Διαβάζοντας αποσπάσματα από το βιβλίο του Robert  L. Heilbroner με τίτλο «Οι φιλόσοφοι του οικονομικού κόσμου»: «Ο νέος τρόπος ζωής γεννήθηκε στα σπλάχνα του παλιού. Δεν ήταν φοβερά γεγονότα, μεγάλες περιπέτειες, συγκεκριμένοι νόμοι ή ισχυρές προσωπικότητες που προκάλεσαν την οικονομική επανάσταση. Ήταν μια διαδικασία πολύπλευρης αλλαγής.

Ads

Πρώτον, έκαναν τη σταδιακή εμφάνισή τους οι εθνικές πολιτικές οντότητες στην Ευρώπη. Δεύτερον, ένα μεγάλο κύμα αλλαγών εμφανίστηκε με την αργή αποδυνάμωση του θρησκευτικού αισθήματος κάτω από την επίδραση των ανήσυχων ερευνητικών ανθρωπιστικών απόψεων του Διαφωτισμού. Τρίτον, ένα άλλο βαθύ ρεύμα ξεκίνησε από τις υλικές αλλαγές οι οποίες έκαναν τελικά εφικτό το σύστημα της ελεύθερης αγοράς. Όμως η πιο σημαντική απ’ όλες τις αλλαγές ως προς την ευρύτατη διαβρωτική της επίδραση ήταν η αφύπνιση της επιστημονικής περιέργειας.

Η έρευνα στην Ε.Ε.

Οπότε είναι φυσικό να δηλώνει πριν από μερικές ημέρες η  Γερμανίδα καγκελάριος κα Μέρκελ,  στα εγκαίνια του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Ερευνών: «Γνωρίζουμε ότι η έρευνα και οι νέες τεχνολογίες μπορεί να αποδειχθούν η κινητήριος δύναμη για την άνθιση της οικονομίας, μπορούν να αποτελέσουν τη βάση της ανάπτυξης στην Ευρώπη, διατηρώντας και επαυξάνοντας τον πλούτο και την παραγωγικότητά μας».

Ads

Όλα αυτά λέγονται από τα πλέον επίσημα χείλη, της προεδρεύουσας της Ε.Ε. η οποία προφανώς  γνωρίζει ότι η Ε.Ε. εξακολουθεί να βρίσκεται πίσω από τις ΗΠΑ και την Ιαπωνία στην έρευνα ενώ η Κίνα και η Ινδία σύντομα θα ξοδεύουν το ίδιο ποσό (ως ποσοστό του ΑΕΠ) με την Ευρώπη.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση έθεσε το 2000 τους πρωταρχικούς στόχους για να γίνει η Ευρώπη η ανταγωνιστικότερη κοινωνία της γνώσης μέχρι το έτος 2010. Για να καταστεί αυτό εφικτό θα πρέπει να δοθούν χρήματα για την έρευνα αλλά και για την Επαγγελματική Εκπαίδευση και Κατάρτιση (ΕΕΚ) με στόχο την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της.

Η Ε.Ε. θα μπορούσε στο σημείο αυτό να ακολουθήσει το παράδειγμα της Ιαπωνίας, όπου η επένδυση στο ανθρώπινο κεφάλαιο, έχει ως αποτέλεσμα την ύπαρξη πολύ ικανού εργατικού δυναμικού με ιδιαίτερο ταλέντο σε θέματα μηχανολογίας και μάνατζμεντ, όπως σημειώνει και ο Galbraith, στο έργο του «Μια σφαιρική άποψη για την οικονομία».

Μια σύντομη ιστορία της εκπαίδευσης στην Ευρώπη

Ο μεγάλος άγγλος φιλόσοφος Τζών Λόκ (1632-1704) στο έργο του «Δοκίμιο για την ανθρώπινη διάνοια» γράφει ότι για να κατανοήσουμε το παρών και να προετοιμάσουμε το μέλλον , πρέπει να γνωρίζουμε το παρελθόν.

