Την Κυριακή 10 Απριλίου, οι Γάλλοι καλούνται να προσέλθουν στις κάλπες, στον πρώτο γύρο των προεδρικών εκλογών. 48,7 εκατομμύρια ψηφοφόροι θα επιλέξουν μεταξύ 12 υποψηφίων. Ο Εμμανουέλ Μακρόν έχει την πρώτη θέση στις δημοσκοπήσεις, η Μαρίν Λεπέν όμως, μείωσε την απόσταση. Τρίτος έρχεται ο υποψήφιος της Αριστεράς, Ζαν Λυκ Μελανσόν, με μια προεκλογική εκστρατεία που εξέπληξε θετικά πολλούς. Οι δημοσκοπήσεις αποτυπώνουν ένα ρευστό πολιτικό σκηνικό τόσο για τον πρώτο γύρο όσο και για τον δεύτερο, στις 24 Απριλίου.

Ads

Οι Άθλιοι / Les Misérables
Σκηνοθεσία: Λαντζ Λι
Σενάριο: Ladj LY, Alexis Manenti, Giordano Gederlini
Πρωταγωνιστούν: Νταμιάν Μπονάρ, Τζεμπρίλ Ζονγκά, Ζαν Μπαλιμπάρ, Αλέξις Μάνεντι, Στιβ Τιεντσέ
Φωτογραφία: Julien Poupard
Μουσική: Pink Noise
Μοντάζ: Flora Volpeliére
Έτος Παραγωγής: 2019
Χώρα Παραγωγής: Γαλλία
Διάρκεια: 103 λεπτά

image

Στην καρδιά ενός προαστίου στο Παρίσι, όπου κυριαρχούν οι ταξικές και κοινωνικές ανισότητες, μια ομάδα αστυνομικών καλείται να επιβάλλει την τάξη. Ένας από αυτούς δεν αργεί να βγει εκτός ελέγχου την ώρα που ένα παιδί κινηματογραφεί την έκρηξή του, γεγονός που δυναμιτίζει το ήδη έκρυθμο κλίμα της περιοχής, οδηγώντας την κατάσταση στα άκρα.

Ads

Ο πρωτοεμφανιζόμενος Γάλλος σκηνοθέτης, γεννημένος στο Μαλί, με εμπειρία στο ντοκιμαντέρ, μεταπηδά στη μυθοπλασία με ένα ρεαλιστικά ωμό και πολιτικά φορτισμένο φιλμ. Οι «Άθλιοι», βασίζονται στην ομότιτλη μικρού μήκους του Λατζ Λι, όπου άτυπα πρωταγωνιστεί το Μονφερμέιγ, η γειτονιά όπου γεννήθηκε και μεγάλωσε, ο ίδιος.

Ο σκηνοθέτης γνωρίζει από προσωπική εμπειρία τις εντάσεις, καθώς και τις λεπτές ισορροπίες που υπάρχουν στα προάστια, έχοντας μάλιστα καταγράψει τις βίαιες διαδηλώσεις που ξέσπασαν το 2005. Τότε την εξέγερση προκάλεσε ο θάνατος δύο παιδιών από ηλεκτροπληξία, όταν αστυνομικοί τα παγίδευσαν σε κολόνα ηλεκτρισμού. Στους «Άθλιους» του Λι η αλήθεια είναι σκληρή και χωρίς να φιλτραριστεί κοιτάει με ειλικρίνεια στα μάτια τον θεατή.

Η ταινία πραγματοποίησε την παγκόσμια πρεμιέρα της στο επίσημο διαγωνιστικό τμήμα του Διεθνούς Κινηματογραφικού Φεστιβάλ των Καννών, όπου και τιμήθηκε με το Μεγάλο Βραβείο της Κριτικής Επιτροπής, ενώ στην Ελλάδα η πρεμιέρα της έγινε στο Διεθνές Κινηματογραφικό Φεστιβάλ της Αθήνας – Νύχτες Πρεμιέρας, όπου και απέσπασε τόσο το Βραβείο Κοινού, όσο και το Βραβείο της Πανελλήνιας Ένωσης Κριτικών Κινηματογράφου (ΠΕΚΚ). Παράλληλα αποτέλεσε την Επίσημη Πρόταση της Γαλλίας για το Όσκαρ Καλύτερης Διεθνούς Ταινίας το 2020.

