Η Άνγκελα Μέρκελ είναι επικεφαλής της σημερινής κυβέρνησης συνασπισμού στο Βερολίνο εδώ και ένα χρόνο. Το τελευταίο διάστημα εκφράζονται εκτιμήσεις ότι δεν θα ολοκληρώσει την τέταρτη θητεία της. Αλλά, όπως σημειώνει το Spiegel, υπάρχουν περισσότερες ενδείξεις που υποδεικνύουν ότι θα παραμείνει στην εξουσία, αντί να παραιτηθεί.

Ads

Έχει γίνει κάτι σαν παιχνίδι τόσο στη Γερμανία όσο και στο εξωτερικό το να προβλεφθεί πόσο ακόμα θα παραμείνει στην εξουσία η καγκελάριος Μέρκελ. Πολλοί δεξιοί θα ήθελαν να την δουν να φεύγει. Πολλοί από τα αριστερά έχουν κουραστεί από την ηγεσία της. Ακόμα και από το κόμμα της, την Χριστιανοδημοκρατική Ένωση (CDU), και ειδικά στο αδελφό κόμμα της Βαυαρίας, της Χριστιανικής Κοινωνικής Ένωσης (CSU) δέχθηκε πιέσεις να παραιτηθεί.

Αλλά θα το κάνει; Την πρώτη επέτειο από το σχηματισμό της σημερινής κυβέρνησης σε συνεργασία με τους Σοσιαλδημοκράτες (SPD), γνωστή και ως ο «μεγάλος συνασπισμός», το Spiegel παραθέτει τα στοιχήματα για τον πιθανό χρόνο… μιας μάλλον απίθανης παραίτησης:

  • Πριν από τις εκλογές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στα τέλη Μαΐου.
  • Πριν από τις εκλογές στο Βρανδεμβούργο και τη Σαξονία στις αρχές Σεπτεμβρίου.
  • Στο τέλος του χρόνου.

Υπάρχει όμως και τέταρτο ενδεχόμενο που φαίνεται όλο και πιο πιθανό: Να παραμείνει καγκελάριος μέχρι το 2020 και πιθανώς το 2021.

Ads

Είναι σαφές ότι δεν πρόκειται να διεκδικήσει νέα θητεία στις εκλογές του 2021. Στα τέλη του περασμένου Οκτωβρίου, αμέσως μετά την ανακοίνωση ότι αποχώρησε από επικεφαλής του CDU, η Μέρκελ δήλωσε: «Η τέταρτη θητεία θα είναι η τελευταία μου ως καγκελαρίου της Γερμανίας».

Αλλά αρνήθηκε να πει αν θα υπηρετούσε αυτή την τέταρτη θητεία μέχρι το τέλος. Και υπάρχουν πολλοί παράγοντες που τροφοδοτούν την εικασία ότι δεν θα το κάνει.

Πρώτον, η σημερινή κυβέρνηση της Μέρκελ δεν είναι δημοφιλής και ακόμη και τα εμπλεκόμενα μέρη – το CDU, το CSU και το SPD – δεν είναι ιδιαίτερα ευτυχισμένα με αυτήν. Κανείς δεν έχει τη διάθεση να γιορτάσει την πρώτη επέτειο αυτή την εβδομάδα και πολλοί στο CDU και στο CSU εξακολουθούν να είναι δυσαρεστημένοι για το γεγονός ότι οι προσπάθειες σχηματισμού κυβέρνησης συνασπισμού με τους Πράσινους και το φιλικό προς τις επιχειρήσεις FDP ήταν ανεπιτυχείς. Το SPD, στο μεταξύ, βυθίζεται στην ανυποληψία, την αυτο-αμφισβήτηση και μοιάζει να είναι με το ένα πόδι στην αντιπολίτευση.

Δεύτερον, η Μέρκελ παρέδωσε τον έλεγχο του CDU στα τέλη του περασμένου χρόνου στην διάδοχό της, Άνεγκρετ Κραμπ-Κάρενμπαουερ. Θα είναι πιθανότατα υποψήφια για την καγκελαρία από το συντηρητικό στρατόπεδο στις επόμενες γενικές εκλογές και θα ήταν χρήσιμο γι’ αυτήν αν μπορούσε να μπει στην προεκλογική εκστρατεία με ηγετικό «αέρα».

Υπάρχουν φυσικά πάντα και οι αντίπαλοι της Μέρκελ στις τάξεις του CDU και του CSU, οι οποίοι δεν μπορούν να περιμένουν την ημέρα που δεν θα είναι πια καγκελάριος.

Κι όμως, σημειώνει το δημοσίευμα, μια νηφάλια ανάλυση δείχνει ότι η Μέρκελ θα παραμείνει στην καγκελαρία για πολύ περισσότερο από ό,τι πιστεύουν πολλοί.

Η Μέρκελ είναι απίθανο να αποχωρήσει

Σίγουρα δεν έχει κουραστεί από αυτή τη θέση, όπως μπορεί να επιβεβαιώσει όποιος την έχει ζήσει από κοντά. Ακόμα κι αν φαινόταν να έχει χάσει το «άστρο» της πέρυσι και να έχει «ξεμείνει» από δυνάμεις, το ότι έφυγε από την ηγεσία του κόμματος φαίνεται να της έχει δώσει νέα ζωή.

