Οι κοινωνικές όψεις της κρίσης θεωρούνται ως παράπλευρες απώλειες μιας οικονομικής συγκυρίας. Στην πραγματικότητα, όταν η κρίση απέλθει, αυτό που θα μας μείνει θα είναι ένα βαθύ τραύμα το οποίο θα επουλωθεί πολύ δύσκολα. Διαβάζουμε για παράδειγμα ότι τα τελευταία χρόνια έχει αυξηθεί  ο αριθμός των γυναικών που τρώνε ξύλο, γιατί  γενναίοι αρρενωποί συμπολίτες μας αισθάνονται ανεπαρκείς λόγω  της επαγγελματικής κατάστασης στην οποία έχουν περιέλθει και ανακαλύπτουν το χαμένο τους αντρισμό ρίχνοντας στις συζύγους τους καμιά σφαλιάρα που και που. Ακούμε επίσης ότι αυξήθηκε κατακόρυφα ο αριθμός των επιστημόνων που φεύγουν στο εξωτερικό και για το λεγόμενο brain leaking. Όλα αυτά είναι γνωστά, αλλά φοβάμαι ότι δεν έχουμε κατανοήσει την βαρύτητά τους πλήρως.

Ads

 
Εκτός όμως από τις γυναίκες, τους επιστήμονες και τα παιδιά, πολύ λιγότερο συζητείται η επίπτωση που είχε η κρίση πάνω σε μια άλλη κατηγορία ανθρώπων. Σε εκείνους που εκφράζουν την πιο «μποέμ» πλευρά της ζωής: μικροεπιχειρηματίες που έχουν ένα καφενεδάκι στο χωριό, καλλιτέχνες, αναχωρητές  της υπαίθρου, ρομαντικούς και παντός είδους αμφισβητίες. Μπορεί να τελειώνει ο Οκτώβριος και εγώ να είμαι ακόμα στο πνεύμα των διακοπών, αλλά έχω και τώρα στο μυαλό μου έναν απόφοιτο της Σχολής Καλών Τεχνών που απολαμβάνει τη διδασκαλία των καλλιτεχνικών σε ένα σχολείο στην Εύβοια, μια κοπέλα που τα παράτησε όλα και άνοιξε τσαγερί στα Ζαγοροχώρια ή κάποιον άλλο που πουλάει τις ζωγραφιές του σε τουρίστες σε ένα αιγαιοπελαγίτικο νησί, καλλιεργώντας ταυτόχρονα ντοματούλες.  Πρόκειται για μια ανομοιογενή κατηγορία ανθρώπων που δεν ανήκουν πάντα σε αυτό που θα ονομάζαμε σήμερα «παραγωγικά επαγγέλματα» με την στενή έννοια, με κοινό στοιχείο τους αυτήν την μποέμ προσκόλληση σε μια ήσυχη ή δημιουργική όψη της ζωής, οι οποίοι δίνουν λιγότερη σημασία από τον μέσο άνθρωπο στην συσσώρευση πλούτου ή στις κοινωνικές συμβάσεις.
 
Πριν δούμε τι έπαθαν αυτοί οι άνθρωποι, ας ψάξουμε καταρχάς γιατί θα έπρεπε να νοιαστούμε για αυτούς.
 
Μια σημαντική συνεισφορά τους, δημοφιλής και στα τηλεοπτικά κανάλια, είναι η ανανέωση του πληθυσμού σε γερασμένες πληθυσμιακά  περιοχές. Μια άλλη, περισσότερο «κοινωνιολογική», είναι  η ανανέωση σε σκέψεις και σε κοινωνικές πρακτικές που κουβαλάνε συχνά μαζί τους τέτοιες ομάδες.
 
