Στις 27 Ιουνίου 1954, στο Παγκόσμιο Κύπελλο Ποδοσφαίρου που διεξήχθη στην Ελβετία, η Ουγγαρία αντιμετώπισε την Βραζιλία στον πιο βίαιο αγώνα στην ιστορία της διοργάνωσης.

Ads
 
Υπάρχουν ορισμένοι αγώνες στην ιστορία του ποδοσφαίρου που σημάδεψαν μία εποχή και παρά το πέρασμα των χρόνων παραμένουν επίκαιροι και μέχρι σήμερα γίνεται αναφορά σε αυτούς.

Ο προημιτελικός του Παγκοσμίου Κυπέλλου Ουγγαρία – Βραζιλία στις 27 Ιουνίου 1954 στο γήπεδο “Wankdorf Stadium” της Βέρνης, αποδείχτηκε σημαντικός όχι μόνο για το θέαμα αλλά και για την αγριότητα των παικτών εντός και εκτός αγωνιστικού χώρου.

Εντός των τεσσάρων γραμμών η Ουγγαρία κυριάρχησε. Παρότι, οι Βραζιλιάνοι ήταν δυνατοί υπέκυψαν στην ανωτερότητα των Μαγυάρων, που χαρακτηρίστηκαν η καλύτερη εθνική ομάδα του κόσμου στις αρχές της δεκαετίας του ’50.

Ads

Η συνέχεια δεν ήταν ανάλογη και η “μάχη της Βέρνης”, όπως ονομάστηκε ο αγώνας, ήταν από τις τελευταίες μεγάλες εμφανίσεις της πάλαι ποτέ ισχυρής Ουγγαρίας.

Aντίθετα, στα επόμενα χρόνια η Βραζιλία εξαπέλυσε την μεγάλη της αντεπίθεση και το 1958 κέρδισε το πρώτο Μουντιάλ στην ιστορία της.

Φαβορί και αουτσάιντερ

Η Βραζιλία δεν ήταν το φαβορί απέναντι στην Ουγγαρία. Οι “Μαγυάροι” διέθεταν τους καλύτερους παίκτες παγκοσμίως όπως οι Νάντορ Χιντεγκούτι, Ζόλταν Τσίμπορ, Σάντορ Κόσιτς και ο “καλπάζων συνταγματάρχης” Φέρεντς Πούσκας.

Είχαν κερδίσει το χρυσό μετάλλιο στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Ελσίνκι το 1952 και παρέμεναν 32 αγώνες αήττητοι. Στο σερί τους συμπεριλαμβάνονταν και η ιστορική νίκη επί της Αγγλίας το 1953 στο Γουέμπλεϊ, η πρώτη φορά που η Αγγλία έχανε εντός έδρας από ομάδα εκτός Ηνωμένου Βασιλείου.

 

Επίσης, στον εναρκτήριο αγώνα του Μουντιάλ είχαν συντρίψει 9-0 την δύσμοιρη Κορέα και 8-3 την Δυτική Γερμανία.

H Βραζιλία, αντίθετα, προσπαθούσε να επουλώσει τις πληγές της μετά την απώλεια του Μουντιάλ στην πατρίδα της από την Ουρουγουάη στον τελικό, τέσσερα χρόνια νωρίτερα. Η “σελεσάο” είχε ηττηθεί 2-1 στο “Μαρακανά” και η χώρα βυθίστηκε στο πένθος.

Οι αλλαγές ήταν αναπόφευκτες. Ο Ζέζε Μορέιρα ανέλαβε προπονητής και μόλις έξι παίκτες που αγωνίστηκαν στο “Maracanazo” ταξίδεψαν στην Ελβετία. Λίγους μήνες πριν την έναρξη επιλέχθηκε η κίτρινη φανέλα αντί της άσπρης που φορούσαν μέχρι τότε, η οποία έμελλε τελικά να συνοδεύσει την Βραζιλία τα επόμενα χρόνια στις μεγαλύτερες επιτυχίες της.

Το καθοριστικό δεκάλεπτο

Με τη νέα εμφάνιση η Βραζιλία ξεκίνησε τις υποχρεώσεις της στο Μουντιάλ 1954, απέναντι στο Μεξικό το οποίο συνέτριψε με 5-0 και ήρθε ισόπαλη 1-1 με την Γιουγκοσλαβία. Ο επόμενος αγώνας στην διοργάνωση ήταν με αντίπαλο την Ουγγαρία.

