Ο πρωθυπουργός της Ουγγαρίας από το 2010, Βίκτορ Όρμπαν, με πρόσχημα την αντιμετώπιση του κορονοϊού στη χώρα, αύξησε σημαντικά τις εξουσίες που κατέχει η κυβέρνηση του και ο ίδιος.

Ads

Πιο συγκεκριμένα, στις 30 Μαρτίου, το Ουγγρικό κοινοβούλιο ψήφισε νομοσχέδιο με βάση το οποίο διακόπτεται η λειτουργία του. Παράλληλα, το νομοσχέδιο δίνει στον Όρμπαν υπερεξουσίες, όπως η δυνατότητα να παραταθεί η κατάσταση εκτάκτου ανάγκης στη χώρα με πρωθυπουργικό διάταγμα, για όσο καιρό κρίνει ο πρωθυπουργός πως χρειάζεται. Επίσης, με βάση το ίδιο νομοσχέδιο, δημοσιογράφοι οι οποίοι θα διακινούν “ψευδείς ειδήσεις” (σύμφωνα πάντα με τα κριτήρια της κυβέρνησης) για το ζήτημα του κορονοϊού, θα τιμωρούνται μέχρι και με φυλάκιση πέντε ετών. 

«Ο Όρμπαν κυβερνά τους ανθρώπους εκμεταλλευόμενος τους φόβους τους»

Δεν ήταν όμως το ζήτημα του κορονοϊού, που διαφοροποίησε την πολιτική γραμμή του Όρμπαν. Αντιθέτως, ο κορονοϊός είναι μια ακόμη αφορμή, με βάση την οποία ο Όρμπαν βρήκε την ευκαιρία να αυξήσει τη δύναμη του, όπως συνεχώς κάνει, από το 2010. “Ο Όρμπαν είναι κάτι λιγότερο από δικτάτορας. Εκείνος και οι συνεργάτες του έχουν χειραγωγήσει το σύστημα  σε τέτοιο βαθμό που είναι σχεδόν αδύνατο να χάσουν, κάτι φυσικά που είναι ο στόχος τους. Κυβερνούν τους ανθρώπους εκμεταλλευόμενοι τους φόβους τους. Έτσι, δημιουργούν συνεχώς καινούρια “τέρατα”, τα οποία μπορεί να είναι οι πρόσφυγες, οι μουσουλμάνοι, ο George Soros, η Ευρωπαϊκή Ένωση και πάει λέγοντας”, δηλώνει ο 42χρονος Brian από τις Ηνωμένες Πολιτείες, ο οποίος βρίσκεται στη χώρα της Κεντρικής Ευρώπης τα τελευταία επτά χρόνια, όπου και εργάζεται ως αυτοαπασχολούμενος.

Ads

Η δήλωση του, φαίνεται να ταυτίζεται ακριβώς με όσα έγραφε ο συγγραφέας Yuval Noah Harrari (“Sapiens”), σε άρθρο του στους Financial Times πριν από τρεις εβδομάδες, σχετικά με τους κινδύνους που ελλοχεύουν στην “μετά-κορονοϊού” εποχή : “Τα προσωρινά μέτρα των κυβερνήσεων έχουν μια κακή συνήθεια να κρατούν περισσότερο από ότι οι καταστάσεις έκτακτης ανάγκης, ειδικά από την στιγμή που πάντα υπάρχει μια νέα έκτακτη κατάσταση στον ορίζοντα”. Τέτοιες “έκτακτες καταστάσεις” για τον Όρμπαν, υπήρξαν πολλές τα τελευταία δέκα χρόνια, καθώς συνεχώς έβρισκε καινούριους “εχθρούς”, τους οποίους συμπεριλάμβανε στη ρητορική του.

