Ο πρόεδρος της Κολομβίας βραβεύθηκε με το Νόμπελ Ειρήνης, αλλά η συμφωνία ειρήνευσης που υποστήριζε απορρίφθηκε την προηγούμενη Κυριακή στο σχετικό δημοψήφισμα, παρά τα αντίθετα προγνωστικά.
 
Το 2016 είναι μία χρονιά που χαρακτηρίστηκε από δημοψηφίσματα διαφορετικής φύσης και σπουδαιότητας που πραγματοποιήθηκαν σε χώρες όπως η Ολλανδία, το Ηνωμένο Βασίλειο, η Ταϊλάνδη, η Ουγγαρία, η Κολομβία ή πρόκειται να πραγματοποιηθούν, όπως σε λίγο στην Ιταλία. 
 
Τα αποτελέσματα των δημοψηφισμάτων της Κυριακής 2 Οκτωβρίου, σχετικά με τους αιτούντες άσυλο στην Ουγγαρία (που ναι μεν ακυρώθηκε λόγω μικρής συμμετοχής, αλλά όσοι ψήφισαν τάχθηκαν μαζικά κατά του σχεδίου μετεγκατάστασης προσφύγων) και στην Κολομβία εγείρουν ερωτηματικά. Πρέπει άραγε να απαλλαγούμε από αυτό το εργαλείο άμεσης δημοκρατίας; Απαντά ο Yves Sintomer, καθηγητής πολιτικής επιστήμης στο Πανεπιστήμιο 8 του Παρισιού και συγγραφέας πολλών βιβλίων για την συμμετοχική δημοκρατία. 

Ads

Σήμερα έχουμε περισσότερα δημοψηφίσματα από ό,τι παλιότερα;

Ναι, σαφώς, υπάρχει μια ανερχόμενη τάση παγκοσμίως στον αριθμό των δημοψηφισμάτων. Πρέπει όμως να τα ξεχωρίσουμε. Υπάρχουν τα δημοψηφίσματα εκείνα, όπως της Κολομβίας όπου τίθεται άνωθεν ένα ερώτημα, στο οποίο οι πολίτες καλούνται να απαντήσουν και καταλήγει σε απόφαση. Υπάρχουν τα ανακλητικά δημοψηφίσματα,  μια διαδικασία που εκπορεύεται από την βάση, και που συζητείται  αυτόν τον καιρό στην Βενεζουέλα για τον πρόεδρο Μαδούρο, ώστε να εκπέσει από το αξίωμά του. Κι εκείνα που στην Γαλλία ονομάζουμε δημοψηφίσματα πρωτοβουλίας πολιτών ή στην Ελβετία λαϊκές πρωτοβουλίες, όπου μετά την συλλογή ορισμένου αριθμού υπογραφών από τους πολίτες ένα ζήτημα τίθεται σε ψηφοφορία. Είτε προσμετρήσουμε και τις τρεις περιπτώσεις μαζί είτε καθεμία ξεχωριστά, γεγονός είναι ότι παρατηρείται μια αύξηση του πλήθους των δημοψηφισμάτων.

Πώς το εξηγείτε αυτό;

Μέσα στο κύμα εκδημοκρατισμού ανά τον κόσμο, οι νέες δημοκρατικές χώρες συχνά υιοθέτησαν μηχανισμούς άμεσης δημοκρατίας, πέραν της αντιπροσωπευτικής. Στις δε χώρες με σχετική εμπειρία, υπήρξε αίτημα για περαιτέρω συμμετοχικότητα, όπως επί παραδείγματι στην Γερμανία μετά την πτώση του Τείχους.

Ads

Υπάρχει κάποια συσχέτιση μεταξύ της ανόδου των διαφόρων ειδών λαϊκισμού και του αυξανόμενου αριθμού δημοψηφισμάτων; 

Δεν νομίζω. Είμαι αρκετά επιφυλακτικός, ως προς την ταμπέλα λαϊκιστής, που χρησιμοποιείται πολύ ευρέως, για να μπορεί κανείς να χαρακτηρίσει με ασφάλεια κινήματα, που κατά τα άλλα δεν έχουν σχεδόν κανένα κοινό σημείο. Κάθε πολιτική απευθύνεται στο  συναίσθημα. Πάρτε για παράδειγμα την Ελβετία: εκεί, έχουμε ένα καθεστώς που δεν είναι αφ’εαυτού λαϊκιστικό ― μπορεί να υπάρχουν λαϊκιστές ηγέτες, δεν είναι όμως αυτό που καθιστά ένα καθεστώς λαϊκιστικό ― την στιγμή που το ήμισυ των ανά τον κόσμο δημοψηφισμάτων, μέχρι πριν από μερικά χρόνια, διεξαγόταν στην Ελβετία.

