Ο Οκτώβριος συνεχίζει να μας εντυπωσιάζει Κινηματογραφικά, με πολλές και αξιόλογες ταινίες να κάνουν την εμφάνιση τους στις Αίθουσες. Η νέα εβδομάδα μας υποδέχεται με επτά καινούργιες δημιουργίες εκ των οποίων ξεχωρίζει ο «Αστακός» του Γιώργου Λάνθιμου. Ενδιαφέρουσες προτάσεις αποτελούν επίσης τα νέα φιλμ των δημοφιλών σκηνοθετών, Γκασπάρ Νοέ και Γκιγέρμο Ντελ Τόρο, ενώ και η «Επιστροφή Στην Ιθάκη» του Λοράν Καντέ, αποτελεί μία ιδιαίτερα αξιόλογη κινηματογραφική πρόταση.

Ads

«Ο Αστακός» (The Lobster – 2015) του Γιώργου Λάνθιμου (Ελλάδα, Ιρλανδία, Ηνωμένο Βασίλειο, Γαλλία, Ολλανδία)

image

Μια αντισυμβατική ιστορία αγάπης, τοποθετημένη σ’ ένα δυστοπικό, κοντινό μέλλον, όπου όλοι οι μόνοι άνθρωποι, σύμφωνα με τους κανόνες της Πόλης, συλλαμβάνονται και μεταφέρονται στο Ξενοδοχείο. Εκεί είναι υποχρεωμένοι να βρουν έναν ταιριαστό σύντροφο μέσα σε σαράντα πέντε (45) ημέρες. Αν αποτύχουν, μεταμορφώνονται σ’ ένα ζώο της επιλογής τους και κατόπιν απελευθερώνονται στο Δάσος. Ένας απελπισμένος άντρας (Κόλιν Φέρελ) δραπετεύει από το ξενοδοχείο και καταφεύγει στο δάσος, όπου ζουν οι Μοναχικοί. Εκεί ερωτεύεται μία γυναίκα (Ρέιτσελ Βάις), ακόμη κι αν αυτό είναι ενάντια στους κανόνες.

Ads

Μετά τον «Κυνόδοντα» (Βραβείο “Ένα Κάποιο Βλέμμα”, Φεστιβάλ Καννών / Υποψηφιότητα Ξενόγλωσσου Όσκαρ) και τις «Άλπεις», ο Γιώργος Λάνθιμος επιστρέφει με μία αλληγορική, ρομαντική ιστορία που κέρδισε το Ειδικό Βραβείο Επιτροπής στο 68ο Φεστιβάλ Καννών. Ο «Αστακός» είναι το αγγλόφωνο ντεμπούτο του σκηνοθέτη, ενώ το σενάριο συνυπογράφει ο σταθερός συνεργάτης του, Ευθύμης Φιλίππου.  Η ταινία συγκεντρώνει ένα διεθνές καστ, όπου πρωταγωνιστούν οι ηθοποιοί: Κόλιν Φέρελ, Ρέιτσελ Βάις, Ολίβια Κόλμαν, Άσλεϊ Γιένσεν, Αριάν Λαμπέντ, Τζον Σ. Ράιλι, Λέα Σεντού, Aγγελική Παπούλια, Μάικλ Σμάιλι, Μπεν Γουίσοου.

Με αφετηρία ένα υπέροχο και πρωτότυπο σενάριο, η ταινία ξεκινάει ιδανικά με τα γεγονότα που διαδραματίζονται στο Ξενοδοχείο να εξελίσσονται τραγελαφικά, με χιούμορ, αλλά και με παράλληλες αναγνώσεις. Τα όποια προβλήματα στην εξέλιξη αρχίζουν να εμφανίζονται στο δεύτερο μισό του φιλμ, όταν η δράση μεταφέρεται αντίστοιχα, στο Δάσος και στην Πόλη. Ωστόσο το διφορούμενο τέλος και το γεγονός ότι ο δημιουργός αφήνει στον θεατή την ελευθερία της επιλογής και της ερμηνείας της ιστορίας, είναι λυτρωτικό και για το ίδιο το φιλμ. Σπουδαία η ερμηνεία του Κόλιν Φέρελ – που τα τελευταία χρόνια μας εκπλήσσει ευχάριστα με τη συμμετοχή του σε αξιόλογα project, από ταινίες όπως το «Δεσποινίς Τζούλια» της Λιβ Ούλμαν, μέχρι τηλεοπτικές σειρές, όπως το δημοφιλές «True Detective» – που σε μεγάλο βαθμό καταφέρνει να συμπαρασύρει μαζί του και το υπόλοιπο αξιόλογο καστ και κυρίως την χαρισματική Ρέιτσελ Βάις. Αναμφισβήτητα πρόκειται για μία από τις καλύτερες ταινίες της τρέχουσας κινηματογραφικής σεζόν.

