Σε κάθε κρίση, θεσμική, οικονομική, κοινωνική, είναι παλιά συνήθεια αυτού του (υποταγμένου) λαού να αναζητεί και να επιζητεί την παρέμβαση των λεγόμενων «πνευματικών ανθρώπων».

Ads

Πιο συχνά, καταζητεί όσους πνευματικούς ταγούς «δεν μιλούν». Η απαίτηση αυτή εκκινεί από μία ακραία στρέβλωση αλλά και μία προπατορική προβολή.

Η στρέβλωση συνίσταται στο ότι οι «πνευματικοί άνθρωποι» αντιμετωπίζονται ως μία ομάδα με εσωτερική ομοιογένεια, ως κατ’ επάγγελμα θεραπευτές μιας συλλογικής κακοδαιμονίας, χωρίς να συνεκτιμάται το ενδεχόμενο να είναι και οι ίδιοι μέρος του προβλήματος ή να φέρουν ένα μεγάλο ποσοστό συνυπαιτιότητας.

Η προβολή, με κλασικούς ψυχολογικούς όρους, συνίσταται στο εξής: ο λαός έχει συνδιαλλαγεί επί χρόνια με τη φαύλη κεντρική και τοπική εξουσία και έχει διατηρήσει ή επαναφέρει στα officia διεφθαρμένους αξιωματούχους. Την ίδια στιγμή ο λαός αδυνατεί ή και αρνείται να αρθρώσει τον δικό του αντιστασιακό λόγο και να προτάξει τη δική του συλλογική δράση. Αυτό δημιουργεί συλλογικές ενοχές. Και οι ενοχές, προκειμένου να μην διαταράξουν την υπνηλία στις τάξεις του λαού, πρέπει να διοχετευθούν και να μεταμορφωθούν σε ένα «κατηγορώ»: όταν αρνούμαι να αλλάξω εγώ, ζητώ από άλλους να το κάνουν (για μένα).

Ads

Λοιπόν, βρέθηκα στην πρεμιέρα του «Η άνοδος του Αρτούρο Ούι» σε σκηνοθεσία Άρη Μπινιάρη, στο θέατρο ARK. Και αποκόμισα ακόμα πιο ισχυρά πειστήρια για τα παραπάνω. Δεν θα σταθώ στην αριστουργηματική – συγγραφική, σκηνοθετική, ερμηνευτική, σκηνογραφική – καταγγελία του φασισμού και όλων των απότοκων υποϊδεολογιών του. Γιατί η συγκεκριμένη παράσταση του Μπρεχτ δεν στήθηκε για το γνωστό κοινό των μερικών χιλιάδων Αθηναίων.

Οι κατάμουτρα ανηρτημένες αφίσες στο μετρό, οι φρικτά καρτουνίστικες μορφές των αστών κομπραδόρων, των μαφιόζων, των δημοσιογράφων και των λοιπών παροικούντων το Σικάγο, η ακομπλεξάριστη σκηνική προσέγγιση των Ταγμάτων Εφόδου με όρους μαζικής κουλτούρας τύπου Peaky Blinders (αυτό που είναι στην πραγματικότητα,δηλαδή, τα Τάγματα Εφόδου), δεν είναι ένα θέαμα για λίγους. Και, στην τελική, δεν μπορείς για να εξιλεωθείς πολιτιστικά να έχεις πληρώσει το καλοκαίρι καύσιμα, δωμάτιο, φαγητό και εισιτήρια για να δεις τον φοβερό Προμηθέα του Μπινιάρη στην Επίδαυρο μαζί με 13.000 άλλους θεατές και το χειμώνα να αναρωτιέσαι γιατί ο κάθε Μπινιάρης «δεν μιλά».

Και τελικά, όχι, δεν μπορείς να έχεις σηκωθεί όρθιος χειροκροτώντας τον Προμηθέα του Μπινιάρη και ακόμα να σκέφτεσαι τί μπορείς να κάνεις εσύ για αυτό το καταχρεωμένο ερείπιο που λέγεται Ελλάδα.

* Ο Βαγγέλης Γέττος είναι νομικός