Ακόμη κι αν δεν γνωρίζαμε ότι το νομοσχέδιο για την Παιδεία που συζητιόταν αυτές τις μέρες στη Βουλή προέρχεται και υποστηρίζεται από μια δεξιά, δηλαδή από μια πολιτικά συντηρητική κυβέρνηση, που συγχρόνως εμφορείται από σκληρές νεοφιλελεύθερες αντιλήψεις, θα μπορούσαμε εύκολα να το έχουμε συνάγει και αντιληφθεί.

Ads

Αρκεί μια ματιά στους υποστηρικτές αυτού του νόμου, για να αντιληφθεί κανείς ποιων τα συμφέροντα εξυπηρετεί.

Όταν το σύνολο της εκπαιδευτικής κοινότητας, δάσκαλοι, καθηγητές και σύλλογοι γονέων των δημόσιων σχολείων απορρίπτουν έναν επιχειρούμενο εκπαιδευτικό «εκσυγχρονισμό», όπως τα ίδια τα κυβερνητικά στελέχη αποκαλούν το συγκεκριμένο νομοσχέδιο, ενώ οι μόνοι που το υποστηρίζουν είναι οι ιδιοκτήτες των ιδιωτικών σχολείων, τότε δεν υπάρχει η παραμικρή αμφιβολία ότι πρόκειται για μια νομοθετική παρέμβαση που δεν βελτιώνει τη δημόσια εκπαίδευση, αλλά είναι μονόδρομα στραμμένη προς την ιδιωτική.

Ακόμη και οι λίγες προβλέψεις αυτού του νόμου για την τριτοβάθμια εκπαίδευση, έχουν σαφή χαρακτήρα ιδιωτικοποίησης των δημόσιων δομών. Αφού οι ξενόγλωσσες σπουδές στα πανεπιστήμια δεν εντάσσονται στον βασικό ιστό των δημόσιων ιδρυμάτων, αλλά σε παράλληλες δομές, εκτός αυτών, που διαπνέονται από ιδιωτικοοικονομικά χαρακτηριστικά και κριτήρια.

Ads

Είναι λοιπόν σαφές στα μάτια κάποιου που δεν γνωρίζει ούτε τι εκπροσωπεί η κυβέρνηση Μητσοτάκη, ούτε ποιος κατέθεσε το συγκεκριμένο νομοσχέδιο, ότι αυτό προέρχεται από έναν πολιτικό χώρο που έχει στον πυρήνα της πολιτικής του επιδίωξης την αμφισβήτηση του δημόσιου χαρακτήρα της παιδείας και την αποδυνάμωση των δημόσιων δομών στην εκπαίδευση, όπως άλλωστε και στην υγεία και στο περιβάλλον και στους φυσικούς πόρους και στα δημόσια αγαθά.

Προέρχεται δηλαδή από έναν πολιτικό χώρο που έχει ως κύριο στόχο το ιδιωτικό συμφέρον και το κέρδος, ακόμη και σε βασικούς τομείς της δημόσιας σφαίρας.

Και για όποιον ακόμη διερωτάται γιατί είναι τόσο σημαντικό πολιτικό ζήτημα η εκπαίδευση να έχει δημόσιο χαρακτήρα και προσανατολισμό, η απάντηση είναι ο κοινωνικός και συγχρόνως ο δημοκρατικός και οικουμενικός ρόλος της παιδείας που πρέπει να απευθύνεται εξ ίσου σε όλους τους πολίτες, ανεξάρτητα από οικονομική, κοινωνική, θρησκευτική ή πολιτική τάξη και προέλευση.

Η συναισθηματική έκρηξη του υπουργού Γεραπετρίτη υπέρ της δημόσιας εκπαίδευσης που τον έκανε αυτό που σήμερα είναι, όπως χαρακτηριστικά είπε, έκρυβε μάλλον ενοχή και ήταν περισσότερο απολογητική παρά υποστηρικτική του νομοσχεδίου, παρά τις αντίθετες αρχικές του προθέσεις…

Γιατί η παιδεία είναι το όχημα που διαμορφώνει την κοινή δημοκρατική συνείδηση σε μια κοινωνία και διασφαλίζει τη δυνατότητα κοινωνικής και οικονομικής κινητικότητας των πολιτών, προκειμένου να μην υπάρχουν διακρίσεις και στεγανά για κανέναν.