Διαβάστε επίσης:

Αφιέρωμα: Ταξιδεύοντας στο κινηματογραφικό σύμπαν του Γιώργου Λάνθιμου

 

«Επιστροφή Στην Ιθάκη» (Retour à Ithaque / Return to Ithaca) του Λοράν Καντέ (2014)

image

Πέντε φίλοι από τα παλιά βρίσκονται σε μία ταράτσα της ηλιόλουστης Αβάνας. Αφορμή της συνάντησης τους, ο εορτασμός της επιστροφής του ενός, μετά από 16 χρόνια εξορίας, στη Μαδρίτη. Μέχρι την αυγή, ο Αμαντέο, ο Άλντο, η Τάνια, ο Ράφα και ο Έντι συζητούν, χορεύουν, πίνουν, καπνίζουν, παρηγορούν ο ένας τον άλλον, θυμώνουν, τραγουδούν και πάνω απ’ όλα μοιράζονται… όνειρα, μνήμες, συναισθήματα και ιστορίες της ισχυρής τους φιλίας. Ο Λοράν Καντέ, συνυπογράφει το σενάριο με τον δημοφιλή συγγραφέα Λεονάρδο Παδούρα. Μια ταινία άμεση και ειλικρινής για τη φιλία και τις ανθρώπινες σχέσεις στο ξεχωριστό περιβάλλον της Κουβανικής πρωτεύουσας. Το φιλμ είχαμε την ευκαιρία να το παρακολουθήσουμε και στο πρόσφατο, 21ο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Αθήνας – Νύχτες Πρεμιέρας.

Έξι χρόνια μετά το αριστουργηματικό του φιλμ «Ανάμεσα στους Τοίχους» – Χρυσός Φοίνικας στο 64ο Διεθνές Κινηματογραφικό Φεστιβάλ των Καννών – ο Λοράν Καντέ, επιστρέφει δυναμικά με την έβδομη μεγάλου μήκους δημιουργία του. Χρησιμοποιώντας την συνάντηση αυτών των πέντε χαρακτήρων σαν σημείο αφετηρίας, στην Κούβα του σήμερα και εφόσον οι ήρωες αυτοί είναι περίπου πενήντα χρονών, η παρούσα ταινία εξετάζει μια άκρως ιδιαίτερη γενιά της Κουβανικής ιστορίας – μιας γενιάς που γεννήθηκε με την Επανάσταση, μεγάλωσε και διαμορφώθηκε μέσα στο νέο πολιτικό και κοινωνικό πλαίσιο της χώρας και κατόπιν τη δεκαετία του ’90, των κρίσεων και των ελλείψεων, αναγκάστηκε σ’ έναν καθημερινό αγώνα για επιβίωση. Όμορφο φιλμ, με θεατρικούς διαλόγους, με μία μελαγχολική αλλά και ταυτόχρονα συγκινητική ατμόσφαιρα, που σε προκαλεί να την εξερευνήσεις, μιλώντας κατευθείαν στην καρδιά του θεατή.

