Το 2019 κυκλοφορεί στις Κινηματογραφικές Αίθουσες, η ένατη μεγάλου μήκους ταινία του Κουέντιν Ταραντίνο. Ο σκηνοθέτης μας ταξιδεύει «Κάποτε στο Χόλιγουντ», παρουσιάζοντας μία σειρά γνωστών γεγονότων, όχι απαραίτητα όπως πραγματικά συνέβησαν, αλλά έτσι όπως τα οραματίστηκε ο ίδιος. Μία ταινία με γρήγορο ρυθμό, υπέροχο μουσικό σκορ και δύο αξιόλογες ερμηνείες από τους Λεονάρντο Ντικάπριο και Μπραντ Πιτ. Προβάλλεται στην μικρή οθόνη το Σάββατο 17 Φεβρουαρίου και αποτελεί φυσικά την τηλεοπτική μας πρόταση.

Ads

Στο Λος Άντζελες του 1969 τα πάντα είναι ρευστά και όλα πρόκειται να αλλάξουν. Ο τηλεοπτικός αστέρας Rick Dalton (Λεονάρντο Ντικάπριο) και ο για πολλά χρόνια κασκαντέρ του Cliff Booth (Μπραντ Πιτ) κινούνται με άνεση στη βιομηχανία του θεάματος, την οποία όμως πλέον με δυσκολία αναγνωρίζουν.

Αυτή είναι η ένατη ταινία του ευφυούς σκηνοθέτη και σεναριογράφου, Κουέντιν Ταραντίνο, ο οποίος στην λιγότερη βίαιη δημιουργία της φιλμογραφίας του, φιλοξενεί ένα υπέρλαμπρο καστ, σ’ ένα γοητευτικό γαϊτανάκι από ιστορίες, μέσα από τις οποίες καταθέτει έναν προσωπικό φόρο τιμής στις τελευταίες μεγάλες στιγμές της χρυσής εποχής του Χόλιγουντ.

Το «Κάποτε στο Χόλιγουντ» είναι μία ταινία, η οποία παρά τα 161 λεπτά που διαρκεί, παρακολουθείται ευχάριστα και κερδίζει τον θεατή εξαιτίας του γρήγορου ρυθμού της – στον οποίο συμβάλει ιδανικά και το εξαιρετικό μουσικό σκορ με κλασικά τραγούδια της εποχής – ενώ τις εντυπώσεις κερδίζουν δικαίως ο Λεονάρντο Ντικάπριο και ο Μπραντ Πιτ.

Ads

Ο Κινηματογράφος, όπως και κάθε μορφή Τέχνης, δεν αποτελεί αξιόπιστο μέσο εκμάθησης της Ιστορίας. Έτσι κι εδώ ο Ταραντίνο παραθέτει τη δική του υποκειμενική εκδοχή των γεγονότων. Παρ’ όλα αυτά, ο τρόπος που παρουσιάζονται κάποια πρόσωπα, όπως για παράδειγμα ο Ρόμαν Πολάνσκι και ο Μπρους Λι, είναι αρκετά επιφανειακός, γεγονός που είχε ως αποτέλεσμα να προκαλέσει τις αντιδράσεις των αγαπημένων τους προσώπων και όχι άδικα.

Προσωπικά, το μεγαλύτερο λάθος του Ταραντίνο έχει να κάνει με την παρουσία της Σάρον Τέιτ, η οποία εμφανίζεται συχνά πυκνά στην κάμερα, αλλά σπάνια μιλάει. Κρίμα, διότι η Υποψήφια για Όσκαρ ηθοποιός Μάργκοτ Ρόμπι, που την ενσαρκώνει, έχει αποδείξει ότι είναι ικανή για πολύ περισσότερα, απ’ το να χαμογελάει απλώς στην κάμερα ή να χορεύει. Δυστυχώς ο ρόλος της εδώ είναι κυρίως διακοσμητικός, έστω κι αν πρόκειται για τον βασικό γυναικείο χαρακτήρα του φιλμ…

Η ταινία είναι ένας φόρος τιμής στις τελευταίες στιγμές της χρυσής εποχής του Χόλιγουντ, ένα αριστοτεχνικό κολάζ με κινηματογραφικές και τηλεοπτικές αναφορές, όπως μόνο ο συγκεκριμένος δημιουργός ξέρει να υπογράφει, με πάθος για τη βιομηχανία του θεάματος, αλλά και αυτοσαρκαστική διάθεση.

Τοποθετώντας την ιστορία του στο 1969, ο Ταραντίνο αναπαριστά την εποχή και τα μέρη των καθοριστικών χρόνων, όταν το Λος Άντζελες και η βιομηχανία του θεάματος, βρίσκονταν σ’ ένα σημείο καμπής και κανείς δεν ήξερε πραγματικά πού θα κατέληγε όλο αυτό.

