Η παρουσίαση των γεγονότων στη Μέση Ανατολή με τους Παλαιστίνιους να εμφανίζονται πάντα ως επιτιθέμενοι, ως τρομοκράτες, και τους Ισραηλινούς να βρίσκονται σε άμυνα δεν είναι κάτι το νέο. Και ανάγει τις ρίζες του στη δεκαετία του 1970 με τις ένοπλες επιθέσεις των φενταγίν, και μετέπειτα στην 11η Σεπτεμβρίου, όταν πλέον ο δυτικός κόσμος απειλείται από ακραίες ισλαμιστικές οργανώσεις.

Ads

Απλώς την περασμένη Κυριακή η επίθεση της Χαμάς έδωσε ένα καλό άλλοθι στο Ισραήλ αφενός για να ενισχύσει την προπαγάνδα του ότι οι Παλαιστίνιοι αν δεν είναι όλοι τρομοκράτες, τουλάχιστον υποστηρίζουν ένοπλες οργανώσεις, και αφετέρου να «νομιμοποιήσει» στα μάτια της δυτικής κοινής γνώμης ό,τι πράττει εδώ και δεκαετίες: την πολιτική του απαρτχάιντ που συνοδεύεται από καθημερινές διώξεις, δολοφονίες άμαχων Παλαιστινίων μέχρι βομβαρδισμούς κατοικημένων περιοχών. Αυτονόητη θεωρείται έτσι και η ισοπέδωση της Γάζας ακόμη και με βόμβες φωσφόρου, όπως συνέβη το 2009.

Μια εβδομάδα μετά την επαίσχυντη ενέργεια της Χαμάς να δολοφονήσει άμαχους Ισραηλινούς, πολιτικοί ηγέτες, ειδήμονες και απλοί άνθρωποι επαναλαμβάνουν το κυρίαρχο αφήγημα για το νόμιμο δικαίωμα στην άμυνα του Ισραήλ. Και κανείς δεν θα είχε αντίρρηση αν αυτές οι φωνές που σήμερα διαμαρτύρονται και υπερασπίζονται παθιασμένα αρχές και αξίες, είχαν μια ανάλογη στάση όταν καθημερινά δολοφονούνταν από ισραηλινούς στρατιώτες, συνήθως ελεύθερους σκοπευτές, παιδιά Παλαιστινίων. Όταν η κατοχή στη Δυτική Όχθη και στη Λωρίδα της Γάζας εδώ και 75 χρόνια εξοντώνει ψυχές. Η υποκρισία περισσεύει.

Όταν ο θύτης εξισώνεται με το θύμα

Το 2004, μια έρευνα που πραγματοποιήθηκε από το Glasgow Media Group του Πανεπιστημίου της Γλασκόβης για την κάλυψη της δεύτερης intifada από το BBC κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η βρετανική κοινή γνώμη θεωρεί τους Παλαιστίνιους τρομοκράτες, ως επιτιθέμενους, διότι οι ειδήσεις από τη Μέση Ανατολή παρουσιάζονται με λανθασμένο τρόπο.

Ads

Το ερώτημα είναι ποιο είναι το λάθος και πού οφείλεται.

«Τα σχόλια είναι ελεύθερα, αλλά τα γεγονότα είναι ιερά», είχε αναφέρει ο C.P. Scott. Από τότε που ειπώθηκε, όμως, «κύλησε πολύ νερό στο αυλάκι» και σύγχρονοι επικοινωνιολόγοι επισημαίνουν πλέον ότι η αφήγηση των γεγονότων, ακόμη κι όταν είναι ξερή, ακόμη κι όταν επιχειρεί να παραμείνει ουδέτερη, επηρεάζεται από την επικοινωνιακή πολιτική του Μέσου και την ιδεολογία του συντάκτη, επενεργώντας θετικά ή αρνητικά στις διαθέσεις της κοινής γνώμης έναντι της μιας ή της άλλης πλευράς των αντιμαχόμενων.

Με άλλα λόγια τα ΜΜΕ δίνουν πληροφορίες για ένα γεγονός υπό το πρίσμα ορισμένων αντιλήψεων, απόψεων και στερεότυπων που αντανακλούν μια σαφή ιδεολογική και πολιτική θέση η οποία αποτυπώνεται στην επικοινωνιακή πολιτική του Μέσου ή/και στον λόγο του ίδιου του πολεμικού ανταποκριτή.