«Η «Επιστροφή Στην Ιθάκη» είναι μια ιστορία μερικών ανθρώπων και μέσω της ζωής τους, η ιστορία της γενιάς μου. Σίγουρα δεν είναι το μόνο δυνατό πορτρέτο, αλλά είναι αναμφίβολα η αντανάκλαση των πολλών αβεβαιοτήτων, ελπίδων, επιτευγμάτων και απογοητεύσεων ορισμένων Κουβανών – οι οποίοι ρίχτηκαν βάναυσα από τους ανέμους της ιστορίας στην ανοιχτή θάλασσα, όπου πολλοί δεν καταφέρνουν να βρουν ένα ασφαλές λιμάνι.» – Λεονάρδο Παδούρα

«Love» (2015) του Γκασπάρ Νοέ (Γαλλία, Βέλγιο)

image

Το τηλέφωνο χτυπάει και ο Μέρφι (Καρλ Γκλίσμαν) ξυπνάει δίπλα στη νεαρή σύζυγό του (Κλάρα Κριστίν) και το δύο ετών παιδί του. Ακούει το μήνυμα στον τηλεφωνητή όπου η μητέρα της Ηλέκτρας (Αόμι Μουγιόκ) ρωτάει γεμάτη αγωνία μήπως έχει κάποιο νέο από την κόρη της, καθώς αγνοείται και φοβάται ότι κάτι πολύ άσχημο της έχει συμβεί. Κατά τη διάρκεια μιας ατέλειωτης βροχερής μέρας, ο Μέρφι βρίσκεται μόνος στο διαμέρισμα του, να αναπολεί την πιο όμορφη ερωτική σχέση της ζωής του, τα δύο χρόνια που πέρασε με την Ηλέκτρα. Ένα φλεγόμενο πάθος γεμάτο υποσχέσεις, παιχνίδια, υπερβολές, αλλά και λάθη…

Έξι χρόνια μετά το «Enter the Void» (2009) ο Γκασπάρ Νοέ επιστρέφει με τη νέα του ταινία, η οποία συζητήθηκε όσο λίγες, τον Μάιο στο 68ο Διεθνές Κινηματογραφικό Φεστιβάλ των Καννών. Το «Love», η προκλητική ερωτική Οδύσσεια του σκηνοθέτη – που γυρίστηκε με την τρισδιάστατη τεχνολογία του 3D – είναι ένα σεξουαλικό μελόδραμα. Μια ιστορία αγάπης που γιορτάζει το σεξ μ’ έναν χαρούμενο τρόπο, με τον σκηνοθέτη να δηλώνει χαρακτηριστικά: «Από όλα τα φιλμ μου, αυτό είναι πιο κοντά σε αυτό που έχω φτάσει να γνωρίζω για την ύπαρξη, καθώς επίσης και το πιο μελαγχολικό. Μου δίνει πολλή ευχαρίστηση να είμαι σε θέση να μοιραστώ αυτό το σύντομο τούνελ από χαρές και εκστάσεις, ατυχήματα και λάθη.»

Ο πάντα προκλητικός Γκασπάρ Νοέ, παρουσιάζει την τέταρτη μεγάλους μήκους δημιουργία του. Είχαν προηγηθεί τα φιλμ: «I Stand Alone» του 1998 – ίσως η καλύτερη ταινία της ιδιαίτερης φιλμογραφίας του – το «Irreversible» του 2002 (με πρωταγωνιστές την Monica Bellucci και τον Vincent Cassel) και το «Enter the Void» του 2009. Η ταινία φέρνει κυριολεκτικά το σεξ σε πρώτο πλάνο, με προκλητικές σκηνές που εν μέρει λειτουργούν. Όμως το «Love» δεν καταφέρνει εν τέλει να συμπαράσυρει τον θεατή μέχρι τέλους, στο ποιητικό του ταξίδι, όχι τουλάχιστον στον βαθμό που τα κατάφερε πέρσι το σχετικά παρόμοιας θεματικής και υπέροχο «Nymphomaniac» (2014), του Λαρς Φον Τρίερ…

