Πριν τρία χρόνια, τον Μάιο του 2015, οι Βιτόριο και Πάολο Ταβιάνι (86 και 84 ετών αντίστοιχα, τότε) επέστρεφαν στη Θεσσαλονίκη, 41 χρόνια μετά την παρουσία τους στην προβολή του θρυλικού “Αλλοζανφάν” (στο επεισοδιακό -πρώτο μεταπολιτευτικό φεστιβάλ κινηματογράφου του 1974) για να τιμηθούν, αυτή τη φορά ακαδημαϊκά, για την …«προσφορά τους στις τέχνες, στα γράμματα και στον πολιτισμό και γιατί συνδύασαν με επιτυχία την τέχνη του κινηματογράφου με την παγκόσμια γραμματεία και, ιδιαίτερα, με την ιταλική και την αρχαία ελληνική λογοτεχνία», σύμφωνα με το σκεπτικό της αναγόρευσής τους σε επίτιμους διδάκτορες- από το τμήμα Ιταλικής γλώσσας και Φιλολογίας του ΑΠΘ.

Ads

Με αφορμή την παρουσία τους στην πόλη, είχαν μιλήσει στη Βίκυ Χαρισοπούλου και στο Αθηναϊκό/Μακεδονικό Πρακτορείο για το σινεμά, αλλά και για τη ζωή, για την ανθρώπινη περιπέτεια.

Αυτή τη συνέντευξη που είναι ίσως και η τελευταία του στην Ελλάδα αναδημοσιεύει το Αθηναϊκό Πρακτορείο, στη μνήμη του πρεσβύτερου των αδελφών, του Βιτόριο, που «έφυγε» σήμερα, αφήνοντας φτωχότερο τον ιταλικό -και όχι μόνο- κινηματογράφο.

Αρνούνται (για πολλοστή φορά) ότι κάνουν «πολιτικό σινεμά»… Εκτός αν… «πέραν των χαρακτηρισμών και των σχηματοποιήσεων δεχθούμε ότι οι άνθρωποι είναι πολιτικά όντα… Όπως πολιτικός είναι κι ο τρόπος που ζούμε, εργαζόμαστε, ερωτευόμαστε… Κι αφού εμείς κάνουμε ταινίες για τους ανθρώπους, ε, τότε ναι. Κάνουμε… πολιτικό σινεμά».

Ads

Αρνούνται ότι η ουτοπία είναι η Αλήθεια του μέλλοντος. «Του παρόντος είναι» δηλώνουν αμφότεροι και συμπληρώνουν πως… «το να ζεις είναι δραματικό, είναι τραγικό. Η ίδια η ζωή είναι τραγική. Ουτοπία είναι το όραμα της δημιουργικής ζωής. Υπάρχουν ιστορικές και υπαρξιακές στιγμές, κατά τις οποίες η ουτοπία είναι το κέντρο της ζωής. Η ουτοπία δεν είναι το όνειρο που διαφοροποιεί το αύριο. Είναι η ενέργεια, με την οποία ζητάς να αλλάξει ο κόσμος… Σήμερα».

Και.. «Όχι. Η τέχνη δεν αλλάζει τον κόσμο. Ούτε η ίδια αλλάζει. Το ερώτημα είναι πάντα το ίδιο. Η ανθρώπινη περιπέτεια. Κι ο Όμηρος θα γράφει πάντα την ιστορία και ο “Οιδίπους τύραννος”, το αρχαιοελληνικό δράμα, θα παίζεται και τα υπόλοιπα 2.500 χρόνια… παντού στον κόσμο»…

Αποφάσισαν -λένε- ότι θα κάνουν σινεμά, στα 16 τους χρόνια… Ένα βράδυ τού 1946 -μήνες μετά τη λήξη του πολέμου- σ΄ ένα σινεμά στην Πίζα. Βλέποντας την “Παϊζά” του Ρομπέρτο Ροσελίνι, τον οποίο θεωρούν “πνευματικό πατέρα” τους στο σινεμά, αλλά και στη συνείδηση της προσωπικής και συλλογικής τους μνήμης.