Διαδήλωση υπερ των Παλαιστινίων στο Λος Άντζελες. EPA/ETIENNE LAURENT

 

Ο κίνδυνος παραπληροφόρησης δεν προέρχεται μόνον από την αναπαραγωγή της προπαγάνδας, από την αποσιώπηση γεγονότων ή τη μονομερή παρουσίαση άλλων, αλλά και από τον τρόπο που παρουσιάζεται το θέμα από τα Μέσα, δηλαδή τις λέξεις που χρησιμοποιούνται για να περιγράψουν μια κατάσταση. Και οι ασάφειες στην αφήγηση της διένεξης Ισραηλινών-Παλαιστινίων έχουν ως συνέπεια ο παραλογισμός να παρουσιάζεται ως κάτι απόλυτα φυσιολογικό. Υπ’ αυτή την έννοια η γλώσσα είναι ιδεολογικό εργαλείο.

Ο χαρακτηρισμός των αντιμαχόμενων με λέξεις όπως «μαχητές», «τρομοκράτες», «ισλαμιστές», «επιτιθέμενοι», «νόμιμα αμυνόμενοι» κατά το δοκούν επηρεάζουν τη στάση της διεθνούς κοινής γνώμης. Όταν κυρίαρχα δυτικά ΜΜΕ, αναφερόμενα στο παλαιστινιακό ζήτημα, ακόμη κι όταν αυτό καταλαμβάνει τις πρώτες θέσεις της ειδησεογραφίας, εμφανίζουν το Ισραήλ εσαεί ως «ένα κράτος που επιδιώκει την ειρήνη», ενώ κατά την αφήγηση της διένεξης, κάνουν λόγο για «κύκλο βίας», «συγκρούσεις ξέσπασαν…», χωρίς να υπενθυμίζουν τα αίτια και το background της σύγκρουσης, ποιος είναι ο επιτιθέμενος και ποιος ο αμυνόμενος, δίχως να αναφέρουν ιστορικά στοιχεία και ψηφίσματα των Ηνωμένων Εθνών, που είναι απαραίτητα για την κατανόηση της κατάστασης στη Μέση Ανατολή, τότε εύλογα ο θύτης εξισώνεται με το θύμα ή, ακόμη χειρότερα, οι ρόλοι αντιστρέφονται.

Κοντολογίς, η υποβάθμιση της ιστορίας, η αποσιώπηση και συχνά η αντιστροφή των δεδομένων, η ταύτιση της προπαγάνδας με την ειδησεογραφική κάλυψη, καθώς και η χρήση στερεότυπων δημιούργησαν το υπόβαθρο για να εκδηλωθεί η στάση των ίσων αποστάσεων και τελικά η ανοχή της δυτικής κοινής γνώμης για ό,τι συμβαίνει εδώ και πολλές δεκαετίες στα κατεχόμενα παλαιστινιακά εδάφη, τη Δυτική Όχθη και τη Λωρίδα της Γάζας.

Οι σκόπιμες ασάφειες

Ενδεικτικά αναφέρω τον τρόπο κάλυψης της διαδήλωσης διαμαρτυρίας Παλαιστινίων το 2000, όταν η ισραηλινή αστυνομία άνοιξε πυρ εναντίον τους κατά την επίσκεψη του ισραηλινού πρωθυπουργού, Ariel Sharon στο Όρος του Ναού.

Από τα 99 τουλάχιστον ρεπορτάζ που μεταδόθηκαν από τα αμερικανικά κανάλια CBS, ABC, NBC, από τις 28 Σεπτεμβρίου έως τις 2 Νοεμβρίου, σύμφωνα με το εναλλακτικό αμερικανικό δίκτυο ενημέρωσης Fair, μόνον τέσσερα έκαναν λόγο για την ισραηλινή κατοχή. Το NBC αναφέρθηκε σε «έκρηξη βίας μέσα στο Ισραήλ» και σε «παλαιστινιακές επιδρομές και αποκλεισμούς εναντίον του ισραηλινού στρατού στη Γάζα και στη Δυτική Όχθη», και το CBS μετέδωσε ότι «ισραηλινοί στρατιώτες δέχονται καθημερινές επιθέσεις και νιώθουν απομονωμένοι και υπό καθεστώς τρόμου».