Ο «λαός» όμως, δεν ψηφίζει υπό το κράτος του συναισθήματος;

Ασφαλώς ο λαός δύναται να ψηφίζει συναισθηματικά. Ο λαός μπορεί να πλανηθεί. Το ίδιο όμως συμβαίνει και με τις πολιτικές ελίτ. Διότι δεν υπάρχουν από την μία πλευρά ελίτ που κατέχουν τον ορθό λόγο και από την άλλη λαοί που τελούν σε παραλογισμό. Στον ρου της ιστορίας οι πολιτικές ελίτ έσυραν ολόκληρες  χώρες σε εξαιρετικά παράλογες περιπέτειες. Ας πάρουμε για παράδειγμα τον Χίτλερ. Τον Μπλαίρ και τον Μπους στον δεύτερο πόλεμο του Κόλπου. Ναι, ο λαός μπορεί να κάνει λάθος. Αλλά και οι ελίτ.

Το δημοψήφισμα παραμένει άραγε ένα καλό εργαλείο άμεσης δημοκρατίας;

Ναι. Αν όμως συμβεί μόνο του, χωρίς να συνοδεύεται από έναν πιο σφαιρικό μετασχηματισμό του πολιτικού συστήματος, τότε ο κίνδυνος για κακή χρήση του δημοψηφίσματος είναι μεγαλύτερος. Στην Κολομβία η προσέλευση υπήρξε πολύ χαμηλή, πρόκειται όμως για το συνηθισμένο ποσοστό συμμετοχής στα δημοψηφίσματα που γίνονται στην χώρα. Όταν έχουμε μια δημοκρατία που σε όλες τις πτυχές της δυσλειτουργεί, δύσκολα θα πιστέψουμε ότι ένα και μόνο θεσμικό εργαλείο, έστω κι αν είναι θεμιτό, θα καταφέρει να μεταμορφώσει τα πάντα. Σήμερα, μια από τις καινοτόμες τάσεις στην Δυτική ακτή των Ηνωμένων Πολιτειών είναι η χρήση των επιτροπών πολιτών, που επιλέγονται με κλήρωση και οι οποίοι συζητούν κάτω από ομαλές συνθήκες, θέματα που έχουν τεθεί για δημοψήφισμα. Τα πορίσματα των εν λόγω επιτροπών αποστέλλονται στους  πολίτες πριν από την ψηφοφορία. Υπάρχουν σκέψεις για την βελτίωση αυτού του εργαλείου.

Το δημοψήφισμα αποτελεί λοιπόν εργαλείο  που απαιτεί  υποστηρικτικά μέσα;

Όπως και όλα τα εργαλεία. H διεξαγωγή εκλογών σε ένα σύστημα από κόμματα γκάνγκστερ, που το μόνο τους μέλημα είναι η λεηλασία του κράτους σε περίπτωση εκλογής τους, δεν πρόκειται να λύσει τα προβλήματα της χώρας. Ας δούμε το αναλογικό σύστημα : στην Ισπανία, τα κόμματα αδυνατούν να συμφωνήσουν για τον σχηματισμό κυβέρνησης. Στην Γερμανία αντιθέτως, το καταφέρνουν. Τούτο εξηγείται από το γεγονός ότι η αξία των θεσμικών μηχανισμών δεν είναι αυθύπαρκτη. Πρέπει να τους επανεντάξουμε σε ένα πλαίσιο. Στην Ουγγαρία παρατηρείται μια αυταρχική στροφή, που προέκυψε από τις εκλογές και από μια κοινωνία σε βαθιά κρίση. Το δημοψήφισμα δεν θα ανατρέψει τα πράγματα. Το αντίθετο θα εγγραφεί σε αυτήν την ευρύτερη τάση. 

Το όργανο «δημοψήφισμα» όμως, μπορεί να εκτραπεί…

Πράγματι, υπάρχουν πολλοί τρόποι να χειραγωγηθεί ένα δημοψήφισμα. Μέσω του ερωτήματος που τίθεται, μέσω της εκλογικής βάσης που θα ψηφίσει, μέσω της χρονικής στιγμής που αυτό θα διεξαχθεί ― αν τίθεται το ερώτημα σε μια συγκεκριμένη χρονική στιγμή, παρά σε μια άλλη, παίζει οπωσδήποτε ρόλο. Σε γενικές γραμμές, όταν η πρωτοβουλία εκπορεύεται άνωθεν, είναι πιο μεγάλες και οι πιθανότητες χειραγώγησης, διότι ο αποφασιστικός παράγων είναι ήδη στην εξουσία κι έχει την δυνατότητα να καθορίσει όλα τα παραπάνω. Τούτο δεν σημαίνει βέβαια, ότι κάθε δημοψήφισμα ισοδυναμεί με χειραγώγηση. Εκείνο της Κολομβίας δεν ήταν. Μπορούμε ίσως να θεωρήσουμε ότι εκείνο του Ορμπάν στην Ουγγαρία ήταν. 

