Γεννημένος την 1 Μαρτίου του 1969, ο Χαβιέρ Μπαρδέμ, μας έχει χαρίσει σπουδαίες ερμηνείες, μέσα από αξέχαστες κινηματογραφικές δημιουργίες. Με αφορμή τα γεννέθλιά του, γυρνάμε τον χρόνο πίσω και παρουσιάζουμε έξι χαρακτηριστικούς ρόλους του βραβευμένου με Όσκαρ, Ισπανού ηθοποιού.

Ads

«Αγαπώντας τον Πάμπλο» (Loving Pablo – 2017) του Φερνάντο Λεόν ντε Αρανόα

Η ταινία «Αγαπώντας τον Πάμπλο» του Φερνάντο Λεόν ντε Αρανόα, καταγράφει την άνοδο και πτώση του μεγαλύτερου βαρόνου ναρκωτικών στον κόσμο, του Πάμπλο Εσκομπάρ, καθώς και την ερωτική του σχέση με τη διασημότερη δημοσιογράφο της Κολομβίας, Βιρχίνια Βαγιέχο. Πρωταγωνιστούν οι βραβευμένοι με Όσκαρ ηθοποιοί, Χαβιέρ Μπαρδέμ και Πενέλοπε Κρουζ, ενώ το σενάριο είναι βασισμένο στα απομνημονεύματα της Βαγιέχο, με τίτλο «Loving Pablo, Hating Escobar».

image

Ads

Ο Φερνάντο Λεόν ντε Αρανόα συνεργάζεται με το βραβευμένο με Όσκαρ ζευγάρι των Χαβιέρ Μπαρδέμ και Πενέλοπε Κρουζ, σε μια ταινία που αποκαλύπτει τα δύο πρόσωπα του «βασιλιά της κοκαΐνης», τον άνθρωπο Πάμπλο και τον βαρόνο Εσκομπάρ. Το φιλμ ξεκινά από την εποχή που ο Εσκομπάρ είναι ήδη ένας επιτυχημένος επιχειρηματίας, ακόμα όμως ο κόσμος δεν έχει καταλάβει από που πηγάζει η μεγάλη περιουσία και η εξουσία του. «Μέσα από τη σχέση του με τη Βαγιέχο, ο Εσκομπάρ μαθαίνει πώς να επικοινωνεί με τα μίντια και γίνεται ένα ισχυρό δημόσιο πρόσωπο με φωνή που εκπροσωπεί τον κόσμο. Θέλει να διοικήσει τη χώρα, να αλλάξει τα πράγματα για το καλό της χώρας – πάντα όμως με προσωπικό κίνητρο. Υπάρχει πάντα κάτι το υστερόβουλο στις πράξεις του και ο κόσμος δεν τον ανακαλύπτει παρά μόνο όταν είναι αργά», αναφέρει ο Χαβιέρ Μπαρδέμ.

Τα τελευταία είκοσι χρόνια ο Χαβιέρ Μπαρδέμ – που είναι και παραγωγός της ταινίας –  επιθυμούσε τη δημιουργία μιας ταινίας με πρωταγωνιστή τον πιο περιβόητο ναρκέμπορα όλων των εποχών. «Μου είχαν προσφέρει πολλές φορές τον ρόλο του Εσκομπάρ, όμως κάθε φορά αρνιόμουν επειδή ο χαρακτήρας που μου πρότειναν είχε πάντα μια στερεοτυπική απεικόνιση», εξηγεί. Αυτό που ο ηθοποιός ξεχώρισε στο «Αγαπώντας τον Πάμπλο» είναι ότι η ταινία παρουσιάζει τον Εσκομπάρ μέσα από τα μάτια της ερωμένης του Βιρχίνια Βαγιέχο, καθώς και όλων εκείνων που γνώρισαν τις πιο ανθρώπινες πτυχές του. Όλων εκείνων που γνώρισαν τον Πάμπλο μέχρι να ανακαλύψουν ποιος είναι ο Εσκομπάρ.