Με αφορμή αυτή τη θέση του εμπειριστή φιλοσόφου, για να σχεδιαστεί σωστά και μάλιστα με τρόπο που να δημιουργεί συνέχεια στις υπάρχουσες δομές και κοινωνικά διαμορφωμένες καταστάσεις της εκπαίδευσης στην Ευρώπη, θα γίνει μια αναφορά στο ιστορικό διάγραμμα της ευρωπαϊκής και ειδικότερα της ελληνικής παιδείας από την εποχή του διαφωτισμού και μέχρι τις μέρες μας.

Θα αναφερθούν τα σημαντικά γεγονότα στην παιδεία της Γαλλίας, Αγγλίας και Γερμανίας μαζί με τα ελληνικά εκπαιδευτικά πράγματα, γιατί η κάθε μια από αυτές τις χώρες επηρέασε για διαφορετικούς λόγους την παιδεία της Ευρώπης και των Ελλήνων, η οποία βασικά θα αναλυθεί, σε μια προσπάθεια να γίνει σύνδεση της υπάρχουσας κατάστασης με τις πιστωτικές εκπαιδευτικές μονάδες.

Ας μην μας διαφεύγει ότι την εποχή αυτή έχουμε την ανάπτυξη των μαθηματικών (ιδιαίτερα του διαφορικού λογισμού) και κατ’ επέκταση της τεχνολογίας. Η ανάπτυξη της τεχνολογίας φέρνει την ανάπτυξη της πρώιμης βιομηχανικής παραγωγής και την μετάβαση στην νέα οικονομική πραγματικότητα. Η ανάπτυξη της βιομηχανίας απαιτεί νέες γνώσεις και δεξιότητες που χρειάζεται να δώσει η εκπαίδευση. Τα χρόνια που όπως θα δούμε στην συνέχεια γίνεται υποχρεωτική η εκπαίδευση η βιομηχανική επανάσταση είναι στην κορύφωσή της στην Ευρώπη εκτός ίσως της Ελλάδας.

Η εκπαίδευση στη Γαλλία

Η αρχή γίνεται από την αγροτική Γαλλία όπου το 1789 επικράτησε η αστική επανάσταση ενάντια στους ευγενείς και τον βασιλιά (Λουδοβίκο). Ένα από τα βασικά αιτήματα των γάλλων διαφωτιστών ήταν παιδεία για όλους και μάλιστα έδιναν το προβάδισμα στις φυσικές επιστήμες (δηλαδή στην τεχνολογία). Ήδη η βιομηχανική επανάσταση στην Αγγλία έχει αρχίσει.

Ήταν η πρώτη χώρα της Ευρώπης τα νεότερα χρόνια (18ος αιώνας), που θεώρησε απαραίτητο η παιδεία να γίνει κτήμα όλου του λαού στην πρώτη αστική δημοκρατία των νεοτέρων χρόνων.

Η παιδεία ως τότε ήταν στα χέρια της καθολικής εκκλησίας και δυνατότητα σπουδών είχαν μόνο οι ευγενείς ή οι πλούσιοι  αστοί, στα ιδιωτικά κολλέγια που λειτουργούσαν.

Στο Παρίσι λειτουργούσε Πανεπιστήμιο από το 1215 (st. Genevieve) και η Σορβόννη που ιδρύεται περίπου τα ίδια χρόνια.

Τα νεότερα χρόνια (20ος αιώνας) η γαλλική παιδεία γνωρίζει ιδιαίτερη άνθιση  ιδιαίτερα μετά την αναδιοργάνωση του 1905. Ίσως δεν είναι τυχαίο ότι την ίδια εποχή έχει αρχίσει η βιομηχανική άνθιση και η αποικιακή εξάπλωση.

Η εκπαίδευση στη Αγγλία

Στην Αγγλία ένα κράτος με συνταγματική βασιλεία από το 1215, λειτουργούσαν ιδιωτικά σχολεία, κολέγια και πανεπιστήμια από τον 13 αιώνα (Καιϊμπριζ 1284, Οξφόρδη 1258). Μόλις το 1828 ιδρύεται το πανεπιστήμιο της πόλης του Λονδίνου (δηλαδή στα χρόνια της βιομηχανικής επανάστασης). Έχουν διατυπωθεί ήδη οι πρώτες θεωρίες για την αξία των αγαθών κ.λ.π.