Αυτή η ανανέωση δεν εντοπίζεται μόνο στον γεωγραφικό χώρο όπου ζουν. Με γενικότερους όρους, οι μποέμ, οι πολιτικοί αμφισβητίες και οι καλλιτέχνες ανανεώνουν την πολιτική σκέψη, την κουλτούρα, τις διαπροσωπικές συμπεριφορές και φέρνουν έναν αέρα καινοτομίας στην κοινωνία. Ρέμπελοι φοιτητές έχουν ξεκινήσει επαναστάσεις στην πληροφορική, άεργοι αργόσχολοι έχουν γράψει παγκόσμια συγγραφικά αριστουργήματα, ενώ οι επαναστάσεις της δεκαετίας του ’60 σε ΗΠΑ, Γαλλία και αλλού έφεραν νέους ανθρώπους στο προσκήνιο, νέες ιδέες στο πολιτικό σκηνικό. Για όσους στενόμυαλους δεν το καταλαβαίνουν, η διαρκής αμφισβήτηση που κουβαλάνε πολλοί από αυτούς τους ανθρώπους είναι η δύναμη των δυτικών κοινωνιών. Η ανοχή που δείχνουν οι τελευταίες στο «παράξενο», και  πολλές φορές στο «ακραίο», τις έφερε σε μία θέση παγκόσμιας πολιτισμικής, πολιτικής και τεχνολογικής υπεροχής.
 
Όσες κοινωνίες δεν έδειξαν τέτοια κουλτούρα ελαστικότητας και ανοχής βρίσκονται σε πολύ χειρότερη θέση. Οι ισλαμικές κοινωνίες είναι ένα κλασσικό παράδειγμα. Ο παραμικρός νεωτερισμός και απόκλιση  αντιμετωπίζεται ως πράξη επαναστατική και εχθρικά ριζοσπαστική. Τα μέλη τους δεν αντιμετωπίζονται ως μέλη μιας ανοικτής κοινωνίας, αλλά ως μιας κλειστής κοινότητας που αποκλείει το διαφορετικό, άρα και το καινούριο, με αποτέλεσμα τη στασιμότητά τους.
 
Φοβάμαι ότι στο μυαλό των πολιτικών μας όλα αυτά είναι ψιλά γράμματα. Οι προηγούμενες κυβερνήσεις εξοβέλισαν τη διδασκαλία της τέχνης από τα μαθήματα Γενικής Παιδείας στο Λύκειο, ενώ η Ιστορία Τέχνης, το Ελεύθερο και το Γραμμικό Σχέδιο αντιμετωπίστηκαν εχθρικά.  Σε μια χώρα που η δημοφιλέστερη μορφή ψυχαγωγίας ανάμεσα στους πολιτικούς της υπήρξε το σκυλάδικο και το τρίτο σε δύναμη κόμμα είναι η Χρυσή Αυγή, δεν είναι δύσκολο να καταλάβει κανείς γιατί η σχέση του προηγούμενου πρωθυπουργού με τον πολιτισμό περιορίστηκε στην προπαγανδιστική εκμετάλλευση της ανασκαφής της Αμφίπολης και στον διορισμό συντοπιτών του στο Μουσείο της Ακρόπολης.
 
Στην Ευρώπη κυριαρχεί επίσης αυτή τη στιγμή μια πολιτική τάξη που βλέπει την κουλτούρα της αμφισβήτησης και την «περιθωριακή» σκέψη με έναν εντελώς μυωπικό τρόπο, απλώς και μόνο ως έναν στυγνό παρασιτισμό. Πρόκειται για μια εκδοχή του λαϊκίστικου μοτίβου για τον τεμπέλη και αντιπαραγωγικό νοτιοευρωπαίο,  που όμως τώρα είναι συμπατριώτης τους και βρίσκεται μέσα στο ίδιο τους το σπίτι. Σε αυτό το πλαίσιο, οι επιμέρους πολιτισμικές ιδιαιτερότητες αντιμετωπίζονται εχθρικά. Το παράδειγμα της Κυριακής-αργίας είναι ενδεικτικό. Η ελληνική κοινωνία είχε από μόνη της αποφασίσει να κρατά τα μαγαζιά εστίασης ανοικτά τις Κυριακές και τις νυκτερινές ώρες έως αργά, προσαρμοζόμενη τόσο σε οικονομικές, όσο και σε πολιτισμικές  τοπικές συνθήκες. Οι βόρειες κοινωνίες, από την πλευρά τους, είχαν αποφασίσει από μόνες τους να λειτουργούν με ένα άλλο μοντέλο, που στηρίζεται στις δικές τους ιδιαιτερότητες, αφήνοντας ανοικτά τα πολυκαταστήματα τις Κυριακές σε μέρη όπως το Λονδίνο, που στηρίζονται σε άλλου είδους τοπικά χαρακτηριστικά (καταναλωτικός τουρισμός κτλ). Στην Ελλάδα, όλοι, τουρίστες και ντόπιοι, θα πάνε τον Ιούλιο σε ένα ταβερνάκι μετά το Κυριακάτικο μπάνιο και όχι σε ένα πολυκατάστημα. Η ευρωπαϊκή ελίτ θα καταλάβαινε το λάθος της στην περίπτωση που κυριαρχούσε στα πράγματα  ο Τσίπρας, και όχι η Μέρκελ, και επέβαλε με το ζόρι στις βόρειες κοινωνίες να ανοίγουν τα εστιατόριά τους έως τις 5 το πρωί.
 
