Ο νεότερος υποψήφιος με τον ΣΥΡΙΖΑ στην Α΄ περιφέρεια της Θεσσαλονίκης, ο Λευτέρης Αρβανίτης, μιλά στο tvxs για τα ζητήματα που απασχολούν την γενιά του, το δικαίωμα των νέων στο όνειρο, την κυβερνητική πρόταση της Αριστεράς και την επόμενη μέρα των εκλογών. Συνέντευξη στον Αρίστο Αναγνώστου

Ads

Είστε 28 χρονών, ο μικρότερος σε ηλικία υποψήφιος στη Θεσσαλονίκη, «εκπρόσωπος» της γενιάς των 500 ευρώ. Τελικά, η ανανέωση των πολιτικών προσώπων και η είσοδος των νέων στην πολιτική θα ήσαν κάποια λύση;

Η αλήθεια είναι ότι είμαι 28 χρονών, αλλά «εκπρόσωπος» της γενιάς των 250 ευρώ! Από την άλλη, η κουβέντα για την είσοδο των νέων στην πολιτική και την ταυτόχρονη ανανέωση των εκπροσώπων υπάρχει όσο θυμάμαι τις εκλογικές διαδικασίες. Η ανανέωση είναι κρίσιμο ζήτημα, αρκεί να μην καταλήγει σε ένα ιδιόμορφο ηλικιακό ρατσισμό. Στο ΣΥΡΙΖΑ έχουμε στην πρώτη θέση του ψηφοδελτίου Επικρατείας τον Μανώλη Γλέζο, που η διαύγεια του, η μαχητικότητά του, αλλά και οι ριζοσπαστικές ιδέες του «βάζουν κάτω» πολλούς νέους υποψηφίους των κομμάτων.

Πέρα από το ηλικιακό, έχουμε νομίζω κυρίως να αντιμετωπίσουμε μια οξεία κρίση αντιπροσώπευσης, όπου πράγματι η ανανέωση θα δώσει τη λύση. Η ανανέωση,όμως, όχι του πολιτικού προσωπικού, αλλά των όρων συμμετοχής στην πολιτική. Η εμπειρία των πλατειών του περασμένου καλοκαιριού, έδειξε ότι οι πολίτες όχι μόνο δεν είναι αδιάφοροι για την πολιτική, αλλά διψούν για να βρεθούν σε διαδικασίες, να συζητήσουν, να αποφασίσουν. Αν υπάρχει ένα σημείο που τα κόμματα της Αριστεράς απέτυχαν ήταν ότι στην συνείδηση των πολιτών, και κυρίως των νέων ανθρώπων, αποτέλεσαν κομμάτι της κρίσης του κομματικού φαινομένου. Στόχος δεν μπορεί να είναι η ύπαρξη ενός κόμματος ή ενός κομματικού συστήματος καρτέλ, αλλά η κοινωνία στην οποία η δύναμη των αποφάσεων περνάει σε όλο τον πληθυσμό και κριτήριο των αποφάσεων αυτών είναι οι ίδιες οι κοινωνικές ανάγκες. Ο ΣΥΡΙΖΑ συγκροτήθηκε ακριβώς στη βάση της σύγκρουσης με τα κόμματα της εξουσίας και τη στενή πελατειακή σχέση που ανέπτυξαν με τους πολίτες.

Ads

Είναι ρεαλιστική η άμεση προοπτική συνεργασίας ανάμεσα στα κόμματα της Αριστεράς και πολύ περισσότερο μια Αριστερή Κυβέρνηση; Το ΚΚΕ σας κατηγορεί ότι μπλοφάρετε.

Ρεαλιστικό είναι αυτό που κάθε φορά ανταποκρίνεται στις ανάγκες μας. Επομένως η ενότητα της Αριστεράς, σήμερα, δεν είναι απλώς ρεαλιστική, αλλά απαραίτητη και απαίτηση ενός μεγάλου τμήματος της κοινωνίας.

