Τα δωμάτια στο Ινστιτούτο για τα Ορφανά «Αλ-Αμάλ» θα μπορούσαν να ανήκουν σε οποιοδήποτε παιδί, με τα αυτοκόλλητα του Ντόναλντ Ντακ να βρίσκονται κολλημένα στους τοίχους και τα παραγεμισμένα αρκουδάκια να στοιβάζονται σε σειρές πάνω σε στρωμένα σεντόνια. (Μετάφραση – Νοηματική απόδοση: Χρήστος Θ. Παναγόπουλος)

Ads

Ωστόσο η λάμψη δεν είναι παρά μια βιτρίνα: Τα παιδιά αυτά ζωγραφίζουν τον πόλεμο. Σκιτσογραφούν ρουκέτες και ισραηλινά μαχητικά τζετ, εικόνες από κόσμο να γίνεται κομμάτια, επειδή ακριβώς είναι αυτό που ξέρουν.

image

«Όποτε ακούω αεροπλάνα, φοβάμαι», λέει στο Al Jazeera η οκτάχρονη Αΐσα αλ-Σιμπάρι, διπλώνοντας τα πόδια της κάτω από ένα μαξιλαράκι σε ένα από τα δωμάτια του Ινστιτούτου Αλ-Αμάλ. «Έχασα το σπίτι μου κατά τη διάρκεια του πολέμου… Δεν θέλω να θυμάμαι το σπίτι μου», λέει η Αΐσα. «Μακάρι να πέθαινα, για να είμαι μαζί με τη μητέρα μου».

Ads

Η Αΐσα έφτασε στο Ινστιτούτο μερικά χρόνια πριν, όταν ο πατέρας της πέθανε από φυσιολογικά αίτια και ο αδερφός της σκοτώθηκε κατά τη διάρκεια μιας αεροπορικής επιδρομής των Ισραηλινών. Η μητέρα της δεν μπορούσε πλέον να νοιάζεται για όλα τα παιδιά.

image

Κατά τη διάρκεια του πολέμου το 2014, το ορφανοτροφείο έστειλε όλα τα παιδιά που φιλοξενούσε να ζήσουν με συγγενείς, για όσο οι κτιριακές εγκαταστάσεις θα παρέμεναν ανοικτές ως καταφύγιο για εκατοντάδες εκτοπισμένους κατοίκους της Γάζας. Η Αΐσα επέστρεψε στη γενέτειρά της για να ζήσει με τη μητέρα της, αλλά λίγο αργότερα και η μητέρα της σκοτώθηκε κατά τη διάρκεια ενός ισραηλινού βομβαρδισμού.

Σήμερα, η μητέρα της Αΐσα έρχεται μόνο στα όνειρά της. Φιλάει κι αγκαλιάζει το κοριτσάκι της και ύστερα εξαφανίζεται. Η Αΐσα ξυπνάει, λένε οι υπεύθυνοι του ορφανοτροφείου, και ζωγραφίζει ρουκέτες.

Η ιστορία της Αΐσα δεν είναι ασυνήθιστη στην πολιορκούμενη Λωρίδα της Γάζας, όπου μια ισραηλινή επίθεση διάρκειας 51 ημερών σκότωσε περισσότερους από 2.200 Παλαιστίνιους το προηγούμενο καλοκαίρι και τραυμάτισε χιλιάδες άλλους. Ο πόλεμος του 2014 δημιούργησε περισσότερα από 1.500 νέα ορφανά παιδιά, τα οποία προστέθηκαν σε δεκάδες χιλιάδες που ήδη ζουν στη Γάζα, λέει ο Αμπέντ Αλμαγέντ Αλκονταρί, πρόεδρος του Δ.Σ. του Ινστιτούτου Αλ-Αμάλ.

