Τη χημική «υπογραφή» του καρκίνου του εντέρου κατάφερε να εντοπίσει σκύλος, μυρίζοντας την αναπνοή και τα κόπρανα ασθενών. Τη σχετική μελέτη δημοσίευσαν Ιάπωνες επιστήμονες, με επικεφαλής τον Χιντέρο Σονόντα της Ιατρικής Σχολής του πανεπιστημίου Κιούσου της Φουκουόκα, στο περιοδικό γαστρεντερολογίας «Gut».

Ads

Η νέα επιτυχία ενισχύει τις ελπίδες για την ανάπτυξη ενός ηλεκτρονικού αισθητήρα-«μύτης» που, όπως ο σκύλος, θα μπορεί μελλοντικά να μυρίζει ένα καρκινικό όγκο, στα πρώτα κιόλας στάδιά του.

Οι ερευνητές χρησιμοποίησαν ένα ειδικά εκπαιδευμένο οκτάχρονο θηλυκό λαμπραντόρ, που έκανε 74 διαγνωστικά τεστ όσφρησης για μια περίοδο αρκετών μηνών. Κάθε τεστ περιλάμβανε την αξιολόγηση πέντε δειγμάτων αναπνοής (100 έως 200 ml το καθένα) ή κοπράνων (50 ml), από τα οποία μόνο το ένα προερχόταν από καρκινοπαθή.

Τα δείγματα προέρχονταν από 48 ανθρώπους με καρκίνο του εντέρου σε διάφορα στάδια εξέλιξης της νόσου, καθώς και από 258 υγιείς εθελοντές. Μάλιστα, για να δυσκολέψουν τον σκύλο, οι επιστήμονες φρόντισαν ώστε περίπου τα μισά μη καρκινικά δείγματα να προέρχονται από ανθρώπους με πολύποδες εντέρου, που είναι καλοήθεις, αλλά θα μπορούσαν κάποια στιγμή να γίνουν κακοήθεις. Το 6% των δειγμάτων αναπνοής και το 10% των δειγμάτων κοπράνων προέρχονταν από άτομα με άλλα εντερικά προβλήματα, όπως έλκος ή σκωληκοειδίτιδα.

Ads

Ο σκύλος είχε εξίσου καλά αποτελέσματα όσο θα είχε μία κολονοσκόπηση, που θεωρείται η καλύτερη σήμερα διαγνωστική εξέταση για τον καρκίνο του εντέρου. Το λαμπραντόρ εντόπισε σωστά όλα τα καρκινικά δείγματα σε 33 από τα 36 τεστ αναπνοής (ποσοστό επιτυχίας 95%), καθώς επίσης σε 37 από τα 38 τεστ κοπράνων (επιτυχία 98%). Εντόπισε και τα άτομα στα πρώτα στάδια της νόσου και δεν μπερδεύτηκε από τα δείγματα που προέρχονταν από άλλα εντερικά προβλήματα, αλλά όχι καρκίνο. Προηγούμενες έρευνες έχουν δείξει ότι οι σκύλοι μπορούν επίσης να μυρίσουν άλλες μορφές καρκίνου (ουροδόχου κύστης, πνευμόνων, ωοθηκών, μαστού).