Το τελευταίο διάστημα, εκτός από τα όσα τραγικά συμβαίνουν στη χώρα μας, με απασχολούν ιδιαίτερα τα τρία παραπάνω θέματα, που επέλεξα να  σχολιάσω:

Ads

1) Με αφορμή μια δημοσκόπηση γνωστής εταιρείας (αλήθεια ποιος παράγγειλε τα ερωτήματα;) μπήκε στις σελίδες της τηλεοπτικής «πραγματικότητας» το σενάριο της συνεργασίας, μετά τις εκλογές της ΝΔ και του ΣΥΡΙΖΑ (!!!).
Το πρώτο σχόλιο που προκύπτει είναι πως το ερώτημα αυτό αποτυπώνει την αγωνία των εμπνευστών του για την διαφαινόμενη συντριβή της ΝΔ και της συγκυβέρνησης και την ραγδαία άνοδο της εκλογικής επιρροής του ΣΥΡΙΖΑ. Αυτό γίνεται ολοένα και πιο σαφές με τις γνωστές για το απερχόμενο, φαύλο, πολιτικό σύστημα, εκφάνσεις τύπου Γκρουέζα και Μαυρογιαλούρου.

Το δεύτερο σχόλιο είναι ότι αποσαφηνίζεται μάλλον επακριβώς η πηγή της έμπνευσης μετά τον θετικό σχολιασμό του σεναρίου αυτού από το παραπαίον ΠΑΣΟΚ δεδομένης της σχέσης της εταιρείας με τον χώρο αυτό. Αυτό όμως αναδεικνύει και ένα άλλο θέμα, την σχέση χειραγώγησης των πολιτών μέσω των κατευθυνόμενων ερωτημάτων από διάφορες δήθεν επιστημονικά αθώες έρευνες κάποιων γνωστών εταιρειών.

Το σύστημα διασύνδεσης κάποιων εταιρειών δημοσκόπησης με τηλεοπτικά κανάλια, εκδοτικά συγκροτήματα και το φαύλο πολιτικό σύστημα της συγκυβέρνησης, με απροκάλυπτο τρόπο προσπαθεί να δημιουργήσει μια νέα ατζέντα πέρα από την ζοφερή πραγματικότητα, αναζητώντας συνενόχους στην ολέθρια πολιτική όλων αυτών.

Ads

Μετά από όλα αυτά αισθάνομαι την ανάγκη να επισημάνω το γεγονός ότι «πολλά έχουν να δουν τα μάτια μας» μέχρι τις εκλογές, μέχρι να φύγουν κυνηγημένοι όλοι αυτοί. Θα φτιαχτούν ομάδες πίεσης, θα γίνουν προβοκάτσιες με την τρομοκρατία, θα διαρρεύσουν σενάρια ανήκουστης λογικής. Όμως νομίζω πως ποια κανένας δεν «τσιμπάει», το χέρι έχει μπει τόσο βαθιά στην τσέπη του Έλληνα πολίτη, το ποτάμι έχει αρχίσει να κυλάει τόσο έντονα που το μόνο που μπορεί να αποδειχθεί από όλο αυτό το σκηνικό είναι η ακόμη μεγαλύτερη απαξίωση του ήδη εξωνημένου και φθαρμένου πολιτικού σκηνικού της συγκυβέρνησης και των υπαλλήλων τους.

2)Ένα υποπροϊόν του παραπάνω σχεδιασμού είναι και η πορεία της κίνησης των «58». Περιλαμβάνει μεν κάποιους αξιόλογους πανεπιστημιακούς δασκάλους, περιλαμβάνει όμως και το όλον, σχεδόν, εκσυγχρονιστικό – Σημιτικό – ΠΑΣΟΚ, εκείνης της αλήστου μνήμης περιόδου. Της περιόδου με το φαγοπότι των Ολυμπιακών Αγώνων, της περιόδου με τα μεγαλύτερα φαινόμενα διαπλοκής, μιας περιόδου που για πρώτη φορά, τόσο κραυγαλέα, ο «αριθμός» υπερέβη την ανθρώπινη αξία, υποτάσσοντας την χώρα στην πάση θυσία και με κάθε αλχημεία ένταξη της Ελλάδας στην Ευρωζώνη και στο Ευρώ.

