«Ένα αρχαίο σπαθί κόβει τη σάρκα μου  και η ψυχή μου τεντώνεται και με κάνει να ριχτώ στον άλλο μου εαυτό»

Ads

 
Παράξενο πράγμα η πουτάνα η ζωή. Διδάσκει μέσα από ψίθυρους, αβίαστα, σιωπηρά, με αδιόρατες πράξεις που σταλάζουν στη μνήμη της γης.
 
Αγνοεί η διδαχή αυτή τα παραμύθια που φτιάνουν οι άνθρωποι για να βολέψουν τη μικρότητα τους.
 
Κάποια στιγμή, αυτή, η πουτάνα η ζωή, γυρίζει τη ματιά της πάνω σου και σε κοιτά βαθιά , μπορεί και να μειδιά ελαφρά καθώς ξέρει πως ήρθε η ώρα σου να αποφασίσεις οριστικά για το πώς θα πορευθείς.
 
Αρκετά χρόνια πριν,  μια τουρκοκύπρια μαμμού (μαμή) η Ραζιέ,  μια μέρα κρύα του Δεκέμβρη του 1956 σε ένα στάβλο  έφερνε στο φως  τον  φίλο μου τον Τάκη .
Λίγο αργότερα το 1959, μια άλλη μαμμού, ελληνοκύπρια, η Λίζα, έφερνε στον κόσμο τον Νιαζί. 
 
Τουρκοκύπριος ο Νιαζί μα για την Λίζα, απλά ένα ακόμα μωρό που βοήθησε να δει το φως του κόσμου.  Μεγάλωσε κι αυτός, άνθισε, πρόκοψε και, ποτέ του δεν λησμόνησε τη Λίζα, όπως κι ο Τάκης φύλαξε για τη Ραζιέ μεγάλη γωνία στο δώμα της μνήμης του.
 
Τούτες τις ώρες που το Κυπριακό ξαναβγαίνει μπροστά, πολλοί είναι αυτοί που στην Ελλάδα αλλά και την Κύπρο, λένε το μακρύ και το κοντό τους με άγνοια όχι μόνο της ιστορίας αλλά , κυρίως, με άγνοια της πραγματικότητας εκείνης που ζει και αναπνέει μακριά από τα έργα των χωροτακτών  της ιστορίας.
 
Ξεφυλλίζω λοιπόν, ξανά και ξανά ένα βιβλίο που το προτείνω σε όσους θέλουν να δουν την Κύπρο λιγάκι πιο εσωτερικά. Τίτλος του, «Της Προσμονής και της Απόγνωσης».
 
Πάνε δέκα χρόνια και κάτι που ο γνωστός Κύπριος δημοσιογράφος και πανεπιστημιακός δάσκαλος Γιώργος Παυλίδης άρχισε να καταγράφει πραγματικές ιστορίες αληθινών ανθρώπων της Κύπρου.
 
Χωρίς τις ρητορείες των πολιτικάντηδων, χωρίς τα ψεύδη των πατριδοκάπηλων, χωρίς τις θολές διακηρύξεις των τάχα επαναστατημένων που αποζητούν τη λύση του Κυπριακού μέσα από την εξέγερση των προλετάριων που θα εγκαταστήσει τη λαϊκή δημοκρατία και τον σοσιαλισμό των πιο ακριβών μας ονείρων.
 
Ένα μικρό χρονικό, που όπως προλογίζει ο συγγραφέας του, προέκυψε ως  «μια εσωτερική ανάγκη, ένας φουσκωμένος ποταμός που κάποτε θα ξεχειλούσε, μία οφειλή, μια υπόσχεση που έπρεπε να υλοποιηθεί».
 
Με αφορμή τη Ραζιέ που ανέφερα πιο πάνω.
Τη μαμμού που έφερνε στο φως τα παιδιά των χριστιανών γιατί «υπάρχει κι αυτή η Κύπρος. Ή μήπως αυτή είναι η Κύπρος;»
 
Το βιβλίο, μόλις 138 σελίδες είναι μία πολύτιμη ανθρωπογεωγραφία της νήσου.
Δεν μιλά ούτε για τα αρχαία της Σαλαμίνας, ούτε για τον Απόστολο Ανδρέα , ούτε για το Τζαμί Κεμπίρ. Δεν είναι τουριστικό.
 
Πρόκειται για ένα οδυνηρό, συχνά οδυνηρότατο ταξίδι σε λαχτάρες και απογοητεύσεις απλών καθημερινών Κυπρίων που μέσα στη δίνη της ιστορίας, της ιστορίας που κανονίζουν οι επαγγελματίες χωροτάκτες στροβιλίστηκαν και πέρασαν από το φως στο σκοτάδι.
 
Όσοι άντεξαν, προσμένουν ξανά το φως, μπας κι’ έρθει να μείνει.
Το βιβλίο του Γιώργου Παυλίδη καταγράφει την προσμονή όλων εκείνων που θέλουν να συναντήσουν τη γενναιοδωρία του αδιαίρετου ουρανού που τ’ άστρα του δεν γνωρίζουν διαχωριστική γραμμή.
 
