Τον Αύγουστο του 1951, στο Διεθνές Κινηματογραφικό Φεστιβάλ της Βενετίας, προβάλλεται στο Διαγωνιστικό Τμήμα το θρυλικό «Ρασομόν» του Ακίρα Κουροσάβα. Ένα κινηματογραφικό ποίημα σπάνιας ομορφιάς που παραμένει ανεξίτηλο στο πέρασμα του χρόνου. Το φιλμ θα κερδίσει τον Χρυσό Λέοντα, χαρίζοντας στον Ιάπωνα σκηνοθέτη την διεθνή αναγνώριση. Το 2018, το BBC ρώτησε 209 κριτικούς από 43 χώρες, ποιες είναι οι 100 καλύτερες ξενόγλωσσες ταινίες όλων των εποχών. Το «Ρασομόν» βρίσκεται δικαίως στην 4η θέση! Από την Πέμπτη 4 Ιουλίου κυκλοφορεί σε επανέκδοση.
«Η ταινία μου «Ρασομόν» θα γινόταν ο χώρος των δοκιμών μου, ο χώρος στον οποίο θα εφάρμοζα τις ιδέες και τις επιθυμίες που μου είχαν προκύψει ύστερα από την έρευνα που έκανα την περίοδο του βωβού κινηματογράφου. Οι παράξενες αυτές παρορμήσεις της ανθρώπινης καρδιάς θα εκφράζονταν με τη βοήθεια ενός πολύ μελετημένου παιχνιδιού φωτός και σκιάς. Το «Ρασομόν» έγινε η πύλη της εισόδου μου στον χώρο του διεθνούς κινηματογράφου κι όμως τώρα εδώ, σαν αυτοβιογραφούμενος, μου είναι αδύνατον να περάσω από την πύλη του «Ρασομόν» και να βγω στον κόσμο της υπόλοιπης ζωής μου. Ίσως κάποτε καταφέρω να το κάνω. Ίσως όμως η αδυναμία μου αυτή να σημαίνει και την επιθυμία μου να σταματήσω κάπου εδώ. Είμαι δημιουργός ταινιών. Οι ταινίες είναι το μέσο με το οποίο επικοινωνώ αληθινά. Δεν υπάρχει τίποτα στον κόσμο που να λέει περισσότερα πράγματα για έναν δημιουργό, από το ίδιο το έργο του.» – Ακίρα Κουροσάβα
Ένας ιερέας κι ένας ξυλοκόπος συζητάνε έντονα στο ξέφωτο της Πύλης Ρασομόν. Όταν ένας χωρικός πλησιάζει προκειμένου να προστατευθεί από τη βροχή και συμμετέχει στη συζήτησή τους, μαθαίνει ότι ένας σαμουράι δολοφονήθηκε, η σύζυγός του βιάστηκε και ένας τοπικός ληστής είναι ύποπτος. Λένε στον χωρικό όσα γνωρίζουν μέσα από φλας μπακ, στα οποία ο ληστής, η σύζυγος κι ο ξυλοκόπος εξιστορούν αυτά που είδαν ή αυτά που νομίζουν ότι είδαν και στη συνέχεια ένα μέντιουμ εντοπίζει το πνεύμα του νεκρού σαμουράι.
Ενώ λοιπόν, οι ιστορίες είναι σε πλήρη ασυμφωνία, είναι απίθανο κάποιος από τους συμμετέχοντες να λέει ψέματα για προσωπικό συμφέρον, καθώς και οι τρεις τους ισχυρίζονται ότι είναι οι δολοφόνοι!
Το «Ρασομόν» του Ακίρα Κουροσάβα, είναι μία ταινία σταθμός για τον παγκόσμιο κινηματογράφο, έχοντας γράψει ιστορία όντας η πρώτη ιαπωνική ταινία που κυκλοφόρησε με τόσο επιτυχημένο τρόπο εκτός συνόρων, ενώ παράλληλα τιμήθηκε, τόσο με τον Χρυσό Λέοντα στη Βενετία το 1950, όσο και με το Όσκαρ Καλύτερης Ξενόγλωσσης Ταινίας.
Πέρα από τα βραβεία όμως, ο Κουροσάβα παρουσίασε εδώ έναν νέο τρόπο σύνθετης κινηματογραφικής αφήγησης. Βλέποντας μέσω flash backs, τέσσερις φορές το ίδιο γεγονός από διαφορετικές οπτικές γωνίες, ο θεατής γίνεται μάρτυρας των φόβων, των κινήτρων και των παραγόντων που ορίζουν την υποκειμενική ιστορία του καθενός από τους ήρωες μας.