Για να μεταμορφωθεί σε Εσκομπαρ, ο Μπαρδέμ πήρε πολύ σοβαρά την προετοιμασία του. «Έπρεπε να καταφέρω να αποδώσω όλα εκείνα τα χαρακτηριστικά που τον ξεχώριζαν: τη φυσική του κατάσταση, την αργή κίνησή του, τον τρόπο που μιλούσε και κοιτούσε», εξηγεί. «Το αγαπημένο ζώο του Εσκομπάρ ήταν ο ιπποπόταμος, το πιο βίαιο ζώο όλης της Αφρικής. Φαντάζομαι τον ρυθμό του Εσκομπάρ σαν αυτόν του ιπποπόταμου: είναι αργός, δεν μοιάζει με άγριο ζώο, κι όμως είναι δολοφόνος. Και ακριβώς γι’ αυτό είναι το αγαπημένο του ζώο, επειδή κι ο ίδιος είναι έτσι».

«Μητέρα!» (Mother! – 2017) του Ντάρεν Αρονόφσκι 

image

Ένα ζευγάρι, η Μητέρα (Τζένιφερ Λόρενς) κι Εκείνος (Χαβιέ Μπαρδέμ) ζει ήρεμο κι ευτυχισμένο στο απομονωμένο, τεράστιο σπίτι του μέχρι τη στιγμή που απρόσκλητοι και παράξενοι επισκέπτες, ένας άντρας (Εντ Χάρις) και μια γυναίκα (Μισέλ Φάιφερ) κάνουν αναπάντεχα την εμφάνισή τους και ο εφιάλτης ξεκινά. Το σπίτι αρχίζει να καταρρέει, σταγόνες αίματος εμφανίζονται και οι λέξεις «Δολοφόνε!» και «Τρελός» προϊδεάζουν για μια ταινία που θα δε θα αφήσει κανέναν ασυγκίνητο. Γιατί η μητέρα αναγκάζεται να αναθεωρήσει όσα πιστεύει για την αγάπη, την αφοσίωση και τη θυσία, καθώς το τέλος πλησιάζει.

Πρόκειται για ένα εξαιρετικό θρίλερ ψυχολογικού τρόμου από τον σπουδαίο Ντάρεν Αρονόφσκι (Μαύρος Κύκνος) με την Τζένιφερ Λώρενς, τον Χαβιέ Μπαρδέμ, τον Εντ Χάρις και την Μισέλ Φάιφερ. Ένα φιλμ με κινηματογραφικές και σουρεαλιστικές αναφορές, αλλά και με συμβολικές προεκτάσεις, απέναντι στη θρησκεία, τον σύγχρονο άνθρωπο, την ανάγκη για πρότυπα, αλλά και την απληστία που μας κυριεύει. Τρία χρόνια μετά το εντυπωσιακό, αλλά ανούσιο «Noah» (2014) με τον Ράσελ Κρόου, ο Ντάρεν Αρονόφσκι επιστρέφει με μία από τις καλύτερες ταινίες της σπουδαίας φιλμογραφίας του. Παίρνοντας τη σκυτάλη από το «Pi» του 1998, το «Requiem for a Dream» του 2000, αλλά και το «Black Swan» του 2010, ο Αμερικανός σκηνοθέτης σκιαγραφεί την ηθική πτώση του πολιτισμού μας, χαρίζοντας στην εξαιρετική Τζένιφερ Λόρενς, τον καλύτερο ρόλο της καριέρας της. 

