Όταν ήμουνα μικρή ζήλευα τους τσιγγάνους και πάντα οι καταυλισμοί τους είχαν για μένα μια ιδιαίτερη γοητεία. Μου φαινόντουσαν, και μου φαίνονται ακόμα, άνθρωποι ελεύθεροι και υπερήφανοι. Στο μυαλό μου τους περιέβαλλε ένας μύθος γεμάτος ρομαντισμό. Η νομαδική ζωή, η μουσική, τα όμορφα φανταχτερά τους ρούχα, ο τρόπος που λίκνιζαν οι γυναίκες το σώμα στον χορό και η ευθυτένεια των ανδρών με παρέπεμπαν στα μυθιστορήματα των Ευρωπαίων ρομαντικών συγγραφέων και πάντα αναρωτιόμουν για τη καθημερινότητα της ζωής τους σήμερα, στα περίχωρα της Αθήνας, στην Δ. Πελοπόννησο, στη Λάρισα και σε τόσα άλλα μέρη της Ελλάδας που έχουν εγκατασταθεί ανάλογα με τις ανάγκες. Η σκέψη της ημέρας από τη Μαρία Τριαντοπούλου. 

Ads

 
Είναι σίγουρο ότι τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά και τόσο ρομαντικά όσο τα έβλεπα εγώ μικρή. Είναι αλήθεια ότι οι Ρομά, όχι μόνο εδώ στην Ελλάδα αλλά και στην Ευρώπη, έχουν κυνηγηθεί όσο λίγοι: από την εκκλησία, από τα κράτη στα οποία ζούσαν, από το ναζιστικό καθεστώς (που τους έστειλε στα στρατόπεδα συγκέντρωσης και στους φούρνους). Είναι επίσης σίγουρο ότι οι σχέσεις των Ελλήνων με τους Ρομά που ζούνε στη χώρα μας είναι το λιγότερο τεταμένες και εύθραυστες και τα συναισθήματα του μεγαλύτερου μέρους της ελληνικής κοινωνίας κυμαίνονται από την απλή καχυποψία στον απόλυτο ρατσισμό. Σε πρώτη ευκαιρία «γύφτους» τους ανεβάζουμε και «ζητιάνους» τους κατεβάζουμε, φορτώνοντας τους όλων των ειδών τις κατηγόριες και πολλά φυλετικά ελαττώματα. Τα ήθη και τα έθιμα των Ρομά αλλά και ο τρόπος ζωής τους μας τρομάζουν και έτσι χωρίς δεύτερη σκέψη είμαστε πάντα έτοιμοι να τους περιθωριοποιήσουμε και να τους κατακρίνουμε.
 
Σε ακραίες καταστάσεις, όπως αυτές στις οποίες πολλές φορές ζουν οι πλανόδιοι Ρομά, όχι οι εγκατεστημένοι, η εγκληματικότητα είναι νομοτελειακά αυξημένη, όπως άλλωστε και σε οποιαδήποτε κοινωνική ομάδα που μόνιμα διώκεται και εκδιώκεται. Δεν θέλω να μπω λοιπόν σε κάποια διεξοδική ανάλυση των γεγονότων και των εικασιών γύρω από την μικρή Μαρία που τόσο έχει απασχολήσει τα μέσα ενημέρωσης – εδώ και στο εξωτερικό. Μιλάνε για αρπαγές παιδιών, για αγοραπωλησίες παιδιών, για εκμετάλλευση παιδιών και άλλα πολλά. Κανείς δεν ξέρει ακόμα τι θα βγει από αυτήν την υπόθεση και που θα οδηγήσει τελικά η έρευνα των Αρχών, σε τι εγκληματικά κυκλώματα και σε τι νέες αποκαλύψεις ώστε να μένει, εκτός των άλλων, και σε εγρήγορση το φιλοθέαμον κοινό. Αυτά που εμένα μου έχουν εντυπωθεί από την ως τώρα εξέλιξη της ιστορίας είναι τα εξής:
 
Η Μαρία έμεινε ξαφνικά χωρίς γονείς (αυτούς που εκείνη ήξερε ως γονείς τουλάχιστον) και ένας τεράστιος πανικός έχει ξεσπάσει πάνω από το κεφάλι της με διάφορα πορίσματα, ιστορίες συνωμοσίας και παρατραβηγμένα σενάρια κάθε λογής.
 
Τα ΜΜΕ για άλλη μια φορά έδωσαν ρεσιτάλ ρατσισμού και προκατάληψης γεγονός το οποίο μετά – και όταν είναι πια ήδη πολύ αργά και η ζημιά έχει γίνει – κάπως αντιλαμβάνονται και πάνε στο άλλο άκρο έχοντας το θράσος να μας κάνουν και μαθήματα πολιτικής ορθότητας.
 
 
Στην Ελλάδα το ευκολότερο πράγμα είναι να εξαπατήσεις το κράτος και να παίρνεις σωρό τα επιδόματα γιατί προφανώς ή κανείς δεν ενδιαφέρεται να ελέγξει τίποτα ή κάποιοι επιτήδειοι έχουν στήσει μια καλή κομπίνα και τα παίρνουν από δεξιά κι από αριστερά. Τώρα το πως κατάφερε μια αγράμματη Ρομά από τα Φάρσαλα να εξαπατήσει ολόκληρη την γραφειοκρατική διαδικασία θα έπρεπε μάλλον να ανησυχήσει τις Αρχές για το πόσο σαθρό είναι το σύστημα παρά για οτιδήποτε άλλο.
 
Τέλος, για άλλη μια φορά, στοχοποιήθηκε μια ολόκληρη μερίδα ανθρώπων από την κυβέρνηση και τα ΜΜΕ ή από τους σχολιαστές και την «νομοταγή» κοινωνία γενικότερα που έσπευσε να χλευάσει, να κατηγορήσει και να κινδυνολογήσει χωρίς διάκριση, χωρίς μυαλό και κυρίως χωρίς αιδώ…
 
«Πουθ’ έρχεσαι; Από τη Βαβυλώνα. Που πας; Στο μάτι του κυκλώνα»!