Δεν είναι δυνατό να επιτευχθεί αποσυμφόρηση των φυλακών μέσω της πρόωρης αποφυλάκισης, χωρίς ταυτόχρονα να αλλάξει ο ποινικός κώδικας, δηλώνει στο tvxs.gr ο καθηγητής Εγκληματολογίας και μέλος της ΔΗΜΑΡ Γιάννης Πανούσης, κληθείς να σχολιάσει επί της ουσίας την «κόντρα» ΠΑΣΟΚ και ΝΔ – ΛΑΟΣ με αντικείμενο το επίμαχο νομοσχέδιο. Υπογραμμίζοντας ότι όσοι αποφυλακίζονται -κατά 60 με 65%- υποτροπιάζουν στο έγκλημα, εστιάζει στην πρόληψη και την επανένταξη, εκφράζοντας δυσαρέσκεια για το γεγονός πως ούτε αυτή τη φορά συγκροτείται Ινστιτούτο Αντεγκληματικής Πολιτικής. Ο ίδιος χαρακτηρίζει προς τη σωστή κατεύθυνση την αποποινικοποίηση -και όχι νομιμοποίηση- της χρήσης ναρκωτικών, ένα ζήτημα το οποίο επίσης καλείται να διαχειριστεί η κυβέρνηση εν μέσω αντιδράσεων από ΝΔ – ΛΑΟΣ (και ΚΚΕ).

Ads

 
Σχεδόν κινδύνευσε η συνοχή της κυβέρνησης από την πρόταση για αποφυλάκιση όσων έχουν καταδικαστεί με 10 (τελικώς 5) χρόνια κάθειρξη.
 
Τέτοιου είδους λύσεις, εκτός από εμβαλωματικές, είναι και αναποτελεσματικές. Αν δεν αρχίσει η χώρα να ασκεί μία συγκροτημένη αντεγκληματική πολιτική, ώστε να μην χρειάζεται να κλείνεται τόσος κόσμος στις φυλακές, εκείνες θα συνεχίσουν να γεμίζουν και η εκάστοτε κυβέρνηση θα φέρνει κάθε 6 μήνες έναν νόμο για να τις αποσυμφορήσει. Η υποτροπή όσων αποφυλακίζονται στο έγκλημα ανέρχεται στο 60-65%. Όσοι -για παράδειγμα- αφέθηκαν και επί Χατζηγάκη και επί Δένδια, κατά 65% ξαναμπήκαν στη φυλακή. Ας αναλογιστεί κανείς εδώ και την ενίσχυση της παραβατικότητας λόγω της οικονομικής κρίσης. Θεωρώ, λοιπόν, ότι ανάλογες πρωτοβουλίες δεν βοηθούν.
 
Θα μπορούσε, παρ’ όλα αυτά, να ισχυριστεί κανείς ότι αυτές αποτελούν βραχυπρόθεσμα μέτρα για την άμεση αποσυμφόρηση των φυλακών, διοικήσεις των οποίων διαμηνύουν ότι δεν θα δέχονται άλλους κρατούμενους.
 
Θα μπορούσε κανείς να ισχυριστεί αυτό, αν παράλληλα κάποια εγκλήματα έπαυαν να είναι εγκλήματα. Δηλαδή, την ώρα που προβαίνει η πολιτεία στην αποσυμφόρηση των φυλακών, θα πρέπει να αλλάζει και τον ποινικό κώδικα, μετατρέποντας κάποια εγκλήματα σε διοικητικές παραβάσεις κλπ. ή προσφέροντας μία εναλλακτική σε ανθρώπους που για παράδειγμα δεν έχουν να πληρώσουν, όπως είναι ο κατ’ οίκον περιορισμός, το ηλεκτρονικό βραχιόλι που στην Ελλάδα δεν θέλουμε καν να το σκεφτούμε, η κοινωφελής εργασία κλπ. Με άλλα λόγια, φροντίζεις να βγουν κάποιοι άνθρωποι, αλλά λαμβάνεις και τα απαιτούμενα μέτρα ώστε να μην ξαναμπούν.
 
