Εικώ δ’  επινοεί κινητόν τινά αιώνος ποιήσαι…..κατ’ αριθμόν ιούσαν αιώνιον εικόνα τούτον ον δη χρόνον ωνομάκαμεν.
Πλάτων Τίμαιος 37 §Δ 6-9

Ads

Στη νοητή γραμμή της αλλαγής του χρόνου, στην επιθυμία να ευχηθούμε η αλλαγή αυτή να είναι η διακοπή, ο καθαρμός του παρελθόντος, η ανατολή μιας «καινούργιας μέρας» για μας εγείρεται μια σιωπηλή ερώτηση: τι είναι χρόνος; Τίθεται αλλά κανείς δεν είναι διατεθειμένος να απαντήσει πέραν ίσως από την απάντηση που έδωσε ο Άγιος Αυγουστίνος, φιλόσοφος και δόκτωρ της Εκκλησίας: «Αν δεν με ρωτήσει κανείς τι είναι χρόνος γνωρίζω τι είναι. Αν θελήσω να τον εξηγήσω σε κάποιον που ρώτησε, δεν γνωρίζω.»

Στον Πλατωνικό Τίμαιο, διαβάζουμε την πιο ποιητική απάντηση που δόθηκε ποτέ σε αυτήν την  ερώτηση: «ο χρόνος είναι η κινούμενη εικόνα της αιωνιότητας.» Ο Πλάτωνας έθεσε το χρόνο στο γίγνεσθαι, και όχι ανάμεσα στα πραγματικά όντα, τις ιδέες. 

Σήμερα το πρόβλημα του χρόνου τίθεται εκ νέου ως ερώτηση αν ο χρόνος είναι πραγματικός ή όχι γιατί για τους φυσικούς ο χρόνος είναι μη-πραγματικός. Οι φυσικοί, με πρώτο διδάξαντα τον Νεύτωνα αλλά και με τη συμμετοχή του Αϊνστάιν θεωρούν πως οι νόμοι της φύσεως λειτουργούν εξ ίσου καλά και προς το μέλλον και προς το παρελθόν. Ο Αϊνστάιν έγραφε: «για εμάς του συνειδητούς φυσικούς, η διάκριση ανάμεσα στο παρελθόν, το παρόν και το μέλλον είναι μια παραίσθηση, όσο και αν αυτή είναι επίμονη.»

Ads

Δεν υπάρχουν διαφορετικά συμπεράσματα για τα φυσικά φαινόμενα πάνω σε ένα χρονικό άξονα είτε αριστερά είτε δεξιά. Ο χρόνος όμως ξεδιπλώνεται στιγμή προς στιγμή δυναμικά ενώ οι διαστάσεις στο χώρο είναι απλωμένες εκεί, περιμένοντας στατικά να μετρηθούν για να καθορίσουν τη θέση ενός συμβάντος.  
Η κοινή αντίληψη και λογική μας λέει:  ο χρόνος ρέει και έχει ένα παρών, ένα παρελθόν και ένα μέλλον. Αυτή η αίσθηση της ροής του χρόνου φαίνεται πως έχει χαθεί από τους φυσικούς μια και οι νόμοι της φύσεως μπορούν ως άχρονοι να μας πληροφορήσουν για το σύμπαν.

Αλλά το ζήτημα περιπλέκεται ακόμα περισσότερο όσο προσπαθούμε να πλησιάσουμε το κεντρικό πρόβλημα του χρόνου σε σχέση με τον ενσυνείδητο παρατηρητή του, εμάς. Υπάρχουν τρεις θεωρήσεις για το χρόνο, όχι για το τι είναι αλλά πως δημιουργήθηκε ή πως λειτουργεί στον κόσμο. Η αρχαία άποψη μιλά για ένα κυκλικό χρόνο ο οποίος επανέρχεται σε κάποιο σημείο από το παρελθόν στο παρόν και πηγαίνει σε ένα μέλλον το οποίο είναι παρελθόν. Μια τέτοια άποψη του χρόνου έχει πολλαπλές κοινωνικές απολήξεις. Η αιώνια επιστροφή δεν επιτρέπει ούτε νεοτερισμούς ούτε επαναστάσεις, ούτε πειράματα. Ό,τι υπήρξε θα υπάρξει και ο κόσμος βρίσκεται σε αυτήν την κατάσταση που υπήρχε πάντα. Η δεύτερη άποψη πως ο χρόνος κάποτε δημιουργήθηκε, από το Θεό ή από το Big Bang και κάποτε θα τελειώσει είτε με τη Δευτέρα Παρουσία είτε με ένα άλλο Big Bang ή ακόμα και από ένα Big Crunch. Αυτή είναι η άποψη της δημιουργίας του πεπερασμένου χρόνου, κάτι σαν τον πλατωνικό χρόνο σε σχέση με την αιωνιότητα, και αυτή δέχονται ο Ιουδαϊσμός, ο Χριστιανισμός και το Ισλάμ. Για αυτό το λόγο και η σωτηρία, ό,τι και να σημαίνει αυτό, πρέπει να επιτευχθεί στον ορισμένο χρόνο της μοναδικής ζωής κάθε πιστού. Η τρίτη άποψη είναι αυτή του διαιώνιου χρόνου, του χρόνου που συνυπάρχει με το Σύμπαν και ό,τι ενυπάρχει σε αυτό. Ο Ινδουισμός έχει αυτήν την άποψη και μαζί  με το δόγμα της μετενσάρκωσης, θέτει την κοινωνική και προσωπική αλλαγή και πρωτοβουλία για την οποιαδήποτε έννοια της βελτίωσης της ζωής σε δεύτερη μοίρα σε σχέση με τη «φυσική εξέλιξη των πραγμάτων».
Οι αντιλήψεις για το χρόνο, αποτελούν τη βάση για τον τρόπο ζωής λαών και πολιτισμών σε όλη τη διάρκεια της ιστορίας. Στο βάθος κάθε φιλοσοφικού συστήματος ή κάθε ιδεολογίας βρίσκεται ή πρέπει να βρίσκεται η θεωρία του για το χρόνο.