Επιπλέον, όπως σημειώνει το δημοσίευμα, ανεξάρτητα από το πόσο η καγκελάριος θα ήθελε να βοηθήσει τη μετάβαση της Κάρενμπαουερ στην καγκελαρία κάποια στιγμή, σίγουρα δεν πρόκειται να πετάξει τις πολιτικές αρχές από το πλοίο για να το κάνει. Και μία από αυτές τις αρχές, όπως η ίδια λέει συχνά, είναι η πεποίθηση, ότι η καγκελαρία δεν είναι το είδος της θέσης από το οποίο μπορείτε απλά να παραιτηθείτε.

Όπως έχουν επισημάνει πολλοί, αν συνέβαινε κάτι τέτοιο, δεν θα ήταν η πρώτη φορά. Τόσο ο Κόνραντ Αντενάουερ όσο και ο Λούντβιγκ ´Ερχαρντ –  και οι δύο από το CDU – παραιτήθηκαν από την καγκελαρία. Αλλά οι παραιτήσεις τους έλαβαν χώρα υπό τελείως διαφορετικές συνθήκες. Ο Αντενάουερ εξαναγκάστηκε το 1963 σε παραίτηση, τόσο από το δικό του κόμμα, όσο και από το FDP με το οποίο σχημάτιζε την κυβέρνηση συνασπισμού, ως συνέπεια του χειρισμού της λεγόμενης «υπόθεσης Spiegel»*.

Ο δε ´Ερχαρντ απέτυχε να περάσει το σχέδιο προϋπολογισμού του το 1966, οδηγώντας το FDP στο να εγκαταλείψει τον κυβερνητικό συνασπισμό, προκαλώντς την παραίτηση του ´Ερχαρντ.

Η κυβέρνηση της Μέρκελ, αντίθετα, παραμένει άθικτη. Ακόμη και οι πιέσεις να συνταξιοδοτηθεί προέρχονται από το δικό της συντηρητικό στρατόπεδο. Το SPD, εξάλλου, δεν έχει τίποτα να κερδίσει και πιθανότατα πολλά να χάσει από τις νέες εκλογές.

Το CDU και το CSU επίσης δεν θα προχωρούσαν σε προτροπές αποχώρησης προς την καγκελάριο, λαμβάνοντας υπόψη την υψηλή δημοτικότητά της. Πράγματι, πρόσφατη δηοσκόπηση της Forsa δείχνει ότι τα δύο τρίτα των Γερμανών θέλουν να τη δουν να παραμένει στην εξουσία μέχρι το τέλος της θητείας της. Ανάλογη είναι και η διεθνής δημοτικότητά της.

Η ιδέα ότι η Μέρκελ μπορεί να παραιτηθεί για χάρη της Κάρενμπαουερ είναι επίσης πολύ απίθανο. Θα χρειαζόταν μια σοβαρή και μη διαχειρίσιμη κρίση εντός του κυβερνητικού συνασπισμού, για να καταστήσουν αδύνατη τη συνέχιση της θητείας της Μέρκελ. Και όσο το SPD προτιμά να συνεχίσει να κυβερνάει μαζί με τη Μέρκελ, αυτό δεν θα συμβεί.

Το πιο πιθανό σενάριο για μια πρόωρη αποχώρηση της Μέρκελ θα ήταν εάν το SPD αποφάσιζε κάποια στιγμή να διαλύσει τη σημερινή κυβέρνηση. Και αυτό το σενάριο θα μπορούσε να γίνει πραγματικότητα εάν οι Σοσιαλδημοκράτες εμφανίσουν ιδιαίτερα άσχημες επιδόσεις στις ευρωεκλογές και στις εθνικές εκλογές και αποφασίζουν να ανανεώσουν την δημοτικότητά τους ως αντιπολίτευση.

Η συμφωνία για τον συνασπισμό προβλέπει μια αξιολόγηση της προόδου της κυβέρνησης κατά τη μέση της νομοθετικής περιόδου, η οποία θα είναι αυτό το Φθινόπωρο. Ένα μέρος του SPD εκλαμβάνει αυτό τον όρο ως μια πιθανή «πόρτα εξόδου» από την κυβέρνηση.

Αν το SPD εγκαταλείψει τότε τον συνασπισμό και η Μέρκελ αποφασίσει ότι δεν θέλει να συνεχίσει να ηγείται κυβέρνησης μειοψηφίας, θα πρέπει να υποβάλει την παραίτησή της. Σε αυτό το σημείο, ο Κάρενμπάουερ θα μπορούσε να προσπαθήσει να εκλεγεί καγκελάριος με ψήφους από το CDU, το CSU, το FDP και τους Πράσινους.

Το ερώτημα είναι κατά πόσον οι Πράσινοι, οι οποίοι σήμερα εμφανίζουν διπλάσια ποσοστά στις δημοσκοπήσεις από το FDP, θα συμφωνούσαν να συγκυβερνήσουν με αυτό. Αλλά και το FDP, με το οποίο η Μέρκελ απέτυχε ήδη να σχηματίσει κυβέρνηση το 2017, θα πρέπει επίσης να πειστεί. Διαφορετικά, θα χρειαστεί να γίνουν νέες εκλογές.

Ή όλα, καταλήγει σκωπτικά το Spiegel, θα μπορούσαν απλώς να παραμείνουν όπως είναι, με τη Μέρκελ να παραμένει καγκελάριος μέχρι το 2021.

*To 1962 η αστυνομία εισέβαλε στην έδρα του SPIEGEL στο Αμβούργο και συνέλαβε μερικούς από τους κορυφαίους δημοσιογράφους του περιοδικού. Η υπόθεση, η οποία σημάδεψε τη μεταπολεμική Γερμανία, θα οδηγούσε στην κατάρρευση της κυβέρνησης.