«Ετραβήξαν μια γραμμή πάνω στο χαρτί. Τα κτηνά περνούν, τα νερά περνούν, τα πουλιά περνούν, ο αέρας περνά, ο άνθρωπος όχι!»… λέει ο Ζεκί ένας από τους ανθρώπους του βιβλίου.
 
Απόγνωση. Γιατί βλέπουν την διαχωριστική ρυτίδα στο χώμα του τόπου τους να βαθαίνει και το νησί τους να γερνάει κινδυνεύοντας να πάρει διαζύγιο οριστικό από τη γιορτή της ελπίδας τους.
 
Κύπριοι, με ταυτότητα τη γη που τους γέννησε. 
 
Μια ιδιαίτερη ταυτότητα, πού τόσο ο Ντενκτάς από τη μια όσο και οι αντίστοιχοι από την άλλη, έκαναν τα πάντα για πεθάνει μέσα από την απαγόρευση της νοσταλγίας.  Αυτοί.
 
Οι απέραντα βολεμένοι και στρογγυλοκαθισμένοι στη μαλακιά πολυθρόνα του διχασμού, της διαίρεσης, της διχοτόμησης.  Αυτοί, που δεκαετίες ολόκληρες κάνουν καριέρες πάνω στο Κυπριακό, πλουτίζουν και προστατεύουν τον πλούτο τους βαφτίζοντας τον πατρίδα, πατριωτισμό, παράδοση. 
 
Κι’ όμως. Ο Σεφερικός λυγμός στους έσχατους στίχους της «Ελένης» καμιά σχέση δεν έχει με όλους αυτούς τους κατά συνείδηση πριονιστές της μνήμης:
 
[…]  ἂν εἶναι ἀλήθεια
πὼς κάποιος ἄλλος Τεῦκρος, ὕστερα ἀπὸ χρόνια,
ἢ κάποιος Αἴαντας ἢ Πρίαμος ἢ Ἑκάβη
ἢ κάποιος ἄγνωστος, ἀνώνυμος, ποὺ ὡστόσο
εἶδε ἕνα Σκάμαντρο νὰ ξεχειλάει κουφάρια,
δὲν τὄχει μὲς στὴ μοίρα του ν᾿ ἀκούσει
μαντατοφόρους ποὺ ἔρχονται νὰ ποῦνε
πὼς τόσος πόνος τόση ζωὴ
πῆγαν στὴν ἄβυσσο
γιὰ ἕνα πουκάμισο ἀδειανὸ γιὰ μίαν Ἑλένη.
 
Πάει κάποιος καιρός που ήθελα να γράψω δυο λόγια για  το βιβλίο του Παυλίδη.
Τι πιο ισχυρό, τι πιο ουσιαστικό, από τις αφτιασίδωτες ιστορίες των ανθρώπων της Κύπρου έτσι όπως αναδεικνύονται σαν καταγραμμένες από έναν φακό χωρίς σκηνοθέτη, σε ένα σκηνικό χωρίς σκηνογράφο, σε ένα έργο χωρίς υποκριτές. 
 
Είχα τη χαρά και τη συγκίνηση να είμαι ένας από τους παρουσιαστές του σε διάφορες πόλεις της Κύπρου.  Παντού ήταν ωραία, παντού ήταν ένα οξυγόνο οι εκδηλώσεις, αλλά, αλησμόνητη θα μου μείνει η βραδιά στη Δερύνεια όπου κατά σύμπτωση (; ) είναι η περιοχή  που έφερε το μοναδικό πλειοψηφικό για το «Ναι» αποτέλεσμα στο δημοψήφισμα του 2004.
 
Εκείνη τη νύχτα, ένιωσα σα να βρέθηκα σε μια «άλλη Κύπρο».
Ή άραγε ταξίδεψα στην πραγματική Κύπρο; 
 
Πριν αρχίσει ο κάθε ένας από μας να φωνάζει ένα Ναι ή ένα Όχι –όπως ήδη κάποιοι ανείπωτα επιπόλαιοι ξεκίνησαν-  ας βρει αυτό το βιβλιαράκι για να πει ένα μεγάλο Ναι  στους Ανθρώπους αυτού του νησιού.
 
Μέσα από τις 19 μικρές κι’ απόλυτα αληθινές ιστορίες του θα συναντήσει θάνατο, ζωή, προσφυγιά, ελπίδα και πείσμα.
 
Ελληνοκύπριοι , Τουρκοκύπριοι, νέτα σκέτα Κύπριοι που τους έλαχε να γεννηθούν σε αυτή την άκρη και που ακόμα αντέχουν να την αγαπούν χωρίς να τεμαχίζουν τον ουρανό της.
 
ΥΓ1: Το απόσπασμα στην αρχή είναι από  ποίημα του λεμεσιανού τουρκοκύπριου εικαστικού και ποιητή Umit Inatci.
ΥΓ2: Αναζητήστε το βιβλίο στο https://www.armidapublications.com/index.php
twitter@pittasgeorge