Το πανεπιστήμιο του Καίϊμπριτζ δέχεται για πρώτη φορά φοιτήτριες το 1866.Το 1872 οργανώνεται συστηματικά η εκπαίδευση θηλέων.

Η Αγγλία τον 19ο και στις αρχές του 20ου αιώνα είναι η πρώτη οικονομική και αποικιοκρατική δύναμη του κόσμου, επί βασιλίσσης Βικτωρίας (+1901).

Στα δημόσια πρωτοβάθμια σχολεία της Αγγλίας μέχρι το 1914 η μέθοδος διδασκαλίας είναι η αλληλοδιδακτική (Lancaster).(Αλληλοδιδακτική-στοιχειώδεις γνώσεις ανάγνωσης, γραφής, απλής αριθμητικής).

Μόλις το 1947 γίνεται υποχρεωτική η φοίτηση στα σχολεία μέχρι 15 ετών.

Η εκπαίδευση στη Γερμανία

Η Γερμανία ενοποιείται το 1871 από τον καγκελάριο Μπίσμαρκ. Να παρατηρήσουμε στο σημείο αυτό ότι η Γερμανία που σήμερα αποτελεί μια από τις «ατμομηχανές» της Ε.Ε. έχει κρατική οντότητα μόλις 136 χρόνων. Μετά την ενοποίηση της η Γερμανία αρχίζει και την βιομηχανική της οργάνωση. Η εκπαιδευτική μεταρρύθμιση στη Γερμανία γίνεται το 1880.

Τα γερμανικά πανεπιστήμια δέχονται φοιτήτριες από το 1909.

Η εκπαίδευση στην Ελλάδα

Μια πρώτη σημαντική παρατήρηση η οποία θα αποδειχθεί με αυτά που θα ακολουθήσουν είναι ότι η ελληνική παιδεία μετά την ίδρυση του νέου ελληνικού κράτους, υπήρξε σταθερά στραμμένη προς την Ευρώπη.

Η πρώτη χώρα στην οποία πήγαιναν να σπουδάσουν οι Έλληνες σε πανεπιστημιακό επίπεδο, μετά την άλωση της Κωνσταντινουπόλεως (1453), ήταν η Ιταλία (Βενετία, Ρώμη, Πάδοβα) με την οποία είχαν επαφές από την εποχή του Βυζαντίου (Βενετσιάνους, Γενουάτες).

Αργότερα, γνωρίζοντας το γαλλικό διαφωτισμό και την επανάσταση (1789), στρέφονται προς τη Γαλλία που τους εμπνέει για την απελευθέρωση από τους Τούρκους. Η γαλλική επιρροή διατηρείται στην Ελλάδα ως πολιτιστική και γλωσσική προτίμηση μέχρι  τον Β’ παγκόσμιο πόλεμο.

Οι Έλληνες γνωρίζουν τους Γερμανούς ως φιλέλληνες, στα χρόνια του Αγώνα (1821-1829) και μετά, γιατί ο βασιλιάς που έρχεται στην Ελλάδα ο Όθωνας Βίττεσβαχ είναι Βαυαρός (Μόναχο). Οι επιστήμες, οι καλές τέχνες αλλά και η εκπαίδευση οργανώνονται και προσανατολίζονται σε γερμανικά πρότυπα (και δέχονται γερμανικές επιδράσεις, σχολή Μονάχου), παρά το γεγονός ότι την εποχή αυτή (1833) η Γερμανία δεν έχει ενωθεί ακόμη ως εθνικό κράτος.

Οι Έλληνες ήδη από την έναρξη της ελληνικής επανάστασης (1821)πίστευαν, ότι θα έπρεπε  να κερδίσουν το χαμένο χρόνο της τουρκοκρατίας και να φτάσουν τους φωτισμένους λαούς της Ευρώπης γιατί θεωρούσαν τον εαυτό τους ευρωπαίο και χριστιανό.

