Στα όρια των αντοχών τους θα οδηγήσουν οι μελλοντικές αλλαγές του κλίματος τις Ελληνικές πόλεις που θα γνωρίσουν πρωτοφανή ξηρασία αλλά και αυξημένα φαινόμενα καύσωνα προειδοποιεί νέα επιστημονική μελέτη του Πανεπιστημίου του Νιουκάσλ της Βρετανίας. ‘Οι πόλεις αντιμετωπίζουν συχνά πλήγματα σε περισσότερα από ένα μέτωπα σαν αποτέλεσμα της κλιματικής μεταβολής, γεγονός που αυξάνει το συντελεστή δυσκολίας στη διαχείριση των προβλημάτων’, θα πει ο Ρίτσαρντ Ντόσον, Καθηγητής στο Νιουκάσλ και επιστημονικός υπεύθυνος της μελέτης.

Ads

Αντικείμενο της μελέτης αποτελούν πλημμύρες, καύσωνες και ξηρασίες που αναμένεται να εκδηλωθούν κατά την περίοδο 2050-2100.  Στα πλαίσια της μελέτης που λαμβάνει για πρώτη φορά υπόψη δεδομένα για 571  Ευρωπαϊκές πόλεις διαμορφώνονται τρεις διαφορετικές εκδοχές κλιματικών μοντέλων που καλύπτουν από τις απαισιόδοξες έως τις πιο αισιόδοξες εκτιμήσεις των συνεπειών της κλιματικής μεταβολής.

Ευαίσθητες ζώνες  οι μεγάλες πόλεις

Για την Αθήνα ειδικότερα η μελέτη προειδοποιεί ότι η εξέλιξη της κλιματικής αλλαγής θα φέρει μια νέα απειλή που θα κλονίσει ιδιαίτερα την πρωτεύουσα. Η  πρόκληση αφορά στο γεγονός ότι η κλιματική μεταβολή θα εκδηλωθεί με  δύο ακραία φαινόμενα ταυτόχρονα αυτό του καύσωνα και της ξηρασίας κάτι που τοποθετεί το πρόβλημα σε νέα τάξη μεγέθους. ‘Το κύριο πρόβλημα όταν συμπίπτουν δύο πολύ σοβαρές απειλές ταυτοχρόνως είναι πως είμαστε ουσιαστικά  άπειροι μπροστά σε νέα δεδομένα. Δεν διαθέτουμε γνώση προηγούμενων χρόνων στην οποία να ανατρέξουμε και να αναζητήσουμε πιθανές λύσεις. Βρισκόμαστε μπροστά σε ένα εντελώς άγνωστο πρόβλημα’, επισημαίνει ο Ρίτσαρντ Ντόσον. ‘Οι επιπτώσεις των αλλαγών του κλίματος είναι ήδη ορατές σε μεγάλες πόλεις. Στο Παρίσι η στάθμη του Σηκουάνα σημείωσε άνοδο κατά τέσσερα μέτρα. Ενώ για τα τέσσερα εκατομμύρια κατοίκων του Κέηπ Τάουν η λειψυδρία που καταγράφεται μετά από τρείς συνεχόμενες χρονιές ξηρασίας είναι πρωτοφανής’, συμπληρώνει.  

Ads

Οι πόλεις παρουσιάζουν ευρύτερα αυξημένη ευαλωτότητα στην κλιματική αλλαγή εξαιτίας της μεγάλης συγκέντρωσης ανθρώπινου πληθυσμού, κτιρίων και υποδομών. Το μεγαλύτερο ποσοστό των Ευρωπαίων ζει ήδη σήμερα σε αστικές περιοχές σε ποσοστό που αγγίζει το 75% του συνολικού πληθυσμού ενώ ως το 2050 το ποσοστό αυτό εκτιμάται πως  θα ξεπεράσει το 82%.