Το ορφανοτροφείο, το οποίο ιδρύθηκε πριν από περισσότερα από 60 χρόνια και παραμένει το μοναδικό κτίριο φιλοξενίας για τα ορφανά της Γάζα – αναλαμβάνει μόνον τα παιδιά που έχουν μεγαλύτερη ανάγκη. Δεν μπορεί να στεγάσει όλα τα ορφανά της πόλης.

image

«Κάποια ορφανά που ζουν εδώ, είδαν τις οικογένειές τους και τις μητέρες τους να πεθαίνουν μπροστά στα μάτια τους», υπογραμμίζει ο Αλκονταρί.
Ύστερα από τον πόλεμο του 2014, ο αριθμός των ορφανών που κατοικούν στο Αμάλ σχεδόν διπλασιάστηκε σε 150, ο μεγαλύτερος αριθμός στην ιστορία του ορφανοτροφείου, όπως σημειώνει το μέλος του ιδρύματος, Καμάλ Μεκμπίν. Αυτός ο αριθμός προβλέπεται να αυξηθεί ακόμη περισσότερο μέσα στο 2015.

Το Ινστιτούτο, το οποίο χρηματοδοτείται από ιδιωτικά κεφάλαια, ανακαινίζεται και επεκτείνεται προκειμένου να υποδεχθεί αυτή τη μαζική προσέλευση παιδιών, ενώ την ίδια στιγμή περισσότεροι από 50 εργαζόμενοι απασχολούνται νυχθημερόν, προκειμένου να παράσχουν τη μέγιστη δυνατή ανακούφιση στους νεαρούς κατοίκους του Αμάλ.

image

«Η ψυχολογική κατάσταση για ένα παιδί, που η οικογένειά του σκοτώθηκε, που πήγε να αγοράσει κάτι και γύρισε σπίτι, για να βρει την οικογένειά του νεκρή – αυτό είναι το χειρότερο που μπορεί να δει κανείς», εξηγεί ο Μεκμπίν, επισημαίνοντας ότι πολλά από τα ορφανά βρίσκονται αντιμέτωπα με σοβαρά ψυχολογικά προβλήματα αλλά και με άγχος, το οποίο είναι ικανό να τα οδηγήσει ακόμη και σε ψυχολογική κατάρρευση.

«Δεν κοιμούνται. Φοβούνται πάντα», λέει ο Μεκμπίν και προσθέτει: «Ξοδεύουμε όσο περισσότερο χρόνο μπορούμε μαζί τους, έτσι ώστε να μπορέσουν να τα βγάλουν πέρα».

Η 10χρονη, Ναγουάλ Γιασίν, ζεί στο Αμάλ από τον περασμένο Οκτώβριο. Προτού ο πατέρας της πεθάνει, λέει η ίδια, οι Ισραηλινοί κάλεσαν το θείο της, ο οποίος είναι μέλος της Χαμάς και έδωσε το τηλέφωνο στον πατέρα της. «Τι θέλετε από τον αδερφό μου;», ρώτησε ο πατέρας της, σύμφωνα με τα όσα διηγήθηκε η Ναγουάλ. «Όπου κι αν κρύβεις τον αδερφό σου, θα είμαστε πίσω του και θα τον σκοτώσουμε», απάντησε η φωνή από την άλλη πλευρά τη γραμμής.

«Ο πατέρας μου είπε στους Ισραηλινούς, ‘Θα έρθουμε στο Τελ Αβίβ και θα πατήσουμε επάνω στους λαιμούς σας’», διηγείται η Ναγουάλ, με μια αίσθηση περηφάνιας να φωτίζει για λίγο το άλλοτε βλοσυρό της βλέμμα. Στο σημείο αυτό, η διευθύντρια του ορφανοτροφείου, Ρεγουάιντα Κασάμπ, παρεμβαίνει με ήπιο τρόπο, για να εξηγήσει πως στην πραγματικότητα αυτό δεν συνέβη ποτέ: πρόκειται για μια φανταστική ιστορία που σκαρφίστηκε η μητέρα της Ναγουάλ, ώστε τα παιδιά της να θυμούνται τον πατέρα τους ως ήρωα. Πέθανε όταν τα θραύσματα ενός πυραύλου καρφώθηκαν στην καρδιά του. Κατά τη διάρκεια τη διακομιδής του στο νοσοκομείο, μια άλλη βόμβα έπληξε το ασθενοφόρο. Λίγο αργότερα, αναγνωρίστηκε μόνον από τη χαρακτηριστική κελεμπία που φορούσε.