Έτσι παρά τον πόλεμο ιδρύονται σχολεία στις περιοχές όπου τα παιδιά δεν κινδυνεύουν και διδάσκονται μαθηματικά, γλώσσα, γαλλικά και ιταλικά. Μέθοδος η αλληλοδιδακτική.

Πρώτος επόπτης παιδείας ο διαφωτιστής κληρικός Θ. Φαρμακίδης (1823).

Ως εκπρόσωπος της κυβέρνησης ο φωτισμένος κληρικός και πολεμιστής Παπαφλέσσας διατάζει τους γονείς να στέλνουν τα αγόρια και τα κορίτσια στο σχολείο. Τα γράμματα φωτίζουν έλεγε.

Το πρώτο σύνταγμα της Επιδαύρου (1828) αναφέρεται σε γενίκευση παιδείας, αλλά μόλις το Γ’ Σύνταγμα Τροιζήνας ψηφίζει θέση υπουργού παιδείας( Γερ. Κώππας).

Με την έλευση του κυβερνήτη Καποδίστρια στην Ελλάδα (1828), γίνεται μια προσπάθεια να οργανωθούν σε ανώτερο επίπεδο επαγγελματικές σχολές όπως η γεωργική (σημερινή Γεωπονική) που ανταποκρίνονταν στις ανάγκες της εποχής (φτωχό αγροτικό κράτος η Ελλάδα), σχολή πολέμου (σημερινή σχολή Ευελπίδων).

Ο Καποδίστριας δεν ίδρυσε πανεπιστήμια γιατί πίστευε ότι πρώτα πρέπει να υπάρχει αρκετός αριθμός Ελλήνων που να έχουν τελειώσει πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση και αργότερα να ιδρυθεί πανεπιστήμιο. Χαρακτηριστικά έλεγε «οι πλούσιοι που στέλνουν τα παιδιά τους να μορφωθούν στην Ευρώπη (κυρίως Ιταλία τότε) ας τα στείλουν και για λίγα χρόνια ακόμη».

Δολοφονείται όμως το 1831, χωρίς να προλάβει να υλοποιήσει το συνολικό του πρόγραμμα. Την ίδια χρονιά  (1831) ιδρύεται το πρώτο ιδιωτικό σχολείο από τον αμερικανό ιεραπόστολο Hill, που λειτουργεί έως και σήμερα.

Με την έλευση του Όθωνα δημιουργείται Διδασκαλείο ( για μόρφωση δασκάλων) με γερμανό διευθυντή (1834) και την ίδια χρονιά στην Πρωσία καταργούνται οι εισαγωγικές εξετάσεις για το πανεπιστήμιο. Είναι η χρονιά που γίνεται η Αθήνα πρωτεύουσα, αλλά στη πόλη λειτουργεί ένα μόνο δημόσιο δημοτικό  σχολείο. Την ίδια χρονιά ιδρύεται σχολή Αρχιτεκτονικής (επαγγελματική σχολή για να βγάζει εξειδικευμένους χτίστες). Δηλωτικό του γεγονότος ότι τα χειρονακτικά επαγγέλματα είναι κατώτερα η διδασκαλία γινόταν μόνο Κυριακές και αργίες.

Την ίδια χρονιά 1834, γίνεται υποχρεωτική η φοίτηση στα σχολεία μέχρι 12 ετών.

Οι αριστοκρατικοί Βαυαροί ερχόμενοι στην Ελλάδα και εμφορούμενοι από το πνεύμα του νεοκλασσικισμού  πίστευαν ότι είχε έρθει η ώρα να ξαναγίνουν οι έλληνες λαός φιλοσόφων και ποιητών, άξιοι συνεχιστές των προγόνων τους.

Έτσι το 1836 εκδίδεται διάταγμα για την ίδρυση πανεπιστημίου με σχολές, φιλοσοφική. Νομική, θεολογία και ιατρική.

