Τώρα που το δράμα του δεύτερου Μνημονίου οδεύει στην κορύφωσή του και είναι εμφανής η διάλυση του πολιτικού σκηνικού και τα αδιέξοδα των κομμάτων εξουσίας, είναι κρίσιμο να διατυπωθούν δημόσια εναλλακτικά επιχειρήματα και σκέψεις.

Ads

Το Δεύτερο Μνημόνιο είναι το ίδιο αδιέξοδο και αναποτελεσματικό με το πρώτο, είναι όμως πολύ χειρότερο από τη σκοπιά της οικονομικής, κοινωνικής και περιβαλλοντικής βιωσιμότητας. Τα μέτρα που προτείνει, ειδικά για την οριστική και πλήρη απορρύθμιση της αγοράς εργασίας, τις μειώσεις των κατώτατων μισθών, με “ειδική μέριμνα” για τους νέους που τους επιφυλάσσει ακόμα χαμηλότερους μισθούς (αν βεβαίως βρουν εργασία) και τις επιπλέον μειώσεις των συντάξεων, είναι βέβαιο ότι θα πληθύνουν τις τάξεις των εργαζόμενων φτωχών και θα πλήξουν καίρια κάθε έννοια κοινωνικής συνοχής. Η παντελής έλλειψη πρόνοιας για τη μείωση των τιμών των προϊόντων σημαίνει ότι η εξόφθαλμα μονομερής (ταξική στην ουσία της) “εσωτερική υποτίμηση” της μισθωτής εργασίας, θα οδηγήσει, όχι σε αύξηση της (αμφιλεγόμενης) ανταγωνιστικότητας της χώρας, αλλά σε ραγδαία αύξηση της φτώχιας σε μια κοινωνία που ήδη πλήττεται από πραγματική ανεργία της τάξης του 25%.

Ακόμα και ο στόχος για μείωση του χρέους ως ποσοστό του ΑΕΠ στο “βιώσιμο” επίπεδο του 120% το 2020, είναι αφενός μεν ανεπαρκής και ψευδεπίγραφος, αφετέρου φαίνεται ότι και με το νέο Μνημόνιο δεν θα επιτευχθεί εύκολα με τις νέες προβλέψεις για την ύφεση και αυτή ήταν η βάση της ουσιαστικής απόρριψής του από τα μέλη του Eurogroup. Όμως και ο στόχος αυτός κάθε άλλο παρά οδηγεί σε βιωσιμότητα του χρέους. Μια προσεκτική ανάγνωση της έκθεσης του ΔΝΤ οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η Ελλάδα θα πρέπει να περιμένει άλλα δέκα χρόνια (2030) ώστε να δει το χρέος της να πέφτει σε οριακά βιώσιμα επίπεδα (95%) έχοντας ακολουθήσει βεβαίως τις ανάλογες με τις σημερινές πολιτικές [1].

Η συνεχής και επιταχυνόμενη μείωση του ΑΕΠ τα τελευταία τέσσερα χρόνια μοιάζει να μην έχει τέλος και το νέο Μνημόνιο, αντί να προσπαθεί να απαντήσει στο μείζον πρόβλημα της αναζωογόνησης της οικονομίας, τη βυθίζει σε ακόμα μεγαλύτερη ύφεση για τα επόμενα δύο τουλάχιστον χρόνια. Όμως έτσι αυτοϋπονομεύεται η πρόθεση του Μνημονίου για σχετική μείωση του χρέους και μετά το άγνωστης ακόμα έκτασης PSI+, αλλά και για επίτευξη μεγάλων πρωτογενών πλεονασμάτων, αφού μειώνεται διαρκώς η οικονομική δραστηριότητα και η φοροδοτική ικανότητα των πολιτών. Η λύση που τελικά επιλέγεται είναι η μεγάλη μείωση των δημόσιων δαπανών. Δεν είναι τυχαίο που και ο γνωστός νομπελίστας οικονομολόγος Paul Krugman σχολίασε στο blog του ότι μειώσεις των δημοσίων δαπανών είναι “αδιανόητες” και ότι “η Ελλάδα ωθείται σε θανατηφόρα επίπεδα λιτότητας προκειμένου να πληρώσει τους ξένους δανειστές της, χωρίς κανένα πραγματικό φως στο τέλος του τούνελ”[2].

Ads

Το πραγματικό πρόβλημα όμως για τη χώρα είναι ότι οι κυβερνήσεις που “διαπραγματεύθηκαν” τα διαδοχικά Μνημόνια, στην πραγματικότητα δεν διαπραγματεύθηκαν απολύτως τίποτα. Διότι απλώς δεν είχαν οι ίδιες ένα εναλλακτικό σχέδιο στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, αφού δεν πίστευαν κάτι διαφορετικό από τους πιστωτές. Το νεοφιλελεύθερο σχέδιο της “δημοσιονομικής προσαρμογής”, των “διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων” και της “εσωτερικής υποτίμησης” ήταν στην πραγματικότητα και δικό τους σχέδιο. Επιπλέον και αν ήθελαν να διαπραγματευθούν, δεν είχαν κανένα πραγματικό διαπραγματευτικό “όπλο” που να το υπολογίζει η άλλη πλευρά και το οποίο ήταν διατεθειμένοι να χρησιμοποιήσουν, καθώς μόνοι τους είχαν αφοπλιστεί κατακεραυνώνοντας οποιαδήποτε άποψη έθετε θέμα αναδιάρθρωσης χρέους (στην οποία τώρα ομνύουν αλλά υπό τον παραπλανητικό τίτλο PSI+).

