Μία νέα τεχνική που επιτρέπει την ταχεία ανίχνευση διαφόρων ειδών καρκίνου ανακάλυψαν μέσω συνεργασίας Ιάπωνες και Αμερικανοί επιστήμονες. Πρόκειται για ένα απλό τεστ σάλιου.

Ads

Ερευνητές από το ιαπωνικό πανεπιστήμιο Κέιο και από το πανεπιστήμιο Καλιφόρνιας-Λος Άντζελες (UCLA) στις ΗΠΑ ανακοίνωσαν ότι η νέα μέθοδος μπορεί να διαγνώσει με υψηλό ποσοστό επιτυχίας τον καρκίνου του παγκρέατος, του μαστού και του στόματος.

Οι επιστήμονες ανέλυσαν δείγματα σάλιου από 215 άτομα, μεταξύ των οποίων και καρκινοπαθείς, και μπόρεσαν να εντοπίσουν 54 ουσίες, η παρουσία των οποίων μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τη διάγνωση του καρκίνου. Αναλύοντας περαιτέρω αυτές τις ουσίες, το τεστ ανίχνευσε το 99% των περιπτώσεων καρκίνου του παγκρέατος, το 95% των περιστατικών καρκίνου του μαστού και το 80% των καρκινικών όγκων στο στόμα.

Το τεστ χρειάζεται μισή μέρα το πολύ για να δώσει διαγνωστικά αποτελέσματα. Η νέα τεχνολογία μπορεί να ανιχνεύσει ταυτόχρονα μέχρι 500 διαφορετικές ουσίες στο σάλιο. Το ποσοστό επιβίωσης από τον καρκίνο του παγκρέατος και στόματος είναι χαμηλό κυρίως επειδή δεν υπάρχουν σαφή συμπτώματα στα πρώτα στάδια και μ’ αυτόν τον τρόπο καθυστερεί η διάγνωση ενώ οι επιστήμονες ελπίζουν ότι το νέο τεστ θα επιταχύνει την ανίχνευση της νόσου. Τόνισαν επιπλέον ότι θα προσπαθήσουν να αξιοποιήσουν το τεστ και για τη διάγνωση άλλων ασθενειών.

Ads

Την ίδια ώρα Ολλανδοί επιστήμονες υποστηρίζουν ότι ένα τεστ αίματος στη διάρκεια της εγκυμοσύνης μπορεί να αντικαταστήσει την αμνιοκέντηση που απαιτείται για τη διάγνωση του συνδρόμου Ντάουν, μία διαδικασία επίπονη που ελλοχεύει τον κίνδυνο αποβολής του εμβρύου.

Ολλανδοί ερευνητές, υπό την κλινική γενετίστρια Σουζάνα Φριντς του πανεπιστημιακού νοσοκομείου του Μάαστριχτ, μιλώντας στο συνέδριο της Ευρωπαϊκής Εταιρίας Ανθρώπινης Αναπαραγωγής και Εμβρυολογίας στη Ρώμη, έκαναν γνωστό ότι έχουν σχεδόν ολοκληρώσει την ανάπτυξη μιας νέας ακριβούς μεθόδου ανάλυσης του αίματος της εγκύου για τον εντοπισμό τυχόν χρωμοσωμικών ανωμαλιών του εμβρύου.

Σύμφωνα με τα όσα αναφέρει το BBC, πρόκειται για μια παρόμοια τεχνική με αυτή που ήδη χρησιμοποιείται για την ανίχνευση προβλημάτων στο DNA του εμβρύου με βάση δείγματα που λαμβάνονται από το αμνιακό υγρό της μήτρας της εγκύου. Το πλεονέκτημα της νέας τεχνικής είναι ότι δεν χρειάζεται επέμβαση, είναι γρήγορη και δεν είναι επικίνδυνη για το έμβρυο.

Το νέο τεστ μπορεί να γίνει αρκετά νωρίς, γύρω στις πρώτες έξι έως οκτώ εβδομάδες της εγκυμοσύνης. Αν μετά από μια σειρά ελέγχων αποδειχτεί ότι η νέα τεχνική είναι όντως ασφαλής, τότε, σύμφωνα με τους ερευνητές, όλες οι γυναίκες θα έχουν στη διάθεση τους το τεστ αίματος σε λίγα χρόνια με κόστος κατά πολύ χαμηλότερο από αυτό της αμνιοκέντησης. Προς το παρόν η αξιοπιστία του αγγίζει το 80% ενώ η επιστημονική ομάδα εργάζεται για τη βελτίωση του ποσοστού αυτού.