Και ο χρόνος, φαινόμενο του γήινου γίγνεσθαι, της ροής, δηλαδή της κίνησης και αλλαγής της φύσης, και των ουρανίων σωμάτων αποτελεί μέρος ή το όλον της ανθρώπινης εμπειρίας. Το ερώτημα όμως τι είναι αυτό το οποίο λέγεται σαν πέρασμα από τη μία κατάσταση στην άλλη, από τη νεότητα στα γερατειά, από το γεμάτο στο άδειο, από το κρύο στη ζέστη, από τη γαλήνη στη σύγκρουση, αυτό που θεωρούμε πως υπάρχει μεταξύ της φθοράς και της γένεσης δεν απαντάται με σχηματικό τρόπο.

Η απάντηση για την πραγματικότητα του χρόνου ή μη, ενέχει μέσα της μια σειρά από απολύτως σημαντικά στοιχεία για την ύπαρξη και την ίδια την οντολογική μας ταυτότητα. Εάν ο χρόνος δεν είναι πραγματικός, τότε το παρελθόν μας δεν υπάρχει. Έχει γίνει ένα με το παρόν και το μέλλον. Αυτό που η μνήμη μας μας λέει πως είμαστε η συλλογή από αναμνήσεις ενός και μόνο κεντρικού νου, αυτό που τελικά ονομάζουμε πρόσωπο, δεν είναι παρά ένα ψέμα, μια φαντασίωση η οποία δεν έχει καμιά υπόσταση. Ο χρόνος γίνεται Οργουελικό κατασκεύασμα.  Με την ίδια λογική δεν μπορούμε να πάρουμε καμιά πρωτοβουλία για το μέλλον, είτε να το αλλάξουμε είτε να το διατηρήσουμε στη σειρά που αυτό βρίσκεται. Μόνον με τον χρόνο ως πραγματικό μπορούμε να έχουμε την ελευθερία να δράσουμε μπορεί το παρελθόν να είναι τετελεσμένο και γραμμένο για πάντα στην πέτρα και το μέλλον ανοιχτό. Ένας μη-πραγματικός χρόνος θα ήταν ανάλογος με την αναίσχυντη αναγωγή της νόησης σε χημικές διεργασίες ενός υλικού εγκεφάλου, όπου θα φτάναμε στο να μην είμαστε ούτε πρόσωπα ούτε δράστες και ούτε υπόλογοι των πράξεων μας.

Υπάρχει καινούργιος χρόνος; Μπορούμε να χαιρόμαστε για ό,τι αναγκαστικά ανήκει από την ασίγαστη ροή αυτού που στην πραγματικότητα μετρά την αλλαγή γύρω μας, εντός μας; Μπορούμε να αποκηρύσσουμε το παρελθόν μας το οποίο ανήκει στη μνήμη μας, δηλαδή σε μας, και μόνο σε μας;

Οι προσδοκίες και η ελπίδα για ένα καλύτερο μέλλον απορρίπτουν το παρελθόν ως φορέα του κάθε αρνητικού στη ζωή μας. Γεμίζουμε το άγνωστο μέλλον με την προσδοκία της ευτυχίας, αποτάσσοντας το παρελθόν γιατί δηλώνει τη φθορά.  Για πολλούς από μας στην εποχή που ζούμε το παρελθόν έχει πάρει τη χροιά και το τόνο της καταστροφής. Στο μόνο που μπορούμε να προσβλέπουμε είναι ένα διαφορετικό μέλλον. Παρ’ όλα αυτά, η παρουσία μας στη μετάβαση προς το μέλλον είναι μια χαρά που δεν μπορεί να μετριάζεται από αρνητικές ή θλιβερές σκέψεις. Αν το μέλλον είναι πραγματικό, τότε τα όνειρα και οι προσδοκίες μας είναι πραγματικές. Από την άλλη πλευρά πρέπει να πιστέψουμε στην αξία του αδήριτου έστω και με αρνητικά στοιχεία παρελθόντος, αν είναι πραγματικό. Πρέπει να πιστέψουμε στην αξία του ως μάθημα το οποίο πρέπει να το πλησιάσουμε με επιμονή, προσοχή και αποφασιστικότητα.

Δεν θα υπάρχει ποτέ καινούργιος χρόνος, αυτός που θα ξεκινήσει μια καινούργια διήγηση για  τη ζωή μας, αν δεν πάρουμε το μάθημα από τους τετελεσμένους, αυτούς που είναι αληθινοί και δικοί μας χρόνοι. Αν δεν πλησιάσουμε την άρνηση με θέληση να την στρέψουμε προς το φως ο καινούργιος χρόνος θα παραμείνει όσο σκοτεινός φαντάζει ο παλιός.