Ότι ο Δημήτρης Μπάτσης εκτελέστηκε πλάι στο Νίκο Μπελογιάννη δεν ήταν τυχαίο. Ότι μια γενιά Ελλήνων αγνόησε την ύπαρξη του βιβλίου και του συγγραφέα του, κι αυτό δεν ήταν τυχαίο: Το “Κατεστημένο” […] είχε πολλές και μεγάλες ενοχές για να μπορέσει να σταθεί στο έργο του Μπάτση και να αντλήσει απ’ αυτό έστω και λίγα διδάγματα. […] Ο αναγνώστης […] δεν θα δυσκολευτεί να αναγνωρίσει πως σ’ αυτή τη μελέτη του 1947 έχουν τεθεί τα βασικά προβλήματα ανάπτυξης μιας χώρας εξαρτημένης και υπανάπτυκτης, χώρας περιφερειακής, όπως θα λέγαμε σήμερα, και προτείνονται λύσεις επιστημονικά θεμελιωμένες και, μαζί, συγκεκριμένες” σημειώνει η Έλλη Παππά στην εισαγωγή του βιβλίου Η βαρειά βιομηχανία στην Ελλάδα του Δημήτρη Μπάτση, στην έκδοση του 1977, μια μελέτη επίκαιρη το 2011.

Ads

Ο Νίκος Μπελογιάννης στις 30 Μαρτίου 1952, στις 4.12 π.μ, μαζί με τρεις συντρόφους του, τον Δημήτρη Μπάτση, τον Ηλία Αργυριάδη και τον Νίκο Καλούμενο στήνονται απέναντι από το εκτελεστικό απόσπασμα στο Γουδί και εκτελούνται δια τυφεκισμού.

Ακολουθεί ο πρόλογος τουΔημήτρη Μπάτση από το βιβλίο του Η βαρειά βιομηχανία στην Ελλάδα, εκδ. Κέδρος, όπου -εκτός των άλλων- αποκαλύπτεται για πρώτη φορά η λεγόμενη “Σύμβαση Cooper” η οποία υπογράφτηκε το 1940 κι έληξε τον Δεκέμβρη του 2010. Επίσης, ένα  αυτοβιογραφικό κείμενο της συζύγου του, από το βιβλίο της Βαρύτατο τίμημα (1941-1952), Εκδ. Δωδώνη.

image

Ads

«Η εργασία μου αυτή γράφτηκε με την βέβαιη προοπτική, πως παρ’ όλα τα εμπόδια και παρ’ όλες τις πολύμορφες επεμβάσεις, ο Ελληνικός Λαός, που πάντα αγωνίζεται ηρωικά, θα ανοίξει και πάλι με τον αγώνα του διάπλατα τον δρόμο, για μια ελεύθερη δημοκρατική ανοδική πορεία, και θα αρχίσει, με τον ίδιο ενθουσιασμό, με την ίδια ορμή και αυτοθυσία, να χτίσει την ερειπωμένη από την ναζιστοφασιστικη κατοχή και τον οικτρό εμφύλιο, πατρίδα.

Η Ελλάδα θα γίνει οικονομικά και εθνικά πραγματικά ελεύθερη μόνον τότε που η ανοικοδόμηση αυτή γίνει από το Λαό και για το Λαό.
Θα σπάσουν τα δεσμά και θα αλλάξει ριζικά η διάρθρωση της σημερινής οικονομίας μας, θα ανοίξει ο δρόμος για να λυτρωθούν οι παραγωγικές δυνάμεις της νεοελληνικής κοινωνίας.

Και ο δρόμος αυτός μας οδηγεί στην ορθολογιστική οργάνωση και στη σχεδιασμένη ανάπτυξη της εθνικής μας οικονομίας, στη δημιουργία ανώτερης τεχνικής βάσης, στη γοργή συσσώρευση των οικονομικών μέσων για ν’ ανθήσει και σ’ εμάς γερή, προοδεμένη κοινωνική ζωή. Μόνον τότε θα δημιουργηθούν και θα εξασφαλιστούν όλες οι προϋποθέσεις για μια ακόμα πιο ψηλή κοινωνική επιδίωξη: τη σοσιαλιστική κοινωνία.

Για το χτίσιμο αυτής της νέας Ελλάδας δουλεύουν σήμερα, μέσα σε τραγικές πραγματικά συνθήκες και αψηφώντας κάθε κίνδυνο, όλοι οι επιστήμονες που βλέπουν μπροστά, όλοι οι προοδευτικοί άνθρωποι των επιστημών, πλάι και μαζί με τον αδάμαστο Ελληνικό Λαό, προσφέροντας ακόμη και την ζωή τους, ότι πολυτιμότερο δηλαδή έχουν, προσπαθώντας έτσι να στεριώσουν, όσο το δυνατό περισσότερο, την νίκη του.