«Είναι τρελή η εποχή που ζούμε. Με τον παγκόσμιο πληθυσμό να φτάνει τα 8 δισεκατομμύρια, ο άνθρωπος αντιμετωπίζει πολύ σοβαρά θέματα: Οικοσυστήματα καταρρέουν με ασύλληπτο ρυθμό, το μεταναστευτικό κύμα είναι ανεξέλεγκτο, μια φαινομενικά σχιζοφρενής Αμερική αρχικά συμφωνεί σε μια κλιματολογική συνθήκη για να αποσυρθεί μήνες αργότερα. Οι αντεκδικήσεις και οι ανταγωνισμοί προκαλούν πολέμους. Το μεγαλύτερο παγόβουνο στην Ανταρκτική δημιουργήθηκε από την αποκόλληση μιας τεράστιας έκτασης πάγου. Και ταυτόχρονα συμβαίνουν ακατάληπτα πράγματα: Στη Νότια Αμερική τουρίστες σκοτώνουν, βγάζοντας άπειρες selfies, σπάνια δελφινάκια που ξεβράστηκαν στην ακτή, η πολιτική έχει μετατραπεί σε άθλημα, κόσμος πεθαίνει στην πείνα, ενώ αλλού μπορούν να παραγγείλουν ό,τι θέλουν. Και μολονότι η ύπαρξή μας ως είδος είναι πλέον περισσότερο επισφαλής από ποτέ, αδυνατούμε να συνειδητοποιήσουμε τι συμβαίνει και να αναλάβουμε τις ευθύνες μας. […] Κάποια από τα θέματα προέκυψαν από τα πρωτοσέλιδα που μας κατακλύζουν, άλλα από τις αλλεπάλληλες ειδοποιήσεις που λαμβάνουμε συνεχώς στα κινητά μας, κάποια από την εμπειρία του τυφώνα στην καρδιά του Μανχάταν, κάποια άλλα από την καρδιά και άλλα από το ένστικτό μου. Πρόκειται για μια συνταγή που δε θα μπορέσω να ξαναφτιάξω. Αυτό που ξέρω είναι πως πρέπει να καταναλωθεί με τη μία, σαν σφηνάκι.» – Ντάρεν Αρονόφσκι

«Everybody Knows» (Todos lo saben – 2018) του Ασγκάρ Φαραντί

image

Στο φιλμ, η Πενέλοπε Κρουζ ερμηνεύει μια μητέρα που ταξιδεύει με την οικογένειά της από το Μπουένος Άιρες, πίσω στην πατρίδα της, μια μικρή πόλη έξω από την Ισπανία. Όμως το οικογενειακό ταξίδι κινδυνεύει να εκτροχιαστεί από αναπάντεχα γεγονότα που απειλούν να διαρρήξουν τους οικογενειακούς δεσμούς. Ο βραβευμένος δύο φορές με Όσκαρ (Ένας Χωρισμός, Ο Εμποράκος), Ασγκάρ Φαραντί επιστρέφει με το «Everybody Knows». Πρόκειται για ένα ιδιαίτερο ψυχολογικό θρίλερ, το οποίο αποτέλεσε και την Ταινία Έναρξης στο 71ο Διεθνές Κινηματογραφικό Φεστιβάλ των Καννών. Πρόκειται για την όγδοη μεγάλου μήκους ταινία του Ιρανού σκηνοθέτη και πρωταγωνιστούν οι ηθοποιοί: Χαβιέ Μπαρδέμ, Πενέλοπε Κρουζ και Ρικάρντο Νταρίν.

Διαβάστε επίσης:

«Biutiful» (2010) του Αλεχάντρο Γκονζάλες Ινιαρίτου

image

Ο Ουξμπάλ ανακαλύπτει πως του απομένουν μόνο μερικοί μήνες ζωής και αποφασίζει να βάλει σε τάξη το χάος της ζωής του. Κατά τη διάρκεια της προσπάθειάς του αυτής, περιπλανιέται στις φτωχογειτονιές και στον υπόκοσμο της Βαρκελώνης, ανάμεσα σε μετανάστες, συμμορίες και εμπόρους ναρκωτικών.

