Σε μια κίνηση η οποία, αν δεν υπήρχε το αίμα που ρέει άφθονο στη Βόρεια Συρία θα προκαλούσε, πιθανότατα, μόνο σαρκαστικά  χαμόγελα, ο Τραμπ προχώρησε τα ξημερώματα – ώρα Ελλάδας – στην επιβολή κυρώσεων στην Τουρκία για την σφαγή των Κούρδων, ζητώντας, παράλληλα, την «άμεση κατάπαυση του πυρός». 

Ads

Πρόκειται για μια τυπική προσέγγιση για τον Αμερικανό πρόεδρο, ο οποίος είναι έτοιμος να συζητήσει με τους πάντες, ακόμη και με τον εμβληματικό «κακό» για την Ουάσιγκτον, τον Κιμ Γιονγκ Ουν… με το δάχτυλο να βρίσκεται ταυτόχρονα στο κουμπί.

Παρόλ’ αυτά, η τακτική των ΗΠΑ έναντι της Συρίας γενικά, των Κούρδων ειδικότερα και των Τούρκων, ειδικότατα, παραμένει μυστήριο – ως προς τις προθέσεις και τους στόχους της – ακόμη και για το αμερικανικό πολιτικό σύστημα και τα ΜΜΕ. Διότι οι κυρώσεις έρχονται αφού η Τουρκία εισέβαλε στη Βόρεια Συρία μετά από το «πράσινο φως» που της άναψαν οι ίδιες οι ΗΠΑ, οι οποίες αποσύρουν, μάλιστα, τα στρατεύματά τους από την περιοχή. Ήταν μια εξέλιξη που πυροδότησε έντονη αντίδραση στο εσωτερικό των ΗΠΑ, ακόμη και από το Ρεπουμπλικανικό κόμμα, κατηγορώντας τον Τραμπ ότι εγκατέλειψε τους Κούρδους, συμμάχους των ΗΠΑ και θριαμβευτές επί του Ισλαμικού Κράτους. Μέχρι και οι Αμερικανοί πεζοναύτες εκφράζουν την προσωπική ντροπή τους.

Τώρα ο Τραμπ λέει ότι θα στείλει τον αντιπρόεδρό του, Μάικ Πενς και τον σύμβουλο εθνικής ασφάλειας, Ρόμπερτ Ο’ Μπράιαν στην Άγκυρα το συντομότερο δυνατόν σε μια προσπάθεια να αρχίσουν διαπραγματεύσεις. Ο Πενς δήλωσε ότι ο Τραμπ έχει μιλήσει απευθείας με τον πρόεδρο της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, ο οποίος υποσχέθηκε ότι δεν θα επιτεθεί στην συνοριακή πόλη Κομπάνι. Υπόσχεση που μένει να επιβεβαιωθεί στην πράξη, αφού η πόλη  – «πρωτεύουσα» του άτυπου  συριακού Κουρδιστάν αποτελεί στρατηγικό στόχο του τουρκικού στρατού.

Ads

«Ο πρόεδρος Τραμπ ανακοίνωσε με σαφήνεια ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής θέλουν η Τουρκία να σταματήσει την εισβολή, να εφαρμόσει άμεση κατάπαυση του πυρός και να αρχίσει διαπραγματεύσεις με τις κουρδικές δυνάμεις στη Συρία για να τερματιστεί η βία», δήλωσε «βαρύγδουπα» ο Πενς.

Οι κυρώσεις ισχύουν για άτομα, οντότητες ή συνεργάτες της τουρκικής κυβέρνησης που εμπλέκονται σε «ενέργειες που θέτουν σε κίνδυνο τους αμάχους ή οδηγούν στην περαιτέρω επιδείνωση της ειρήνης, της ασφάλειας και της σταθερότητας στη βορειοανατολική Συρία», δήλωσε ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Μάικ Πομπέο.

Απαριθμώνας τις κυρώσεις ο Τραμπ δήλωσε ότι σταματά τις διαπραγματεύσεις για μια εμπορική συμφωνία ύψους 100 δισεκατομμυρίων δολαρίων με την Τουρκία και την αύξηση των δασμών στον χάλυβα κατά 50%. Επέβαλε επίσης κυρώσεις σε τρεις ανώτερους Τούρκους αξιωματούχους και στα υπουργεία Αμύνης και Ενέργειας της Τουρκίας. Είχε προηγηθεί πρόσφατη δήλωσή του σύμφωνα με την οποία ήταν «πλήρως προετοιμασμένος να καταστρέψει άμεσα την οικονομία της Τουρκίας εάν οι Τούρκοι ηγέτες συνεχίσουν αυτή την επικίνδυνη και καταστροφική πορεία».

Ο Τράμπ δήλωσε ότι η στρατιωτική επίθεση της Τουρκίας θέτει «σε κίνδυνο τους πολίτες και απειλεί την ειρήνη, την ασφάλεια και τη σταθερότητα στην περιοχή».

