Το 1953, ο σπουδαίος Κέντζι Μιζογκούτσι, υπογράφει ένα μοναδικό αριστούργημα του Ιαπωνικού Σινεμά και ταυτόχρονα μία από τις ωραιότερες ταινίες στην Ιστορία του Κινηματογράφου. 70 χρόνια μετά, το «Ουγκέτσου Μονογκατάρι» προβλήθηκε στο μεγάλο αφιέρωμα «Φαντάσματα» του 64ου Διεθνούς Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, το οποίο επιμελήθηκε ο καλλιτεχνικός διευθυντής του Φεστιβάλ της Νέας Υόρκης και διεθνούς φήμης κριτικός Ντένις Λιμ, ως guest curator, δίνοντας μας την ευκαιρία να το θυμηθούμε.

Ads

«Τέχνη της ψευδαίσθησης και της αναζωογόνησης, το Σινεμά είναι ίσως το πιο στοιχειωτικό από όλα τα μέσα. Τα φαντάσματα είναι κινηματογραφικά στην ουσία τους, αυτόματες διαταραχές στον χώρο και τον χρόνο. Είμαι ενθουσιασμένος που συνεργάζομαι με το Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης σε ένα πρόγραμμα που συγκεντρώνει πολλές διαφορετικές κινηματογραφικές απεικονίσεις που μας στοιχειώνουν και ελπίζω το αφιέρωμα να φωτίσει τη βαθιά συγγένεια μεταξύ φαντασμάτων και ταινιών», σημειώνει ο Ντένις Λιμ.

Σ’ ένα χωριό της μεσαιωνικής Ιαπωνίας, η οποία σπαράζεται από εμφύλιους πολέμους, ο Γκεντζούρο, ένας φτωχός αγγειοπλάστης, ονειρεύεται καλλιτεχνική δόξα και πλούτη, ενώ ο γαμπρός του, Τομπέι, φιλοδοξεί να γίνει ένδοξος σαμουράι.

Οι δυο τους, ξεκινούν για να πουλήσουν την πραμάτεια τους στην πόλη και ύστερα από διάφορες περιπλανήσεις και περιπέτειες, ο Τομπέι «γίνεται» όντως σαμουράι λέγοντας ψέματα ότι τάχα σκότωσε έναν στρατηγό του εχθρού. Ωστόσο όταν επιστρέφει στο σπίτι του βρίσκει τη γυναίκα του να εκπορνεύεται.

Ads

Εν τω μεταξύ, ο Γκεντζούρο υποκύπτει στη γοητεία της Ουακάσα, μιας πανέμορφης και μυστηριώδους πριγκίπισσας την οποία και ακολουθεί στο παλάτι της, για να ανακαλύψει, έκπληκτος, αργότερα ότι πρόκειται για ένα φάντασμα. Επιστρέφοντας και αυτός στο χωριό, συναντά ένα ακόμα φάντασμα, αυτό της γυναίκας του, η οποία στη διάρκεια της απουσίας του έχει δολοφονηθεί.

«Το αριστούργημα του Μιζογκούτσι είναι το αριστούργημα του Ιαπωνικού Σινεμά και μια από τις ωραιότερες ταινίες στην Ιστορία του Κινηματογράφου. Πρόκειται για μια επιτομή όπου συγκλίνουν οι πιο αντίθετες τάσεις της τέχνης και οι πιο ποικίλες πηγές έμπνευσης. Από όποια οπτική γωνία κι αν τη δούμε, είναι ταυτόχρονα αυτό κι εκείνο και κάτι ακόμα και όλα συνυπάρχουν αρμονικά. Είναι ο ελληνικός μύθος της Οδύσσειας και την ίδια στιγμή και ο κελτικός μύθος του Λανσελότου, ένα από τα ωραιότερα έπη περιπέτειας και τρελού έρωτα, ένα από τα φλογερότερα άσματα που έχουν γραφτεί ποτέ, προς τιμήν της αυταπάρνησης και της πίστης, ένας ύμνος στην Ενότητα και ταυτόχρονα στην ετερογενή ποικιλία των φαινομένων… Δεν υπάρχει τίποτα περιττό στην ταινία αυτή. Η κάμερα ευαίσθητη και στον παραμικρό κόκκο ύλης, χρονοτριβεί στις καλαμιές και τα νερά, στα περίτεχνα χτενίσματα και στα στολίδια των γυναικών, με μια νωχελική ευχαρίστηση που διόλου δεν αποτρέπει την αποφασιστικότητα με την οποία οι μικρές κινήσεις της μηχανής μάς δείχνουν πόσο η μοίρα μας είναι δεμένη με τη Φύση… Όταν στην οθόνη εμφανίζεται η λέξη «Τέλος» με δυσκολία πιστεύουμε πως έχει περάσει κιόλας μιάμιση ώρα…» – Ερίκ Ρομέρ, «Cahiers du Cinema», τχ. 80, Μάιος 1958