Αυτά τα τέσσερα αμερικανικά τηλεοπτικά δίκτυα δεν αναφέρονται στον αποκλεισμό και στις συνθήκες διαβίωσης στα κατεχόμενα ούτε στις απώλειες Παλαιστινίων από ισραηλινά πυρά. Κάτι ανάλογο συμβαίνει και σήμερα.

Όποιος, από την άλλη, διαβάζει τον Τύπο μουσουλμανικών χωρών διαπιστώνει ότι στη Γάζα (όπως μέχρι πρόσφατα στο Αφγανιστάν και στο Ιράκ) οι απώλειες αμάχων σε στρατιωτικές επιχειρήσεις και σε βομβιστικές επιθέσεις, όπως και ο εποικισμός στα κατεχόμενα είναι σχεδόν καθημερινό φαινόμενο. Αρκεί να παρακολουθήσει κανείς την ενημερωτική ιστοσελίδα The Electronic Intifada, που αναφέρεται στα τεκταινόμενα στη Γάζα και στη Δυτική Όχθη ή την ισραηλινή εφημερίδα Haaretz.

Στα δυτικά ΜΜΕ, όμως, οι απώλειες αποσιωπούνται ή δημοσιεύονται σε μονόστηλα, εάν τα θύματα είναι πολλά. Και αυτό δεν οφείλεται μόνο στην επιρροή που ασκεί το Ισραήλ στα κυρίαρχα ΜΜΕ, αλλά και στο γεγονός ότι οι απώλειες, καθότι σχεδόν καθημερινές, δεν αποτελούν πλέον είδηση.

Το σημαντικότερο είναι ότι η αφήγηση γίνεται με τρόπο ασαφή που αφήνει κενά. Το BBC (14/05/2018) με αφορμή την έναρξη λειτουργίας της αμερικανικής πρεσβείας στην Ιερουσαλήμ ανέφερε ότι «σε συγκρούσεις στη Γάζα δεκάδες σκοτώθηκαν». Ποιοι, πώς και από ποιον σκοτώθηκαν; Είναι τυχαίο ότι χρησιμοποιήθηκε ο παθητικός χρόνος του ρήματος «σκοτώνω», για να παρουσιαστεί το θέμα;

Το CNN International την ίδια ημέρα έκανε λόγο αόριστα για «θανάτους» στη διάρκεια συγκρούσεων. Αναλόγως πρόβαλαν την είδηση το NBC News, οι New York Times και τα περισσότερα διεθνή Μέσα. Τα στερεότυπα που έχουν κυριαρχήσει είναι ότι οι Παλαιστίνιοι, λόγω κουλτούρας και θρησκείας, είναι πολίτες δεύτερης κατηγορίας, «παιδιά ενός κατώτερου θεού», απάτριδες χωρίς δικαιώματα. Ότι «οι τρομοκράτες της Χαμάς στις επιθέσεις τους χρησιμοποιούν άμαχους ως ανθρώπινες ασπίδες για να επιτεθούν». Ότι οι νεαροί Παλαιστίνοι που διαδηλώνουν θέτουν σε κίνδυνο τη ζωή τους, όταν δεν υπακούουν στις εντολές ισραηλινών στρατιωτών. Κοντολογίς, «τα ’θελαν και τα ’παθαν».

Όπως έδειξαν, όμως, οι τηλεοπτικές εικόνες στην περίπτωση των διαδηλώσεων διαμαρτυρίας για την έναρξη λειτουργίας της αμερικανικής πρεσβείας στην Ιερουσαλήμ, όπως και σε εκατοντάδες άλλες περιπτώσεις που αναφέρονται σε αντιδράσεις των Παλαιστινίων για τον εγκλωβισμό τους στα κατεχόμενα, συγκρούσεις δεν γίνονται. Ούτε πρόκειται για «εξεγέρσεις» για την κατάληψη κρατικών δομών, όρο που συχνά χρησιμοποιούν τα δυτικά Μέσα για να μεγεθύνουν τις αντιδράσεις των Παλαιστινίων ή να δικαιολογήσουν έμμεσα τα αντίποινα των Ισραηλινών.