«Στην “Παϊζά”, ο Ροσελίνι διηγείται το πέρασμα του πολέμου από την Ιταλία… Αυτά, δηλαδή, που είχαμε κι εμείς ζήσει. Αυτή η καινούργια “γλώσσα” -τού κινηματογράφου- μας έκανε να δούμε αλλιώς την ιστορία, τους εαυτούς μας τους ίδιους. Ε, μπρος σε αυτή τη δύναμη αυτής της καινούργιας “γλώσσας” υποκλιθήκαμε. Κι έτσι αποφασίσαμε κι εμείς να κάνουμε κινηματογράφο…» λένε και επιμένουν 70 χρόνια μετά…

«Όχι, δεν τέλειωσε το σινεμά, δεν τέλειωσε η λογοτεχνία, η μουσική. Η τέχνη -σε όλες της τις μορφές θα επιχειρεί πάντα να δώσει απαντήσεις για την ανθρώπινη περιπέτεια. Οι απαντήσεις μπορεί και να αλλάζουν. Η ερώτηση της τέχνης είναι πάντα η ίδια … Δεν τέλειωσε η ιστορία, όπως κάποιοι θέλουν να λένε… Τέλειωσε ίσως η δική τους -η δική μας ιστορία. Η ιστορία, όμως, συνεχίζεται…» λέει ο Πάολο Ταβιάνι και ο Βιττόριο δείχνει απόλυτα να συμφωνεί…

«Εσείς, οι Έλληνες, κάνετε δύσκολες ερωτήσεις. Εμείς, στην Ιταλία, τις ξεχάσαμε… Μεσολάβησε κι ο… μπερλουσκονισμός. Ο Μπερλουσκόνι δεν υπάρχει πια, αλλά η κατάσταση είναι συγκεχυμένη ακόμα. Και “πολιτικά”, αλλά κυρίως ιδεολογικά. Προτιμούν τα “εύκολα” οι άνθρωποι πλέον» απαντά, στην ερώτηση του ΑΠΕ-ΜΠΕ, ο 86χρονος Βιτόριο Ταβιάνι (απαντούν εναλλάξ -συντονισμένοι) για το αν η σύγχρονη Ιταλία (με το δεδομένο, ότι στις ταινίες τους “βυθίζονται” στο παρελθόν για να “μιλήσουν” για το σήμερα) αποτελεί ικανό ιδεολογικό σκηνικό για μια νέα ταινία τους…

«Παραβολικά, με χρήση “ιστορικού σκηνικού” -εν προκειμένω του Λουίτζι Πιραντέλο- ο πρεσβύτερος αδελφός Βιτόριο, απαντά: «Απευθυνόμενος σ΄ έναν νέο ποιητή -παραδόξως ως συνήθως ο Πιραντέλο- τού λέει: Πέρα από το ταλέντο που έχεις, το σημαντικό είναι να έχεις πάντα τη μύτη σου ψηλά και σε εγρήγορση… Είσαι ένα λουλούδι που πρέπει να προβάλλει τη γύρη του, να την έχει διαθέσιμη προκειμένου να γονιμοποιηθεί… Ο καλλιτέχνης, λοιπόν, είναι ένα ον, που περιμένει σαν μέλισσα να έρθει η ιστορία να τον γονιμοποιήσει. Η ανάγκη της αφήγησης είναι η βάση της ζωής. Η τέχνη είναι ο τρόπος να εξερευνήσεις τη ζωή… Ο Μότσαρτ, με τη μουσική του, μας δείχνει -αιώνες τώρα- τον τρόπο που κινείται το σύμπαν. Εμείς, όταν κάνουμε ένα φιλμ, οφείλουμε να μιλάμε για την πραγματικότητα την οποία βιώνουμε… Για να δηλώσουμε -ελεύθεροι από ιδεολογίες και κοινούς τόπους- τις αλήθειες ή έστω αυτά που εμείς πιστεύουμε ως αλήθειες».

Τι θα θυμόταν μια σημερινή γυναίκα από μια σύγχρονη “Νύχτα του Σαν Λορέντζο” (ταινία του 1982, όπου οι Ταβιάνι διαπραγματεύονται το ζήτημα της ιστορικής και προσωπικής “μνήμης”, αναφερόμενοι σε μνήμες από τη ναζιστική επίθεση στο γενέθλιο χωριό των σκηνοθετών – το Σαν Μινιάτο)… Ποιοι είναι οι σύγχρονοι ναζί, ποιοι οι παρτιζάνοι, ποιοι οι νέοι;

«Ζητάτε πολλά… Σήμερα, ζούμε σε εποχή απόλυτης σύγχυσης κι έτσι δεν υπάρχει πια μια ιδέα οδηγητική για όλα… Αν πάμε στους δρόμους του Σαν Μινιάτο, σήμερα, ο καθένας θα σας δώσει μια διαφορετική ερμηνεία- απάντηση στα παραβολικά σας ερωτήματα… Ζούμε σε στιγμές μεγάλης αδικίας. Το 43% των νέων στην Ιταλία είναι σήμερα άνεργοι…».

