Ο «παππούς» της Εύας Καϊλή – που τελικά δεν ήταν ο παππούς της αλλά ο πρώτος άντρας της γιαγιάς της – και ο οποίος, σύμφωνα με την ίδια δολοφονήθηκε από εγκληματίες – κομμουνιστές, έχασε πράγματι τη ζωή του, αλλά στην Κατοχή, από άνθρωπο που είχε καλές σχέσεις με τις κατοχικές αρχές σε ένα έγκλημα ερωτικού πάθους που είχε αντικείμενο τη γιαγιά της. 

Ads

Αυτό αναφέρει δημοσίευμα της εφημερίδας Documento, που όπως γράφει, έκανε έρευνα στα χωριά Κωνσταντία Πέλλας και Αλεξάνδρεια Ημαθίας, όπου έζησε η γιαγιά Καϊλή. 

Σύμφωνα με την εφημερίδα, τα στοιχεία από τρεις διαφορετικές πηγές συνθέτουν μια άλλη ιστορία. Κατά την περίοδο της Κατοχής (δυο από τις πηγές λένε ότι πρόκειται για το 1943), η γιαγιά της Καϊλή, γνωστή εκείνη την εποχή με το παρατσούκλι «Αμπατζίλη», έγινε πρωταγωνίστρια μιας σκληρής ιστορίας γεμάτης αίμα και πάθος. 

Ο σύζυγός της Γιάννης Μπλακαλίδης, ενώ επέστρεφε από τη Θεσσαλονίκη με παρέα, δολοφονήθηκε στον ύπνο του με μαχαίρι που χρησιμοποιούσαν στα καπνοχώραφα, κοντά στο χωριό Θεοδωράκι Πέλλας. Δράστης ήταν ο Στάθης Κωνσταντινίδης, γνωστός με το παρατσούκλι «Στατίκ», που είχε τη φήμη μαχαιροβγάλτη και καβγατζή, ο οποίος είχε καλές σχέσεις με τις αρχές της Κατοχής. Ο Στατίκ, όπως έγινε γνωστό, δολοφόνησε και τον φίλο του Μπακαλίδη, καθώς ξύπνησε κι έγινε μάρτυρας στο φονικό. 

Ads

Ο Στατίκ συνελήφθη κι έγινε γνωστό ότι σκότωσε τους άτυχους άντρες από ζήλια γιατί ήταν ερωτευμένος με την γιαγιά της Καϊλή. Σύμφωνα με φήμες στο χωριό την εποχή εκείνη, εμπλοκή στο φονικό ίσως είχαν και συγγενικά πρόσωπα που ώθησαν τον Στατίκ στον φόνο για να εξασφαλίσουν δικά τους συμφέροντα. Ο Στατίκ καταδικάστηκε σε ισόβια αλλά δεν εξέτισε την ποινή του, πράγμα στο οποίο φαίνεται ότι βοήθησαν οι αρχές της Κατοχής, σύμφωνα με την Documento

Η εφημερίδα απευθύνθηκε και στην Εύα Καϊλή για να απαντήσει, αν γνώριζε την αληθινή ιστορία του «παππού» ή αν ενδεχομένως έπεσε θύμα ψευδών διηγήσεων. Εκείνη απάντησε: 

«Υπήρχε πόλεμος. Τον μαχαίρωσε ένας που δήλωνε κομμουνιστής την ώρα που επιχειρούσε να εισβάλλει στο σπίτι που ήταν η γιαγιά, η προγιαγιά και οι δυο μικρές. Μετά επειδή φοβόντουσαν από επιθέσεις μόνες γυναίκες, όπως έγραψα άλλωστε, κοιμόντουσαν ακόμη κι έξω από το σπίτι. Ώσπου εγκατέλειψαν από φόβο και κατέφυγαν στους Αμπελόκηπους Θεσσαλονίκης. 

» Η γιαγιά μου ήταν μια καταπληκτική γυναίκα. Πραγματικά λυπάμαι που αντί να αναδειχτεί η σκληρότητα ενός πολέμου, μείναμε στο αν ονομάζεται ή όχι παππούς ο πατέρας των δυο θείων μου. Όσο για τα περί αντικομμουνισμού, η οικογένεια του παππού του πατέρα μου ήταν κομμουνιστές. Η εθνική συμφιλίωση έγινε πράξη στην οικογένειά μας. Αυτό γιατί δεν είναι ενδιαφέρον;». 

Αφού η αριθμητική διέψευσε τόσο το γεγονός ότι μιλούσε για τον παππού της, όσο και το γεγονός ότι η όποια ιστορία έλαβε χώρα στον εμφύλιο, έγινε ακόμη ένα βήμα. Από τον κομμουνιστή – εγκληματία, φτάσαμε στον «ένα που δήλωνε κομμουνιστής», αλλά μάλλον ήταν φίλος των κατοχικών αρχών – ερωτικός αντίζηλος του πρώτου άντρα της γιαγιάς.