Κάτω Χώρες, Ηνωμένο Βασίλειο, Ουγγαρία… Τα δημοψηφίσματα δεν ταιριάζουν με την Ευρωπαϊκή Ένωση. Μήπως υπάρχει ασυμβίβαστο μεταξύ δημοψηφισμάτων και υπερεθνικών ζητημάτων;

Για ακόμη μια φορά, ισχύει ό,τι και για τις εκλογές. Το δημοψήφισμα, όπως και οι εκλογές, ισχύει σε τοπική, εθνική κλίμακα. Όχι όμως στην διεθνή κλίμακα, όπου και έγκειται το ουσιώδες των προβλημάτων.

Δεν είναι άραγε, όπως στην Κολομβία, παράλογο να θέλει κανείς διεξαγωγή δημοψηφίσματος, ενώ οι πληγές παραμένουν ακόμη ανοικτές; 

Τι ακριβώς δημιουργεί πρόβλημα, το ιδιαίτερο πλαίσιο ή το εργαλείο γενικότερα; Όταν ο Ορμπάν κάνει δημοψήφισμα, τότε λένε ότι το εργαλείο είναι επικίνδυνο. Όταν όμως ο Ορμπάν εξελέγη, θα μπορούσαμε με την ίδια λογική να πούμε ότι και οι εκλογές αποτελούν επικίνδυνο εργαλείο, διότι καθώς βλέπετε οδηγούν έναν αυταρχικό άνθρωπο επικεφαλής του κράτους, μετασχηματίζοντας και το πολιτικό καθεστώς. Όπως και στην Τουρκία, με την επανεκλογή του Ερντογάν. Θα έπρεπε λοιπόν να καταργήσουμε τις εκλογές; Ξεχνούμε έτσι και όλες τις άλλες περιπτώσεις που τα δημοψηφίσματα διεξάγονται, ως επί το πλείστον, χωρίς να οδηγούν σε καταστροφές. Πρέπει ο συλλογισμός μας να είναι πιο σύνθετος.

Στην Κολομβία, έχουμε 60 % αποχή και 40 % συμμετοχή των ψηφοφόρων. Κάτι που ισχύει τόσο για το δημοψήφισμα, όσο και για τις εκλογές. Εκείνοι που συμμετέχουν, προέρχονται πολύ περισσότερο από την μεσαία τάξη, άτομα πιο σταθερά και αστικοποιημένα και από την άλλη πλευρά ένα μέρος πληθυσμού από πιο λαϊκά στρώματα, που εμπλέκονται σε δίκτυα πελατειακών σχέσεων. Δομικό χαρακτηριστικό στην πολιτικής της Κολομβίας. Εκεί, το δημοψήφισμα ήρθε αντιμέτωπο με το συναισθηματικό ζήτημα στο οποίο αναφέρεστε, αλλά και με την αθρόα κινητοποίηση των παραδοσιακών ελίτ της χώρας, που υποκινήθηκε από τον πρώην πρόεδρο Αλβάρο Ουρίμπε και που για πολύ καιρό αντιτάσσονταν σε κάθε ειρηνευτική διαδικασία, που θα έθιγε τα κοινωνικο-οικονομικά τους συμφέροντα. Τι είναι αυτό που δεν λειτούργησε, το δημοψήφισμα; Ή μήπως ένα πολιτικό σύστημα στο οποίο το 60 % του πληθυσμού δεν ψηφίζει και όπου όσοι ψηφίζουν, εκπροσωπούν είτε τους προνομιούχους είτε λαϊκά στρώματα που ελέγχονται ευρέως από πελατειακά δίκτυα; Και μόνο θέτοντας το ερώτημα, έχουμε την απάντηση.

Το να αμφισβητείται το εργαλείο που μας παρέχει το δημοψήφισμα θα σήμαινε ότι αμφισβητούνται και οι εκλογές…

Ναι, και όλα τα δημοκρατικά εργαλεία γενικότερα. Ας κάνουμε την σύγκριση: στην Ελβετία, ψηφίζουν τρεις φορές τον χρόνο και κάθε φορά για πέντε ή δέκα ερωτήματα. Αυτό μας κάνει τριάντα θέματα τον χρόνο, για τα οποία ο Ελβετός πολίτης καλείται να αποφανθεί, δίκην ετυμηγορίας. Μέγεθος τεράστιο. Έχει λοιπόν η Ελβετία πιο ανορθολογική πολιτική από την Γαλλία; Δεν νομίζω, αν κρίνουμε από τις οικονομικές της επιτυχίες.

Τελικά μήπως δεν πρέπει, όπως προτείνουν ορισμένοι, να σταματήσουμε να διοργανώνουμε δημοψηφίσματα;

Θα ήταν σαν να λέμε: «Πρέπει να σπάσουμε το θερμόμετρο», Μπορούμε και να το κάνουμε, αρκεί όμως αυτό για να εμποδισθεί η άνοδος ξενοφοβικών ή αυταρχικών ρευμάτων; Το αντίθετο, τα δημοψηφίσματα δείχνουν ότι υπάρχει πυρετός και ότι πρέπει να αλλάξουμε τα φάρμακα. 

Πηγή: Libération, Οκτώβριος 2016
Μετάφραση-επιμέλεια: Γεωργία Πρωτόγερου