Ο Μπράντλεϊ Μάνινγκ, πρώην αναλυτής πληροφοριών του αμερικανικού στρατού, που καταδικάστηκε σε κάθειρξη 35 ετών την Τετάρτη για τη μεγαλύτερη διαρροή απόρρητων αμερικανικών αρχείων -700.000 διαβαθμισμένοι φάκελοι, βίντεο και διπλωματικών εγγράφων- δήλωσε την Πέμπτη πως νιώθει γυναίκα και θέλει να ζήσει σαν γυναίκα με το όνομα Τσέλσι.

Ads

 
«Βρίσκομαι στη μετάβαση προς τη νέα φάση της ζωής μου, θέλω όλοι να γνωρίζουν τον πραγματικό εαυτό μου. Είμαι η Τσέλσι Μάνινγκ, είμαι μια γυναίκα», είπε ο 25χρονος μιλώντας σε εκπομπή του NBC.
 
«Με δεδομένο το πως αισθάνομαι, ήδη από την παιδική μου ηλικία, θέλω να αρχίσω ορμονοθεραπεία το συντομότερο δυνατό», δήλωσε σύμφωνα με το Reuters. «Θα ήθελα επίσης να ζητήσω από σήμερα να αναφέρονται σε μένα με το νέο μου όνομα και να χρησιμοποιούν για μένα θηλυκή αντωνυμία».
 
Ο Μάνινγκ, πρώην αναλυτής πληροφοριών, καταδικάσθηκε χθες Τετάρτη επειδή διέρρευσε στον ιστότοπο WikiLeaks περισσότερους από 700.000 διαβαθμισμένους φακέλους, βίντεο από το πεδίο της μάχης και διπλωματικά τηλεγραφήματα.
 
Εν τω μεταξύ ο δικηγόρος του Μάνινγκ, Ντέιβιντ Κουμπς, ανακοίνωσε πως από την ερχόμενη εβδομάδα ο πελάτης του αναμένεται να ζητήσει χάρη από τον πρόεδρο των ΗΠΑ Μπαράκ Ομπάμα.
 
«Θα καταθέσει σχετική αίτηση» ανέφερε, σημειώνοντας πως στόχος είναι να του αποδοθεί χάρη ή τουλάχιστον να μειωθεί η ποινή του. «Καταλαβαόνω πως οι ενέργειές μου παραβίασαν το νόμο. Λυπάμαι που οι πράξεις μου έβλαψαν τις ΗΠΑ. Ποτέ δεν είχα πρόθεση να πληγώσω κανέναν. Ήθελα μόνο να βοηθήσω τους ανθρώπους», σημειώνει σε δήλωσή του ο Μάνινγκ, την οποία διάβασε ο δικηγόρος του, σύμφωνα με το RT.
 
Όπως τονίζει στην ίδια δήλωση σε περίπτωση που η αίτησή του απορριφθεί «θα εκτίσω ολόκληρη την ποινή μου καθώς γνωρίζω πως μερικές φορές πρέπει να πληρώσει ένα βαρύ τίμημα για να ζήσεις σε μια ελεύθερη κοινωνία».
 
«Στο Ιράκ διαβάζοντας τις μυστικές στρατιωτικές αναφορές σε καθημερινή βάση άρχισα να αμφισβητώ για την ηθική των πράξεών μας», σημειώνει στη δήλωσή του και προσθέτει: «Καμιά σημαία δεν είναι τόσο μεγάλη για να καλύψει τα εγκλήματα σε βάρος αθώων ανθρώπων». «Κάθε φορά που σκοτώνουμε αθώους πολίτες επιλέγουμε να κρύψουμε τα εγκλήματά μας πίσω από το πέπλο της εθνικής ασφάλειας και των διαβαθμισμένων πληροφοριών ώστε να αποφευχθεί οποιαδήποτε δημόσια λογοδοσία».