Η γεύση που αφήνουν τα… αδιευκρίνιστα σκάνδαλα διαφθοράς με εμπλοκή κυβερνητικών αξιωματούχων, τα δυστυχήματα με κρατική ευθύνη αλλά χωρίς κάθαρση, οι εκδηλώσεις κρατικού αυταρχισμού και οι πράξεις κατάχρησης εξουσίας που συγκαλύπτονται, η παραβίαση στοιχειωδών δικαιωμάτων και ελευθεριών, η κατάργηση του κράτους δικαίου, η ατιμωρησία εγκληματιών του κοινού ποινικού, καθώς και η κατάφωρη καταπάτηση της συνταγματικής νομιμότητας για λόγους εξυπηρέτησης συμφερόντων, είναι η διαρκής γεύση της αδικίας.

Ads

Η αίσθηση που άφησε ο εισαγγελικός χαρακτηρισμός ως… αδιευκρίνιστων των χρηματικών ποσών που δεν μπόρεσαν να εξηγηθούν από που προήλθαν στους λογαριασμούς κορυφαίου υπουργού της κυβέρνησης της ΝΔ που είχε κατηγορηθεί για συμμετοχή σε σκάνδαλο διαφθοράς, αφήνει τη γεύση της ατιμωρησίας, της άνισης μεταχείρισης, της ευνοιοκρατίας, της  συγκάλυψης των σκανδάλων διαφθοράς και εν τέλει της αδικίας.

Ιδίως όταν ο πολίτης γνωρίζει ότι σε περίπτωση που ελεγχθούν οι δικοί του λογαριασμοί, ακόμη και ένα ευρώ να μη μπορέσει να εξηγήσει από που προήλθε, θα αποτελέσει αιτία παραπομπής του στη δικαιοσύνη με βαρύ κατηγορητήριο…

Η γεύση που αφήνει στους γονείς και στους συγγενείς των θυμάτων, αλλά και στους απλούς πολίτες, η ατιμωρησία πολιτικών προσώπων για το έγκλημα των Τεμπών, παρά το γεγονός ότι υπήρχαν επανειλημμένες και σαφείς προειδοποιήσεις της πολιτικής ηγεσίας από στελέχη και εργαζόμενους στους σιδηροδρόμους για την τεράστια έλλειψη συστημάτων ασφάλειας, χωρίς όμως καμία δική τους ανταπόκριση, είναι η πίκρα της αδικίας για την απώλεια 57 αδικοχαμένων νέων στην πλειοψηφία τους ανθρώπων.

Ads

Που ο άδικος θάνατός τους ζητά απεγνωσμένα δικαίωση και τιμωρία των ενόχων.

Κι ακόμη, η αίσθηση που αφήνει η ατιμωρησία όσων, με δική τους ευθύνη, συνέβαλαν στο μπάζωμα του τόπου του δυστυχήματος, δηλαδή στην ωμή συγκάλυψη των αιτίων που οδήγησαν σε αυτό, είναι μια αίσθηση πικρής αδικίας και ανισοτιμίας απέναντι στο νόμο. Ιδίως όταν οι πολίτες γνωρίζουν ότι αν οι ίδιοι αποκρύψουν στοιχεία κάποιας τυχόν παράνομης πράξης, θα συρθούν στα δικαστήρια και θα καταδικαστούν ως ένοχοι οι ίδιοι.

Η γεύση που άφησε η συγκάλυψη του μεγάλου σκανδάλου των υποκλοπών και των παρακολουθήσεων από το γραφείο του πρωθυπουργού υπουργών, στελεχών της αντιπολίτευσης, δημοσιογράφων, στρατιωτικών, δικαστικών και επιχειρηματιών, είναι η πικρή γεύση μιας στυγνής και ανεξέλεγκτης εξουσίας που για να επιβιώσει πολιτικά και να συνεχίσει να κυβερνά, καταχράται κάθε έννοια εξουσίας που της έχει παραχωρηθεί, καταλύει κάθε έννοια νομιμότητας και προσβάλλει κάθε δημοκρατικό θεσμό.

Η εισαγγελική πρόταση για την αθώωση του βιαστή της ανήλικης 12χρονης από τις βαριές κατηγορίες που τον συνόδευαν, με το αιτιολογικό ότι την είχε… ερωτευτεί, τη στιγμή που ο ίδιος απειλούσε ότι θα φέρει στο φως δεκάδες… περιώνυμους που εκμεταλλεύονταν ερωτικά το δύστυχο κορίτσι, δημιουργεί μια αίσθηση θυμού απέναντι σε ένα καθεστώς που για να συγκαλύψει τις ευθύνες των δικών του, γίνεται αδίστακτο.

