Το αντεπιχείρημα είναι γνωστό. Οι Ναζί εξολόθρευαν μαζικά τους Εβραίους στα στρατόπεδα συγκέντρωσης, ακολουθώντας μια απολύτως ορθολογική τεχνική. Δεν μπορούμε λοιπόν να μιλάμε γενικώς κι αορίστως για «ορθολογικές πολιτικές», διότι μια ορθολογική πολιτική μπορεί να είναι μέρος μιας εγκληματικής στρατηγικής.

Ads

Εν τοιαύτη περιπτώσει, ποια είναι η εναλλακτική οπτική; Μπορεί μια κοινωνία ή ένας πολιτικός χώρος να πορεύεται αδιαφορώντας αν αυτά που διεκδικεί είναι ορθολογικά; Ή μήπως αρκεί οι προγραμματικοί του στόχοι να είναι στοιχειωδώς, περίπου, μέσες-άκρες ορθολογικοί;

Κανένας δεν θα ομολογήσει ποτέ ότι οι προτάσεις και οι πολιτικές του είναι ανορθολογικές ή ορθολογικές «στο περίπου». Τον τελευταίο καιρό μάλιστα, τόσο εδώ όσο και στην υπόλοιπη Ευρώπη, βλέπουμε να αναπτύσσεται η ακριβώς αντίθετη ρητορική: η Δεξιά συστηματικά εγκαλεί την Αριστερά, με το επιχείρημα ότι οι προτάσεις της δεν είναι σωστά κοστολογημένες.

Ευσχήμως παραλείπεται βέβαια, τόσο εδώ όσο και στην υπόλοιπη Ευρώπη, το γεγονός ότι στην οικονομική κρίση και στη σημερινή δυστοπία δεν οδήγησαν οι ακοστολόγητες πολιτικές της Αριστεράς, αλλά οι ανάλγητες (και ανορθολογικές!) πολιτικές της Δεξιάς. Δεν είναι όμως εκεί το ζήτημα, στο ποιος φταίει περισσότερο. Το ζήτημα είναι αν οι κοστολογήσεις και οι πίνακες καθορίζουν το πόσο ορθολογική είναι μια πολιτική. Είναι το εφικτό ταυτόσημο με το ορθολογικό; Και είναι αυτά τα δύο το ίδιο πράγμα με το κοινωνικά και πολιτικά αναγκαίο;

Ads

Υπάρχουν δύο κλίμακες για να μετρήσουμε την ορθολογικότητα των πολιτικών. Η μία είναι η «οικουμενική», που βασίζεται σε γενικές αλήθειες, νομοτέλειες που θα ίσχυαν ακόμα και σε απομεμακρυσμένους πλανήτες. Η άλλη είναι μια «τοπική» συνθήκη, που σχετικοποιείτους όρους και θέτει ποικίλους περιορισμούς στον χώρο και τον χρόνο. Τόσους πολλούς περιορισμούς, που η σειρά των προτεραιοτήτων ενίοτε αντιστρέφεται.

Υπάρχει η αίσθηση, ακόμα και ανάμεσα σε επιστήμονες, ότι γενικές και οικουμενικές αλήθειες δεν υπάρχουν. Γι’ αυτό οφείλει κανείς να ξεκαθαρίσει ότι δεν μιλάμε εδώ για αξιώματα ή θεολογικού τύπου λογικές, αλλά για κανονικότητες, που η ανθρώπινη εμπειρία και το ανθρώπινο μυαλό έχουν προσδιορίσει: τα άτομα του υδρογόνου και του αζώτου έχουν την ίδια δομή εδώ και στα έσχατα του σύμπαντος. Είναι φυσικός νόμος.

Να ένα πιο κοντινό παράδειγμα, από την καθημερινή ζωή:όταν το υπουργείο Παιδείας εκπονεί μια πολιτική πολιτικής προστασίας  για τα σχολεία υπολογίζοντας τον μέσο όρο των μαθητών σε μια κατανομή που δεν είναι κανονική, τότε η Πολιτεία διολισθαίνει στον ανορθολογισμό. Αλλά ακόμα και αν αυτός ο υπολογισμός ήταν τυπικά (και τοπικά) σωστός, πάλι θα προσέκρουε σε μια αρχή ανωτέρας τάξεως: το πότε ανοίγουν και πότε κλείνουν τα σχολεία σε μια πανδημία δεν μπορεί να καθορίζεται από το δευτερεύον, δηλαδή αν έχουν ή όχι κάπου ν’ αφήσουν τα παιδιά τους οι εργαζόμενοι γονείς, αλλά από το τι διασφαλίζει καλύτερα την υγεία των μαθητών και των συγγενών τους(συμπεριλαμβανομένων των υπερηλίκων). Η ζωή είναι το υπέρτατο και το πιοοικουμενικό αγαθό, κι αυτό είναι ένα σταθερό σημείο και στην Αθήνα, και στους Παξούς και στο Παρίσι.

Βασικό για τον ορθολογικό σχεδιασμό είναι να μην ανατρέπονται στο μυαλό των επίδοξων μεταρρυθμιστών οι φυσικές ακολουθίες (το κάρο μπροστά στο άλογο, που λέμε) και να μην παραβιάζονται οι σχέσεις αιτίου-αιτιατού. Πως να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα της ανεργίας στους νέους, όταν δεν παρακολουθείται στενά η πορεία των αποφοίτων μετά τη λήψη του πτυχίου τους; Και πως να σταθμιστεί η χρηματοδότηση της ακαδημαϊκής έρευνας από την Πολιτεία όταν δεν έχει εκπονηθεί εθνική ερευνητική πολιτική;

Δεν υπάρχει τομέας στη δημόσια ζωή, που να μην ταλανίζεται από το ανορθολογικό, ακόμα κι όταν υπάρχουν καλές προθέσεις. Η προηγούμενη κυβέρνηση πήρε πολλές καλές πρωτοβουλίες στο, αλλά δεν έλυσε τον Γόρδιο Δεσμό Κράτους-Εκκλησίας, δεν αντιμετώπισε τις πελατειακές σχέσεις στο Δημόσιο όπως έπρεπε και τα θαλάσσωσε εντελώς στο θέμα των τηλεοπτικών μέσων.

Η επόμενη πρόκληση, που θα χρειαστεί «θεωρία», καθαρό μυαλό, σταθερό χέρι και μια μεγάλη δόση ορθολογισμού,θα είναι το φορολογικό. Όσους «άξονες» και αν επινοήσει η Αριστερά για να «κρεμάσει» την πολιτική της, ο λογαριασμός κοινωνικών αναγκών και δημόσιων εσόδων θα βγαίνει πάντοτε αρνητικόςσ’ αυτό το σύστημα. Ανακατανομή χωρίς μια ταξικά μεροληπτική πολιτική δεν γίνεται, διότι -και να ένας ακόμα οικουμενικός κανόνας- οι αρνητικοί αριθμοί είναι πάντοτε μικρότεροι από τους θετικούς.

Όταν ακούω τις προεκλογικές εξαγγελίες και τα προγράμματα, αναρωτιέμαι πολλές φορές αν η Αριστερά πιστεύει ακόμα σ’ αυτά που έγραψαν οι κλασσικοί και οι νεότεροιή τα έχει απλώς τοποθετήσει σε ένα εικονοστάσι για τα προσκυνά, με τον ίδιο τρόπο που προσκυνάνε στην Κέρκυρα τον Άγιο Σπυρίδωνα. Σκύβουνε το κεφάλι, κάνουνε έναν επιπόλαιο σταυρό και βουρ μετά για κανα κρασάκι …