Σε όλους αυτούς τους πραγματικούς ηρωικούς αγωνιστές, προσφέρω και εγώ την μικρότατη αυτή συμβολή.
Δημήτρης Μπάτσης

Αθήνα, ΕΜΠ , Ιούνιος 1947»

Tvxs – Επιμέλεια: Κρυσταλία Πατούλη

image

“Στο έργο του κ. Μπάτση, με σαφήνεια και απλότητα που πραγματικά αιχμαλωτίζουν, αναπτύσσονται οι απόψεις των τεχνικών για τις δυνατότητες της βαρειάς μεταλλουργικής και χημικής βιομηχανίας. Δίνονται τα συμπεράσματα των τεχνικών μελετών, αναφορικά με την ύπαρξη των προϋποθέσεων, δηλαδή του ορυκτού και ενεργειακού πλούτου, διατυπώνονται κρίσεις για την αξία των αριθμών που χαρακτηρίζουν τον όγκο των αποθεμάτων και το ενεργειακό δυναμικό. […] Κόστος, τιμή και κατανομή της ηλεκτρενέργειας γίνονται αντικείμενο λεπτολόγου διερεύνησης και το ενεργειακό βρίσκει τη λύση του στο πλαίσιο της λαϊκής ανοικοδόμησης.
[…] Η βαρειά βιομηχανία σαν βασικός συντελεστής στην εσωτερική συγκρότηση και οργανική ανάπτυξη της εθνικής οικονομίας είναι η κύρια οικονομική θέση του έργου”.
(Ν. Κιτσίκης, από τον πρόλογό του στην πρώτη έκδοση, Μάιος 1947)
———————
image

Λίλιαν Μπάτση: Ο Δημήτρης, η Λυδία λίθος μου

“Μια μέρα τσακώθηκα άσκημα με το βλάμη μου, τον είπα “Ηπειρώτη σουβλερομύτη και κακόν“. Κι αυτός με στόλισε ανταξίως. Και πάλι φύγαμε και πήγαμε μαζί στου Λουμίδη. Όταν φτάναμε εκεί εγώ δεν ήμουνα πια η φλύαρη φρεσκοδιανοούμενη, παρά καθόμουνα μουγκή γιατί ξαφνικά σκυλοβαριόμουν με όλη την παρέα και περίμενα ανυπόμονα την ώρα που θα ‘φτανε ο Δημήτρης.

Του διηγόμουνα τα βιώματά μου στην ξενιτιά, τις νοοτροπίες των ανθρώπων που είχα γνωρίσει και του έλεγα πως είχα αλλάξει πάρα πολύ στο διάστημα των τεσσάρων χρόνων του εξωτερικού και πως είχα δει ότι υπάρχουν γνώσεις που σε τραβούν πάρα πολύ και πως λογάριαζα μάλιστα να πάω στο Ινστιτούτο Morgan στην Αμερική να ειδικευτώ στη γενετική. […]

Του ‘λεγα ακόμη πως ίσως να καθόμουνα εδώ προς το παρόν να δουλέψω στο Ινστιτούτο Παστέρ για ένα διάστημα, αλλά πως δεν είχα ακόμη αποφασίσει τι θα κάνω και πως ο πατέρας μου ήτανε σύμφωνος να κάνω ό,τι θέλω. Κι εκείνος πάλι μου ‘λεγε τα σχέδιά του για το μέλλον, πως παρόλο που δούλευε σκληρά και είχε και τον “ΑΝΤΑΙΟ” να εκδίδει, φρόντιζε να τα καταφέρει να ξεφύγει για ένα διάστημα και να γράψει ένα άλλο βιβλίο που είχε κατά νου. […]

Ο Δημήτρης έγινε για μένα “η Λυδία λίθος” όπου τα γεγονότα της ζωής μου αποχτούσαν ή όχι αξία. Μόνον όταν τα συζητούσαμε μαζί ένιωθα πως υπήρχαν. Η σκέψη του είχε αρχίσει να χρωματίζει τη ζωή μου. Έλεγα πάντα: “Tι θα πει άραγε ο Μίμης γι αυτό;” Και προσπαθούσα να βάλω στο μυαλό του και την κρίση του να δουλέψει για μένα. Μ’ είχε με λίγα λόγια αφάνταστα επηρεάσει. Τα σχέδια και οι σκοποί της ζωής μου δεν με απασχολούσαν πια. Είχαν απαλειφθεί από τη σκέψη μου και το μόνο που ζούσα μέρα και νύχτα ήταν η καινούργια εμπειρία. […]

Κατά τις 8 το πρωί της Κυριακής 30 του Μάρτη χτύπησε το τηλέφωνο και με ξύπνησε. Ήταν μες στην κάμαρά μου. Το σήκωσα. Ήταν η κυρία Νάζου, γιαγιά ενός παιδικού μου φίλου.
Τους σκότωσαν, τους σκότωσαν, μου λέει.
Ποιους;
Το Δημητράκη και τους άλλους, τους σκότωσαν, σκότωσαν και το Μπελογιάννη κι άλλους δυο ακόμα.

Απόσπασμα από το βιβλίο της Λίλιαν Μπάτση “Βαρύτατο τίμημα (1941-1952)” Εκδόσεις Δωδώνη, 1981.

imageimage

(Αφίσα από εκδήλωση του ΚΚΕ στη Θεσσαλονίκη, που έγινε προς τιμήν των τεσσάρων εκτελεσθέντων)