Σύμφωνα με το αμερικανικό υπουργείο Οικονομικών, ο υπουργός Άμυνας της Τουρκίας, Χουλούσι Ακάρ, ο υπουργός Εσωτερικών, Σουλεϊμάν Σοϊλού, και ο υπουργός Ενέργειας, Φατά Ντονμέζ, τέθηκαν στη μαύρη λίστα κυρώσεων, παγώνοντας τα περιουσιακά τους στοιχεία στις Ηνωμένες Πολιτείες και απαγορεύοντας τις συναλλαγές τους με τις ΗΠΑ.

«Ήμουν απολύτως σαφής με τον Ερντογάν: Η δράση της Τουρκίας προκαλεί ανθρωπιστική κρίση και δημιουργεί προϋποθέσεις για πιθανά εγκλήματα πολέμου», πρόσθεσε ο Τράμπ στη δήλωσή του. «Η Τουρκία πρέπει να εξασφαλίσει την ασφάλεια των αμάχων, συμπεριλαμβανομένων των θρησκευτικών και εθνοτικών μειονοτήτων, και είναι τώρα, ή μπορεί να είναι στο μέλλον, υπεύθυνη για τη συνεχιζόμενη παρουσία των τρομοκρατών του ISIS στην περιοχή».
Ο υπουργός Οικονομικών Στίβεν Μνούχιν δήλωσε ότι οι κυρώσεις θα βλάψουν μια ήδη αδύναμη τουρκική οικονομία και ο Πενς προειδοποίησε ότι οι ΗΠΑ θα συνεχίσουν να κλιμακώνουν τις κυρώσεις, εκτός αν η Τουρκία θα «ήταν πρόθυμη να συμφωνήσει σε μια κατάπαυση του πυρός, να έρθει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων και να σταματήσει τη βία».

Η απόσυρση των αμερικανικών στρατευμάτων

Στο μεταξύ, τα αμερικανικά στρατεύματα εγκαταλείπουν τις θέσεις τους στη βόρεια Συρία και εκκενώσουν τις βάσεις τους από εξοπλισμό πριν από την πλήρη απόσυρση, δήλωσε αξιωματούχος  του Πενταγώνου υπό καθεστώς ανωνυμίας.

Πρόσθεσε ότι οι ΗΠΑ σταθμίζουν πιθανές μελλοντικές εκστρατείες για την αντιμετώπιση του ISIS, συμπεριλαμβανομένης της πιθανότητας συνδυασμού δυνάμεων αεροπορίας και ειδικών επιχειρησιακών δυνάμεων που εδρεύουν εκτός Συρίας, ίσως στο Ιράκ.

Ο Αμερικανός υπουργός Άμυνας Μαρκ Έσπερ δήλωσε την Κυριακή ότι η απόσυρση θα γίνει με προσοχή για να προστατευθούν τα στρατεύματα και να διασφαλιστεί ότι δεν έχει μείνει πίσω αμερικανικός εξοπλισμός. Αλλά αρνήθηκε να πει πόσο καιρό μπορεί να πάρει όλο αυτό. Πρόσθεσε ότι θα ζητήσει από τους συμμάχους στο ΝΑΤΟ να λάβουν «συλλογικά και ατομικά διπλωματικά και οικονομικά μέτρα για να ανταποκριθούν σε αυτές τις παράνομες τουρκικές ενέργειες».

Ο Μπουλέντ Αλιρέζα, διευθυντής του Τουρκικού Τμήματος του Κέντρου Στρατηγικών και Διεθνών Σπουδών στην Ουάσινγκτον, δήλωσε στο « Al Jazeera» ότι ήταν «σχεδόν ενοχλητικό» να παρακολουθεί κάποιος τις τελευταίες κινήσεις του Τράμπ και ότι το προγραμματισμένο ταξίδι του Πένς στην Άγκυρα θα ήταν μια «επικίνδυνη αποστολή». «Οι Τούρκοι θα αντιδράσουν με περιφρόνηση», είπε. «Είναι μια απόλυτη παρανόηση του τουρκικού ψυχισμού».

Στην Ουάσινγκτον, αυξάνεται η πολιτική πίεση στον Λευκό Οίκο να αναλάβει δράση για τη στρατιωτική επιχείρηση της Τουρκία. Ο αρχηγός των Ρεπουμπλικάνων στην Γερουσία, Μιτς Μακόνελ, συνήθως υποστηρικτής του Τραμπ, δήλωσε ότι «ανησυχεί σοβαρά» από τα γεγονότα στη Συρία και από την αντίδραση του Τραμπ μέχρι στιγμής. Η απόσυρση δυνάμεων των ΗΠΑ από τη Συρία «θα δημιουργούσε εκ νέου τις ίδιες συνθήκες που έχουμε εργαστεί σκληρά για να καταστρέψουμε και να προκαλέσουμε την αναζωπύρωση του ISIS», ανέφερε σε δήλωσή του. «Μια τέτοια απόσυρση θα δημιουργούσε επίσης ένα ευρύτερο κενό ισχύος στη Συρία το οποίο θα εκμεταλλευτεί το Ιράν και η Ρωσία, ένα καταστροφικό αποτέλεσμα για τα στρατηγικά συμφέροντα των Ηνωμένων Πολιτειών».