Αν κάποιος χώρος σήμερα πολυδιασπάται είναι το κυρίαρχο αστικό μπλοκ, με τη Δεξιά να αποτελείται πλέον από πέντε σχηματισμούς και τη Σοσιαλδημοκρατία να διαθέτει τουλάχιστον τέσσερις συλλογικούς εκφραστές.

Αντίθετα, οι δυνάμεις της Αριστεράς ενισχύονται, ενωτικές διεργασίες βρίσκονται σε εξέλιξη και κυρίως η πίεση της “βάσης”, του κόσμου της εργασίας καθιστά την ενότητα μονόδρομο και θέτει την κυβερνητική προοπτική. Επειδή όμως οφείλουμε να μαθαίνουμε από τα λάθη του παρελθόντος και την τραγική εμπειρία των συντρόφων μας στην Ευρώπη, είμαστε υποχρεωμένοι να επισημαίνουμε συνεχώς τον κίνδυνο του στείρου κυβερνητισμού. Την αποκλειστική, δηλαδή, ενασχόληση με ένα κυβερνητικό πρόγραμμα, που καταλήγει στο να αποτρέπει την πραγματική είσοδο των μαζών στην πολιτική.

Οφείλουμε να μπολιάσουμε την κυβερνητική Αριστερά με τις πρακτικές των κινημάτων, την εμπειρία της Άμεσης Δημοκρατίας των πλατειών, τις αντιστάσεις των τελευταίων δύο ετών και να καταστήσουμε και πάλι την πολιτική ελκυστική. Μια αριστερή κυβέρνηση, επομένως, δε θα είναι τίποτα περισσότερο από μια κυβέρνηση του λαού, που θα καλέσει τον κόσμο να βγει στους δρόμους για να τη στηρίξει.

ΠΑΣΟΚ και ΝΔ, όταν δεν σας κατηγορούν για στείρο καταγγελτικό λόγο, σας κατηγορούν για έλλειψη ρεαλισμού και μικρομεγαλισμό. Είναι σαφής και ξεκάθαρη η κυβερνητική πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ;

Είναι σαφές ότι η Αριστερά, ο ΣΥΡΙΖΑ, πάντα είχαν προτάσεις. Σήμερα είναι πιο σαφές από ποτέ. Να αναφέρω κάποια ενδεικτικά παραδείγματα. Λένε ανάπτυξη. Λέμε πως ανάπτυξη με μισθούς των 300 ευρώ και 1.000.000 ανέργους δεν γίνεται. Να σας θυμίσω πως από το 1993 μέχρι το 2008 το ελληνικό ΑΕΠ αυξήθηκε κατά 60%. Αυτά τα λεφτά υπήρξαν. Υπήρξαν και πήγαν στις τσέπες των λίγων, πήγαν σε μίζες και συντήρησαν τις πελατειακές λογικές των δύο μεγάλων κομμάτων. Λέμε πως σήμερα την κρίση την πληρώνουμε μέχρι στιγμής εμείς που ούτε την δημιουργήσαμε, ούτε «μαζί τα φάγαμε». Είναι σαφές ότι σήμερα υπάρχουν δύο λογικές που συγκρούονται και αν θέλετε συγκρούονται στην βάση του συμφέροντος. Από τη μια είναι το δικό τους πρόγραμμα, που το γνωρίζουμε από σήμερα, αυτό των νέων περικοπών σε μισθούς, συντάξεις και κοινωνικές παροχές της τάξης των 11,5 δις τον Ιούνη.

Το δικό τους πρόγραμμα που εξυπηρετεί τους πλούσιους και μεγαλοεπιχειρηματίες. Από την άλλη πλευρά είναι το δικό μας πρόγραμμα που μιλά για φορολόγηση των πλουσίων, διαγραφή του μεγαλύτερου μέρους του χρέους, όπως είχε κάνει και η Γερμανία μετά το 1952, εθνικοποίηση, κοινωνικοποίηση των στρατηγικών επιχειρήσεων της οικονομίας. Θ’ αναφέρω το χαρακτηριστικό παράδειγμα για την Θεσσαλονίκη. Αυτό της Εταιρείας Ύδρευσης (ΕΥΑΘ) και του Λιμανιού(ΟΛΘ), δύο κερδοφόρων δημόσιων υπηρεσιών που θα ξεπουληθούν αμέσως μετά τις εκλογές σε μεγάλες πολυεθνικές στο βωμό των επιχειρηματικών συμφερόντων στα πλαίσια ενός νεοφιλελεύθερου συστήματος που έχει αποτύχει. Αυτά τα πράγματα είναι μη ορθολογικά.