«Ακούσια» (Involuntary – 2008) του Ρούμπεν  Έστλουντ (Σουηδία, Γαλλία)

image

Η ταινία αποτελείται από πέντε ξεχωριστές, ασύνδετες ιστορίες, που δεν τέμνονται ποτέ, αλλά οδηγούν σε μια εντύπωση της ανθρώπινης συμπεριφοράς υπό την επίδραση του περιβάλλοντος. Ο Έστλουντ παίζει μ’ ένα ευρύ φάσμα χαρακτήρων – που τους υποδύονται κυρίως μη επαγγελματίες ηθοποιοί – απογυμνώνοντάς τους από το κοινωνικό τους προσωπείο και με το στεγνό χιούμορ και την αιχμηρή σάτιρα, καταφέρνει να δημιουργήσει μια ηθογραφία σε αποχρώσεις του γκρίζου. Εκτός από τη Μαρία Λούντκβιστ, που είναι γνωστή ηθοποιός, οι υπόλοιποι είναι ή άγνωστοι ηθοποιοί ή ερασιτέχνες. Ο Έστλουντ προτιμά να δουλεύει έτσι, ενώ αυτά τα άγνωστα πρόσωπα δίνουν στην ταινία μια αίσθηση ντοκιμαντέρ. Η κάθε ιστορία γυρίστηκε αυτόνομα, με αποτέλεσμα οι ηθοποιοί των πέντε ιστοριών να μην έχουν καμία επαφή μεταξύ τους. Αρκετοί γνωρίστηκαν για πρώτη φορά την ημέρα της πρεμιέρας.

Αυτή είναι η δεύτερη μεγάλου μήκους ταινία του Σουηδού σκηνοθέτη Ρούμπεν  Έστλουντ, που το 2011 είχαμε την ευκαιρία να παρακολουθήσουμε το φιλμ του «Play» στο 52ο Διεθνές Κινηματογραφικό Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης – ήταν υποψήφια για το Βραβείο Lux του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, ενώ πέρσι (55ο Διεθνές Κινηματογραφικό Φεστιβάλ της Θεσσαλονίκης) κυκλοφόρησε το δημοφιλές φιλμ του «Ανωτέρα Βία» – Βραβείο της Κριτικής Επιτροπής στο Φεστιβάλ των Καννών, στο τμήμα “Ένα Κάποιο Βλέμμα”, ενώ απέσπασε και μία υποψηφιότητα για Χρυσή Σφαίρα Καλύτερης Ξενόγλωσσης Ταινίας. Το «Ακούσια», είναι μία ταινία για τους προσωπικούς μας φόβους, για τους εσωτερικούς δαίμονες και τις εμμονές, ιδωμένη μ’ ένα ιδιαίτερο χιούμορ. Η ταινία είχε κάνει πρεμιέρα στο Φεστιβάλ Καννων το 2008.

Διαβάστε επίσης:

«Ανωτέρα Βία» με ανατροπή των ρόλων στην οικογένεια

 

«Πορφυρός Λόφος» (Crimson Peak και 3D – 2015) του Γκιγέρμο Ντελ Τόρο

image

Στην Αγγλία του 19ου αιώνα, μια νεαρή συγγραφέας (Μία Γουασικόφσκα), παραδίδεται στην έλξη της για έναν μυστηριώδη, χαρισματικό άγνωστο (Τομ Χίντλστον) που θα την παρασύρει σε αιματοβαμμένα μονοπάτια πάθους. Προσπαθώντας να ξεφύγει από τα φαντάσματα του παρελθόντος της, βρίσκει «καταφύγιο» στον πύργο του, ένα σπίτι που ζει, αναπνέει και ματώνει, έχοντας καλά θαμμένα μυστικά που ζητάνε εκδίκηση. Εκεί θα συμβιώσει με τη ζηλιάρα αδελφή του συζύγου της (Τζέσικα Τσαστέιν), καθώς και με αρκετά φαντάσματα που κρύβουν την ανείπωτη, φρικτή αλήθεια.

Ο αξιόλογος Μεξικανός σκηνοθέτης Γκιγέρμο Ντελ Τόρο, που το 2006 μας χάρισε τον υπέροχο «Λαβύρινθο του Πάνα» – και έχοντας μεσολαβήσει φιλμ κατώτερων των δυνατοτήτων του, όπως το «Pacific Rim» του 2013 – επιστρέφει δριμύτερος με μία προσεγμένη ταινία. Πρόκειται για ένα καθηλωτικό, μεταφυσικό, θρίλερ, ένα γοτθικό ρομάντζο, φόρος τιμής στο είδος ταινιών με στοιχειωμένα σπίτια (The Haunting, Innocents), ανάμεσα στην επιθυμία και το σκότος, το μυστήριο και την τρέλα, ανασύροντας κινηματογραφικές μνήμες αισθητικής, ανάλογης, με τις ισπανόφωνες ταινίες του σκηνοθέτη.