Οι Παλαιστίνιοι απλώς πετούν πέτρες από τη μια πλευρά ενός φράκτη, ενός τείχους που οικοδομήθηκε, όπως είναι γνωστό, από τους Ισραηλινούς, μετατρέποντας τη Γάζα σε φυλακή, και από την άλλη βρίσκεται ένας σύγχρονος στρατός με ακροβολισμένους ελεύθερους σκοπευτές και πάνοπλους στρατιώτες που προστατεύονται από άρματα μάχης και drones.

Στην άνιση αυτήν αντιπαράθεση εκείνοι που χάνουν τη ζωή τους από τα πυρά Ισραηλινών, ελεύθερων σκοπευτών και drones, είναι στη μεγάλη πλειοψηφία άοπλοι Παλαιστίνιοι, συνήθως ανήλικα παιδιά που ζουν εγκλωβισμένα σε άθλιες συνθήκες λόγω της κατοχής και διαμαρτύρονται γιατί θέλουν να ζήσουν όπως κάθε ελεύθερος άνθρωπος. Να ζήσουν χωρίς να είναι εγκλωβισμένοι σ’ ένα κομμάτι γης για μια ολόκληρη ζωή.

Περισσότεροι από 2.000 Παλαιστίνιοι έχουν σκοτωθεί από τους βομβαρδισμούς του Ισραήλ. EPA/MOHAMMED SABER

 

Ανθρώπινα δικαιώματα αλά καρτ

Σπάνια αυτή η πραγματικότητα αναφέρεται ρητά σε ρεπορτάζ διεθνών Μέσων, καθότι εύλογα μια μερίδα της διεθνούς κοινής γνώμης θα στρεφόταν κατά της ισραηλινής πολιτικής. Τα κυρίαρχα Μέσα θα μπορούσαν να αναφέρουν ότι ένας συγκεκριμένος αριθμός παλαιστίνιων διαδηλωτών έχασαν τη ζωή τους από πυρά των ισραηλινών δυνάμεων (ήπια έκφραση) ή από ελεύθερους σκοπευτές του Ισραήλ (εάν θέλει κανείς να είναι σαφέστερος και μπορεί να το τεκμηριώσει με βάση δηλώσεις αυτόπτων μαρτύρων). Και εάν μεταξύ των θυμάτων υπάρχουν παιδιά, όφειλαν να το υπογραμμίσουν και να στιγματίσουν τις ενέργειες των Ισραηλινών. Διότι τα παιδιά πρέπει να προστατεύονται από πράξεις βίας και όχι να δολοφονούνται εν ψυχρώ.

Οι τίτλοι ειδήσεων και τα ρεπορτάζ που γράφουν και μεταδίδουν τα διεθνή δυτικά ΜΜΕ, αυτά που διαβάζουν και ακούν εκατομμύρια πολίτες δυτικών χωρών, διαμορφώνοντας μια εικόνα για ό,τι συμβαίνει στη Μέση Ανατολή, οδηγούν σ’ ένα συμπέρασμα: όσοι σκοτώνουν Παλαιστίνιους είναι άγνωστοι, χωρίς ταυτότητα, που βρίσκονταν σε άμυνα και «έχουν το δίκιο με το μέρος τους», ενώ οι Παλαιστίνιοι είναι «τρομοκράτες», «ισλαμιστές» κ.ά.

Οι Παλαιστίνιοι σκοτώνονται ενδεχομένως γιατί τους αρέσει να παίζουν τη ζωή τους «κορώνα-γράμματα», ενώ οι Ισραηλινοί δεν σκοτώνονται, αλλά «δολοφονούνται ύπουλα». Οι ισραηλινές δυνάμεις παρουσιάζονται στις ανταποκρίσεις ως δυνάμεις που «αμύνονται για να υπερασπιστούν την ειρήνη και την ασφάλεια στην περιοχή» και όχι ως στρατός κατοχής.

Ανάλογος είναι ο τρόπος αφήγησης στα ισραηλινά Μέσα, αν και υπάρχουν εξαιρέσεις όπως συμβαίνει και στον διεθνή Τύπο (Robert Fisk, Norman Solomon) που έχουν ασκήσει δριμύτατη κριτική.

