Μία μικρή «παρέα» Αμερικανών πολυεκατομμυριούχων -μεταξύ αυτών και ο εκλεγμένος πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ- έχουν εξαπολύσει μία άνευ προηγουμένου νομική επίθεση εναντίον του Τύπου.

Ads

Όπως γράφει στους New York Times η Emily Bazelon, ο Tim O’Brien, συντάκτης του οικονομικού ρεπορτάζ στην ίδια εφημερίδα, εξέδωσε το 2005 το βιβλίο «TrumpNation: The Art of Being the Donald», στο οποίο παρουσίαζε στοιχεία σχετικά με το οικονομικό προφίλ του Τραμπ.

Το βιβλίο κατέληγε στο συμπέρασμα ότι η πραγματική αξία των ακινήτων του μεγιστάνα ήταν μεταξύ 150 και 250 εκατ. δολαρίων, αντί των 2 – 5 δις όπως ισχυριζόταν ο ίδιος ο Τραμπ ευκαιρίας δοθείσης. Ο Τραμπ μήνυσε τον δημοσιογράφο για συκοφαντική δυσφήμιση το 2006.

image

Ads

Η Warner Books, η εκδοτική εταιρεία του O’Brien -η μήνυση του Τραμπ ήταν κατά και των εκδοτών- προσέλαβε κορυφαίους δικηγόρους οι οποίοι κατάφεραν να φέρουν τον Τραμπ  σε απολογία. Ερωτηθείς για τα οικονομικά του, ο Τραμπ πιάστηκε να λέει ψέματα: Όσα ισχυριζόταν για την οικονομική του κατάσταση ήταν καθ’ υπερβολή μέχρι και 30 φορές πάνω από ό,τι ίσχυε στην πραγματικότητα. Η υπόθεση πέρασε από τέσσερις δικαστές και τελικά έκλεισε το 2009.

Η μήνυση του Τραμπ στον O’ Brien είναι μία τις συνολικά επτά μηνύσεις που ο Τραμπ και οι εταιρείες του  έχουν κάνει για συκοφαντική δυσφήμιση.

Ο Τραμπ κέρδισε μόνο μία φορά, όταν ο εναγόμενος δεν κατάφερε να εμφανιστεί στο δικαστήριο.

Αλλά, η τακτική που υιοθετεί δεν αφορά το τί λέει για τις επενδύσεις του. «Ξόδεψα κάνα δύο δολάρια σε νομικά έξοδα κι αυτοί ξόδεψαν πολύ περισσότερα» έλεγε στη Washington Post για το υπέρογκο ποσό που ξόδεψε στην υπόθεση O’Brien. «Ήθελα να κάνω τη ζωή του μίζερη και είμαι χαρούμενος γι αυτό» κόμπαζε.

image

Αλλά, ο Τραμπ έκανε λάθος: Η Warner Books ξόδεψε λιγότερα από ό,τι εκείνος και ο O’Brien απολύτως τίποτα.

Ο νόμος για συκοφαντική δυσφήμιση μπορεί να είναι όντως ένα εργαλείο εκδίκησης και γίνεται ανησυχητικό το γεγονός ότι οι εκατομμυριούχοι χρησιμοποιούν το αμερικανικό νομικό σύστημα ως όπλο εναντίον όποιου τους ασκεί κριτική.

Μόλις εγκατασταθεί στο Λευκό Οίκο, γράφει η Bazelon, ο Τραμπ θα έχει στη διάθεση του ένα ακόμη πιο διευρυμένο «οπλοστάσιο», και σύμφωνα με τα πεπραγμένα του -περισσότερο από ό, τι οι προκάτοχοί του- θα προσπαθήσει να το χρησιμοποιήσει κατά του Τύπου – όπως επίσης, θα προσπαθήσει να τον ελέγξει και να τον  καθυποτάξει.

image

Τα τελευταία χρόνια, ο Τραμπ έχει «συνασπιστεί» με τουλάχιστον δύο δισεκατομμυριούχους, εξίσου αποφασισμένους να εκμεταλλευτούν τις όποιες νομικές «ρωγμές»  για την προστασία του Τύπου. Τα μέλη της λέσχης αυτής είναι καινοτόμα. Έχουν καταθέσει αγωγές είτε για συκοφαντική δυσφήμηση, είτε με πρόσχημα την προστασία της ιδιωτικής τους ζωής.

Στην πραγματικότητα και πέρα από το πρόσχημα, στόχος είναι να τιμωρηθεί όποιος ασκεί κριτική, ακόμη και η ολοκληρωτική καταστροφή ενός μέσου ενημέρωσης.

Ο τρόπος αυτός χειραγώγησης του νόμου έρχεται σε μια δύσκολη στιγμή για τον Τύπο, ο οποίος έχει ήδη πληγεί τόσο από την πτώση των εσόδων όσο και από τη δυσπιστία των πολιτών. Μόνο το 40% των Αμερικανών- το χαμηλότερο τουλάχιστον από τη δεκαετία του 1990 – εμπιστεύεται τα ΜΜΕ, σύμφωνα με έρευνα της Gallup που πραγματοποιήθηκε τον Σεπτέμβριο του 2015.

Αυτή η έλλειψη εμπιστοσύνης ανατροφοδοτήθηκε κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας του Τραμπ.

Πρόσφατη έρευνα του Pew διαπίστωσε ότι μόνο οι μισοί από τους υποστηρικτές του Τραμπ θεωρούν ότι είναι σημαντικό σε μια ισχυρή δημοκρατία «οι ειδησεογραφικοί οργανισμοί να έχουν την ελευθερία να ασκούν κριτική στους ηγέτες».