«Σε αυτή την ταινία μιλάω λίγο για τη ζωή μου, τις εμπειρίες μου κι αυτές των συγγενικών μου προσώπων. Ό,τι βλέπετε βασίζεται σε πραγματικά γεγονότα: Τη νίκη του Παγκοσμίου Κυπέλου, την άφιξη του νέου αστυνομικού στη γειτονιά, το drone, ακόμη και το κλεμμένο λιοντάρι και το τσίρκο! Επί πέντε χρόνια κινηματογραφούσα ότι συνέβαινε στη γειτονιά μου, ειδικά την αστυνομία. Τη στιγμή που έκαναν την εμφάνιση τους, έπιανα την κάμερα μου κι έτρεχα. Ήθελα να δείξω την πολυπλοκότητα της γειτονιάς, μένω ακόμη εκεί, είναι η ζωή μου και το πλατό μου! Η πραγματικότητα είναι πάντα σύνθετη. Υπάρχει καλό και κακό σε όλες τις πλευρές. Προσπαθώ να κοιτάζω κάθε χαρακτήρα μου χωρίς να τον κρίνω. Οι γειτονιές μας είναι σε αναβρασμό, υπάρχουν φατρίες και συμμορίες, αλλά ζούμε όλοι μαζί και προσπαθούμε να κρατήσουμε τα πάντα υπό έλεγχο. Φαίνεται αυτό στην ταινία. Οι συμβιβασμοί που κάνουν όλοι για να ζουν ειρηνικά.» – Λαντζ Λι

Αυτή η Γη είναι Δική μας / Chez nous / This is our Land
Σκηνοθεσία: Λούκα Μπελβό
Σενάριο: Lucas Belvaux, Jérôme Leroy
Πρωταγωνιστούν: Έμιλι Ντεκέν, Γκιγιόμ Γκουί, Αντρέ Ντουσολιέ, Κατρίν Ζακόμπ
Έτος Παραγωγής: 2017
Χώρα Παραγωγής: Γαλλία, Βέλγιο
Χρονική Διάρκεια: 117 λεπτά

image

Ο καταξιωμένος Βέλγος σκηνοθέτης Λούκα Μπελβό (38 Μάρτυρες – 2012), επιστρέφει δυναμικά με τη νέα του ταινία και σκιαγραφεί με τρομακτική ακρίβεια, την άνοδο της ακροδεξιάς, αλλά και τις συνέπειες της, με φόντο τις γαλλικές προεδρικές εκλογές, αλλά και την προσφυγική κρίση. Εξαιρετική στον πρωταγωνιστικό ρόλο η ηθοποιός, Εμιλί Ντεκέν.

Παίρνοντας τη σκυτάλη από τον Κεν Λόουτς, ο Λούκα Μπελβό παρουσιάζει ένα πολιτικό σινεμά αξιώσεων, αποτυπώνοντας στην μεγάλη οθόνη τη γέννηση του φιδιού της ακροδεξιάς, στη Γαλλία της οικονομικής κρίσης, αλλά και γενικότερα στην Ευρώπη.

Ο Βέλγος σκηνοθέτης εκμεταλλεύεται στο έπακρο το αξιόλογο σύνολο ηθοποιών που έχει στη διάθεσή του και παρουσιάζει με ρεαλισμό, τις τραγικές επιπτώσεις του ρατσισμού και του φασισμού, έτσι όπως εκδηλώνονται και αποτυπώνονται αρχικά μέσα στους κόλπους της οικογένειας και κατ’ επέκταση στο σύνολο της κοινωνίας.