Με τους φιλάθλους στο πλευρό τους, που ταξίδεψαν από την “χώρα του καφέ”, οι παίκτες της “σελεσάο” αντιμετώπιζαν την αναμέτρηση ως μία ευκαιρία να επανορθώσουν το λάθος που είχαν κάνει τέσσερα χρόνια πριν. Η ευφορία ήταν διάχυτη.

Στις δηλώσεις του πριν το ματς ο Ζέζε Μορέιρα, είχε αδιαφορήσει για την δυναμικότητα της Ουγγαρίας λέγοντας επιδεικτικά: “Δεν ασχολούμαι με τις άλλες ομάδες“.

Η Ουγγαρία χρειάστηκε μόλις λίγα λεπτά να σβήσει κάθε αμφιβολία για την ανωτερότητα της και να ξεπεράσει την απουσία του Φέρεντς Πούσκας. Ο Χιντεγκούτι άνοιξε το σκορ και ο Κόσιτς διπλασίασε τα τέρματα μόλις στο πρώτο δεκάλεπτο.

Ο Τζαλμά Σάντος μείωσε με πέναλτι και χρόνια αργότερα σε συνέντευξη του στην FIFA δήλωνε για το γκολ που έβαλε: “Δεκαοχτώ λεπτά μετά την έναρξη του αγώνα κερδίσαμε πέναλτι. Ο Ντίντι είπε “όχι”. Ο Ζουλίνιο το ίδιο. Από τον πάγκο είπαν να το εκτελέσω εγώ.

Ευτυχώς που σκόραρα. Αν το είχα χάσει θα με κατηγορούσαν μέχρι σήμερα. Θα είχα γίνει το εξιλαστήριο θύμα όπως ο Μπαρμπόσα“, (σ.σ γκολκίπερ της Βραζιλίας το 1950).

image

 

Τα επεισόδια

Το σκορ δεν άλλαξε στο τέλος του ημιχρόνου, αποτέλεσμα που έδινε ελπίδες στην Βραζιλία. Οι Ούγγροι, στο πρώτο τέταρτο της επανάληψης, αύξησαν ξανά την διαφορά στα δύο γκολ, με εύστοχο πέναλτι του Μίχαλι Λάντος.

Η απόφαση εξόργισε τους Βραζιλιάνους δημοσιογράφους και μέλη της αποστολής, οι οποίοι εισέβαλαν στον αγωνιστικό χώρο και ανάγκασαν την αστυνομία να τους απομακρύνει από το γήπεδο. Πέντε λεπτά αργότερα ο Ζουλίνιο, μείωσε ξανά.
Δυνατό και επιθετικό μέχρι εκείνο το σημείο το ματς κατέληξε νευρικό και επεισοδιακό. Οι συμπλοκές μεταξύ των ποδοσφαιριστών ξεκίνησαν όταν ήρθαν στα χέρια οι Νίλτον Σάντος και Γιόζεφ Μπόζικ.

Οι δύο παίκτες αποβλήθηκαν στο 71′ και από εκείνο το λεπτό η Βραζιλία προσπάθησε απεγνωσμένα να φθάσει στην ισοφάριση, κόβοντας κάθε επίθεση των Ούγγρων με σκληρό τρόπο.

Έντεκα λεπτά πριν την λήξη του προημιτελικού, ο Ουμπέρτο μάρκαρε σκληρά τον Γκιούλα Λόραντ (σ.σ προπονητής του ΠΑΟΚ στις αρχές της δεκαετίας του ’80). Ο διαιτητής Άρθουρ ‘Ελις (σ.σ ήταν επόπτης στον τελικό του Μουντιάλ 1950) απέβαλε τον Βραζιλιάνο.

Η Ουγγαρία σφράγισε την πρόκριση με τελικό αποτέλεσμα 4-2 και σκόρερ του τελευταίου γκολ τον Σάντρο Κόσιτς. Ο αγώνας ολοκληρώθηκε εν μέσω συμπλοκών που ξεκίνησαν στον αγωνιστικό χώρο, συνεχίστηκαν στα αποδυτήρια και έφθασαν εκτός γηπέδου, μεταξύ των παικτών, μελών των ομάδων, διοργανωτών, φωτογράφων και θεατών.