Το χειρότερο από όλα όμως είναι ότι το πολιτικό στίγμα όλων αυτών δεν περιλαμβάνει προτάσεις και στρατηγικές για την αλλαγή της σημερινής ζοφερής κατάστασης, ότι παίζει το παιχνίδι της νομιμοποίησης της πτωχευτικής πολιτικής της διακυβέρνησης και κυρίως ότι παίζοντας στο επίπεδο της καταγγελίας του δήθεν λαϊκισμού του ΣΥΡΙΖΑ, επιπίπτει στον λαϊκισμό ενός αφηρημένου μεταρρυθμισμού που στην ουδετερότητα του στόχο έχει την περαιτέρω απαξίωση των κοινωνικών και εργασιακών δικαιωμάτων, του όποιου έχει απομείνει κράτους πρόνοιας και την διαιώνιση του ακραίου νεοφιλελευθερισμού.

Το παράδειγμα της Ιταλικής «ΕΛΙΑΣ» η οποία διελύθη εις τα εξ ων συνετέθη εν μία νυκτί, φαίνεται πως δεν υπεισέρχεται ως πληροφορία σε όσους σχεδιάζουν το εγχείρημα αυτό. Αυτή η πρωτοβουλία έχει θέσει ένα ακόμη πρόβλημα στα πολλά που αντιμετωπίζει σήμερα η ΔΗΜΑΡ, η οποία παραπαίει στο πολιτικό σκηνικό ως ένα αιωρούμενο σωματίδιο χωρίς, προς το παρόν, σαφή στρατηγική και στόχευση.

Από την μια, σωστά, η άρνηση της συνεργασίας με τους «58» και από την άλλη η συνεδριακή απόφαση για την ένταξη στο Ευρωπαϊκό Σοσιαλιστικό Κόμμα μαζί με το ΠΑΣΟΚ. Τα προβλήματα διογκώνονται με τις προσωπικές στρατηγικές που ακολουθούν στελέχη του χώρου, με κορυφαία την περίπτωση του πρώην έμπιστου (τρομάρα μας) του προέδρου, εκπροσώπου τύπου του κόμματος που έχει επιλέξει την γκλαμουριά της πολιτικής αντί της ουσίας αυτής.

Η μειοψηφία της ΔΗΜΑΡ, για να μην ξεχνιόμαστε, ήταν εκείνη που «όρμησε» ως πλειοψηφία τότε για να καταλάβει θέσεις του Δημοσίου την περίοδο της συμμετοχής του κόμματος στην συγκυβέρνηση αναπαράγοντας το πελατειακό σύστημα με το περιβόητο 4,2,1. Η ΔΗΜΑΡ όμως;

Όπως τόνισα και προηγούμενα η ΔΗΜΑΡ, χωρίς καμία κοινωνική αναφορά ή σύνδεση με την βάση της κοινωνίας, παραμένει το εκκρεμές του πολιτικού συστήματος, βαδίζοντας προς την εκλογική εξαφάνιση. Δεν ερμηνεύει τις αλλαγές, δεν ερμηνεύει το σημερινό πολιτικό και κοινωνικό γίγνεσθαι, παραμένοντας σε μια επιχειρηματολογία η οποία την οδήγησε στο τραγικό λάθος της συμμετοχής στην συγκυβέρνηση. Η συνεχιζόμενη αναφορά για παράδειγμα στον «λαϊκισμό» του ΣΥΡΙΖΑ, τώρα πια ηχεί σαν μια δογματική εμμονή.