“Εχθροί”, όπως ο George Soros, οι Ρομά, η ΛΟΑΤΚΙ κοινότητα, το μιούζικαλ Billy Elliot, οι πανεπιστημιακοί ερευνητές σε θέματα φύλου, οι πλούσιοι Εβραίοι, οι πρόσφυγες, και φυσικά οι απλοί εργαζόμενοι  φαίνεται να “απειλούσαν” το κοινωνικοπολιτικό και πολιτιστικό status quo που επιθυμούσε  η κυβέρνηση Όρμπαν. Το αποτέλεσμα ήταν είτε η ρητορική μίσους εις βάρος τους, είτε νομοθεσίες που δυσχέραιναν τη θέση τους. Πιο συγκεκριμένα, όσον αφορά τους εργαζόμενους,  ο νόμος της κυβέρνησης Όρμπαν, σύμφωνα με τον οποίο οι εταιρείες έχουν τη δυνατότητα να απαιτούν από το προσωπικό τους 400 ώρες υπερωρίας τον χρόνο, είχε “σημαντικότατο αντίκτυπο στις ζωές ανθρώπων που γνωρίζω”, μας δηλώνει η Szandra. Όπως λοιπόν αναφέρει και ο Brian, “το FIDESZ είναι μια ομάδα ανθρώπων που απλά απευθύνεται στις πατριαρχικές, εθνικιστικές, αυταρχικές, μισογυνιστικές, ομοφοβικές και ρατσιστικές πτυχές της ουγγρικής κοινωνίας”. 

Η Ουγγαρία του Όρμπαν: Ευνοιοκρατία, ελεγχόμενα ΜΜΕ και εξαρτημένο δικαστικό σύστημα

Ασφαλώς, η συνεχής ρητορική φόβου προς οποιαδήποτε “απειλή” εκ μέρους του Όρμπαν και του κόμματος του, FIDESZ. δεν είναι το μόνο σφάλμα της σημερινής κυβέρνησης της Ουγγαρίας. “Πριν το 2010 πραγματικά υπήρχε ένας χαμός στη χώρα, ένα μπάχαλο. Θυμάμαι λοιπόν τότε που ο Όρμπαν είπε (πριν ακόμα εκλεγεί), ότι “πρέπει μόνο να νικήσουμε μια φορά, από εκεί και πέρα όμως (πρέπει να νικήσουμε) σωστά. Ακόμα λοιπόν και αν ο Όρμπαν κατακτήσει τον πλήρη έλεγχο, δε θα το κάνει με εμφανή τρόπο” αναφέρει η 21χρονη Szandra Talpai, που κατοικεί στην πόλη Szeged της νότιας Ουγγαρίας. Ο πρωθυπουργός της Ουγγαρίας λοιπόν επιθυμούσε από το 2010, να νικήσει “σωστά”. Αρχικά, προσπάθησε να φτάσει στον στόχο του, παρέχοντας ολοένα και περισσότερα δημόσια έργα σε κατασκευαστικές εταιρείες ανθρώπων που πρόσκεινται φιλικά σε αυτόν. Πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ο παιδικός φίλος του Όρμπαν, Λόριντς Μεζάρος. O Μεζάρος, που κατείχε μια μικρή εταιρεία εγκατάστασης φυσικού αερίου πριν την εκλογή του Όρμπαν, πλέον είναι δισεκατομμυριούχος, χάρις των συμβολαίων που λάμβανε από την κυβέρνηση  για τη πραγματοποίηση κατασκευαστικών έργων, που σε σημαντικό βαθμό αφορούσαν τη δημιουργία ποδοσφαιρικών εγκαταστάσεων, ύψους εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ.

Πέρα όμως από τα δημόσια έργα, ο Όρμπαν δε διστάζει να προβεί σε “αναδιανομή Γης”, η οποία ευνοεί τον στενό κύκλο των συνεργατών του.  Άνθρωποι, όπως ο Μεζάρος, κατέχουν πλέον μεγάλες εκτάσεις Γης στην ουγγρική ύπαιθρο, λαμβάνοντας παράλληλα τις ετήσιες γεωργικές επιδοτήσεις εκατομμυρίων ευρώ που παρέχονται από την Ευρωπαϊκή Ένωση. 