Η Μανάλ Αμπού Ταϊέμα, 11 ετών, από το Χαν Γιουνίς, θυμάται επίσης χαρακτηριστικά το θάνατο του πατέρα της. Θυμάται να του φωνάζει: «Μην πλησιάζεις στα παράθυρα». Μερικές στιγμές αργότερα, δύο πύραυλοι έπληξαν το σπίτι τους.

«Ο πρώτο πύραυλος έπεσε πάνω στον ξάδερφό μου και τον έκανε κομμάτια. Ο δεύτερος χτύπησε τον πατέρα μου», λέει η Αμπού Ταϊέμα, με τρεμάμενη φωνή, με τους μορφασμούς της να θυμίζουν τους αντίστοιχους μιας πολύ μεγαλύτερης σε ηλικία γυναίκας. «Το κεφάλι του πατέρα μου άνοιξε στα δύο».

Καθώς μιλάει, σταυρώνει κατ’ επανάληψη τα χέρια της, μια κίνηση που μιμείται από τη μεγαλύτερη αδερφή της, η οποία κάθεται δίπλα και ακούει.

«Όποτε ακούω σειρήνες», ψελλίζει η Μανάλ, «κλαίω συνέχεια, γιατί άκουσα τόσες πολλές κατά τη διάρκεια του πολέμου…Νιώθω ασφαλής μέσα στο [ορφανοτροφείο] αλλά όχι στη Γάζα. Περιμένω πάντοτε ένα νέο πόλεμο».

Λίγο πιο κάτω σε έναν άλλο διάδρομο του ορφανοτροφείου, ο 14χρονος Γιουσέφ αλ-Σιμπάρι, σηκώνει το μπατζάκι από το παντελόνι του και δείχνει ένα άσχημο σημάδι από θραύσμα στον αστράγαλό του, το οποίο προκλήθηκε όταν οι Ισραηλινοί βομβάρδισαν ένα σχολείο του ΟΗΕ, όπου είχε καταλύσει μαζί με την οικογένειά του.

image

Η αδερφή του έχασε και τα δύο της πόδια κατά τη διάρκεια της επίθεσης και μεταφέρθηκε στην Τουρκία για νοσηλεία.

«Φοβάμαι όποτε τη βλέπω», λέει ο Γιουσέφ, μιλώντας με παύσεις και τραυλίζοντας. «Θυμάμαι τι συνέβη…».

Κάποια παιδιά στο Αμάλ χτίζουν πύργους και σπίτια με τουβλάκια Lego, λέει ο Κασάμπ, σε μια συμβολική ανάμνηση για τα σπίτια τους που καταστράφηκαν. Άλλα παιδιά εκπαιδεύονται με τον Μαχμούντ Έιντ, έναν 20χρονο καλλιτέχνη που είναι και ο ίδιος ορφανός από γονείς. Το ορφανοτροφείο διαθέτει μια αίθουσα αφιερωμένη στο έργο του Έιντ: χάρτες της Παλαιστίνης σκαλισμένοι σε ξύλο, πήλινα δοχεία, πίνακες με αφηρημένα τοπία και πρόσωπα φαντασμάτων.

Εδώ θα βρει κανείς και έργα των παιδιών, αλλά όχι τα πιο σκοτεινά τους έργα. Εδώ, το ορφανοτροφείο προβάλλει ήλιους και ιστιοφόρα, πολύχρωμες ζωγραφιές σε γυαλί. Είναι μια επιβεβαίωση ότι υπάρχει ακόμη λίγη λάμψη στις ζωές αυτών των παιδιών.

Χρόνο με το χρόνο, οι μνήμες των ορφανών παιδιών σχετικά με την οικογενειακή ζωή τους πριν τον πόλεμο φαντάζουν ολοένα και περισσότερο μακρινές, λέει ο Μεκμπίν, αλλά ουσιαστικά δεν φεύγουν ποτέ. «Κανένας δεν ξεχνάει, πόσω δε μάλλον το παιδί. Το παιδί δεν ξεχνάει ποτέ την οικογένειά του. [Όλοι οι Παλαιστίνιοι] θυμούνται ακόμα το 1948, όταν καταλήφθηκαν τα εδάφη μας. Οι Ισραηλινοί θέλουν να ξεχάσουμε. Δεν θα ξεχάσουμε ποτέ».