Οι πρόσφατες εξελίξεις αναδεικνύουν ότι το πραγματικό πρόβλημα της χώρας είναι εν πολλοίς πολιτικό. Και πολιτική πρέπει να είναι η λύση του. Η υπάρχουσα Βουλή δεν έχει την ουσιαστική πολιτική νομιμοποίηση να ψηφίσει τέτοια συμφωνία που θα τη δεσμεύει για δεκαετίες σε μια αδιέξοδη και καταστροφική κατεύθυνση. Επομένως είναι επιτακτική ανάγκη για εκλογές, άμεσα (εντός του ελάχιστου, συνταγματικά δυνατού, περιθωρίου) πριν την υπογραφή οποιασδήποτε δανειακής σύμβασης. Η νέα σύνθεση της Βουλής με την κυβέρνηση που θα σχηματιστεί να αποφασίσουν και να ψηφίσουν αν θα δεχθούν όλα όσα συμφωνήθηκαν από την παρούσα κυβέρνηση ή όχι. Αν θεωρηθεί ότι δεν υπάρχει χρόνος (επιχείρημα περί λήξης ομολόγων στις 20 Μαρτίου) μια επιλογή είναι να κηρύξει η Ελλάδα αναβολή πληρωμών, τουλάχιστον για το διάστημα που διαρκούν οι διαπραγματεύσεις.

Πως όμως μια νέα κυβερνητική πλειοψηφία θα διαπραγματευθεί πιο αποτελεσματικά από τις μέχρι τώρα κυβερνήσεις; Δύο όροι πρέπει να υπάρχουν για τη διαπραγμάτευση:

α. Ένα διαπραγματευτικό “όπλο”: πραγματική απειλή αθέτησης πληρωμών εντός του Ευρώ, με παράλληλο μηδενισμό του πρωτογενούς ελλείμματος.
β. Ένα σχέδιο εξόδου από την κρίση με δύο σενάρια: β1. Με δανειακή βοήθεια από την Τρόικα, δηλαδή με αποπληρωμή των δανείων μετά από σημαντικό “κούρεμα” και χωρίς στάση πληρωμών αλλά με τελείως διαφορετικό προσανατολισμό και προτεραιότητες, β2. Χωρίς συμφωνία με την Τρόικα και επομένως με αθέτηση πληρωμών εντός του Ευρώ.

Για να συμβεί όμως αυτό είναι απαραίτητο να υπάρξει μια νέα πλειοψηφία πολιτικών δυνάμεων στη Βουλή που θα είναι διατεθειμένη να αναλάβει τις ευθύνες διακυβέρνησης μετεκλογικά, στη βάση ενός ελάχιστου προγράμματος και το οποίο θα έχει ως βασικούς άξονες τουλάχιστον:

1. Παραμονή στο Ευρώ με πολιτική και οικονομική εμβάθυνση της Ευρωπαϊκής Ένωσης με δημοκρατική νομιμοποίηση, αλλαγή των συνθηκών σε ομοσπονδιακή κατεύθυνση και αλλαγή του ρόλου της ΕΚΤ, και έκδοση ευρωομόλογου.
2. Πράσινο σχέδιο βιώσιμου αναπροσανατολισμού και τόνωσης της οικονομίας, ικανό σε μέγεθος από την άποψη του όγκου επενδύσεων, ώστε να αναστρέψει τη μακροχρόνια βαθιά ύφεση της οικονομίας και να επιφέρει τη σταδιακή στροφή της σε πράσινη κατεύθυνση.
3. Σχέδιο εκσυγχρονισμού και αναδιάρθρωσης του δημόσιου τομέα, με βιώσιμη δημοσιονομική εξυγίανση και αναδιανεμητική φορολογική μεταρρύθμιση με επαρκή έσοδα και δίκαιη κατανομή των βαρών, φορολογία του πλούτου παράλληλα με ισχυρά κοινωνικά μέτρα στήριξης για το τμήμα της κοινωνίας που πλήττεται περισσότερο.
4. Διεύρυνση της δημοκρατίας και αναμόρφωση των πολιτικών θεσμών: διαφάνεια, άμεση δημοκρατία, αποκέντρωση.

Στη βάση ενός τέτοιου ελάχιστου προγράμματος μπορεί να σχηματιστεί μια κοινωνική και πολιτική πλειοψηφία ικανή να εμπνεύσει τους πολίτες της χώρας, τουλάχιστον όσους/ες από εμάς ζουν και εξακολουθούν να θέλουν να ζήσουν στην Ελλάδα και να δημιουργήσει μια νέα συλλογική αυτοπεποίθηση ώστε να ξεπεράσουμε το αδιέξοδο.

Ο Δημήτρης Φουτάκης, είναι μέλος του Πανελλαδικού Συμβουλίου των Οικολόγων Πράσινων και υπεύθυνος της Θεματικής Ομάδας Οικονομίας

[1] IMF (December 2011), Greece: Fifth Review under the Stand-By Agreement, pp. 64-71
[2] P. Krugman, (6.2.2012), The Greek Vise,  https://krugman.blogs.nytimes.com/2012/02/06/the-greek-vise/