργούσε ένα συγκεκριμένο νοσοκομείο στο Λόντι, δεν λείπουν, όμως, και καταγραφές ατομικών συμπεριφορών στο πλούσιο και «καθαρό» Μιλάνο για ένα κρίσιμο διάστημα. Ακόμα και χθες, η εφημερίδα «la Repubblica» αναφέρει πώς ένα ζεύγος έσπασε την απαγόρευση εξόδου από τη Λομβαρδία για να πάει στο σαλέ του στο Τρεντίνο – όπου τελικά νόσησαν. Στην Ελλάδα, όπου φλυαρούν οι τσαρλατάνοι, είναι μάλλον απίθανο να κατατεθεί εγκαίρως ένας επιστημονικός προβληματισμός για τις ιδιοτυπίες των γεωγραφιών, τόσο εντός της μεγαπόλεως Αθήνας όσο και σε περιφέρειες όπου τα όρια των κοινοτήτων δεν είναι διακριτά, σε αντίθεση λ.χ. με τη Βάδη-Βιρτεμβέργη ή τη Λομβαρδία∙ προβληματισμός όχι με όρους εμπορευματοποιημένου και θεαματικού πανικού, αλλά για πράξεις μέριμνας και πρόγνωσης.

Όλα τα «θετικά» κι «αρνητικά», βεβαίως, που σκιαγράφησα ανά περίπτωση εγγράφονται μέσα στο ευρύτερο πλαίσιο του ευρωμαφιοζάδικου, στο οποίο κυριαρχεί η ανυπαρξία πολιτικού συντονισμού σε ο, τιδήποτε δεν αφορά μηχανισμούς λεηλασίας. Ο κορονοϊός στις Βρυξέλλες είναι πρωτίστως και σχεδόν αποκλειστικώς ένας χρηματο-οικονομικός παράγοντας – και βλέπουνε, στη γνωστή πεπατημένη. Μέσα σε αυτή τη συνθήκη, λοιπόν, όλες οι εκδοχές της Αριστεράς, διεθνώς και σε επίπεδο χωρών, θα μπορούσαν να αναδείξουν διεξόδους και κατευθύνσεις που να σταματήσουν την αδιέξοδη κίνηση του εκκρεμούς. Θα μπορούσαν. Αν, ίσως, ενδιαφέρονταν περισσότερο για τη διαλεκτική σύλληψη της πραγματικότητας, για την ποιότητα και τη δραστικότητα της κριτικής, για την απεύθυνση στην κοινωνία χωρίς τις αποσπασματικές αμηχανίες του παρακολουθήματος. Α, ναι: Κι αν ενδιαφέρονταν για να μη λένε μπούρδες.