Βραβευμένος με Όσκαρ σκηνοθέτης, Αλεχάντρο Γκονζάλες Ινιάριτου, παρουσιάζει ένα συγκινητικό, δραματικό φιλμ και συνεργάζεται για πρώτη φορά με τον επίσης βραβευμένο με Όσκαρ ηθοποιό, Χαβιέ Μπαρδέμ. Ο Μπαρδέμ απέσπασε με την ερμηνεία του στο συγκεκριμένο έργο το Βραβείο Καλύτερης Ανδρικής Ερμηνείας στο 63ο Φεστιβάλ των Καννών. Το «Biutiful» ήταν Υποψήφιο για Χρυσή Σφαίρα Καλύτερης Ξενόγλωσσης Ταινίας, ενώ είχε και δύο Υποψηφιότητες για Όσκαρ, μία για τον Χαβιέ Μπαρδέμ και μία για Καλύτερη Ξενόγλωσση Ταινία. Πρωταγωνιστούν οι ηθοποιοί: Χαβιέ Μπαρδέμ, Μπλάνκα Πορτίγιο, Ρουμπέν Οκαντιάνο.

«Δέχτηκα την πρόταση συνεργασίας ενστικτωδώς. Όταν έχεις ένα τέτοιο υλικό, ξέρεις ότι πρόκειται να «βουλιάξεις σε έναν ωκεανό αμφιβολιών και φόβων, αλλά και προσδοκιών και ευτυχίας». Εν τέλει, με αυτή την ιστορία, το ταξίδι είναι αυτό που μετράει, θέλεις όμως να το κάνεις σωστά. Δεν θέλεις να βιαστείς αλλά να δοθείς ολοκληρωτικά σε αυτό. Είναι ένα ταξίδι προς την αγάπη, προς το φως, προς τα θετικά πράγματα μέσα σε κάτι που έχει γίνει “μαύρο”, σκοτεινό και δύσκολο.» – Χαβιέ Μπαρδέμ

«Καμία Πατρίδα για τους Μελλοθάνατους» (No Country for Old Men, 2007) των Τζόελ και Ιθαν Κοέν

image

Ένας Τεξανός εργάτης βρίσκεται στο λάθος μέρος, τη λάθος στιγμή. Μπροστά σε πτώματα, ναρκωτικά και πολλά λεφτά, έπειτα από μια αποτυχημένη συναλλαγή μεταξύ εμπόρων ναρκωτικών. Όταν μάλιστα αποφασίζει να κρατήσει τη βαλίτσα με τα λεφτά, η δική του ζωή και της γυναίκας του διατρέχουν μεγάλο κίνδυνο, καθώς μπαίνουν στο στόχαστρο ενός αδίστακτου δολοφόνου και ο τοπικός Σερίφης αναλαμβάνει να τους προστατεύσει.

Πρόκειται για μεταφορά στην μεγάλη οθόνη του ομότιτλου βιβλίου του βραβευμένου με Πούλιτζερ συγγραφέα Κόρμακ Μακάρθι που κυκλοφόρησε το 2003 (Στην Ελλάδα το βιβλίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗΣ). Η ιστορία πραγματεύεται κάποια από τα αγαπημένα θέματα του Κόρμακ Μακάρθι: την τάχιστα επερχόμενη κατάρρευση του Δυτικού μοντέλου ζωής, τις έννοιες της δικαιοσύνης και της τιμής σε έναν υπό διάλυση κόσμο, τη συνεχή πάλη ενάντια στη μοχθηρότητα, τη γλυκόπικρη ωμότητα της σύγχρονης εποχής, την αλληλεπίδραση που υπάρχει μεταξύ του πειρασμού, της επιβίωσης και της θυσίας. Μία εμβληματική κινηματογραφική δημιουργία, η οποία θεωρείται από πολλούς, ως μία από τις 100 σημαντικότερες ταινίες του 21ου αιώνα. Τιμήθηκε με τέσσερα Όσκαρ: Καλύτερης Ταινίας, Καλύτερης Σκηνοθεσίας, Καλύτερου Διασκευασμένου Σεναρίου και Καλύτερου Ά Ανδρικού Ρόλου, για τον εξαιρετικό Χαβιέ Μπαρδέμ.