Δεν είναι όμως μόνο ο νεποτισμός που χαρακτηρίζει την κυβέρνηση Όρμπαν. Συγχρόνως, η εκμηδένιση της ανεξαρτησίας των ΜΜΕ εντός της Ουγγαρίας, φαίνεται να αποτελεί έναν από τους κύριους στόχους του FIDESZ. “Έχουμε ολοένα και λιγότερα ανεξάρτητα ΜΜΕ και ειδησεογραφικούς οργανισμούς, αυτό είναι πραγματικά ανησυχητικό και πραγματικά ελπίζω να μη χάσουμε και τα τελευταία που έχουν μείνει”, δηλώνει η Szandra σχετικά τη δημοσιογραφική πραγματικότητα στη χώρα των 9.7 εκατομμυρίων κατοίκων. Ο Όρμπαν, φαίνεται να ακολουθεί ακριβώς την ίδια στρατηγική και στο μιντιακό πεδίο. Έπρεπε, οι δικοί του άνθρωποι να κατέχουν τις εφημερίδες και τα κανάλια της χώρας. Όπερ και εγένετο. Όπως έγραφε το Reuters το 2018, “δεκάδες εφημερίδες και κανάλια άλλαξαν χέρια τα τελευταία χρόνια”. Τα χέρια αυτά, ήταν φιλικά προσκείμενα στον Όρμπαν. Το αποκορύφωμα βέβαια του ελέγχου των ΜΜΕ, ήρθε τον Νοέμβρη του 2018, όταν και δημιουργήθηκε το Central European Press and Media Foundation, ένα ίδρυμα, το οποίο ελέγχει παραπάνω από 400 Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης. Όλα αυτά τα ΜΜΕ είναι φιλικά προσκείμενα στον Όρμπαν και σύμφωνα με πρωθυπουργικό διάταγμα δεν υπόκεινται σε αυστηρό έλεγχο από το αντίστοιχο εθνικό συμβούλιο ραδιοτηλεόρασης της Ουγγαρίας. Το προαναφερθέν ίδρυμα διοικείται από τον Gabor Liszkay, ο οποίος διατηρεί στενές σχέσεις με τον Όρμπαν. 

Τέλος, ο Όρμπαν “όφειλε” να παρέμβει στη δικαιοσύνη, στην επιστήμη αλλά και στα πολιτιστικά θεάματα της χώρας. Αρχικά προέβη σε αλλαγές άρθρων του συντάγματος με στόχο να μειώσει την ανεξαρτησία των δικαστηρίων. Εν συνεχεία, ο στενός του φίλος Peter Polt, εκλέχθηκε ως γενικός εισαγγελέας του κράτους. Πριν από περίπου ενάμιση χρόνο, δημιουργήθηκε ένα καινούριο δικαστικό σώμα, το οποίο θα ήταν υπεύθυνο για υποθέσεις που αφορούν τις εκλογές, τις παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων και κατηγορίες για αστυνομική βία. Ασφαλώς, είναι πολύ πιθανό το δικαστικό σώμα αυτό να μη δημιουργήθηκε για την “ανεξαρτησία” του, αλλά για τον ακριβώς αντίθετο λόγο. Τέλος, η κυβέρνηση Όρμπαν προχώρησε σε δύο ακόμη ενδιαφέροντες νομοθετικές αποφάσεις. Η πρώτη αφορούσε τη λειτουργία του παλαιότερου ερευνητικού και επιστημονικού ιδρύματος της χώρας, το οποίο πλέον θα λειτουργεί υπό τον έλεγχο του Όρμπαν. Η δεύτερη αφορούσε, τον ορισμό των διευθυντών των θεατρικών σκηνών της Ουγγαρίας, από την κυβέρνηση της χώρας.

Ο Βίκτορ Όρμπαν λοιπόν, όπως έκανε και μέχρι σήμερα, είναι πιθανό να εκμεταλλευτεί την κατάσταση του κορονοϊού και κάθε “έκτακτη κατάσταση” από εδώ και πέρα, για να διευρύνει τη δύναμη του. Παρ’ όλα αυτά, δεν είναι ανάγκη να συμβεί κάτι τόσο κραυγαλέο εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης για να τεθεί θέμα αμφισβήτησης της δημοκρατίας εντός των ευρωπαϊκών συνόρων. Αρκεί κανείς να σκεφτεί τα βασικά συστατικά ενός δημοκρατικού πολιτεύματος.