Ο «Πορφυρός Λόφος» διαθέτη επίσης μία καταξιωμένη τριπλέτα ηθοποιών. Δύο χρόνια μετά το φιλμ του Τζιμ Τζάρμους, «Μόνο Οι Εραστές Μένουν Ζωντανοί» (2013) – Ταινία Έναρξης του 54ου Διεθνούς Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Θεσσαλονίκης, παρουσία του δημιουργού – η Μία Γουασικόφσκα και ο Τομ Χίντλστον, συναντιούνται και πάλι στην μεγάλη οθόνη. Η καλή χημεία τους είναι δεδομένη, όμως τις εντυπώσεις κερδίζει η πάντα άψογη παρουσία της Τζέσικα Τσαστέιν, όπου εδώ την απολαμβάνουμε σ’ έναν ρόλο τόσο διαφορετικό απ’ ότι την έχουμε συνηθίσει μέχρι σήμερα.

«Ο Σεφ που Έπαιζε με τη Φωτιά» (Burnt – 2015) του Τζον Ουέλς (Η.Π.Α.)

image

Σε κάποιες από τις πιο επιτυχημένες κουζίνες του πλανήτη επικρατεί πολεμικό κλίμα, αλλά αυτό για τον ταλαντούχο σεφ Άνταμ Τζόουνς (Μπράντλεϊ Κούπερ) δεν είναι πρόβλημα – είναι, αντίθετα, αυτό που τον κάνει να νιώθει ότι εκεί ακριβώς ανήκει. Ο Άνταμ τα είχε όλα, αλλά από δική του υπαιτιότητα, τα έχασε. Το πρώην κακό παιδί των εστιατορίων του Παρισιού, που κέρδισε δύο αστέρια Michelin, νοιαζόταν μόνο για την συναρπαστική έξαψη του να δημιουργείς εκρήξεις γεύσης. Για να αποκτήσει την δική του κουζίνα, όπως και το τρίτο αστέρι Michelin που του διαφεύγει, ο Τζόουνς θα πρέπει να αφήσει πίσω τις κακές του συνήθειες και να πάρει στην ομάδα του τους καλύτερους, όπως την όμορφη Ελέν (Σιένα Μίλερ). Η ιστορία του είναι τελικά ένας ύμνος για την αγάπη του φαγητού και την δύναμη των δεύτερων ευκαιριών.

Η σχέση αγάπης του σινεμά για τον κόσμο της μαγειρικής έχει τη δική του ιστορία, με τα τελευταία χρόνια οι ταινίες του είδους να έχουν αυξηθεί επικίνδυνα… Από το «Tampopo» (1985) του Γιούζο Ιτάμι και το «Chocolat» (2000) του Λάσε Χαλστρομ, μέχρι την «Πολίτικη Κουζίνα» (2003) του Τάσου Μπουλμέτη και από τα πιο σύγχρονα, το «Julie & Julia» (2009) της Νόρα Έφρον, την «Υψηλή Μαγειρική» του Κριστιάν Βενσάν, αλλά και τον «Σεφ» (Chef – 2014) του Τζον Φαβρό.

Ο Μπράντλεϊ Κούπερ – από τους πιο υπερτιμημένους Αμερικανούς ηθοποιούς των τελευταίων χρόνων – είδε την καριέρα του να απογειώνεται την τελευταία πενταετία. Μετά από τα φιλμ «The Hangover» (2009) και «The Hangover Part II» (2011) που το χάρισαν την αναγνωρισιμότητα, ο Κούπερ συνεργάστηκε με τον “σκηνοθέτη των Όσκαρ” David O. Russell, στις ταινίες «Silver Linings Playbook» του 2012 και «American Hustle» του 2013, χαρίζοντας του ισάριθμες υποψηφιότητες για Όσκαρ στην κατηγορία του Α’ και Β’ Ανδρικού Ρόλου, αντίστοιχα. Αν και δεν κατάφερε να αποσπάσει το χρυσό αγαλματίδιο, η ερμηνεία του στον «Ελεύθερο Σκοπευτή», τον έφερε για τρίτη συνεχόμενη χρόνια υποψήφιο για Όσκαρ!

