Ο Δημήτρης Φραγκόπουλος υπήρξε ένα υπέροχο παράδειγμα πνευματικής και  παιδαγωγικής παρακαταθήκης της Πόλης και του Ελληνισμού. Αλλά κοντά σ’ αυτά δίδαξε και κάτι που οφείλεται στο απλησίαστο ταλέντο του: τέχνη ζωής.

Ads

Χιώτης στην καταγωγή, γεννημένος, στην Πρίγκηπο, απόφοιτος της Μεγάλης του Γένους Σχολής και υπότροφος της Φιλοσοφικής Σχολής Αθηνών, ανέλαβε από το 1958 την Διεύθυνση του Ζωγραφείου Λυκείου μέχρι το 1993. Έκανε πολλές ομιλίες και έδωσε διαλέξεις στην Πόλη, την Αθήνα και το εξωτερικό ενώ έχουν δημοσιευτεί μελέτες του.

Με το Συνέδριο στην Κωνσταντινούπολη “Συνάντηση στην Πόλη : Το Παρόν και το Μέλλον” το 2006 το οποίο οργάνωσε δικαιώθηκε μερικώς η συνειδητή του απόφαση να μείνει ως το τέλος στα πάτρια εδάφη. Ο δάσκαλός μας εξέφραζε υποδειγματικά στην εποχή μας την περίπτωση εκείνων των σπάνιων, σαν τον Σωκράτη τον Αθηναίο, που είναι “ταγμένοι” να υπηρετούν ισόβια ως προσωπικό καθήκον την ιδέα της διαφύλαξης της μητέρας-πόλης του.

Όταν συμβαίνει η πόλη αυτή να είναι η πνευματική μήτρα του νεώτερου ελληνισμού, η κατοικία μιας διαρκώς συρρικνούμενης ελληνορθόδοξης μειονότητας με αιώνων ειδικό βάρος στις παραδόσεις της αλλά και η άλλοτε κοσμοκράτειρα και ευρασιατική μητρόπολη  που ισορροπεί αιώνες τώρα ανάμεσα στους θρύλους και την ιστορία, τότε η ιδέα αυτή αποκτά άλλης υφής και σημασίας διαστάσεις.

Ads

Στην περίπτωση Φραγκόπουλου το γεγονός ότι η υπερβολή και συχνά η υπερτίμηση είθισται να συνοδεύουν τα πορτρέτα των ανθρώπων που θρυλοποιούνται εν ζωή φαίνεται να μην βρίσκει αντίκρισμα. Ο κυρ-Δημητρός όση φήμη, δόξα και αγάπη έλαβε αφειδώς κατά την διάρκεια του βίου του οφείλονται στην δυναμική, φιλάνθρωπη και θελξικάρδια προσωπικότητά του, στο έπακρο δοτική και σαγηνευτική.

Κατέβαινε μια πρωινή βόλτα απ’ το σπίτι του μέχρι το Μπαλούκ παζάρ για ψώνια και γέμιζε τον κόσμο καλημέρες και φιλοδωρήματα. Δεν τον χαρακτήριζε η γνωστή πολωτική ιδεοληψία απέναντι στους Τούρκους και μουσουλμάνους συμπατριώτες του. Ήξερε να μοιράζει τις ευθύνες.

-Τις πταίει, κυρ-Δημητρό μου, για την φθίνουσα πορεία της ομογένειας, για πες μου!
-Ο κακός μας ο καιρός, παιδί μου. Φταίνε όλοι οι σχετικοί, όχι εξ ίσου, αλλά όλοι :
Η τουρκική πολιτική που εγκολπώνοντας τα διδάγματα της βυζαντινής διπλωματίας έχει μάθει να κερδίζει τα  παιχνίδια έναντι ημών για να υφιστάμεθα όσα υφιστάμεθα, οι απερίσκεπτες και ανώριμες κατά καιρούς συμπεριφορές των ελληνικών κυβερνήσεων, τα κέντρα εξουσίας εδώ στην ομογένεια και το ελληνικό προξενείο, η ίδια η φάρα μας που το’ χει να αλληλοσπαράσσεται και μάλιστα στις κρισιμότερες ώρες. Γι’ αυτό, σου λέω, θα’ ρθει μια μέρα που θα επισκεφτείς την Πόλη και θα κλάψεις με μαύρο δάκρυ. Και δυστυχώς θα είναι σύντομα. Γιατί θα ακούσεις ογδόντα καμπάνες να βαρούν, μα δεν θα βρεις καμιά ζωντανή ψυχή από μας. Άλλοι θα έχουν αποδημήσει για τας αιωνίους μονάς κι άλλοι θα έχουν εγκαταλείψει.

Την πρωτομηνιά του τρέχοντος ενταφιάσαμε στα ιστορικά ορθόδοξα κοιμητήρια της συνοικίας Σισλί της ευρωπαικής Κωνσταντινούπολης τον δάσκαλό μας Δημήτρη Φραγκόπουλο. Το ξόδι του ήταν μια πικρή ευκαιρία για αντάμωμα της πλειοψηφίας των ομογενών μας που έχουν απομείνει(δυο χιλιάδες και κάτι ψυχές ανάμεσα στα δεκαοχτώ εκατομμύρια περίπου που έχουν συγκεντρωθεί στην ασίγαστα συναρπαστική Πόλη του Βοσπόρου).

