Ο κ. Παναγιώτης Παπαρόπουλος του Ιωάννου, γνωστός εν αγνοία του και ως Πιπής από τα αρχικά του ονόματός του, και όχι μόνο, ξύπνησε στις 6:05 το πρωί όπως κάθε μέρα. Στο δύκλινο κρεβάτι που μοιραζόταν με τον εαυτό του τα στρωσίδια ήταν ένα κουβάρι μετά από άλλη μια περιπετειώδη νύχτα. Περιπέτειες που ζούσε μόνο στα όνειρά του και που πάντοτε ξεχνούσε το επόμενο πρωί.

Ads

Του αναγνώστη του Tvxs, Pidestroika

Αφού ανακάθησε στην άκρη του κρεβατιού με βλέμμα καρφωμένο στο κενό για περίπου δύο λεπτά, φώρεσε τις παντόφλες του και έσειρε τα πόδια του μέχρι τον λουτροκαμπινέ. Το πρόσωπο που είδε στον καθρέφτη το έβλεπε κάθε μέρα τα τελευταία 45 χρόνια παρόλο που οι ρυτίδες πολλαπλασιάζονταν ασταμάτητα και η ζωηράδα των ματιών του ξεπλένονταν σαν τα σόβρακά του. Οι τρύχες στη μύτη και τ’ αυτιά του ήταν πια δύσκολο να τυθασευτούν και τέλος πάντων εισοφάριζαν την θηριώδη καράφλα που γυάλιζε στον καθρέφτη και τον θάμπωνε.

Έπλεινε το πρόσωπό του, ήπιε τον καφέ του και αφού έβγαλε την γαλάζια πιζάμα του με τις λεπτές ροζ και πράσινες ρίγες φώρεσε το κοστούμι του νιώθοντας πανέτοιμος να αντιμετωπίσει άλλη μια μέρα στο φοροτεχνικό γραφείο που δούλευε.Στις 6:40 ακριβώς βρέθηκε στη στάση του λεωφορείου που βρίσκονταν ολίγα μέτρα από την είσοδο της πολυκατοικίας του διαμερίσματός του περιμένοντας υπομονετικάτο λεωφορείο των 6:45.

Ο κ. Παναγιώτης δεν παρέλειψε να αγοράσει ένα κουλούρι σουσαμένιο πριν μπει στο γραφείο του για να αρχίσει τη δουλεία του και να παραγγείλει τον δεύτερο καφέ της ημέρας από τον καφετζή του εισογείου. Στις 12:40 έκανε ένα μικρό διάλειμα για να φάει μια μικρή τυρόπιτα, πάλι από τον καφετζή του εισωγείου γιατί όπως πάντα έδειχνε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τη συλουέτα του αδιαφορόντας ταυτόχρωνα για κάποιους ανεδέστατους πελάτες που παραπονιούνταν ότι η καράφλα του τους θάμπωνε όταν κάθονταν απέναντί του ή για το γεγονός ότι η τελευταία συναισθηματοσεξουαλική σχέση που είχε ήταν πριν τέσσερα χρόνια και εκατόν είκοσι εφτά ημέρες (και 5 ώρες αλλά ποιος μετράει τώρα).

Ads

Στις 15:15 πετάχτηκε στο διπλανό φωτοτυπικό γραφείο όπου συνάντησε την φίλτατη δεσπινίδα Τούλα. Δυστιχώς και σήμερα μασούσε αυτήν την εκναιριστικότατη μαστίχα και δεν βρήκε το θάρος να την προσκαλέσει για μια κινηματογραφική βραδιά. Δεν πειράζει. Υπάρχει πάντοτε καιρός.

Στις 16:15 ο κ. Παναγιώτης ετελείωσε την εργασία του και αφού πείρε το λεωφορείο όπου κάποιοι θρασείς μαθητές δημοτικού φωνασκούσαν ακατάπαυστα επέστρεψε στο διαμέρισμά του. Αφού έβγαλε το παντελόνι του κουστουμιού του και εφόρεσε την γαλάζια πιτζάμα του συνηδητοποίησε με φρίκη ότι είχε αμελήσει να αγοράσει την καθημερινή εφημερίδα του που απολάμβανε κάθε απόγευμα πριν το δείπνο. Χωρίς να χάσει χρόνο άνοιξε τη πόρτα του διαμερίσματός του, βγήκε στον δρόμο και πείρε το επόμενο λεωφορείο για να πάει στο περίπτερο του κ. Περικλή που ήταν το μόνο που διέθετε την εφημερίδα που τόσο αγαπούσε.

Όταν ανέβηκα στο λεωφορείο εκείνη την παραμονή πρωτοχρονιάς με την Κέι στις ομορφιές της, κόζαρα παραδίπλα μου έναν σούπερ κάμπριο φλούφλη όλο τουπέ και επισημούρα να φορά σακάκι, πουκάμισο, γραβάτα, γαλάζιο παντελόνι πιτζάμας με λεπτές ροζ και πράσινες ρίγες, παντόφλες και να κουβαλά μια εφημερίδα συνοικεσίων παραμάσχαλα. Ήταν το πιο γελοίο θέαμα που έχω δει ποτέ στην ζωή μου.