Τώρα όμως, οι ιδιαιτερότητες των λαών, των τοπικών κοινωνιών και των ανθρώπων πρέπει να ληφθούν υπόψη από μια κυβέρνηση που θέλει να λέγεται «αριστερή». Στα σκαριά βρίσκεται μια μεταρρύθμιση σε τομείς όπως το ασφαλιστικό και η παιδεία και πολλά πρέπει να αλλάξουν.  Το άρθρο 25 του νόμου 3846/2010 είναι ένα κλασσικό παράδειγμα. Σύμφωνα με αυτό, ο επιχειρηματίας που δραστηριοποιείται σε οικισμούς κάτω των 2.000 κατοίκων, για την παραμικρή δραστηριότητα που θα ασκήσει εκτός ορίων του οικισμού, αυτομάτως υποχρεώνεται (ανεξαρτήτως του εάν είναι ασφαλισμένος στον ΟΓΑ) να ασφαλιστεί και στον ΟΑΕΕ. Σε μια τέτοια περίπτωση επιβάλλονται και αναδρομικά τέλη καθυστέρησης για τρία έτη σε όσους παίρνουν προσωρινή απαλλαγή τριών ετών από τον ΟΑΕΕ, αναγκάζοντας πολλούς κατοίκους σε οικονομικό στραγγαλισμό. Ο διάλογος για την παιδεία πρέπει επίσης να καταλήξει σε μια ευνοϊκή ρύθμιση για τα καλλιτεχνικά μαθήματα, που δημιουργούν ελεύθερους και σκεπτόμενους ανθρώπους, άσχετα με την επαγγελματική πορεία που θα ακολουθήσουν στη συνέχεια (εκτός εάν ακόμα φοβόμαστε τους ελεύθερους και σκεπτόμενους ανθρώπους…).

Ο χώρος στενεύει ασφυκτικά για όσους επέλεξαν να ζήσουν με λίγα χρήματα τον δικό τους εναλλακτικό τρόπο ζωής, έχοντας τη μικρή τους επιχείρηση που μπορεί να είναι οικονομικά βιώσιμη μόνο για έξι μήνες το χρόνο, καλλιεργώντας  το χωράφι τους για το υπόλοιπο διάστημα και  επιλέγοντας μια λιτή και δύσκολη ζωή, που μπορεί όμως να την προτιμούν. Αλλά εδώ δεν έχει σημασία η διαφορετικότητα: όλοι θα πρέπει να επιστρέψουν πίσω στα αστικά κέντρα, άλλοι για να γίνουν υπάλληλοι σε αλυσίδα τυροπιτάδικων και άλλοι για να αναζητήσουν το προαιώνιο δημοσιοϋπαλληλικό όνειρο.
 
Δεν μπορούμε να ελπίζουμε για την σωτηρία του ευρωπαϊκού πνεύματος  της ανοχής και της αμφισβήτησης ούτε στον Σόιμπλε, ούτε στον Γιούνκερ και την Λαγκάρντ. Αν όχι στην «πρώτη αριστερή κυβέρνηση», τότε ίσως μόνο σε μια θεϊκή παρέμβαση, όπως έλεγε και ο Paul Roland σε ένα ωραίο του τραγούδι το 1991: «God will be kind to the poets and the painters»…