Οι παίκτες των δύο ομάδων έδωσαν τόσες κλοτσιές μεταξύ τους όσες και οι φορές που κλότσησαν την μπάλα στο γήπεδο! Ο Ντζαλμά Σάντος κυνηγούσε με σφιγμένη την γροθιά τον Σάντρο Κόσιτς και ο Χιντεγκούτι πάτησε με δύναμη πάνω στο πόδι του Ίντιο.

Μαρτυρίες αναφέρουν ότι ένα μπουκάλι εκσφενδονίστηκε από τον πάγκο των νικητών προς τους παίκτες της Βραζιλίας, ενώ πέντε άτομα τραυματίστηκαν στην φισούνα που οδηγούσε στα αποδυτήρια, στην οποία οι Βραζιλιάνοι είχαν σπάσει όλα τα φώτα.

Ο προπονητής της Ουγγαρίας Γκούσταβ Σέμπες, χρειάστηκε ράμματα μετά από επίθεση που δέχτηκε με μπουκάλι. Τα επεισόδια κράτησαν περίπου 20 λεπτά και στον επόμενο αγώνα της Ουγγαρίας απέναντι στην Ουρουγουάη, οι διοργανωτές τοποθέτησαν στο γήπεδο φαντάρους, χωρίς ωστόσο, να χρειαστεί η παρέμβαση τους.

 
Οι δηλώσεις των πρωταγωνιστών

Μετά την λήξη του αγώνα ο Σάντορ Κόσιτς, που σημείωσε δύο καθοριστικά γκολ και κάλυψε την απουσία του Φέρεντς Πούσκας, δήλωνε για το ματς: “Στον αγώνα βάλαμε τέσσερα γκολ. Ήμασταν η καλύτερη ομάδα και θα κερδίζαμε το ματς όσες φορές και αν παίζαμε ξανά“.

Ο διαιτητής Άρθουρ Έλις, είχε μόνο μία σκέψη στο μυαλό του, να τελειώσει ο αγώνας: “Ήταν ο καλύτερος αγώνας που είδα ποτέ στην ζωή μου αλλά τελείωσε επεισοδιακά. Σήμερα πολλοί από τους παίκτες θα είχαν αποβληθεί. Η μόνη μου σκέψη ήταν να τελειώσει ο αγώνας.

Είμαι σίγουρος ότι η περίφημη “μάχη της Βέρνης” ήταν μία μάχη μεταξύ πολιτικής και θρησκείας. Η πολιτική των Κομμουνιστών Ούγγρων απέναντι στην θρησκεία των Καθολικών Βραζιλιάνων“, έγραφε στην βιογραφία του το 1962 ο Άρθουρ Έλις.

Η επέλαση των “πάντσερ”

Οι πανίσχυροι Ούγγροι είχαν αποκλείσει την φιναλίστ του προηγούμενου Μουντιάλ αλλά και την κάτοχο του τροπαίου Ουρουγουάη στα ημιτελικά επίσης με 4-2 και έπρεπε να κάνουν το καθήκον τους στον τελικό απέναντι στην Δυτική Γερμανία, την οποία είχαν συντρίψει 8-3 στην φάση των ομίλων.

Παρότι, κανείς δεν έδινε τύχη στην Δυτική Γερμανία, τα “πάντσερ” με μία ανεπανάληπτη εμφάνιση καθοδηγούμενα από τον Σεπ Χέρμπεργκερ και χάρις στην εξαιρετική απόδοση του Φριτς Βάλτερ και στα δύο γρήγορα γκολ του Χέλμουτ Ραν και ένα του Μαξ Μόρλοκ, πραγματοποίησαν μία από τις μεγαλύτερες εκπλήξεις στην ιστορία των Παγκοσμίων Κυπέλλων.

Η νίκη εκτίναξε την Δυτική Γερμανία στην ελίτ του παγκοσμίου ποδοσφαίρου στην οποία παραμένουν μέχρι σήμερα. Για τους Ούγγρους ήταν το τέλος μιας “χρυσής” εποχής, που ξεκίνησε με την κατάκτηση του χρυσού μεταλλίου στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Μελβούρνης, συνεχίστηκε με ορισμένες εμφατικές νίκες αλλά ολοκληρώθηκε με μία ηχηρή αποτυχία, αυτή της κατάκτησης του Παγκοσμίου Κυπέλλου.

Πηγή: sport 24