 Η Χρυσή Αυγή, βάσει των δημοσκοπήσεων, μπαίνει στη Βουλή. Τι θα γίνει αν επιβεβαιωθούν αυτές οι εκτιμήσειςς;

Γνωρίζαμε ότι στην Ελλάδα η άκρα δεξιά συσπειρώνει περίπου το 5% με 6% του εκλογικού σώματος, για να μην πω της ελληνικής κοινωνίας. Τα δεδομένα εκλογικών αναμετρήσεων μεταπολιτευτικά αποδεικνύουν τη δύναμη αυτή. Μπορούμε όμως να μιλήσουμε για μια ποιοτική αναβάθμιση της ελληνικής ακροδεξιάς, καθώς συγκροτείται έπειτα από δεκαετίες και πάλι σε αυτόνομο πολιτικό σχηματισμό, επιτυγχάνοντας μάλιστα τη μέγιστη δυνατή συσπείρωση.
Η κρίση της αστικής δημοκρατίας αφαίρεσε και από τα κόμματα της κεντροδεξιάς το περιθώριο να αφομοιώνουν ακροδεξιές εκφάνσεις και να μετριάζουν τη διακριτότητά τους, όπως συστηματικά έκαναν μετά το 74’.

Αρχικά ήρθε το ΛΑΟΣ να εισβάλλει στην πολιτική ζωή και να νομιμοποιήσει πλήρως την ακροδεξιά παρουσία στο κοινοβούλιο. Ακολούθως η Νέα Δημοκρατία απενοχοποίησε το φασιστικό λόγο και κυρίως συμπεριφορά με την ένταξη στο δυναμικό της των κυρίων Βορίδη και Γεωργιάδη. Ανθρώπων που κινούνταν από την ακραία επικινδυνότητα, έως και την γραφικότητα, αποτυπώνοντας και συμβολικοποιώντας το προφίλ της ελληνικής ακροδεξιάς.

Τέλος ήρθε το ΠΑΣΟΚ να θέσει στην προεκλογική ατζέντα το μεταναστευτικό, με όρους δεκαετίας του ’20 και έναν λόγο ρατσιστικό και ανορθολογικό. Από τις υγειονομικές βόμβες, πήγαμε στα στρατόπεδα συγκέντρωσης και καταλήξαμε να δημοσιεύονται φωτογραφίες οροθετικών γυναικών σε ταμπλόιντ. Άρα μεγάλο μερίδιο ευθύνης για την άνοδο της Χρυσής Αυγής έχουν τα αστικά κόμματα εξουσίας.

Τέλος να σας πω ότι με τρομάζει και δεν με προβληματίζει απλώς η παρουσία της Χρυσής Αυγής στο κοινοβούλιο και όχι γιατί θα αποτελέσει το γεγονός αυτό «ντροπή για τη δημοκρατία» και «βεβήλωση της βουλής». Με τρομάζει η κοινοβουλευτική παρουσία των Χρυσαυγιτών γιατί μια συμμορία δολοφόνων που θα έπρεπε να έχει κηρυχτεί παράνομη, αποκτά δεσμούς με το κράτος και επίσημα. Γιατί οι υπόγειες διαδρομές με υπηρεσίες υπήρχαν. Κυρίως όμως μ’ ανησυχεί ότι οι Χρυσαυγίτες θα βρεθούν με πολλά χρήματα, λόγω της κοινοβουλευτικής αποζημίωσης και θα στήσουν μια οργάνωση που θα θυμίζει περισσότερο ιδιωτικό στρατό, παρά πολιτικό κόμμα.