Στην επικαιρότητα κυριαρχεί ο όρος «αυτοδύναμη κυβέρνηση». Εύλογα γεννιέται το ερώτημα πως ένας τόσο άτοπος όρος χρησιμοποιείται κατά κόρον. Αν κάποιος το σκεφτεί έστω και ένα λεπτό, κατανοεί ότι μια κυβέρνηση εξορισμού δεν μπορεί παρά να είναι αυτοδύναμη, εκτός και αν πρόκειται για μια χώρα υπό κατοχή.

Ads

Ναι, οι κυβερνήσεις του Τσολάκογλου και του Ράλλη, δεν ήταν αυτοδύναμες, εφόσον τις όριζε ο Γερμανός κατακτητής. Η πιο πιθανή εξήγηση είναι ότι η χρήση του όρου αυτού επιτρέπει την συγκάλυψη μιας πραγματικότητας, που πολλοί θέλουν να αγνοούν. Δηλαδή, την κομματική αυτοδυναμία.

«Κυβερνητική αυτοδυναμία» ηχεί θετικά, ενώ «κομματική αυτοδυναμία» μόνο αρνητικούς συνειρμούς μπορεί να προκαλέσει. Πόσο δημοκρατική διακυβέρνηση μπορεί να ασκεί ένα κόμμα, το οποίο αντιπροσωπεύει μια μειοψηφία πολιτών, ακόμα και αν το κόμμα αυτό είναι «πρώτο», δηλαδή το λιγότερο μειοψηφικό;

Και έτσι καλούμαστε να αναρωτηθούμε πόσο αντιπροσωπευτικό είναι το πολιτικό μας σύστημα, που μάλλον με περίσσιο ναρκισσισμό αποκαλούμε «Δημοκρατία» με ένα μεγάλο «Δ». Σαν η δημοκρατία να ήταν μια απόλυτη έννοια, η οποία υφίσταται απόλυτα ή δεν υπάρχει καθόλου.

Ads

Αλήθεια, πόσο «αντιπροσωπευτική είναι η «Δημοκρατία» μας; Προφανώς εξαρτάται από το εκλογικό σύστημα. Ας πάρουμε ως παράδειγμα το εκλογικό σύστημα που ψηφίστηκε πρόσφατα, το οποίο θα εφαρμοστεί στις επόμενες εκλογές μετά τις 21 Μαΐου, και το οποίο, με κάποιες παραλλαγές είναι αυτό που κυριαρχεί τις τελευταίες δεκαετίες. Σύμφωνα με αυτό το σύστημα, ένα κόμμα που συγκεντρώσει 37% μπορεί να συγκροτήσει κυβέρνηση κομματικά αυτοδύναμη. Και βέβαια, αυτό το ποσοστό αφορά τους πολίτες που ψήφισαν. Αν αναλογιστούμε ότι στις τελευταίες εκλογές πχ η συμμετοχή ήταν 57%, τότε μπορούμε να συμπεράνουμε, ίσως με κάποια έκπληξη, ότι περίπου το 20% των πολιτών επιβάλλουν, αυτοδύναμα και απόλυτα, την βούλησή τους στους υπόλοιπους 80%. Δηλαδή, οι εκπρόσωποι μιας μικρής μειοψηφίας γίνονται απόλυτοι κυρίαρχοι επί της συντριπτικής πλειοψηφίας των πολιτών, για μια ολόκληρη τετραετία (δεν υπάρχει διαδικασία ανάκλησης της εντολής αντιπροσώπευσης σε έναν βουλευτή).

Πόσο λοιπόν πραγματικά «αντιπροσωπευτική» είναι αυτή η «Δημοκρατία»;

Ακούω από τώρα το σχόλιο: και τι καλύτερο να κάνουμε; Να συμφωνήσουμε ότι η απάντηση δεν είναι ούτε εύκολη, ούτε απλή. Μπορούμε όμως να ξεκινήσουμε απαλείφοντας από το λεξιλόγιό μας τις «αυτοδύναμες κυβερνήσεις» που εξασφαλίζουν «αντιπροσωπευτική Δημοκρατία» (πάντα με μεγάλο «Δ»). Ας αναγνωρίσουμε ότι αν σχεδόν οι μισοί πολίτες δεν πηγαίνουν πλέον στις κάλπες (ένα δικαίωμα που αποκτήθηκε με αίμα και αγώνες), δεν εξηγείται από κάποια υποτιθέμενη αδιαφορία, αλλά από την (δικαιολογημένη) αίσθηση ότι αυτό το σύστημα δεν τους «αντιπροσωπεύει». Ας σταματήσουμε να χαϊδευόμαστε με την επίκληση μιας ιδανικής ανύπαρκτης δημοκρατίας, σε έναν κόσμο όπου όσοι δεν μας μιμούνται είναι οι «κακοί». Ας ξεκινήσουμε με την παραδοχή ότι οι θεσμικές διαδικασίες εκλογικής αντιπροσώπευσης είναι αναγκαίες, αλλά όχι ικανές από μόνες τους, για την εξασφάλιση της ουσιαστικής δημοκρατίας.

Λιγότερος πολιτικός ναρκισσισμός, κάποια ταπεινοφροσύνη και πολύ περίσκεψη ίσως μας βοηθήσουν να βρούμε ένα σύστημα αντιπροσώπευσης λιγότερο αντιδημοκρατικό…

*O Οδυσσέας Βουδούρης είναι Ιατρός – Πρόεδρος ΔΣ Κοινωνικού ΕΚΑΒ