Στο πανεπιστήμιο οι πρώτοι φοιτητές που γράφτηκαν ήταν μόνο 21 άτομα, τουλάχιστον εύποροι γιατί έπρεπε να πληρώνουν εγγραφή, δίδακτρα σε κάθε καθηγητή και τα συγγράμματα.

Ο καθηγητής έπαιρνε μισθό και από το κράτος. Από το 1844 και μετά οι καθηγητές εξέλεγαν και ένα βουλευτή.

Είναι σημαντικό να σημειωθεί στο σημείο αυτό ότι τελικά τις αριστοκρατικές αντιλήψεις των Βαυαρών τις αποδέχτηκαν οι έλληνες και ισχύουν μέχρι σήμερα. Η τεχνολογική σπουδή θεωρείται κατώτερη, η χώρα έχει χιλιάδες ανέργους γιατρούς και η Αθήνα έχει τόσους δικηγόρους όσους και η Ν. Υόρκη που έχει 16 εκατομμύρια κατοίκους.

Το 1872 στην Αθήνα ιδρύεται σύλλογος για την προαγωγή της γυναικείας εκπαίδευσης και η

πρώτη ελληνίδα φοιτήτρια μπαίνει στο πανεπιστήμιο το 1886 στην ιατρική σχολή.

Μετά τον Β’ παγκόσμιο πόλεμο οι έλληνες έρχονται πιο κοντά στους αγγλόφωνους λαούς (ΗΠΑ, Μεγ. Βρετανία).

Ποιο είναι το συμπέρασμα που εξάγεται από όλα τα προηγούμενα;

Η Ευρώπη στην διάρκεια των τελευταίων 170 χρόνων έχει κοινή εκπαιδευτική φιλοσοφία και πορεία. Παρατηρούμε ότι με μικρή σχετικά διαφορά όλα τα εθνικά ευρωπαϊκά κράτη έχουν την ίδια φιλοσοφία για την εκπαίδευση (ανθρωποκεντρική κλασσική εκπαίδευση) έξω τις πραγματικές ανάγκες της οικονομίας και της αγοράς που ήδη έχει κάνει την εμφάνισή της. Ο στόχος των προγραμμάτων είναι η καλλιέργεια του εκπαιδευομένου στην προσπάθεια του συστήματος να υλοποιήσει μια από τις βασικές αρχές του διαφωτισμού που είναι «η γνώση δημιουργεί καλύτερους ανθρώπους» χωρίς να συνδυάζεται αυτό με τις ανάγκες της πραγματικής οικονομίας.

Όταν όμως όπως ξεκίνησα την ομιλία μου η Ε.Ε. θέτει ως στόχο την ανταγωνιστικότερη κοινωνία μέχρι το 2010 θα πρέπει αντίστοιχα και η εκπαίδευση αλλά και η συνεχιζόμενη κατάρτιση να  διαμορφωθεί με ένα άλλο τρόπο, προσανατολισμένο στις ανάγκες της αγοράς.

Γιατί μπορεί πριν από 60 χρόνια τα εθνικά κράτη να σχεδίαζαν με μια διαφορά 5 ή δέκα χρόνων όμως η έννοια του ημερολογιακού έτους ήταν η ίδια τότε;

Η κατάσταση στην Ελλάδα σήμερα

image

Από το σύνολο των εργαζομένων σήμερα:

  • το 32,96%  έχει τελειώσει τριτοβάθμια εκπαίδευση
  • το 43,6% έχει τελειώσει δευτεροβάθμια εκπαίδευση ενώ
  • το υπόλοιπο 23,3% περίπου έχει χαμηλό εκπαιδευτικό επίπεδο (πρωτοβάθμια εκπαίδευση και καθόλου)

Σε σχέση με το έτος αναφοράς (1993) έχουν αυξηθεί οι αναλογίες στο τριτοβάθμιο και δευτεροβάθμιο εκπαιδευτικό επίπεδο και αντίστοιχα μειώθηκε η αναλογία στο χαμηλό εκπαιδευτικό επίπεδο. Συγκεκριμένα:

  • το 18,6% έχει τελειώσει τριτοβάθμια εκπαίδευση
  • το 34,9%  έχει τελειώσει δευτεροβάθμια εκπαίδευση ενώ
  • το υπόλοιπο 46,3% περίπου έχει χαμηλό εκπαιδευτικό επίπεδο (πρωτοβάθμια εκπαίδευση και καθόλου)

Από τα στοιχεία που αναφέρθηκαν ποιο πάνω γίνεται κατανοητό ότι η ανάγκη για συνεχιζόμενη κατάρτιση στην Ελλάδα είναι μεγάλη αφού ένα μέρος του ενεργού πληθυσμού έχει μόνο γνώσεις πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. (57%)

Τη λύση στο πρόβλημα της εκπαίδευσης όλων αυτών μπορεί να δώσουν τα ΚΕΚ, τα ΙΕΚ αλλά και άλλες τεχνικές σχολές δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης. Η μέχρι σήμερα εμπειρία όμως δείχνει ότι αν η συνεχιζόμενη εκπαίδευση από τους φορείς αυτούς δεν είναι σχεδιασμένη με τρόπο «κεντρικό» δεν μπορεί να είναι αποτελεσματική, ούτε μπορεί να οδηγήσει σε πιστοποιήσεις που να αντιστοιχούν σε πιστωτικές εκπαιδευτικές μονάδες (units). Οι φορείς αυτοί θα πρέπει να εκπαιδεύουν τους ενδιαφερόμενους σε δεξιότητες οι οποίες θα έχουν περιγραφεί από ένα περίγραμμα εργασίας που θα μπορεί να αντιστοιχεί σε ανάγκες μεγάλου ποσοστού ευρωπαϊκών χωρών και όχι μόνο της χώρας εκπαίδευσης.

Όμως θα πρέπει να σημειωθεί στο σημείο αυτό ότι ενώ πριν από 20 χρόνια η ανάγκη για συνεχιζόμενη εκπαίδευση των αποφοίτων τριτοβάθμιας εκπαίδευσης ήταν σχετικά περιορισμένη δεν συμβαίνει το ίδιο και σήμερα. Ίσως θα πρέπει να τονιστεί ότι οι απόφοιτοι τριτοβάθμιας εκπαίδευσης που βρίσκονται σε θέσεις τεχνολογικής αιχμής να χρειάζονται περισσότερη εκπαίδευση από ότι οι υπόλοιποι.

Στο τομέα αυτό σημαντικό ρόλο μπορούν να έχουν τα Ινστιτούτα συνεχιζόμενης κατάρτισης των πανεπιστημίων. Τα ινστιτούτα αυτά μπορούν γρήγορα να μεταφέρουν την νέα γνώση που παράγουν τα πανεπιστήμια στους εργαζόμενους αλλά και να λαμβάνουν από αυτούς την εμπειρία και τις ανάγκες τους.

Ο χρόνος σήμερα

Ο χρόνος μια έννοια τόσο υποκειμενική μα και τόσο αδυσώπητα αντικειμενική. Πόσες μονάδες χρόνου είχε το έτος πριν από 100 χρόνια και πόσες περιλαμβάνει τώρα; Ήταν ίδια η «διάρκεια»  του έτους πριν από 30 χρόνια, όπως την ζήσαμε και εμείς σε σχέση με την διάρκεια του 2006;

Πόση γνώση μπορούσε να παράγει η επιστημονική κοινότητα πριν από το 1995 και πόση σήμερα;

Ο κόσμος μας είναι ο ίδιος πριν και μετά την εμφάνιση του διαδικτύου;

Με μια αντικειμενική αποτίμηση θα μπορούσε να ειπωθεί ότι πλέον η παραγωγή γνώσεων, αγαθών και υπηρεσιών είναι τέτοια που δεν υπάρχει η δυνατότητα να μπορέσει η κοινωνία να παρακολουθήσει και φυσικά οι εργαζόμενοι να προσαρμοστούν.