Κάθε ήρωας, μπορεί τελικά να σκότωσε τον σαμουράι, μπορεί όμως και ο ίδιος να αυτοκτόνησε. Έτσι λοιπόν ο Κουροσάβα μας μιλά για την άποψη του, πως όλοι μας σε τελική ανάλυση λέμε απλά τις υποκειμενικές μας αλήθειες.
Οι διάλογοι είναι χαρακτηριστική για μία Γιαπωνέζικη ταινία, παθιασμένοι γεμάτοι από αλήθειες, μίση, φόβους αλλά και κηρύγματα ηθικής, παρόμοιοι σχεδόν με αυτούς που συναντάμε σε μία αρχαία ελληνική τραγωδία.
Οι ερμηνείες θεατρικές, με υπερβολές εκφράσεων, φτάνοντας πολλές φορές μέχρι τον σουρεαλισμό, ενώ η κίνηση της κάμερας μέσα στο δάσος είναι αν μη τι άλλο, πρωτοποριακή. Είναι μια κίνηση κάμερας η οποία ξεκινάει πίσω από τον ηθοποιό τρέχει με μεγαλύτερη ταχύτητα, τον «γλύφει» καθώς τον προσπερνά και βγαίνει μπροστά από τον ηθοποιό δείχνοντας τον ανφάς. Κι όλα αυτά πριν από 75 σχεδόν χρόνια, καθώς η ταινία είναι παραγωγής του 1950. Μία κίνηση, η οποία αγαπήθηκε από πολλούς σκηνοθέτες και επηρέασε πολλούς δημιουργούς, μέχρι και σήμερα.
Η χρήση των αντικρουόμενων φλας μπακ, των μαρτυριών διαφορετικών ατόμων για ένα συγκεκριμένο γεγονός, είναι πλέον κοινός τόπος σε αμέτρητες κινηματογραφικές και τηλεοπτικές ταινίες, η δε έκφραση «φαινόμενο Ρασομόν», αποτελεί πλέον κομμάτι της νομικής αργκό για την περιγραφή αντιφατικών καταθέσεων.
Το «Ρασομόν», όπως και όλες οι μεγάλες κινηματογραφικές δημιουργίες, είναι ένας ολόκληρος καλλιτεχνικός κόσμος. Είναι οι μαγικές κινήσεις της κάμερας, η αυστηρή γεωμετρία των εικόνων, οι απίστευτες φωτοσκιάσεις ενός αενάως κινούμενου φακού (δια χειρός του τεράστιου οπερατέρ Καζούο Μιγιαγκάβα / Kazuo Miyagawa). Είναι ακόμα η γήινη παρουσία του πρωταγωνιστή Τοσίρο Μιφούνε / Toshirô Mifune, η αισθαντική αέρινη ομορφιά της Ματσίκο Κίο / Machiko Kyô, έως και η υποδειγματική ηχητική μπάντα φυσικών ήχων και του μπολερό, του εμβληματικού μουσικού Φουμίο Χαγιασάκα / Fumio Hayasaka.
Το αινιγματικό αριστούργημα του μεγάλου Ιάπωνα δημιουργού έχει μείνει στην Ιστορία ως μία ταινία αναφοράς για το παγκόσμιο Σινεμά. Ενώ από πολλούς θεωρείται ως ένα από τα δέκα καλύτερα φιλμ στην ιστορία του Κινηματογράφου.
Ο Ακίρα Κουροσάβα γεννήθηκε στις 23 Μαρτίου του 1910 στην περιοχή Ομόρι του Τόκιο. Τελευταίο των οκτώ παιδιών του Ισαμού (Isamu) και της Σίμα (Shima) Κουροσάβα. Ο ίδιος αρχικά ήθελε να γίνει ζωγράφος, αλλά δεν έγινε δεκτός στην Ακαδημία Τεχνών.
Το 1936 γίνεται βοηθός του σκηνοθέτη Γιαμαμότο Κατζίρο (Yamamoto Kajirô), που δούλευε σε μια γιαπωνέζικη εταιρεία παραγωγής ταινιών κι εκεί γυρίζει το πρώτο του φιλμ: «Σουγκάτα Σανσίρο» (Sugata Sanshiirô – 1943), μια διασκεδαστική ταινία για την ιστορία του τζούντο.
