Support Art Workers: Είναι ένα «σύνθημα» που έχει κατακλίσει εδώ και λίγες μέρες τα μέσα δικτύωσης -συμβαίνει συχνά με διάφορα συνθήματα αυτό.

Ads

Να σημειώσουμε ότι σημαίνει «υποστηρίξτε τους εργαζόμενους στις Τέχνες» -δεν ξέρω γιατί στα δικά μας μέσα δικτύωσης θεωρούνται όλοι αγγλομαθείς.

Ακούγεται πάντως πολύ ωραίο, όλοι θα συμφωνήσουμε σ’ αυτό.

Όμως ποιους εννοούμε εργαζόμενους στις Τέχνες και κυρίως τι εννοούμε ως υποστήριξη προς αυτούς;

Ads

Αρχίζοντας από το δεύτερο, φοβάμαι ότι εννοούμε απλώς «ας δώσουμε και σ’ αυτούς τους κακομοίρηδες αυτά τα 700, 800 ευρώ, όσα είναι τέλος πάντων».

Η κυβέρνηση κάπου συμφωνεί μ’ αυτό άλλωστε, βάζοντας βέβαια κάποια κριτήρια, όπως πχ να εργαζόταν κάποιος στον χώρο τη στιγμή του περιορισμού της δραστηριότητας, να έχει τουλάχιστον 50 ένσημα τον τελευταίο χρόνο κλπ.

Ο αντίλογος λέει «όχι, σε όλους αδιακρίτως» και έχει κι αυτό μια λογική:

Ηθοποιοί, μουσικοί, χορευτές, τεχνικοί και άλλες υποστηρικτικές ειδικότητες, όταν δεν δουλεύουν χωρίς κανενός είδους σύμβαση, που είναι το σύνηθες, υπογράφουν ημερήσιες συμβάσεις ή και συμβάσεις ωρών. Και μη σκεφτείτε «α, τα παίρνουν μαύρα δηλαδή», διότι εκτός του ότι ποτέ κανείς –πλην των Κρατικών φορέων και ελάχιστων μεγάλων εμπορικών σχημάτων- δεν πληρώνει τις, συχνά πολύμηνες, πρόβες, οι αμοιβές είναι γενικώς αστείες, ενώ συμβαίνει συχνά να μην πληρώνονται καθόλου: Αν δεν υπάρχει σύμβαση πώς και τι να διεκδικήσεις;

Η οικονομική κρίση που έπληξε, ως συνέπεια της υγειονομικής, όλους τους εργαζόμενους της χώρας για τη μεγάλη πλειοψηφία των εργαζομένων στις Τέχνες δεν έκανε μεγάλη διαφορά: «απλώς» στερήθηκαν κάποια σποραδικά μεροκάματα –όσοι τα είχαν κι αυτά. Οι περισσότεροι άλλωστε βιοπορίζονται και ετεροαπασχολούμενοι, αν είναι τυχεροί σε κάποιες πιο «κανονικές» δουλειές και συχνότερα σε εξ ίσου ευκαιριακές, με τις ίδιες πάνω-κάτω συνθήκες.

Ας δούμε τώρα, ποιοι μπορούν να θεωρηθούν εργαζόμενοι στις Τέχνες.

Αν και λίγο-πολύ σε όλους τους χώρους τα ίδια συμβαίνουν, θα μείνω περισσότερο στον χώρο του Θεάτρου – όχι από συντεχνιακή αντίληψη μόνο, αλλά και επειδή ο καθένας ξέρει τον δικό του χώρο εκ των ένδον.

Η, διάσημη πλέον, ρήση «στην Ελλάδα είσαι ό,τι δηλώσεις» σε ηθοποιό οφείλεται –τον Τζαβαλά Καρούσο, αν και ο Γιάννης Τσαρούχης που την υιοθέτησε την έκανε διάσημη. Ειπώθηκε δε, διότι ηθοποιός γίνεται κανείς με μοναδικό προσόν την δική του προφορική δήλωση. Όλοι άλλωστε έχουμε φίλους ή γνωστούς οι οποίοι γενικώς και αορίστως «ασχολούνται με το Θέατρο», ασχέτως του αν το Θέατρο το γνωρίζει αυτό ή όχι. Πιθανώς είναι το μοναδικό επάγγελμα που μπορεί να δηλωθεί επισήμως από κάποιον (στην Εφορία πχ) χωρίς να απαιτείται να αποδείξει με κάποιον τρόπο ότι το ασκεί ή έστω ότι έχει όντως την ιδιότητα.

