Έντονες αντιδράσεις έχει προκαλέσει η δημοσιοποίηση του νομοσχεδίου  που προωθεί η κυβέρνηση Μητσοτάκη αναφορικά με το προσφυγικό και οι οποίες ευθέως παραπέμπουν σε ευρωπαϊκά αντιπαραδείγματα, με πιο χαρακτηριστικά εκείνα του Ματέο Σαλβίνι στην Ιταλία αλλά και του Βίκτορ Όρμπαν στην Ουγγαρία.

Ads

Κι αυτό γιατί οι βασικές διατάξεις φαίνεται πως έχουν ως στόχο να καταστήσουν πρακτικά αδύνατη την παροχή ασύλου για πολλούς πρόσφυγες, αλλά και να τους κάνουν «το βίο αβίωτο» για το διάστημα της παραμονής τους στη χώρα μας.

Ανθρωπιστικές και μεταναστευτικές οργανώσεις «κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου» αναφορικά τόσο με την κλιμακούμενη σκλήρυνση της στάσης του κράτους έναντι προσφύγων και μεταναστών όσο και με το μήνυμα που θα δώσει κάτι τέτοιο στις τοπικές κοινωνίες, πυροδοτώντας ακόμη περισσότερο το ήδη τεταμένο κλίμα που ενυπάρχει σε διάφορες περιοχές.

Η αλλαγή της ρητορικής, η στρατηγική της έντασης κι οι κίνδυνοι μετάδοσης στις τοπικές κοινωνίες

Ads

Για «συνολικά εξαιρετικά προβληματική προσέγγιση» κάνει λόγο μιλώντας στο Tvxs.gr ο πρώην Πρόεδρος της Εθνικής Επιτροπής για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου και πρώην γενικός γραμματέας Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, Κωστής Παπαϊωάννου, επισημαίνοντας: «Το πρώτο προβληματικό στοιχείο έχει να κάνει με το γεγονός και μόνο ότι αλλάζει άρδην η επίσημη ρητορική, δηλαδή πως δε μιλάμε πλέον για προσφυγικό, αλλά κατά βάση για μεταναστευτικό. Και μάλιστα αυτό επιχειρείται χωρίς να επιβεβαιώνεται από τους επίσημους αριθμούς. Είναι χαρακτηριστικό πως σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της Ύπατης Αρμοστείας, πάνω από το 70% όσων φτάνουν στη χώρα μας εξακολουθούν να προέρχονται από είτε από εμπόλεμες χώρες είτε από χώρες με προβληματικό καθεστώς, κάτι που σημαίνει ότι εξακολουθούν να εμπίπτουν στο προσφυγικό προφίλ».

«Εξίσου προβληματική είναι η πρόβλεψη για δημιουργία κλειστών κέντρων για όσους αποφασιστεί ότι δε δικαιούνται άσυλο. Κάτι τέτοιο υποδηλώνει τιμωρητική διάθεση απέναντι σε ανθρώπους απέναντι στους οποίους οφείλουμε τουλάχιστον να σεβαστούμε στοιχειωδώς τα δικαιώματά τους» σημειώνει παράλληλα ο κος Παπαϊωάννου.

Αναφορικά με την κατάρτιση λίστας «ασφαλών χωρών», χωρίς διευκρινίσεις για τα κριτήρια επιλογής, ο πρώην γενικός γραμματέας Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων τονίζει ότι «επιβεβαιωνόμαστε όσοι διαφωνούσαμε με τη συμφωνία Τουρκίας-ΕΕ πριν από λίγα χρόνια», υπενθυμίζοντας πως και ο ίδιος είχε διαχωρίσει τη θέση του πάνω στο ζήτημα. «Είναι μεγάλη συζήτηση τι σημαίνει ασφαλής χώρα, σε κάθε περίπτωση όμως το να κρίνεται η τύχη μια αίτησης ασύλου από τη χώρα προέλευσης του αιτούντος ξανοιχτά αντιβαίνει στις προβλέψεις Συνθήκη της Γενεύης. Κι αυτό για τη εξέταση της κάθε αίτησης οφείλει να γίνεται εξατομικευμένα κι όχι να κατηγοριοποιείται βάσει κάποιων επιμέρους χαρακτηριστικών του αιτούντος» αναφέρει ο κος Παπαϊωάννου.