Αν εφαρμοζόταν η πρόταση του ΠΑΣΟΚ για πρόωρη προφυλάκιση όσων εκτίουν ποινή έως και 10 έτη, ποιες κατηγορίες φυλακισμένων θα απελευθερώνονταν;
 
Αυτές τις ώρες διευκρινίζεται ακριβώς πώς έχουν μελετηθεί όλα αυτά, τα οποία ωστόσο δεν αφορούν στην ουσία του προβλήματος. Το ζήτημα είναι ότι στις ποινές έως και 5 έτη ούτως ή άλλως δεν έχουμε φυλάκιση στην πράξη, λόγω των ασφαλιστικών δικλείδων οι οποίες ισχύουν. Αντί να αλλάξει ο ποινικός κώδικας και η αντεγκληματική πολιτική, αφήνονται τα δικαστήρια να επιβάλλουν ποινές 5 ετών, για να αναιρεθούν στη συνέχεια οι αποφάσεις στην πράξη. Με αυτόν τον τρόπο, οι θεσμοί μας ακυρώνουν ο ένας τον άλλον. Χάνεται, άλλωστε, και ο πολιτικός χαρακτήρας της ποινής. Αν είναι, όταν αποφασίζεται για παράδειγμα ένας χρόνος κάθειρξης, να μην υπόκειται ο καταδικασμένος στο σοκ της φυλάκισης, τότε γιατί να περιλαμβάνεται αυτός ο ένας χρόνος στον ποινικό κώδικα; Είναι καλύτερο να αποσυρθεί.
 
ΝΔ και ΛΑΟΣ έθεσαν ζήτημα κινδύνου για τη δημόσια τάξη από την πρόωρη αποφυλάκιση κρατούμενων.
 
Αυτές οι ανησυχίες είναι γενικότερες. Αφορούν και αυτούς που δεν έχουν φυλακιστεί και πρόκειται να προβούν σε έγκλημα, και εκείνους που εγκληματούν και εκτίουν την ποινή αποφυλακιζόμενοι σύμφωνα με το προβλεπόμενο, και αυτούς που αποφυλακίζονται με τέτοιους νόμους αποσυμφόρησης των φυλακών. Ζητούμενο είναι να εμπλέκεται σε ανάλογες νομοθετικές πρωτοβουλίες ένα επιστημονικό συμβούλιο το οποίο θα γνωμοδοτεί για το ποιος πρέπει να αποφυλακίζεται, ποιος πρέπει να παίρνει άδεια, υπό ποιες συνθήκες κ.ο.κ. Ένα όργανο, δηλαδή, το οποίο θα παρείχε εγγυήσεις στην κοινωνία πως όλα αυτά δεν λειτουργούν αυτοματοποιημένα, πως κάποιοι μπορεί να μην χρειάζεται να μπουν στη φυλακή ή να βγουν από αυτή, παρά το γεγονός ότι το έγκλημα το οποίο διέπραξαν είναι ίδιο με αυτό του διπλανού τους. Σημασία έχουν τα ποιοτικά χαρακτηριστικά ενός εγκλήματος, η προσωπικότητα του εκάστοτε δράστη και δυστυχώς σήμερα ενημερωνόμαστε για την εγκληματικότητα μόνο από τη ΓΑΔΑ η οποία παραθέτει απλώς νούμερα. Προσωπικά, είχα ενημερωθεί ότι στο συγκεκριμένο νομοσχέδιο θα περιλαμβανόταν η δημιουργία Ινστιτούτου Αντεγκληματικής Πολιτικής. Εδώ και 15 χρόνια το ζητάμε, όλοι δεσμεύονται, κανείς δεν το κάνει. Αντίστοιχα και με το νέο σωφρονιστικό κώδικα. Ως επικεφαλής της προσπάθειας, τον έχω καταθέσει από το Μάρτιο. Σε λίγο θα κλείσει ένα χρόνο στο συρτάρι του υπουργείου, το οποίο μάλιστα έχει επικροτήσει το εγχείρημα. Αλλά ο κώδικας παραμένει στο συρτάρι.
 