«Η ταινία «Αυτή η Γη είναι Δική μας» είναι μία πολιτική ταινία. Δεν είναι όμως μία στρατευμένη ταινία και δεν αποσκοπεί σε κάποια θεωρία. Προσπάθησα να περιγράψω μία κατάσταση, ένα κόμμα, ένα πολιτικό σχήμα και να αποκωδικοποιήσω το λόγο του, να καταλάβω τον αντίκτυπό του, την αποτελεσματικότητά του και τη δύναμή του να αποπλανεί. Δημιουργώντας σύγχυση, διατηρείται. Υποκινεί φόβους και τους κάνει ένα πολιτικό εργαλείο. Η ταινία μου δεν αφορά τόσο αυτούς που είναι ήδη κινητοποιημένοι και γνωρίζουν τι σημαίνει «Ακροδεξιά». Αφορά κυρίως εκείνους που ίσως μια μέρα κληθούν να απαντήσουν σε δικά τους ερωτήματα.» – Λούκα Μπελβό

Ο Γάλλος Υπουργός / Quai d’Orsay / The French Minister
Σκηνοθεσία: Μπερτράν Ταβερνιέ
Σενάριο: Antonin Baudry and Christophe Blain (comic book «Quai d’Orsay – Chroniques diplomatiques»), Bertrand Tavernier
Πρωταγωνιστούν: Τιερί Λερμίτ, Ραφαέλ Περσονάζ, Νιλ Αρεστρού, Μπρουνό Ραφαελί
Έτος Παραγωγής: 2013
Χώρα Παραγωγής: Γαλλία
Διάρκεια: 113 λεπτά

image

Πρόκειται για μία αξιόλογη γαλλική κωμωδία χαρακτήρων, με απόηχους της μαύρης πολιτικής σάτιρας, από τον πολυβραβευμένο βετεράνο σκηνοθέτη Μπερτράν Ταβερνιέ, που στα 72 του χρόνια συνεχίζει τον εκλεκτικό κινηματογραφικό πειραματισμό, αυτή τη φορά με την κωμική φόρμα. Διασκευάζοντας το ομώνυμο δημοφιλές βιβλίο κόμικ των Αντονίν Μποτρί και Κριστόφ Μπλεν, ο Ταβερνιέ κάνει βουτιά στα άδυτα της γαλλικής πολιτικής σκακιέρας, της διπλωματίας και του διαβόητου γραφειοκρατικού κράτους, παραμονές της αμερικανικής εισβολής στο πλασματικό «Λουτμενιστάν».

Με κεντρική σκηνή το Υπουργείο Εξωτερικών στις όχθες του Σηκουάνα, ο σκηνοθέτης μας συστήνει τον υπουργό των Εξωτερικών της Γαλλίας Αλεξάντρ Ταϊγάρντ ντε Νορμ (Τιερί Λερμίτ). Γοητευτικός, φιλόδοξος και μονίμως φουριόζος, ο υπουργός είναι ένας σωστός ανεμοστρόβιλος, που δεν το ’χει σε τίποτε να τα βάλει με τη διεθνή κοινότητα, Αμερικανούς, Ρώσους ή Κινέζους, στη μεγαλεπήβολη και κατά τι αλλοπαρμένη προσπάθειά του να αλλάξει τον ρουν της παγκόσμιας Ιστορίας και να προαγάγει την ειρήνη.

Το ταλαίπωρο προσωπικό του, με επικεφαλής τον Κλοντ Μοπά (Νιλ Αρεστρού) ο οποίος πραγματικά κινεί τα νήματα, τρέχει και δεν φτάνει να σβήνει φωτιές και να συμμαζεύει τις «ατασθαλίες» του αφεντικού. Κάπου εδώ συναντάμε και τον νεαρό απόφοιτο της Εθνικής Σχολής Διοίκησης και συγκρατημένα ιδεαλιστή συγγραφέα Άρθουρ Βλαμένκ (Ραφαέλ Περσονάζ), που προσλαμβάνεται ως «υπεύθυνος της Γλώσσας», τουτέστιν ως ο συγγραφέας των υπουργικών λόγων. Κι όλα αυτά, ενώ η Λερναία Ύδρα της γραφειοκρατίας και τα πισώπλατα μαχαιρώματα καλά κρατούν.

Ο «Γάλλος Υπουργός» είναι εμπνευσμένος από τον πρώην υπουργό Εξωτερικών και μετέπειτα πρωθυπουργό της Γαλλίας Ντομινίκ ντε Βιλπέν, γνωστός για τον πύρινο λόγο που εκφώνησε στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ κατά του πολέμου στο Ιράκ, το 2003. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε πως το σενάριο της ταινίας συνυπογράφει ο Μποτρί σχεδόν αυτοβιογραφικά, αφού διετέλεσε κειμενογράφος του Βιλπέν.