Νομίζω πως η ΔΗΜΑΡ, αν θέλει να υπάρξει ως ρεύμα ιδεών, έχει μόνο ένα δρόμο να ακολουθήσει, να ενταχθεί στο μεγάλο ποτάμι της αλλαγής, να ξεκαθαρίσει προεκλογικά – από τώρα – πως μετά τις εκλογές θα ενισχύσει με τους βουλευτές της – αν μπει στη Βουλή – την αριστερή διακυβέρνηση της χώρας με κορμό τον ΣΥΡΙΖΑ, με τις ψήφους, τις προτάσεις και τις ιδέες της. Αλλιώς το εγχείρημα της θα συνεχίσει να φυλλοροεί.

3)Ένα νέο δεδομένο της τρέχουσας πολιτικής περιόδου είναι η συγκρότηση νέων κομματικών σχηματισμών. Αναφέρομαι στο νέο «σοσιαλιστικό κόμμα» που εξήγγειλε ο Στέφανος Τζουμάκας και στην μετατροπή της κίνησης «ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΠΡΩΤΑ» σε κόμμα.

Η συγκρότηση κάθε σχηματισμού που αποκόπτεται από το φθαρμένο πολιτικό σύστημα είναι καταρχήν ένα θετικό γεγονός και αποτυπώνει με πολύ χαρακτηριστικό τρόπο την κινητικότητα δυνάμεων που προέρχονται κατά κύριο λόγο από το χώρο του διαλυόμενου ΠΑΣΟΚ.

Όμως για όσους έχουμε παιδευτεί και εκπαιδευτεί, ιστορικά, στις συγκροτήσεις κομμάτων, φαντάζει ολοένα και πιο «εύκολο» άρα αβασάνιστο το εγχείρημα της δημιουργίας νέων κομματικών σχηματισμών. Τα κόμματα, ιστορικά και σήμερα, συγκροτούνται για να εκφράσουν διάφορα πολιτικά ρεύματα, για να αποτυπώσουν στο κοινωνικό γίγνεσθαι προτάσεις εκπροσώπησης κοινωνικών και ιδεολογικών ρευμάτων, δεν μπορεί να αποτελούν μια, ακόμα, συνάθροιση αξιόλογων προσωπικοτήτων της πολιτικής ζωής χωρίς αναφορά στις ομάδες που συγκροτούν την κοινωνία.

Όταν γίνονται έτσι παρερμηνεύονται ότι συγκροτούνται για άλλους λόγους. Ο οποιοσδήποτε νέος κομματικός σχηματισμός κυρίως από τον χώρο της μη μνημονιακής «κεντροαριστεράς» δεν μπορεί να μην λαμβάνει υπόψη του δύο πολύ σοβαρές παραμέτρους. Η πρώτη αφορά στην σαφή τοποθέτηση της ανάγκης για την αριστερή διακυβέρνηση της χώρας, αύριο. Η επίκληση της αλλαγής έχει ονοματεπώνυμο και σαφή στόχευση.

Η δεύτερη αφορά στην συνεργασία για την αλλαγή, η διαμόρφωση ενός ενωτικού κλίματος συμμαχικής αντίληψης, χωρίς προαπαιτούμενα και προσωπικές στρατηγικές και με μόνη επιδίωξη την προγραμματική σύγκληση που θα βοηθήσει το ρεύμα της αλλαγής και της ανατροπής με κορμό τον ΣΥΡΙΖΑ να επιτύχει στις εκλογές και κυρίως μετά από αυτές.

Γι αυτό όσοι φύγαμε από την ΔΗΜΑΡ και συγκροτήσαμε την πολιτική κίνηση της ΑΡΙΣΤΕΡΗΣ ΠΡΟΟΠΤΙΚΗΣ επιλέξαμε την δύσκολη και χωρίς τυμπανοκρουσίες και άλλες απαιτήσεις, στάση της συνεργασίας, αντί της δημιουργίας κόμματος, της κατάθεσης απόψεων αντί της ανάδειξης προσωπικών στρατηγικών , της συμβολής στο προγραμματικό πεδίο της νέας αριστερής διακυβέρνησης. Σε αυτή την επιλογή θα παραμείνουμε σταθεροί μέχρι το τέλος…

Ο Ανδρέας Νεφελούδης είναι μέλος της συντονιστικής επιτροπής της Αριστερής Προοπτικής