Ο Τραμπ επανέλαβε ότι θα αποσύρει τα υπόλοιπα αμερικανικά στρατεύματα από τη Συρία, εκτός από μια μικρή δύναμη στο νότιο τμήμα της χώρας, και δήλωσε ότι θα ανακατανεμηθούν σε άλλα μέρη της περιοχής για να παρακολουθήσουν την κατάσταση.

Μετά την ανακοίνωση των κυρώσεων του Τραμπ, η Νάνσι Πελόζι, η Δημοκρατική πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων, δήλωσε ότι η κίνηση για την Τουρκία είναι πολύ μικρή για να αναστρέψει την ανθρωπιστική καταστροφή.

Ο Ρεπουμπλικανός Λίντσεϊ Γκράχαμ, αντίθετα, δήλωσε ότι υποστηρίζει «σκληρά» τις κυρώσεις του Τραμπ, προσθέτοντας ότι σκοπεύει να τους δώσει «εύλογο χρόνο και χώρο για να επιτύχουν τους στόχους τους».

Ένας άλλος κορυφαίος Ρεπουμπλικανός, ωστόσο, ο Μάικ Μακόλ δήλωσε ότι οι κυρώσεις που ανακοινώθηκαν τη Δευτέρα ήταν ανεπαρκείς. «Εκτιμούμε τις σχεδιαζόμενες κυρώσεις της διοίκησης, αλλά δεν επαρκούν για να τιμωρήσουν την Τουρκία για τα εγκληματικά αδικήματα στη Συρία», ανέφερε σε δήλωσή του.

Ο Δημοκρατικός ηγέτης της Γερουσίας Τσακ Σάμερ και οι  Δημοκρατικοί γερουσιαστές Ρόμπερτ Μενεντέζ και Τζάκ Ρέιντ δήλωσαν ότι ο μόνος που μπορεί να «σταματήσει αμέσως αυτή την τραγωδία» είναι ο ίδιος ο πρόεδρος.

Η  Μάχη της Μανμπίζ

Στο μεταξύ, η συριακή τζιχαντιστική εμπροσθοφυλακή των τουρκικών δυνάμεων ξεκίνησαν μια επιχείρηση για να καταλάβουν τη στρατηγική πόλη του Μανμπίζ από τις κουρδικές δυνάμεις. Η κίνηση έγινε όταν τα στρατεύματα της συριακής κυβέρνησης άρχισαν να κινούνται προς τα σύνορα της χώρας με την Τουρκία μετά τη συμφωνία της Δαμασκού με τις Συριακές Δημοκρατικές Δυνάμεις (SDF) για να αντιμετωπίσουν τους εισβολείς, με μεσολαβητή για τη συμφωνία τους Ρώσους.

Η συμφωνία με τη συριακή κυβέρνηση σηματοδότησε μια σημαντική ανατροπή στην μέχρι σήμερα πολιτική των Κούρδων της Συρίας, μακρόχρονων συμμάχων των ΗΠΑ, και από πολλούς θεωρείται ότι σηματοδοτεί την έναρξη της εγγύτητας προς το Ιράν και τη Ρωσία, τους κύριους υποστηρικτές του Άσαντ.

Για το Al Jazeera, η επιστροφή των συριακών κυβερνητικών δυνάμεων στην περιοχή – όπου οι SDF θέλουν να δημιουργήσουν μια αυτόνομη ομοσπονδία – θα μπορούσε να οδηγήσει στην ολοκληρωτική επικράτηση της Δαμασκού σε όλη τη Συρία και να αυξήσει τον κίνδυνο μιας άμεσης αντιπαράθεσης με την Τουρκία. «Για πρώτη φορά μετά το 2013, η κυβέρνηση (της Συρίας) επιστρέφει στα βορειοανατολικά», μετέδωσε η ανταποκρίτρια του Al Jazeera από τα σύνορα με την Τουρκία και μάλιστα χωρίς να πέσει μια τουφεκιά.

Προς το παρόν ο Ερντογάν εμφανίζεται απρόθυμος να προχωρήσει σε ανοιχτό πόλεμο με τον συριακό κυβερνητικό στρατό, ο οποίος υποστηρίζεται από τη Ρωσία.

Πρόσθεσε, ωστόσο, ότι η επιχείρηση της Τουρκίας ενάντια στις κουρδικές δυνάμεις θα εντατικοποιηθεί, κατανονομάζοντας την Μανμπίζ ως τον επόμενο στόχο.