Ο Υπουργός / The Minister / L’exercise De L’etat
Σκηνοθεσία: Πιερ Σελέρ
Σενάριο: Πιερ Σελέρ
Πρωταγωνιστούν: Ολιβιέ Γκουρμέ, Μισέλ Μπλάνκ, Ζαμπού Μπρέιτμαν, Λοράν Στόκερ, Σιλβέν Ντεμπλέ
Φωτογραφία: Τζούλιεν Χιρς
Μοντάζ: Λοράνς Μπριόντ
Μουσική: Φιλίπ Σελέρ
Έτος Παραγωγής: 2011
Χώρα Παραγωγής: Γαλλία
Διάρκεια: 115 λεπτά

image

Ο υπουργός Μεταφορών, Μπερτράν Σεν-Ζαν (Ολιβιέ Γκουρμέ), ξυπνά τη νύχτα από τον επικεφαλής του επιτελείου του. Ένα λεωφορείο έχει βυθιστεί σε μια χαράδρα. Αναγκάζεται να πάει εκεί καθώς δεν έχει άλλη επιλογή. Από εκείνη τη στιγμή, αρχίζει η οδύσσεια ενός πολιτικού σ’ έναν όλο και πιο περίπλοκο και εχθρικό κόσμο.

Η ταινία ξεκινά με μία ονειρική μεταφορά, μίας γυναίκας που σέρνεται προς το ανοιχτό στόμα ενός κροκόδειλου. Πρόκειται επί της ουσίας για τον εφιάλτη που ονειρεύεται ο Υπουργός και ο οποίος είναι σκηνοθετικά επηρεασμένος από το concept μιας φωτογράφισης του σπουδαίου φωτογράφου Χέλμουτ Νιούτον (1920 – 2004), ενός από τους πιο εκκεντρικούς, πολυσυζητημένους και καινοτόμους δημιουργούς ο οποίος είχε κάνει ιδιαίτερη αίσθηση με τις φωτογραφίσεις του. Με αυτή την παρομοίωση λοιπόν, ο σκηνοθέτης προοικονομεί στον θεατή, την περιπέτεια του πολιτικού του πρωταγωνιστή, που θα ακολουθήσει.

Ο Πιέρ Σέλερ σκιαγραφεί με μαεστρία το πορτρέτο ενός υπουργού, ο οποίος προσπαθεί να επιβιώσει με τον δικό του τρόπο, στην μικρο-κοινωνία της πολιτικής. Μέσα από το πορτρέτο του ήρωα μας, σκιαγραφείται μια νέα «φυλή» ανθρώπων – τόσο στην πολιτική ζωή όσο και κατ’ επέκταση στην κοινωνία. Κάποιοι, προσπαθούν έστω και μάταια μερικές φορές, να αντισταθούν, χωρίς να κυριευθούν από τη μανία της εξουσίας και χωρίς να αλλοτριωθούν από τη μανία διαιώνισης της καριέρας τους, η οποία δυστυχώς χαρακτηρίζει την πλειοψηφία των πολιτικών.

Η ταινία προκάλεσε μεγάλη αίσθηση στην κοινωνία και την πολιτική ζωή ιδιαίτερα της Γαλλίας, όπου και χαρακτηρίστηκε από πολλούς «πολιτικό μανιφέστο». Παράλληλα έγινε εξώφυλλο στην εφημερίδα  Liberation, ενώ γράφτηκαν σχετικά με το φιλμ εκτενή άρθρα σε μεγάλα έντυπα της Γαλλίας, πολλά από τα οποία συνέδεσαν την ιστορία του ήρωα με αυτή του Στρος Καν.