Κι ένα τέτοιο όχημα μιας κοινωνίας για το μέλλον, αν δεν είναι εξ ορισμού οικουμενικό και αν δεν απευθύνεται εξ ίσου σε όλους, τότε δεν είναι δημοκρατικό.

Υπάρχει και ένα δεύτερο όμως χαρακτηριστικό αυτής της νομοθετικής παρέμβασης για την εκπαίδευση από το οποίο μπορεί εύκολα να συναχθεί η πολιτική προέλευση των εμπνευστών και υποστηρικτών της.

Η επιστροφή σε αποτυχημένα και διεθνώς ξεπερασμένα ηθικά πρότυπα του παρελθόντος, με χαρακτηριστικότερο την επαναφορά της διαγωγής στα σχολεία, ως μέσου διάκρισης των μαθητών σε φρόνιμους και απείθαρχους, τι άλλο εκπαιδευτικό νόημα έχει από την πειθάρχηση και τον πειθαναγκασμό των νέων στα πρότυπα ενός καθεστώτος που προσπαθεί να επιβληθεί δια της τιμωρίας και του στιγματισμού των απείθαρχων;

Κι ύστερα, αυτή η στρατιωτικού τύπου διαπαιδαγώγηση με κανόνες πειθαρχίας σε συγκεκριμένα πρότυπα, πως άραγε ευνοεί την επιστημονική έρευνα και την κοινωνική πρόοδο και πως εμπνέει την υπέρβαση των ορίων, μια προϋπόθεση αναγκαία για να κάνει ο κόσμος ένα βήμα μπροστά;

Τι θα ήταν ο ανθρώπινος πολιτισμός αν δεν υπήρχαν οι αμφισβητίες της κατεστημένης γνώσης και οι απείθαρχοι του πνεύματος, που τόλμησαν να υπερβούν όρια και φραγμούς για να προχωρήσει η επιστήμη και η τέχνη;

Και αυτή η ηθική διάκριση σύμφωνα με ηθικά πρότυπα άνωθεν επιβεβλημένα, τι άλλο είναι εκτός από δείγμα αναχρονισμού και συντηρητισμού και τι άλλο προδίδει εκτός από δεξιά αντίληψη και νοοτροπία;

Η οπισθοδρόμηση  στο σύστημα της διαγωγής, ως μέσου διάκρισης και συγχρόνως στιγματισμού μικρών παιδιών και νέων ανθρώπων που ακόμη δεν έχουν διαμορφώσει συμπεριφορές, μας επαναφέρει σε ένα παρελθόν όπου η εκπαίδευση δεν είχε το νόημα της διεύρυνσης του νου και της εμβάθυνσης της ψυχής των νέων, αλλά της αστυνόμευσης, του καταναγκασμού και της πειθαρχίας.

Και για όποιον διερωτάται γιατί αυτό δεν είναι καλό, η απάντηση είναι ότι η παιδεία πρέπει να διαμορφώνει συνειδήσεις ελεύθερων ανθρώπων που έχουν τη δυνατότητα από μόνοι τους να αξιολογούν, να κρίνουν και να επιλέγουν πρότυπα και συμπεριφορές και όχι φοβισμένων και υποταγμένων ανθρώπων που εκπαιδεύτηκαν να υπακούουν τυφλά σε πρότυπα και εντολές.

Γιατί όπως έλεγε ο αείμνηστος παιδαγωγός Χρίστος Τσολάκης, το μυαλό των παιδιών δεν είναι ένα δοχείο για να το γεμίζουμε με γνώσεις, αλλά ένα φυτίλι, που περιμένει τη φλόγα της γνώσης για να ανάψει και να φωτίσει τον κόσμο.

Μήπως όμως αυτή τη φλόγα της ελεύθερης σκέψης είναι που φοβούνται οι δεξιοί;

Μήπως αυτό το μοντέλο του φοβισμένου ανθρώπου που υποτάσσεται στην κυρίαρχη αντίληψη είναι που επιδιώκουν να επιτύχουν με τη στροφή της δημοκρατικής εκπαίδευσης σε αυταρχικές κατευθύνσεις;

Μήπως έχει δίκιο ο Ευκλείδης Τσακαλώτος, που κλείνοντας την εξαιρετικά εύστοχη ομιλία του στη Βουλή, παρατήρησε ότι ο στόχος της εκπαίδευσης είναι να σπουδάζει ελεύθερους πολίτες και όχι… πελάτες;