Παρ’ όλα αυτά όμως, η αλήθεια είναι ότι ο Κούπερ είναι καλός στη νέα του ταινία. Ο «Σεφ που Έπαιζε με τη Φωτιά» είναι ένα φιλμ που κερδίζει τον θεατή, ξεχωρίζοντας ευχάριστα από τις ταινίες του συγκεκριμένου είδους. Αυτό οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στο πρωτότυπο σενάριο, αλλά κυρίως στο εντυπωσιακό καστ ηθοποιών που διαθέτει ακόμα και σε μικρούς ρόλους. Έτσι, εκτός από τους Αμερικανούς Μπράντλεϊ Κούπερ και Ούμα Θέρμαν, η ταινία διαθέτει μία Ευρωπαϊκή “Dream Team” αξιόλογων ηθοποιών, που αποτελείται από τους Βρετανούς, Μάθιου Ρις, Σιένα Μίλερ και Έμμα Τόμσον, τον εντυπωσιακό Γάλλο Ομάρ Σι, την υπέροχη Σουηδέζα Αλίσια Βικάντερ, τον υποψήφιο για Χρυσή Σφαίρα Γερμανό ηθοποιό Ντάνιελ Μπρουλ και τον καταξιωμένο Ιταλό ερμηνευτή, Ρικάρντο Σκαμάρτσιο.

Κυκλοφορούν επίσης:
«Παν» (Pan – 2015) του Τζο Ράιτ (Η.Π.Α., Ηνωμένο Βασίλειο, Αυστραλία)

image

Προσφέροντας μία διαφορετική ματιά στο origin των κλασσικών χαρακτήρων που δημιουργήθηκαν από τον Τζ. Μ. Μπάρι, η ταινία ακολουθεί την ιστορία ενός ορφανού αγοριού που θα παρασυρθεί στη μαγική Χώρα του Ποτέ. Εκεί θα γνωρίσει τη σημασία της διασκέδασης αλλά και του κινδύνου και τελικά θα ανακαλύψει το πεπρωμένο του  για να εξελιχθεί στον ήρωα που θα μείνει για πάντα γνωστός, ως Πίτερ Παν.

Στην ταινία πρωταγωνιστεί ο υποψήφιος για Όσκαρ, Χιου Τζάκμαν («Les Misérables») ως ο Μαυρογένης, ο Γκάρετ Χέντλαντ («Inside Llewyn Davis») ως ο Χουκ, η υποψήφια για Όσκαρ, Ρούνεϊ Μάρα («The Girl With the Dragon Tattoo») ως η Τάιγκερ Λίλυ, ο Αντίλ Ακτάρ («The Dictator») ως ο Σμι, η Αμάντα Σέιφριντ («Les Miserables»), στον ρόλο της Μέρι και ο πρωτοεμφανιζόμενος Λίβαϊ Μίλερ ως ο Πίτερ. Στην σκηνοθεσία συναντούμε τον Τζο Ράιτ, σκηνοθέτη της «Εξιλέωσης» και της «Άννας Καρένινας».

Παρά το καλό καστ, η ταινία δίνει βάση κυρίως στα εντυπωσιακά οπτικά εφέ – κυκλοφορεί και σε 3D – με την ιστορία δυστυχώς να εξελίσσεται μοιραία σε δεύτερο επίπεδο. Ο Ράιτ – υποψήφιος για Χρυσή Σφαίρα (Atonement – 2007) – μένει μακριά από τον καλό του εαυτό και το φιλμ περισσότερο λειτουργεί ως ένα νοσταλγικό κακέκτυπο της κλασσικής πλέον ταινίες «Hook», που κυκλοφόρησε το 1991, αποσπώντας πέντε υποψηφιότητες για Όσκαρ, με πρωταγωνιστές τους Dustin Hoffman, Robin Williams, Julia Roberts και Maggie Smith.