Αν πριν από 30 χρόνια υπήρχε σε μια κοινωνία το παλιό και το νέο, σήμερα υπάρχει το νέο με πολλά παλιά. Και η πραγματικότητα αυτή δημιούργησε νέα δεδομένα:

  • Οι εργαζόμενοι θέλοντας να διατηρήσουν τις θέσεις εργασίας τους άρχισαν «ατύπως» να αποκτούν συνεχώς νέες γνώσεις και δεξιότητες, νέα προσόντα
  • Δημιουργήθηκε η ανάγκη για την πιστοποίηση αυτών των προσόντων, με σκοπό την κινητικότητα των εργαζομένων και των ευρωπαίων πολιτών
  • Εμφανίστηκε  η ανάγκη για την δημιουργία του ECVET, που θα επιτρέπει την αποδοχή στα κράτη μέλη της Ε.Ε. των πιστοποιημένων προσόντων

Παράλληλα όμως δημιουργήθηκαν και:

  • νέες σχετικές επιστήμες, όπως η εκπαίδευση ενηλίκων και
  • νέα  μοντέλα εκπαίδευσης, όπως είναι η εξ αποστάσεως εκπαίδευση και η ηλεκτρονική εκπαίδευση (e-learning)

Φυσικά ας μην διαφεύγει της προσοχής μας ότι αυτό συνέβη μόλις, τα τελευταία 30 χρόνια.

Η ανάγκη λοιπόν συνεχιζόμενης κατάρτιση είναι προφανώς αναγκαία.

Συμπεράσματα – Προτάσεις

Για να υπάρξει συμφωνία και επιτυχία του συστήματος μεταφοράς των πιστωτικών μονάδων θα πρέπει:

  • Τα περιγράμματα εργασίας, να γίνουν κεντρικά από ένα φορέα της Ε.Ε. και όχι από εθνικό φορέα του κράτους μέλους
  • Το υλικό της εκπαίδευσης που θα αντιστοιχεί στις γνώσεις και δεξιότητες που θα περιγραφούν στο περίγραμμα εργασίας να δημιουργηθεί επίσης κεντρικά. Ο εθνικός φορέας του κάθε κράτους μέλους να έχει την δυνατότητα να προσθέσει (και όχι να αφαιρέσει) επιπλέον εκπαιδευτικό υλικό
  • Να αντιστοιχιστεί το υλικό με τις δεξιότητες και τις πιστωτικές μονάδες  (unit) που προσφέρει
  • Να δημιουργηθεί κεντρικός φορέας πιστοποίησης και οι εθνικοί φορείς να πιστοποιηθούν από αυτόν για να διεκπεραιώνουν τις εξετάσεις-πιστοποιήσεις (Σχετικό παράδειγμα είναι το ECDL).
  • Να αξιοποιηθούν οι τεχνολογίες για την υλοποίηση της πιστοποίησης (εξ αποστάσεως πιστοποίηση).
  • Τα πανεπιστήμια με την ίδρυση ινστιτούτων να συμβάλουν στην δια βίου μάθηση
  • Να αξιοποιηθεί το μοντέλο της εξ αποστάσεως εκπαίδευσης και ιδιαίτερα το e-learning για την υλοποίηση της εκπαίδευσης
  • Να γίνει σύνδεση των units με την τυπική εκπαίδευση

Παρατηρήσεις

  • Η εκπαίδευση φαίνεται να κινείται έξω από οικονομικές κοινωνικές και τεχνολογικές εξελίξεις
  • Η εκπαίδευση φαίνεται να κινείται με μια ασυνέχεια όσν αφορά το παρελθόν της Ευρώπης
  • Δεν ακούσαμε κάτι σχετικό με το κόστος των προγραμμάτων καθώς και το ROI
  • Οι παρουσιάσεις και τα case study αφορούσαν εφαρμογές τοπικού χαρακτήρα από όπου δεν έχουμε την εικόνα του τρόπου που θα «εξαχθούν» οι εμπειρίες και στα υπόλοιπα κράτη μέλη της Ε.Ε.
  • Δεν αναφέρθηκαν καθόλου τα μοντέλα εκπαίδευση που χρησιμοποιήθηκαν ή χρησιμοποιούνται.

sqlearn.gr