Και οι επαναστάσεις; Γίνονται σήμερα επαναστάσεις; Η βία εξακολουθεί να είναι… «η μαμή της ιστορίας»;

«Δεν έχει νόημα να συμπυκνώσουμε την ιστορία της βίας… Ακόμα κι ο Μαρξ [γεννήθηκε σαν σήμερα (χθες), ξέρετε- στις 5 Μαΐου], που τού αποδίδεται η ρήση, λέει ότι: “οι πράξεις είναι που μεταμορφώνουν τη ζωή”. Μιλάει για τη βία της εξουσίας, την οικονομική βία που επιβάλλει η οικονομική εξουσία… Επανάσταση, όμως, είναι σήμερα οι μικρές καθημερινές επαναστάσεις της καθημερινότητας. Δεν είναι εύκολο, δεν επιτυγχάνεται παρά μόνο σε σπάνιες στιγμές και όχι από τα άτομα -μεμονωμένα- αλλά από συλλογικότητες. Στόχος επαναστατικός, λοιπόν, είναι να ζει κανείς με έναν συγκεκριμένο τρόπο, ώστε να επιχειρεί καθημερινά μικρές -έστω- επαναστάσεις…».

Και… «Όχι, δεν τέλειωσε το σινεμά, δεν τέλειωσε η λογοτεχνία, η μουσική. Δεν τέλειωσε η ιστορία, όπως κάποιοι θέλουν να λένε… Τελείωσε ίσως η δική τους – η δική μας ιστορία. Η ιστορία όμως συνεχίζεται… Και η τεχνολογία (και στο σινεμά) δεν χαλάει το όνειρο… Αρκεί να ξέρεις να τη χρησιμοποιείς. Στη δική μας περίπτωση εμπλούτισε τη φαντασία μας…».

Οι ταινίες σας έχουν πάντα “ιστορικές” αναφορές… Στους ανά τους αιώνες πολέμους, στη διαχρονία της ανθρώπινης περιπέτειας… Είναι “μέσο” η ιστορία για να μιλήσουμε για το σήμερα;

«Ο άνθρωπος είναι “ιστορικός άνθρωπος”, όπως λέει και ο Αριστοτέλης. Ανήκει, εντάσσεται σε έναν βίαιο ιστορικό ρυθμό, που εμπλέκει το άτομο με την κοινωνία και τον ρυθμό της φύσης που είναι βραδύς… Το να ζεις συγχρόνως σε αυτούς τους ρυθμούς δείχνει την τραγικότητα της ιστορίας… Οι ταινίες μας είναι ένας στοχασμός για εμάς τους ίδιους και σ’ αυτό που ζούμε.

Σε λίγες μέρες έρχεται το καλοκαίρι, θα πάτε στο εξοχικό σας στη Σικελία… Πώς αντιμετωπίζετε το γεγονός ότι, πιθανόν, στην παραλία έξω από την έπαυλή σας, τα κύματα της Μεσογείου μπορεί να εκβράσουν πτώματα μεταναστών;

«Είναι μια κακή ερώτηση. Η πιο σκληρή που μας έγινε. Ίσως γιατί είναι αληθινή… Πάμε 30 χρόνια, τώρα, στη Σικελία. Εκεί γυρίσαμε και το “Χάος” (βασισμένο σε έξι διηγήματα του Λ. Πιραντέλο)… Όχι, δεν είμαστε και οι… “Παραθεριστές” του Γκολντόνι, είναι συχνά μια ευκαιρία να απομακρυνόμαστε από την καθημερινότητα, να σκεφτούμε, να γράψουμε τα νέα projects, αλλά… όταν επιστρέφουμε στη Ρώμη γελάμε – σαρκάζουμε τους δυο ανόητους που έγραφαν σενάρια… Στη Σαλίνα, η φύση ήταν πιο δυνατή από τη σκέψη μας… Επιχειρώ να ξεφύγω από την ερώτηση, αλλά… είμαστε κι εμείς “καταραμένοι Τοσκάνοι”- έτσι, μας λένε, γιατί δεν φημιζόμαστε για τον διπλωματικό μας λόγο, για την καλυμμένη γλώσσα μας… Κακά τα ψέματα… Εκείνη η φύση, εκείνη η θάλασσα δεν θα είναι ίδια μετά τις τραγωδίες της τελευταίας χρονιάς…».