Κένζι Μιζογκούτσι / Kenji Mizoguchi (16 Μαΐου του 1898 – 24 Αυγούστου του 1956)

Ο Μιζογκούτσι είναι ένας από τους σπουδαιότερους δημιουργούς του Κινηματογράφου και παράλληλα γεννήτορας του μοντέρνου Σινεμά της πατρίδας του, όντας ο πιο επιδραστικός των σκηνοθετών της χώρας του Ανατέλλοντος Ηλίου εντός και εκτός των συνόρων της. Δάσκαλος για δεκάδες δημιουργούς, από τον Κουροσάβα μέχρι τη νέα γενιά του σήμερα και διαμορφωτής μιας κινηματογραφικής γλώσσας που παραμένει επίκαιρη και ζωντανή, ο Μιζογκούτσι κέρδισε αργά την αναγνώρισή του στη Δύση, καθώς ο πρώιμος θάνατός του σε ηλικία 58 ετών άφησε την πορεία του στο κινηματογραφικό στερέωμα αν όχι ανολοκλήρωτη, τουλάχιστον ατελή.

Ο Μιζογκούτσι ξεκίνησε σαν «κινηματογραφικός εργάτης» γυρίζοντας στην πρώιμη περίοδο της φιλμογραφίας του μια ταινία μέσα σε λίγες εβδομάδες και φτάνοντας στο σημείο να υπογράψει σχεδόν πενήντα ταινίες στις δεκαετίες του ’20 και του ’30, οι περισσότερες από τις οποίες πλέον αγνοούνται. Οι πρώτες του δουλειές ήταν αναμφίβολα διερευνητικές, μεταφορές μυθιστορημάτων, διασκευές θεατρικών έργων και ριμέικ ταινιών του γερμανικού εξπρεσιονισμού. Η δική του ταυτότητα, η αποκάλυψη της δικής του σκηνοθετικής σφραγίδας δεν θα ερχόταν παρά στα μέσα της δεκαετίας του ’30, όταν ο Μιζογκούτσι θα άρχιζε να εξερευνά θεματικές που τον απασχολούσαν και να γυρίζει ταινίες που μιλούσαν για τη μετάβαση της ιαπωνικής κοινωνίας από τον φεουδαλισμό στον μοντέρνο τρόπο ζωής, να εξερευνά το κοινωνικό πρόσωπο της τέχνης του σινεμά και να μιλά για τη θέση της γυναίκας στην ιαπωνική κοινωνία.

Οι ταινίες του δίχως να στοχεύουν στον εύκολο συναισθηματισμό κατορθώνουν να γεννούν πλήθος συγκινήσεων, να εμπλέκουν απόλυτα τον θεατή και να προβάλλουν γεμάτες ομορφιά και εξαιρετικά δουλεμένη σκηνοθεσία ως ένα σύνολο σπάνιας λειτουργικότητας και τέχνης.

Ουγκέτσου Μονογκατάρι / Ugetsu
Σκηνοθεσία: Κένζι Μιζογκούτσι
Φωτογραφία: Καζούο Μιγιαγκάουα
Μοντάζ: Μιτσούζο Μιγιάτα
Πρωταγωνιστούν: Μασαγιούκι Μόρι, Ματσίκο Κίο, Κινίγιο Τανάκα
Έτος Παραγωγής: 1953
Χώρα Παραγωγής: Ιαπωνία
Διάρκεια: 94 λεπτά

https://www.youtube.com/watch?v=C8Z3DYtUP0E