Κάποτε υπήρχε η άδεια εξασκήσεως του επαγγέλματος, που καταργήθηκε από την Μελίνα Μερκούρη –και σωστά βεβαίως: Μέχρι τότε οι άδειες δίνονταν ή δεν δίνονταν με κριτήρια πολιτικά, κοινωνικής δράσης και ως αποτέλεσμα συναλλαγής. Οι επιτροπές που αποφάσιζαν, συγκροτούνταν από κάποιους παράγοντες που θεωρούσαν τον εαυτό τους ως απεσταλμένους του Θεού στη Γη επί θεμάτων Τέχνης και όριζαν ποιος θα δουλέψει και ποιος όχι –υπάρχει μια μεγάλη λίστα ηθοποιών που έγραψαν ιστορία στο Θέατρο, έχοντας επί χρόνια δεινοπαθήσει μέχρι να εξασφαλίσουν την περί ης ο λόγος άδεια.
Οπότε το Σωματείο Ελλήνων Ηθοποιών (ΣΕΗ) βρήκε τη «λύση»: Θα προστάτευε τα επαγγελματικά δικαιώματα των ηθοποιών –με την προϋπόθεση να είναι μέλη του.

Και πώς γίνεται κανείς μέλος του ΣΕΗ; Έχοντας εξασφαλίσει 200 ένσημα. Πράγμα αδύνατο, εκτός αν τα πλήρωνε από την τσέπη του –πολλοί ηθοποιοί το έχουν κάνει. Το μόνο που έκανε το ΣΕΗ, ήταν να θριαμβολογεί κάθε τόσο για «την υπογραφή συλλογικής σύμβασης» που τηρούσαν μόνο οι δύο κρατικές σκηνές και πού και πού κανένα ΔΗΠΕΘΕ. Ώσπου οι συλλογικές συμβάσεις καταργήθηκαν γενικώς στη χώρα και τελείωσε κι αυτό.

Κάποιοι επιχορηγήθηκαν γενναία επί χρόνια –δικαίως ή αδίκως δεν μπορεί κανείς να πει, δεν υπάρχει αντικειμενική κρίση στις Τέχνες –χωρίς πάντως ιδιαίτερο έλεγχο έστω αν ήταν συνεπείς ως εργοδότες.

Κάποιοι άλλοι, οι περισσότεροι, ενίοτε παίζουμε τους «θιασάρχες», δηλαδή μαζευόμαστε τρεις τέσσερις παλαβοί να κάνουμε μια «παραγωγή», με τη συμφωνία «πάμε με ό,τι έχουμε κι ότι χρήματα περισσέψουν, τα μοιραζόμαστε».

Δεν είναι σπάνιο να μοιραζόμαστε χρέη τελικώς.

Κανένα κράτος, με τη γραφειοκρατική του λογική, δεν μπορεί να ενισχύσει εκτάκτως τους εργαζόμενους του κλάδου. Διότι απλώς, επισήμως δεν υπάρχουμε.

«Υποστηρίξτε τους εργαζόμενους στην Τέχνη» ένα μόνο πράγμα μπορεί να σημαίνει: Υποστηρίξτε το χρόνιο αίτημα να μην φορολογούνται τα μικρά θεατρικά, μουσικά, χορευτικά συγκροτήματα περίπου σαν πολυκαστήματα. Επιδοτήστε τους νέους καλλιτέχνες που δημιουργούν ομάδες, όχι με απευθείας χρηματοδότηση, αλλά με μικρούς φορολογικούς συντελεστές, με κάλυψη μέρους των ασφαλιστικών εισφορών όσων απασχολούν –το Δημόσιο έτσι και αλλιώς δεν εισπράττει τίποτα από εντελώς ανασφάλιστους– θεσμοθετήστε ειδικές φοροαπαλλαγές για τους επαγγελματίες του χώρου, προστατέψτε τα δικαιώματα των δημιουργών, επιδοτήστε σε κάποιο ποσοστό τα ενοίκια των χώρων. Γιατί σε λίγο δεν θα υπάρχει κανένας χώρος και δεν θα δουλεύει κανείς. Και πάνω απ’ όλα, σταματήστε να αντιμετωπίζετε τους καλλιτέχνες, τους νέους ιδίως καλλιτέχνες, σαν περίεργα, πρακτικώς άχρηστα όντα που απλώς ενοχλούν.

Ωστόσο, ακόμα κι αν δεν κάνετε τίποτα, αν κυριαρχήσει η λογική κορυφαίων κυβερνητικών στελεχών, ότι «είμαστε κάτι τελειωμένοι που δεν μας ξέρει κανείς», δεν θα πάψουμε να υπάρχουμε. Η σημερινή κυβέρνηση, αδιαφορεί για την τύχη των ανθρώπων της Τέχνης, πιθανότατα επειδή πιστεύει ότι όσοι δεν συμμετέχουμε σε φιέστες προβολής της, εκτός από άχρηστοι είμαστε και ακίνδυνοι γι’ αυτήν.

Δεν έχουμε βέβαια τη δύναμη να της επιβάλλουμε να αλλάξει την ανύπαρκτη άποψή της για τον πολισμό γενικά.

Αλλά θα είμαστε πάντα «στη γη βελόνι, που πατάς και σ’ αγκυλώνει»

* Ο Κώστας Αποστόλου είναι ηθοποιός –σκηνοθέτης, ενίοτε ετεροαπασχολούμενος, μέλος του Συντονιστικού της Κίνησης «Κοινωνία Πρώτα»