Η νεκρώσιμη ακολουθία λαμπρύνθηκε από την παρουσία του Πατριάρχη, στεφάνους του Πρωθυπουργού και της Βουλής των Ελλήνων, μήνυμα του Προέδρου της Δημοκρατίας, την παρουσία του -Πολίτη και μαθητή του εκλιπόντος- Υπουργού Παιδείας, στεφάνους όλων των συλλόγων και των ιδρυμάτων της ομογένειας, Τούρκων και Κούρδων βουλευτών αριστερού προσανατολισμού, καθώς και πολλών Ελλαδιτών και Τούρκων φίλων του.

Επιθυμία της οικογένειας ήταν να εκφωνήσω τον τελευταίο επικήδειο κατά την  εξόδιο ακολουθία την 1η Οκτωβρίου στο ναό της Αγίας Τριάδας του Πέρα:

Σεβαστέ και πολυαγαπημένε μας κυρ-Δημητρό

Σ’ αποχαιρετώ σαν φίλος σου προσωπικός, σαν φίλος σου οικογενειακός, σαν συνάδελφος εκπαιδευτικός, σαν ιδιαίτερος συνάδελφος φιλόλογος, σαν διαπρύσιος θαυμαστής της προσωπικότητας και του έργου σου, σαν πνευματικός σου γιος, σαν ομόθρησκός σου στον βωμό της λατρείας της Βασιλεύουσας και σαν συνοδοιπόρος σου στην ιδέα της πίστης στην οικουμενική Ρωμιοσύνη, με την έννοια της διευρυμένης της σημασίας και ακτινοβολίας, όπως την διδαχτήκαμε απ’ τις ιστορικές παραδόσεις του πολύπαθου Γένους μας αλλά κι από την νεότερη παράδοση, μέσα απ’ τον οραματισμό των πιο δοξασμένων ποιητών μας, -κατά την διαφορετική εκδοχή του καθενός- : Του Καβάφη. Του Παλαμά. Του Καζαντζάκη. Του Ρίτσου. Του Σεφέρη. Και του Ελύτη. 

Μια Ρωμιοσύνη που δυστυχώς χάνει το βήμα της μέσα στο χρόνο από λάθη, ολιγωρίες και παθογένειες για να επιστεγάζεται κατ’ έθος κάθε νέα της απώλεια με κούφια μνημόσυνα και ανώφελα δάκρυα επί των ερειπίων.

Μιας τέτοιας αδιάπτωτης ομορφιάς Ρωμιοσύνης την ανάγκη να αντισταθεί στην πνευματική και ηθική φθορά εξέφραζες επιτομικά κι εσύ ο ίδιος με την ισόβια διαγωγή σου. Κρατούσες ψηλά την νοερή συνέχεια των Μεγάλων Διδασκάλων του Γένους, ένας Δάσκαλος του Γένους των νεότερων χρόνων κι εσύ.

Μπροστά στο σκήνωμά σου στέκονται σήμερα με ευγνωμοσύνη όλοι οι ευσυνείδητοι Ρωμιοί της απανταχού Ρωμιοσύνης. Από ανθρώπους σαν κι εσένα έχει ανάγκη ο καταρρακωμένος ελληνισμός για να ξαναγεννηθεί.

Δεν σε πτοούσαν ούτε οι διαψεύσεις των υποσχέσεων, ούτε οι προδοσίες των ονείρων. Από πού αντλούσες αυτή την ακατάβλητη δύναμη; Την χαρά της ζωής που μετέδιδε άμεσα ο παλμός του σοφού, συγκινημένου και συγκινητικού λόγου σου που ήταν ποτισμένος από την μοναδική γοητεία σου που οδηγούσε ακόμη και κάποιον που σε πρωτογνώριζε σε μέθεξη και αργότερα σε αλησμόνητη αγαπητική εμπειρία;
Ήσουν ακριβός για όλους, συγγενείς, συναδέλφους, φίλους, ανθρώπους της αγοράς, ομογενείς, Ελλαδίτες και Τούρκους συμπολίτες σου. Σε τιμούν όλοι γιατί τους τιμούσες όλους. Μας δίδαξες πως μέσα στην ταπεινοφροσύνη κρύβεται το μεγαλείο και πως είναι κι αυτή μια απ’ τις βασικές αξίες του ανθρώπου.

Αυστηρός και γλυκός, συμβουλευτικός και παραμυθητικός, μα πάντοτε δυνατός και ερωτικός σαν διαχρονικός ντελικανλής. Ένας αυθεντικός κοσμοπολίτης που συνδυάζει την αφομοιωμένη λογιοσύνη με την γνήσια λαϊκότητα.

Λαμπρός φιλόλογος, απαράμιλλος χρήστης της ελληνικής λαλιάς, προφορικής και γραπτής, απ’ τους τελευταίους των τελευταίων γνήσιων αρχόντων της Πόλης. Ο ζωντανός θρύλος που έγινες στην ωριμότητά σου επάξια θα σε ακολουθεί και τον καιρό της απουσίας σου.

Αντίο, δάσκαλε όλων μας. Όταν ανταμώσουμε κάποτε, αν μας δοθεί αυτή η χάρη, θα συνεχίσουμε το ωραίο μουχαμπέτι που αρχίσαμε στην Πόλη εδώ και χρόνια και το γλεντούσαμε σαν πανηγύρι. Η αγάπη σου και οι ευχές σου θα μας συνοδεύουν στο υπόλοιπο της ζωής μας.
Καλό σου ταξίδι, πολυφίλητε αδελφέ και πατέρα μας.

Θωμάς Κοροβίνης