Τα αδέλφια Χαλίντ και Μπραχίμ Ελ Μπακραουί έχουν ταυτοποιηθεί από τις αρχές ως οι δράστες της τρομοκρατικής επιθέσης στο αεροδρόμιο των Βρυξελλών. Για άλλη μια φορά οι δράστες μια τζιχαντιστικής τρομοκρατικής επίθεσης είναι αδέλφια.

Ads

Στις τρομοκρατικές επιθέσεις στο κέντρο του Παρισιού δράστες, μεταξύ άλλων, ήταν οι Ιμπραήμ και Σαλάχ Αμπντεσλάμ. Ο Αμπντέλ Χαμίντ Αμπου Ουντ, που φέρεται ως ο εγκέφαλος των επιθέσεων στο Παρίσι, έχει στρατολογήσει τον 13χρονο αδελφό του. Επίσης στην επίθεση του Charlie Hebdo δράστες ήταν τα αδέλφια Κουασί, Σερίφ και Σαΐντ. Αδέλφια ήταν και οι τρομοκράτες της βομβιστικής επίθεσης στη Βοστόνη, Ταμερλάν και Τζοχάρ Τσαρνάεφ.

Όπως σημειώνει ο Guardian, οι περιπτώσεις αδελφών που πηγαίνουν να πολεμήσουν σε Συρία και Ιράκ είναι συχνές. Ελάχιστοι είναι αυτοί που ταξιδεύουν στις εμπόλεμες ζώνες μόνοι, οι περισσότεροι στρατολογούνται μαζί με συγγενείς τους.

Μπορεί αυτό να αποτελέσει ένα στοιχείο για τον εντοπισμό τζιχαντιστών; Σύμφωνα με τις υπηρεσίες του αμερικανικού στρατού η απάντηση είναι καταφατική. «Μια από τις κυριότερες ενδείξεις για την ανάμειξη κάποιου σε τζιχαντιστικές είναι η ύπαρξη στενού συγγενικού προσώπου σε αυτές», σημειώνουν οι αμερικανικές υπηρεσίες στις εκτιμήσεις τους. Όπως αναφέρουν αυτό το συγγενικό πρόσωπο συχνά είναι ο αδελφός ή ο πατέρας.

Ads

Σύμφωνα με έρευνα του think tank New America το 25% των μαχητών του Ισλαμικού Κράτους που κατάγονται από χώρες της Δύσης συνδέονται οικογενειακά με το τζιχάντ, είτε μέσω συγγενών που ήδη πολεμούν στη Συρία και στο Ιράκ είτε μέσω γάμου είτε μέσω κάποιας διασύνδεσης με άλλους τζιχαντιστές ή τρομοκράτες. Η ίδια η έρευνα δείχνει ότι από εκείνους τους δυτικούς μαχητές που έχουν οικογενειακούς δεσμούς με το τζιχάντ το 60% έχει έναν συγγενή που πήγε στη Συρία.

Ο Guardian παρουσιάζει μια ακόμη σχετική μελέτη, αυτή του Πανεπιστημίου της Πενσυλβάνια. Η εν λόγω έρευνα εξέτασε τις διασυνδέσεις 120 «μοναχικών λύκων», που διέπραξαν επιθέσεις. Σύμφωνα με τα συμπεράσματα, στην πλειονότητα των περιπτώσεων υπήρχαν άτομα του συγγενικού ή φιλικού τους περιβάλλοντος, που γνώριζαν την ιδεολογία τους. Σχεδόν το 64% είχε συγγενείς και φίλους που είχαν ενημερωθεί τις τρομοκρατικές προθέσεις.

Όπως σημειώνεται στο δημοσίευμα του Guardian, δύο κυρίαρχες απόψεις σχετικά με το πώς μπορεί κάποιος να στραφεί στον εξτρεμισμό είναι πρώτον «η πλύση εγκεφάλου» από κάποιο πρόσωπο στη ζωή του και δεύτερον η προπαγάνδα μέσω του διαδικτύου. Μερίδα αναλυτών ωστόσο υποστηρίζουν πως τα γεγονότα διαψεύδουν τη δεύτερη άποψη. Η τρομοκρατία είναι κατά βάση κοινωνική δραστηριότητα. Οι άνθρωποι ενδιαφέρονται για ιδεολογίες, ακόμη και αν αυτές είναι ακραίες ή καταστροφικές, επειδή το περιβάλλον τους ενδιαφέρεται για αυτές, υποστηρίζουν. Ο αντίλογος είναι πως σήμερα η κοινωνικότητα ενός ατόμου έχει μεταφερθεί σε μεγάλο βαθμό στο διαδίκτυο. Θα μπορούσε λοιπόν η διαδικτυακή επιρροή, να είναι ισχυρότερη της επιρροής από κάποιο πρόσωπο στο οικογενειακό ή φιλικό περιβάλλον του ή τουλάχιστον να λειτουργεί παράλληλα.

«Η στρατολόγηση πραγματοποιείται συνήθως από κοντινούς ανθρώπους. Είναι η συγγένεια και η φιλία στην πραγματικότητα που έχουν περισσότερη δύναμη από τη θρησκεία ή την εντοπιότητα ή οτιδήποτε άλλο. Υπάρχει ένα ισχυρό ομαδικό φαινόμενο», σημειώνει στον Guardian ο Rik Coolsaet, Βέλγος ειδικός που έχει μελετήσει τα δίκτυα τζιχαντιστών στη χώρα του. Οι ψυχολογικοί και κοινωνικοί φραγμοί όσον αφορά τη βία είναι βεβαίως υψηλότεροι απ’ όσο σε άλλες, λιγότερο αιματηρές δραστηριότητες, αλλά ο μηχανισμός της διαδικασίας που προσελκύει ανθρώπους σε αυτήν είναι ο ίδιος.