Την ίδια ώρα, ο κυβερνητικός ευνοούμενος και καταδικασθείς για παιδοβιασμό Λιγνάδης, απολαμβάνει εκτός φυλακής την προστασία του καθεστώτος…

Η γεύση που άφησε το κατάφωρα αντισυνταγματικό νομοσχέδιο που έγινε ήδη νόμος του κράτους, που παρά τη ρητή απαγόρευση του άρθρου 16 του Συντάγματος, επέτρεψε την ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων χάριν της ικανοποίησης οικονομικών συμφερόντων που διαπλέκονται με την κυβερνητική εξουσία, είναι η γεύση ενός καθεστώτος που για να ικανοποιήσει τα φιλικά του συμφέροντα βαφτίζει το κρέας ψάρι και τα ιδιωτικά πανεπιστήμια μη κρατικά. Κι αυτό, τη στιγμή που στη χώρα, σύμφωνα με το βάναυσα καταπατημένο Σύνταγμα, δεν υπάρχουν κρατικά, αλλά δημόσια και αυτοδιοικούμενα πανεπιστήμια.

Όσο για την πρόσφατη διαρροή από κυβερνητικό στέλεχος των προσωπικών δεδομένων των ομογενών που πρόκειται να ψηφίσουν για πρώτη φορά με επιστολική ψήφο, γεννά σοβαρές ανησυχίες νοθείας στις επερχόμενες ευρωεκλογές.

Βοά το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο που καταδίκασε την Ελλάδα για κατάργηση του κράτους δικαίου.

Βοά η ευρωπαία εισαγγελέας που κατηγορεί την Ελληνική κυβέρνηση για συγκάλυψη στην υπόθεση του δυστυχήματος των Τεμπών.

Βοά η Ευρωπαϊκή Επιτροπή που απέρριψε μια – μια όλες τις δικαιολογίες της ελληνικής κυβέρνησης που σκοπό είχαν να διαχύσουν σε άλλους την αυτονόητη ευθύνη της για μια μετωπική σύγκρουση σε διπλή σιδηροδρομική γραμμή.

Βοά ο διεθνής τύπος και οι διεθνείς οργανισμοί που κατηγορούν την Ελλάδα για κατάργηση της ελευθεροτυπίας και του πλουραλισμού.

Παρά τη διεθνή κατακραυγή, η κυβέρνηση Μητσοτάκη συνεχίζει απτόητη να συγκαλύπτει σκάνδαλα και να προστατεύει τους ευνοούμενούς της, καταχρώμενη την εξουσία που της έχει εμπιστευθεί ο ελληνικός λαός.

Η Ελλάδα βουλιάζει. Και οι πολίτες χωρίς δημόσια υγεία, χωρίς δημόσια παιδεία, χωρίς ασφάλεια στις μεταφορές και χωρίς εμπιστοσύνη στη δικαιοσύνη, φοβισμένοι από μια αμείλικτη εξουσία και στριμωγμένοι από ένα ολοκληρωτικό καθεστώς που ελέγχει ασφυκτικά όλους τους πυλώνες της δημοκρατίας, παρακολουθούν άφωνοι την κυβερνητική προπαγάνδα που περιγράφει φανταστικές ιστορίες επιτυχίας της κυβέρνησης, fake success stories δηλαδή, ενώ αγωνίζονται καθημερινά να επιβιώσουν.

Την ίδια ώρα κάποιοι λίγοι, ευνοημένοι από το καθεστώς, γίνονται πλουσιότεροι και απολαμβάνουν εκατομμύρια ευρώ αφορολόγητα κέρδη αισχροκερδώντας σε βάρος των καταναλωτών και στήνοντας δουλειές με ιδιωτικά πανεπιστήμια, σε μια χώρα που το Σύνταγμά της τα απαγορεύει ρητά…

Κι όσο συμβαίνουν αυτά, οι ξεσηκωμένοι φοιτητές απέναντι στο αδίστακτο καθεστώς που παραβιάζει κάθε έννοια δημοκρατικής νομιμότητας, σέρνονται στα δικαστήρια με βαριές κατηγορίες επειδή αντιστέκονται. Πληρώνοντας τη νύφη ενός επικοινωνιακού κυβερνητικού αντιπερισπασμού, που τους χρησιμοποιεί σαν σκηνικό για να ξεχαστεί ο αμαρτωλός βίος και η διεφθαρμένη πολιτεία του καθεστώτος.

Πόσα ακόμη θα αντέξει αυτή η χώρα;

* Γιάννης Μυλόπουλος, Καθηγητής, πρώην Πρύτανης ΑΠΘ