«Είναι ό,τι πιο κοντινό σε ταινία δράσης έχουμε γυρίσει ποτέ. Είναι μια ιστορία καταδίωξης. Υπάρχει πολύ σωματική προσπάθεια προκειμένου να επιτευχθεί ένας σκοπός. Είναι ενδιαφέρον είδος […] Υπάρχει αρκετό χιούμορ στο μυθιστόρημα παρόλο που δεν το χαρακτηρίζεις χιουμοριστικό βιβλίο. Είναι σαφώς πολύ σκοτεινό και αυτό είναι το σήμα κατατεθέν μας. Ακόμα, το βιβλίο είναι πολύ βίαιο και αιματηρό. Με αυτήν την έννοια η ταινία αυτή είναι πιθανότατα η πιο βίαιη που έχουμε γυρίσει ποτέ. Από αυτήν την άποψη, θεωρώ πως αντικατοπτρίζει με ακρίβεια το μυθιστόρημα.» – Τζόελ Κοέν

«Θεωρώ πως είναι μια πολύ δυνατή ιστορία σχετικά με τη βία και τον τρόπο με τον οποίο μπορεί κανείς να ελέγξει και να σταματήσει το τεράστιο κύμα βίας που βιώνει ο σύγχρονος κόσμος.» – Χαβιέ Μπαρδέμ

«Η Θάλασσα Μέσα μου» (The Sea Inside / Mar adentro – 2004) του Αλεχάντρο Αμενάμπαρ

image

Ο Ραμόν Σαμπέδρο, πρώην μηχανικός σε καράβι, είναι τετραπληγικός εδώ και 28 χρόνια μετά από ένα ατύχημα που είχε καθώς κολυμπούσε. Ζει στην Κορούνια καθηλωμένος στο κρεβάτι μαζί με τον αδερφό του, την κουνιάδα του, τον ανιψιό του και τον πάτερα του. Αυτό που ζητά είναι να του δοθεί η άδεια να κάνει ευθανασία. Κατά τη διάρκεια αυτής της προσπάθειάς του, γνωρίζει δύο γυναίκες, τη δικηγόρο Χούλια, που πάσχει από τη νόσο CADASIL και την εργάτρια Ρόσα, που ζει με τα δύο μικρά παιδιά της. Οι δυο τους τον αποτρέπουν να το κάνει αυτό, όπως άλλωστε και η οικογένεια του Ραμόν, όμως εκείνος τους λέει πως μόνο όσοι τον αγαπούν πραγματικά θα τον βοηθήσουν να πεθάνει. Ο Ραμόν εισπράττει αρνήσεις από τα δικαστήρια, αλλά και αρνητική κριτική από έναν καθολικό ιερέα, επίσης τετραπληγικό.

Μία συγκλονιστική ταινία, σε σκηνοθεσία, σενάριο, παραγωγή και μουσική του Αλεχάντρο Αμενάμπαρ, η οποία βασίζεται στην πραγματική ιστορία του Ραμόν Σαμπέδρο. Η ταινία κέρδισε το Όσκαρ Καλύτερης Ξενόγλωσσης Ταινίας, καθώς και τη Χρυσή Σφαίρα Καλύτερης Ξενόγλωσσης Ταινίας. Ο Χαβιέ Μπαρδέμ μας χαρίζει ίσως την καλύτερη ερμηνεία της σπουδαίας καριέρας του.

Η ταινία «Αγαπώντας τον Πάμπλο» (Loving Pablo – 2017) του Φερνάντο Λεόν ντε Αρανόα, με τον Χαβιέρ Μπαρδέμ και την Πενέλοπε Κρουζ, κυκλοφορεί στις ελληνικές κινηματογραφικές αίθουσες από την Πέμπτη 21 Ιουνίου, σε διανομή της εταιρείας Odeon. Το βιβλίο «Αγαπώντας τον Πάμπλο, Μισώντας τον Εσκομπάρ» κυκλοφορεί στην Ελλάδα από τις εκδόσεις Ψυχογιός.