Όσον αφορά στον προωθούμενο νέο κώδικα για τα ναρκωτικά, ο οποίος κατά βάση δίνει την επιλογή ένταξης σε πρόγραμμα θεραπείας -αντί φυλάκισης- σε χρήστες που ενδεχομένως έχουν προβεί και σε κάποιες μικροκλοπές κλπ;
 
Και σε αυτό το θέμα έχουμε «μπλέξει» με την κυβέρνηση συνεργασίας. Κάποιοι μπερδεύουν την αποποινικοποίηση με τη νομιμοποίηση ή την ιατρικοποίηση με τη φυλακοποίηση κλπ. Και ανάλογες προσεγγίσεις εντάσσονται σε ένα πολιτικό, προεκλογικό παιχνίδι ασφάλειας το οποίο είναι σε εξέλιξη. Με τη σειρά του αυτό επιδρά στη διακυβέρνηση, ε, και κάπου εκεί «χάνεται ο μπούσουλας». Ας υποθέσουμε ότι δεν εγκριθούν τα νέα μέτρα. Θα είναι η κατάσταση με την εγκληματικότητα στη χώρα μια χαρά; Δηλαδή, είναι αυτοί οι νόμοι οι οποίοι προκαλούν την εγκληματικότητα; Δεν υπάρχει ψυχραιμία, δεν υπάρχει μακρόπνοο σχέδιο. Αντίθετα, υπάρχουν στερεότυπα και από τις δυο μεριές. Διότι άδικο έχουν και εκείνοι που λένε ότι όλοι στις φυλακές είναι κακούργοι και εκείνοι που λένε ότι όλοι στις φυλακές είναι «άγγελοι».
 
Πάνω σε ποια βάση, λοιπόν, θεωρείτε εποικοδομητική τη συζήτηση για τον νέο κώδικα των ναρκωτικών;
 
Το νομοσχέδιο υπαγορεύει ότι η ιδία χρήση ναρκωτικών, για «εσένα», ας πούμε «στο σπίτι σου», δεν είναι έγκλημα, με την έννοια ότι δεν τιμωρείται. Στη συνέχεια προχωρά και ορίζει ότι η χρήση ναρκωτικών για παράδειγμα στο πάρκο τιμωρείται ως πταίσμα. Και ακολουθεί η περαιτέρω διαβάθμιση, παρά το γεγονός βέβαια ότι δεν είναι εύκολο να διαχωριστεί η ιδία χρήση, το βαποράκι από τον μικροέμπορο. Θεωρώ ότι ο νέος νόμος είναι προς τη σωστή κατεύθυνση, αρκεί βεβαίως να λειτουργήσουν στην πράξη τα θεραπευτικά κέντρα, η πρόληψη και η επανένταξη. Διότι έως σήμερα στην Ελλάδα πρόληψη δεν κάνουμε (στοιχίζει, δεν έχει πολιτικό όφελος και απαιτεί συνευθύνη), επανένταξη δεν κάνουμε (λόγω των στερεοτύπων), κι έτσι επιλέγουμε σε όλες τις περιπτώσεις τη φυλάκιση. Τώρα, η πολιτεία θέλει να πει «όχι φυλακή, αλλά θεραπευτικά προγράμματα». Το οποίο βέβαια απαιτεί δομές και πόρους που δεν υπάρχουν. Ουσιαστικά κατοχυρώνεται μία θεσμική κατεύθυνση, σαν να λέει κανείς: «αν είχα λεφτά, έτσι θα το έκανα». Ας υπάρχει τουλάχιστον αυτό. Ωστόσο, συμπίπτει αυτή η υπόθεση με τα χαρακτηριστικά της συγκυρίας, κατά την οποία τα κόμματα της κυβέρνησης συνεργασίας προσπαθούν να διαφοροποιηθούν το ένα από το άλλο και δεν το κάνουν σε σχέση με το Μνημόνιο αλλά σε σχέση με ανάλογα κοινωνικά ζητήματα.