Δεν πιστεύω ότι οι ξένοι συμβάλλουν εποικοδομητικά εκφράζοντας ισχυρές απόψεις για το πώς οι πολίτες μιας χώρας, ή εκείνοι μιας μεγαλύτερης μονάδας όπως η Ευρωπαϊκή Ένωση, θα πρέπει να αποφασίσουν όταν βρίσκονται αντιμέτωποι με μια σημαντική πολιτική επιλογή. Οι ιδέες μας, με βάση την διεθνή εμπειρία, μπορεί μερικές φορές να είναι χρήσιμες, αλλά ποτέ δεν πρέπει να υπάρχει σύγχυση σχετικά με την ασυμμετρία των ρόλων.

Ads

Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για το δημοψήφισμα για το αν θα παραμείνει η Βρετανία στην ΕΕ. Λίγες μέρες πριν από την ψηφοφορία, το αποτέλεσμα είναι αμφίρροπο, με αρκετούς αναποφάσιστους ψηφοφόρους που θα το κρίνουν τελικά. Αλλά καθώς ο πολιτικός και κοινωνικός κατακερματισμός εκτείνεται πολύ πέρα από την Ευρώπη, οι ξένοι μπορεί να είναι σε θέση να προσθέσουν κάποια προοπτική για το ποιό είναι το αληθινό διακύβευμα.

Πρώτον, είναι γνωστό ότι όσον αφορά την κατανομή του εισοδήματος, τον πλούτο, καθώς και το κόστος και τα οφέλη από τις αναγκαστικές διαρθρωτικές αλλαγές, τα πρότυπα ανάπτυξης στο μεγαλύτερο μέρος του ανεπτυγμένου κόσμου είναι προβληματικά τα τελευταία 20 χρόνια. Γνωρίζουμε ότι η παγκοσμιοποίηση και ορισμένες πτυχές της ψηφιακής τεχνολογίας (ιδίως εκείνες που σχετίζονται με την αυτοματοποίηση) συνέβαλαν στην ανισότητα της εργασίας και του εισοδήματος, ασκώντας συνεχή πίεση στην μεσαία τάξη σε κάθε χώρα.

Δεύτερον, η συνεχιζόμενη κρίση στην Ευρώπη (μοιάζει περισσότερο με χρόνια πάθηση) έχει κρατήσει την ανάπτυξη πάρα πολύ χαμηλά και την ανεργία – ιδιαίτερα των νέων – σε απαράδεκτα υψηλά επίπεδα.

Ads

Η φυσική αντίδραση σε μια δημοκρατία είναι να αντικατασταθούν οι φορείς λήψης αποφάσεων και να δοκιμαστεί κάτι διαφορετικό. Στο κάτω κάτω, η δημοκρατία είναι και σύστημα για πειραματισμό, εκτός από την έκφραση της βούλησης των πολιτών. Φυσικά, το «νέο» μπορεί να μην είναι καλύτερο και θα μπορούσε να είναι χειρότερο – ίσως σημαντικά χειρότερο.

Τρίτον, η ΕΕ αντιμετωπίζει, σε πιο σοβαρή μορφή, ένα πρόβλημα που αντιμετωπίζει μεγάλο μέρος του ανεπτυγμένου κόσμου: Οι ισχυρές δυνάμεις που λειτουργούν πέρα από τον έλεγχο των εκλεγμένων αξιωματούχων διαμορφώνουν τη ζωή των πολιτών, αφήνοντάς τους να αισθάνονται ανίσχυροι. Αλλά ενώ όλες οι χώρες πρέπει να αντιμετωπίσουν τις προκλήσεις της παγκοσμιοποίησης και της τεχνολογικής αλλαγής, σημαντικά στοιχεία της διακυβέρνησης στην ΕΕ μοιάζουν να είναι πέρα από δημοκρατικούς θεσμούς, τουλάχιστον όπως τους κατανοούν οι περισσότεροι.

Η κατάσταση στην ευρωζώνη είναι ιδιαίτερα ασταθής, λόγω της αυξανόμενης αποξένωσης των πολιτών από μια μακρινή, τεχνοκρατική ελίτ. Το Brexit είναι ένα μέρος αυτού του μεγαλύτερου δράματος. Το διακύβευμα έχει να κάνει κυρίως με την διακυβέρνηση, όχι με την οικονομία. Αν αυτό ήταν όλο, το αποτέλεσμα θα ήταν αυτονόητα υπέρ της παραμονής.

Το διακύβευμα αφορά επίσης το πιο θεμελιώδες ζήτημα της πολιτικής ταυτότητας  – ακριβώς όπως ήταν στο δημοψήφισμα για την ανεξαρτησία της Σκωτίας το 2014.

Ορισμένοι Βρετανοί (ίσως και η πλειοψηφία), και πολλοί άλλοι πολίτες της ΕΕ, εξακολουθούν να θέλουν οι μελλοντικές γενιές να θεωρούν τους εαυτούς τους ως Ευρωπαίους (αν και με μια υπερήφανη καταγωγή από την Βρετανία, τη Γερμανία, ή την Ισπανία), και είναι έτοιμοι να δοκιμάσουν άλλη μία μεταρρύθμιση στις δομές διακυβέρνησης της Ευρώπης. Και έχουν δίκιο να πιστεύουν ότι ο κόσμος θα ήταν πολύ καλύτερος με μια ενωμένη, δημοκρατική Ευρώπη ως μια μεγάλη δύναμη τόσο για τη σταθερότητα όσο και για την αλλαγή.

Αυτή είναι η ελπίδα μου, αν και μπορεί να συνορεύει με ευσεβείς πόθους. Ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος για το Brexit (όπως και πολλοί ξένοι, ελπίζω ότι η Βρετανία θα ψηφίσει για να μείνει και να υποστηρίξει την μεταρρύθμιση από μέσα), η βρετανική ψηφοφορία, μαζί με παρόμοιες ισχυρές φυγόκεντρες πολιτικές τάσεις και αλλού, θα πρέπει να επιφέρει μια σημαντική επανεξέταση των ευρωπαϊκών δομών διακυβέρνησης και θεσμικές ρυθμίσεις. Ο στόχος πρέπει να είναι η αποκατάσταση μιας αίσθησης ελέγχου και ευθύνης στους ψηφοφόρους.

Αυτό θα ήταν ένα καλό αποτέλεσμα σε μακροπρόθεσμη βάση. Θα απαιτήσει εμπνευσμένη ηγεσία από όλες τις γωνιές της Ευρώπης – συμπεριλαμβανομένων των κυβερνήσεων, των επιχειρήσεων, των εργατικών σωματείων και της κοινωνίας των πολιτών, καθώς και μια ανανεωμένη δέσμευση για την ακεραιότητα, την ενσωμάτωση, την υπευθυνότητα και τη γενναιοδωρία. Αυτοί είναι υψηλοί στόχοι αλλά η επίτευξή τους δεν είναι αδύνατη.

* O κ.Michael Spence έχει τιμηθεί με Νόμπελ Οικονομικών και είναι καθηγητής Οικονομικών στο Stern School of Business του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης.

Πηγή: Τhe Project Syndicate
Αναδημοσίευση: Το Βήμα