Το Μίσος / La Haine
Σκηνοθεσία – Σενάριο: Ματιέ Κασσοβίτς
Πρωταγωνιστές: Βενσάν Κασέλ, Ουμπέρ Κουντέ, Σαϊντ Ταγκμαουί
Μουσική: Μπρουνό Κουλέ
Φωτογραφία: Πιέρ Αΐμ
Μοντάζ: Ματιέ Κασσοβίτς
Έτος Παραγωγής: 1995
Χώρα Παραγωγής: Γαλλία
Διάρκεια: 98 λεπτά

image

Τρεις νεαροί μετανάστες θα προσπαθήσουν να πάρουν εκδίκηση για τον φίλο τους, ο οποίος έπεσε θύμα αστυνομικής βίας. Περιφερόμενοι άσκοπα στις φτωχογειτονιές του Παρισιού μ’ ένα κλεμμένο περίστροφο στα χέρια τους θα ζήσουν ένα συνταρακτικό 24ωρο, προσπαθώντας να πείσουν όσους δεν τους σέβονται ότι θα πρέπει να τους φοβούνται.

«Οι άνθρωποι βλέπουν στο Παρίσι την πόλη του έρωτα και του φωτός. Όμως, όσο υπάρχει αγάπη υπάρχει και μίσος, όπου υπάρχει φως υπάρχει και σκοτάδι. Δε θέλω ο κόσμος να δει την ταινία ως αντι-μπατσική, αλλά ως ενάντια σε κάθε μορφή αστυνόμευσης. Στη Γαλλία εκπαιδεύουν τους μπάτσους επί έξη μήνες και μετά τους δίνουν ένα πιστόλι και τους αμολάνε στον δρόμο. Δεν πιστεύω πως αυτό είναι αρκετό. Το φιλμ δεν είναι αντι-αστυνομικό. Αν και πιστεύω πως όταν κάποιος θέλει να γίνει αστυνομικός, τότε έχει πρόβλημα.» – Ματιέ Κασσοβίτς

Ο Βινς (Βενσάν Κασέλ) είναι ένας Εβραίος γεμάτος οργή. Βλέπει τον εαυτό του σαν ένα γκάνγκστερ έτοιμο να κερδίσει τον σεβασμό σκοτώνοντας ένα αστυνομικό και παίζει τον ρόλο του Τρέιβις Μπίκλ από την ταινία «Ο Ταξιτζής» του Σκορτσέζε στον καθρέφτη του κρυφά. Η στάση του προς την αστυνομία είναι μια απλοποιημένη, γενική καταδίκη, ακόμη και σε μεμονωμένους αστυνομικούς που κάνουν μια προσπάθεια να τον κατευθύνουν μακριά από προβληματικές καταστάσεις.

Ο Ουμπέρτ (Ουμπέρτ Κουντέ) είναι ένας αφρικανικής καταγωγής μποξέρ και κατά καιρούς έμπορος ναρκωτικών. Είναι ο πιο ήρεμος, αλλά και ο πιο σκεπτικός από τους τρεις. Το γυμναστήριο του κάηκε στα επεισόδια και εκφράζει την επιθυμία απλά να φύγει από αυτόν τον κόσμο της βίας και του μίσους, αλλά δεν ξέρει πώς.

Ο Σαΐντ (Σαΐντ Ταγκμαουί) βρίσκεται στο κέντρο των απόψεων των δυο φίλων του. Ένας γνωστός της παρέας των τριών νεαρών, με το όνομα Αμπντέλ Ιμπάχα, είχε πρόσφατα κακοποιηθεί σε μια συμπλοκή από τους αστυνομικούς και βρίσκεται σε κώμα. Σε εκείνη τη συμπλοκή ο Βινς βρήκε ένα αστυνομικό περίστροφο και χάθηκε εκμεταλλευόμενος την ταραχή. Ορκίζεται πως αν ο φίλος του πεθάνει θα σκοτώσει με αυτό έναν αστυνομικό και όταν ο φίλος του τελικά πεθαίνει αρχίζει να σχεδιάζει την εκδίκησή του.

Τα γεγονότα εξελίσσονται γρήγορα και δραματικά. Πλέον κανείς δεν γνωρίζει τι θα συμβεί. Ένας μικρόκοσμος της καθόδου της γαλλικής κοινωνίας σε άσκοπη βία, μέσω της εχθρότητας. Ένα διαχρονικό φιλμ, για τη μετανάστευση, τη βία και τον ρατσισμό. Αυτό που μένει, είναι αυτό που αναγράφεται στον τίτλο και το οποίο προέρχεται από μία ατάκα που λέει ο Ουμπέρτ: «La Haine attise la haine…», δηλαδή «το Μίσος γεννάει μίσος…»