Στα χρόνια που θα ακολουθήσουν, ο Κουροσάβα παράγει ταινίες πιο απλές κι εμπορικές, οι οποίες γεννιούνται υπό τον έλεγχο της στρατιωτικής κυβέρνησης της Ιαπωνίας, που λογοκρίνει αυστηρά ολόκληρη την πνευματική δημιουργία της εποχής και ευνοεί κυρίως την παραγωγή λογοτεχνικών και κινηματογραφικών έργων με πατριωτικό περιεχόμενο.
Το πρώτο φιλμ που γύρισε μετά τον πόλεμο, «Δεν λυπόμαστε την νεολαία μας» (1946), είχε σαν θέμα την ιστορία της Ιαπωνίας από την δεκαετία του ’30 ως το 1946. Η ταινία βασιζόταν στην «πτώση του Τακικάβα», που έλαβε χώρο το 1933 όταν ένας καθηγητής αναγκάσθηκε από την κυβέρνηση να παραιτηθεί εξ αιτίας των πολιτικών απόψεών του.
Τα επόμενα χρόνια ο Κουροσάβα γύρισε το σπουδαίο φιλμ «Ο μεθυσμένος άγγελος» (1948) και την ταινία που του επέφερε διεθνή εκτίμηση καθώς τον έκανε γνωστό παγκοσμίως. Ο λόγος βέβαια για το «Ρασομόν» του 1950, στο οποίο απονεμήθηκε ο «Χρυσός Λέων» στο κινηματογραφικό Φεστιβάλ της Βενετίας του 1951. Η ταινία πραγματεύεται το θέμα της αλήθειας, της ανάμνησης και της πραγματικότητας. Σπουδαίες επίσης ταινίες του Κουροσάβα είναι οι: «Ο θρόνος του αίματος» (1957), «Επτά Σαμουράι» (1954), «Όνειρα» (1990), «Γιοτζίμπο» (1961), «Ραψωδία τον Αύγουστο» (1991), «Καγκεμούσα» (1980), «Ραν» (1985) κ.α.
«Από την εποχή του ερχομού του ομιλούντος κινηματογράφου στις αρχές της δεκαετίας του ‘30, ένιωσα ότι είχαμε βάλει στο περιθώριο και ξεχάσει όλα αυτά που ήταν υπέροχα στις παλιές βωβές ταινίες. Με ενοχλούσε ακατάπαυτα η συνειδητοποίηση της αισθητικής απώλειας. Ένιωθα την ανάγκη να επιστρέψω στις πηγές του κινηματογράφου για να ξαναβρώ την ιδιαίτερη αυτή ομορφιά. Έπρεπε να επιστρέψω στο παρελθόν. Συγκεκριμένα, πίστευα ότι υπήρχε κάτι που μπορούσα να μάθω από το πνεύμα που χαρακτήριζε τη Γαλλική αβανγκάρντ της δεκαετίας του ‘20.» – Ακίρα Κουροσάβα
Διαβάστε Επίσης:
Δέκα ταινίες του Ακίρα Κουροσάβα δωρεάν στο διαδίκτυο
110 χρόνια Ακίρα Κουροσάβα: Ο «Γιαπωνέζος Αυτοκράτορας» της Έβδομης Τέχνης
Ρασομόν / Rashomon
Σκηνοθεσία: Ακίρα Κουροσάβα
Σενάριο: Σινόμπου Χασιμότο, Ακίρα Κουροσάβα και Ρυουνοσούκε Ακουταγκάβα
Πρωταγωνιστούν: Τοσίρο Μιφούνε, Μασαγιούκι Μόρι, Ματσίκο Κίο
Μουσική: Φουμίο Χαγιασάκα, Τακάσι Σιμούρα και Μινόρου Χιάκι
Φωτογραφία: Καζούο Μιγιαγκάβα
Μοντάζ: Ακίρα Κουροσάβα
Έτος Παραγωγής: 1950
Χώρα Παραγωγής: Ιαπωνία
Διάρκεια: 88 λεπτά
Κυκλοφορεί σε επανέκδοση στους Κινηματογράφους από την Πέμπτη 4 Ιουλίου
Στην Ελλάδα τα ΜΜΕ που στηρίζουν τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές, χρημαδοτούνται από το ... κράτος. Tο tvxs.gr στηρίζεται στους αναγνώστες του και αποτελεί μια από τις ελάχιστες ανεξάρτητες φωνές στη χώρα. Mε μια συνδρομή, από 2.9 €/μήνα,ενισχύετε την αυτονομία του tvxs.gr και των δημοσιογραφικών του ερευνών. Συγχρόνως αποκτάτε πρόσβαση στα ντοκιμαντέρ και το περιεχόμενο του 24ores.gr.
Δες τα πακέτα συνδρομών >