«Όταν η διεθνής κοινότητα, το ΝΑΤΟ και οι ΗΠΑ κατηγορούσαν για ωμότητα τον Milošević, μιλούσαν για ανθρώπινα δικαιώματα. Όταν σήμερα το Ισραήλ αντιμετωπίζει άοπλους διαδηλωτές με πάνοπλο στρατό, επιβάλλει πείνα και γενοκτονία μέσω του αποκλεισμού και χτυπά με τανκς κατοικημένες περιοχές, γιατί και εκεί υπάρχουν τραυματίες που δεν αναφέρονται, δεν υπάρχουν ανθρώπινα δικαιώματα; Ντροπή!», σημειώνει η Ισραηλινή Tanya Reinhart, γνωστή για την αρθρογραφία της για το παλαιστινιακό ζήτημα, στην ευρείας κυκλοφορίας εφημερίδα του Τελ Αβίβ, Yedioth Ahronoth. Αναλόγως η Amira Hass επανειλημμένα έχει στιγματίσει στη Haaretz την καταπάτηση των δικαιωμάτων των Παλαιστινίων στη Δυτική Όχθη και στη Γάζα από έποικους και τον ισραηλινό στρατό.

Ο τρόπος κάλυψης και η παραβίαση κανόνων δεοντολογίας στην κάλυψη των εξελίξεων στη Μέση Ανατολή είναι απόρροια στερεοτύπων για τον αραβικό κόσμο και το Ισλάμ, της εξυπηρέτησης γεωπολιτικών και οικονομικών συμφερόντων δυτικών χωρών στην περιοχή, καθώς και της τάσης δυτικών Μέσων να αναπαράγουν τον κυρίαρχο πολιτικό λόγο, στην προκειμένη περίπτωση της ισραηλινής προπαγάνδας.
Σε ορισμένες, μάλιστα, περιπτώσεις όποιος δημοσιογράφος ξεφεύγει από τους «κανόνες», υφίσταται τις συνέπειες: του αφαιρείται η διαπίστευση από το ισραηλινό υπουργείο Άμυνας, ή η διεύθυνση του Μέσου στο οποίο εργάζεται του δίνει την εντολή να εγκαταλείψει την εμπόλεμη ζώνη όταν το ρεπορτάζ του δεν αναπαράγει το κυρίαρχο αφήγημα.

Δεν είναι τυχαίο ότι αυτές τις μέρες οι περισσότερες ανταποκρίσεις από το Ισραήλ είναι πανομοιότυπες, καθώς αναπαράγουν χωρίς έρευνα ό,τι ισχυρίζεται η κυβέρνηση Νετανιάχου. Ότι δεν γίνεται λόγος για την καταστολή των ειρηνικών διαμαρτυριών των Παλαιστινίων και την ασύδοτη εποικιστική πολιτική των Ισραηλινών. Ότι στα ρεπορτάζ σπάνια υπενθυμίζεται η κατοχή της Δυτικής Όχθης και της Γάζας από τις ισραηλινές δυνάμεις. Ότι η Γάζα, μια έκταση όση η Θάσος, είναι μια τεράστια υπαίθρια φυλακή στην οποία ζουν άνθρωποι κυριολεκτικά εγκλωβισμένοι, χωρίς στοιχειώδη δικαιώματα και κανείς δεν αναζητά τα αίτια που οδηγούν νέους να στρέφονται σε ένοπλες οργανώσεις.

Υ.Σ.: Αξιοσημείωτο είναι ότι ενώ το 2009, στη διάρκεια των ισραηλινών βομβαρδισμών στη Γάζα, τα ελληνικά ΜΜΕ, στην πλειοψηφία τους κράτησαν μια ουδέτερη στάση, σήμερα αναπαράγουν την ισραηλινή προπαγάνδα.

  • Ο Παύλος Νεράντζης είναι δημοσιογράφος και παραγωγός ντοκιμαντέρ, διδάκτωρ του Τμήματος Δημοσιογραφίας και ΜΜΕ του ΑΠΘ και συγγραφέας του βιβλίου «Η Αλήθεια βομβαρδίζεται. Τα ΜΜΕ και ο Πόλεμος με το βλέμμα ενός πολεμικού ανταποκριτή. Από τον 19ο έως τον 21ο αιώνα», εκδ. Παπαζήση.