Σε ερώτηση σχετικά με την προβλεπόμενη διάταξη περί «αντιδραστικών στοιχείων», που θα εξαιρούνται αυτομάτως από τη διαδικασία ασύλου, ο  πρώην Πρόεδρος της Εθνικής Επιτροπής για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου απαντάει: «Πρέπει να δούμε ακριβώς τι θα αναφέρει μια τέτοια διάταξη, υποθέτω πως θα έχει να κάνει με όσους δεν επιθυμούν την ένταξη τους σε δομές φιλοξενίας ή σε άλλες προβλεπόμενες διαδικασίες. Από την άλλη, και μόνο η ιδέα πως θα πούμε σε κάποιον πως δε δικαιούται ασύλου επειδή μας φαίνεται δύστροπος ή επειδή αντιδράει όταν ζει επί ένα χρόνο υπό άθλιες συνθήκες με τα παιδιά του, μάλλον δε χωρά σε σοβαρή κριτική».

«Συνολικά πάντως είναι σαφές πως -όπως ήταν αναμενόμενο- η κυβέρνηση προσκρούει πάνω στη σκληρή πραγματικότητα του προσφυγικού. Ενδεχομένως μάλιστα να είναι καλό ότι αυτό συμβαίνει τόσο νωρίς. Για να αντιμετωπίσει όμως την εν λόγω σκληρή πραγματικότητα, επενδύει στη στρατηγική της έντασης. Κάτι τέτοιο όμως δε θα βοηθήσει σε επίπεδο τοπικών κοινωνιών. Με άλλα λόγια, φτιάχνοντας κλίμα έντασης στη Λέσβο, πιθανότατα θα έχει αύριο πρόβλημα σε περιοχές όπως της Θεσσαλίας ή της Κεντρικής Μακεδονίας αναφορικά με το ενδεχόμενο υποδοχής προσφύγων» επισημαίνει ο κος Παπαϊωάννου.

Την ίδια στιγμή μάλιστα ο πρώην γενικός γραμματέας Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων επισημαίνει τους σοβαρούς κινδύνους που απορρέουν από την κλιμάκωση της ρητορικής σε πολιτικό επίπεδο αλλά και από διάφορα ΜΜΕ. «Έχει αποδειχτεί άλλωστε πως η ρητορική για “εισβολή” μεταναστών, κάτι που ακούμε  από διάφορους πολιτικούς κι εκπροσώπους της τοπικής αυτοδιοίκησης το τελευταίο διάστημα, δεν είναι άμοιρη ευθυνών σε ότι αφορά την αύξηση της ρατσιστικής βίας» σημειώνει με νόημα.   

«Γεννώνται εύλογες απορίες κι ανησυχίες»

Για προωθούμενες ρυθμίσεις, οι οποίες «προκαλούνε εύλογες απορίες κι ανησυχίες» κάνει λόγο από τη μεριά της η εκπρόσωπος του Ελληνικού Τμήματος της Ύπατης Αρμοστείας για τους Πρόσφυγες, Στέλλα Νάνου, η οποία εκφράζει αμφιβολίες για την ορθότητα της απόφασης  της κυβέρνησης να μετατρέψει το προσφυγικό ζήτημα σε μεταναστευτικό. «Ακόμη και τα πιο πρόσφατα στοιχεία που διαθέτουμε από τις ελληνικές αρχές καταδεικνύουν πως η συντριπτική πλειοψηφία όσο καταφθάνουν, εμπίπτουν σε καθεστώς πρόσφυγα, καθώς προέρχονται από χώρες όπως η Συρία, το Αφγανιστάν κλπ».

Παράλληλα, επιφυλάσσεται να τοποθετηθεί συνολικά όταν δημοσιευτεί το πλήρες κείμενο του σχεδίου νόμου, επισημαίνοντας πως πρέπει να τηρούνται τρεις βασικές προϋποθέσεις: Να υπάρχει σεβασμός στις προβλέψεις του διεθνούς δικαίου, να πληροί τις εγγυήσεις για την ασφάλεια των αιτούντων άσυλο και η διασφάλιση μιας δίκαιης κι αποτελεσματικής διαδικασίας ασύλου.