Με τοπικές διακυμάνσεις η κλιματική μεταβολή

Η ξηρασία είναι γνωστό πως έχει αυξηθεί ήδη στη Μεσόγειο τα τελευταία χρόνια όμως αν δεν μετριαστεί η κλιματική αλλαγή οι Ευρωπαϊκές πόλεις που θα πληγούν περισσότερο βρίσκονται σύμφωνα με τη μελέτη στη χώρα μας. Έτσι στις δέκα Ευρωπαϊκές πόλεις που θα γνωρίσουν τη μεγαλύτερη επιδείνωση της ξηρασίας συγκαταλέγονται η Αθήνα, Θεσσαλονίκη, Πάτρα, Βόλος και Ηράκλειο όπου η ξηρασία θα ξεπεράσει έως και δεκατέσσερις φορές τα επίπεδα των τελευταίων 50 χρόνων με βάση το σενάριο των αυξημένων επιπτώσεων. Η ξηρασία στις πόλεις αυτές δεν θα περιορίζεται σε ορισμένες εποχές αλλά θα επεκταθεί σε όλη τη διάρκεια του χρόνου με συνεχόμενες μέρες ανομβρίας όλους τους μήνες.

Σοβαρές θα είναι επίσης οι επιπτώσεις όσον αφορά τους καύσωνες για τους κατοίκους των Ελληνικών πόλεων αλλά όχι στον ίδιο βαθμό. Η μελέτη που επιβεβαιώνει την εκτίμηση ότι οι καύσωνες θα γίνουν πιο συχνοί και πιο έντονοι για όλο τον Ευρωπαϊκό νότο και την Ελλάδα εντοπίζει όμως ορισμένες τοπικές διαφορές. Για παράδειγμα στη Λάρισα, το Βόλο και τη Θεσσαλονίκη και Πάτρα οι καύσωνες θα εκφραστούν με πιο έντονο τρόπο με το θερμόμετρο  να παρουσιάζει άνοδο ως και 10 βαθμούς ενώ οι αντίστοιχη αύξηση τιμών για τη μέγιστη θερμοκρασία καύσωνα  στην Αθήνα και στο Ηράκλειο θα είναι ελαφρά μικρότερη και θα ανέρχεται στους επτά βαθμούς πάνω από τις σημερινά επίπεδα με βάση το σενάριο των αυξημένων επιπτώσεων.

Οι επιστήμονες του Πανεπιστημίου του Νιουκάσλ που δημοσίευσαν τη μελέτη στο περιοδικό για θέματα περιβάλλοντος  Environmental Research Letters στηρίζουν τα συμπεράσματα τους στο δεδομένο  ότι η άνοδος της θερμοκρασίας θα ξεπεράσει τα ανώτερα επίπεδα που θέτει ως στόχο η Συμφωνία του Παρισιού για το Κλίμα. Υπενθυμίζεται ότι στη Σύνοδο του Παρισιού που υπέγραψαν 200 χώρες το 2015 καθορίστηκε το ανεκτό κατώφλι της ανόδου της θερμοκρασίας στους 2 °C και κατά το δυνατόν χαμηλότερα στους 1,5 °C. ‘Προς το παρόν αν δεν παρθούν δραστικά μέτρα για τον περιορισμό των εκπομπών των αερίων του θερμοκηπίου κινούμαστε προς μια άνοδο της θερμοκρασίας κατά 3 °C σε σχέση με τα προβιομηχανικά επίπεδα. Η μελέτη παίρνει ως δεδομένο αύξηση της θερμοκρασίας κατά 2,6 °C, επομένως τα συμπεράσματα βασίζονται σε ρεαλιστικές προσδοκίες για τις μελλοντικές κλιματικές αλλαγές’, διευκρινίζει ο Ρίτσαρντ Ντόσον. 

Η Διακρατική Επιτροπή για την Κλιματική Αλλαγή των Ηνωμένων Εθνών (IPCC) διοργανώνει τον επόμενο μήνα το Πρώτο Συνέδριο για τις Πόλεις και την Κλιματική Αλλαγή στο Έντμοντον του Καναδά. ‘Βασικός στόχος του Συνεδρίου είναι να επιταχύνει τη συνεργασία ανάμεσα στην επιστημονική κοινότητα, τον ιδιωτικό τομέα και την πολιτική ηγεσία με αντικείμενο την προετοιμασία των πόλεων για την αντιμετώπιση των συνεπειών της κλιματικής αλλαγής’ θα πει ο Ρίτσαρντ Ντόσον που είναι μέλος του Τεχνικού Συμβουλίου της Διακρατικής Επιτροπής.-

* Σοφία Σπύρου, δημοσιογράφος- οικονομολόγος περιβάλλοντος