Στο επίκεντρο είναι ο Rick Dalton, τον οποίο υποδύεται ο Λεονάρντο Ντικάπριο. Ο Rick ήταν ο πρωταγωνιστής του Bounty Law, μιας επιτυχημένης τηλεοπτικής σειράς της δεκαετίας του ’50 και του ’60, αλλά η μετάβαση του στον χώρο του κινηματογράφου δεν έγινε ποτέ. Τώρα, καθώς το Χόλιγουντ κινείται προς μία χίπικη αισθητική, ο Rick ανησυχεί ότι έχασε την ευκαιρία και αναρωτιέται αν έχει ακόμα τη δυνατότητα να κάνει τη μετάβαση.

«Ο Rick Dalton είναι ένα υποπροϊόν της δεκαετίας του ’50, αλλά τώρα πια έχει έρθει καινούρια εποχή και η ευκαιρία του έχει χαθεί. Σε συνεργασία με τον Κουέντιν, είδαμε την ιστορία του Rick Dalton σαν ένα ταξίδι ενός ανθρώπου με έλλειψη αυτοπεποίθησης, που είναι ανίκανος να νιώσει ευγνωμοσύνη για τη θέση στην οποία βρίσκεται και για ό,τι έχει κατακτήσει. Ψάχνει συνεχώς για κάτι παραπάνω.» – Λεονάρντο Ντικάπριο

Στο πλάι του βρίσκεται ο Cliff Booth, ένας πρώην ήρωας πολέμου και νυν κασκαντέρ του Rick, τον οποίο ενσαρκώνει ιδανικά ο Μπραντ Πιτ. Καθώς οι καριέρες τους εξελίσσονται και οι αγωνίες τους πληθαίνουν, ο ένας είναι η σταθερά του άλλου. Ο Cliff έχει αποδείξει την αφοσίωση του στον Rick ξανά και ξανά, αλλά και το αντίστροφο. Ο ένας είναι για τον άλλον η μόνη αληθινή οικογένεια που έχουν, σε αυτόν τον αδηφάγο χώρο του θεάματος.

«Οι χαρακτήρες μας βασίζονται στη σχέση κασκαντέρ – ηθοποιού, που τότε ήταν συνηθισμένο να περνάνε όλη την καριέρα τους μαζί. Μιλήσαμε για τον Steve McQueen και τον Bud Ekins, που ήταν δυνατή ομάδα στο «The Great Escape» και για τον Burt Reynolds με τον Hal Needham. Στην πραγματικότητα, μιλήσαμε με τον Burt για αυτό, κάτι που ήταν ιδιαίτερη χαρά μας. Οι δυο τους είχαν δυνατό δεσμό, ενώ σήμερα η σχέση είναι πιο παροδική. O Cliff και ο Rick μπορούν να βασίζονται ο ένας στον άλλον. H περίοδος που δεν είχαν δουλειά μπορεί να τους φαινόταν πιο κουραστική από την ίδια τη δουλειά, οπότε το να έχεις έναν φίλο, έναν σύντροφο, ήταν για αυτούς πολύ σημαντικό.» – Μπραντ Πιτ

Τους δύο πρωταγωνιστές πλαισιώνει μία μείξη από αληθινούς και επινοημένους χαρακτήρες τους οποίους υποδύονται μερικοί από τους πιο καταξιωμένους σύγχρονους αστέρες: o Αλ Πατσίνο υποδύεται έναν ατζέντη, ο Κερτ Ράσελ έναν μάνατζερ κασκαντέρ, η Ντακότα Φάνινγκ ένα μέλος της οικογένειας Manson και η Μάργκο Ρόμπι την Sharon Tate, την αιθέρια ενζενί που τυχαίνει να είναι γειτόνισσα του Rick.

Η Σάρον Τέιτ είναι παντρεμένη με τον Ρόμν Πολάνσκι, του οποίου το «Rosemary’s Baby» τον έχει αναδείξει ήδη ως τον πιο περιζήτητο σκηνοθέτη του Χόλιγουντ. Οι δυο τους είναι προσκεκλημένοι παντού και απολαμβάνουν τη μεγάλη ζωή. Η Ρόμπι λέει σχετικά: «Ο Rick Dalton μένει δίπλα στον Roman και τη Sharon, αλλά του φαίνονται άπιαστο όνειρο. Όλα αυτά που θέλει να κάνει, όλη η δόξα και η κλειστή κοινωνία του Χόλιγουντ, είναι δίπλα και την ίδια στιγμή μακριά».

Για τον Ταραντίνο, αυτοί οι χαρακτήρες δεν είναι συναρπαστικοί από μόνοι τους, αλλά και γιατί εκπροσωπούν τρεις διαφορετικές τάξεις του Χόλιγουντ: «Σε αυτή την πόλη, αυτοί οι άνθρωποι μπορούν να υπάρχουν ο ένας δίπλα στον άλλον. Η ιδέα του να εξερευνήσουμε αυτή την περίοδο, αυτή την εποχή στο Λος Άντζελες, με τα διαφορετικά κοινωνικά στρώματα, ήταν που με προσέλκυσε ιδιαίτερα».

Το μέρος έχει ιδιαίτερη σημασία για τον δημιουργό: «Αυτή η ταινία είναι λίγο σαν απομνημόνευμα. Έζησα στο Λος Άντζελες το 1969. Θυμάμαι τι έπαιζε στο Σινεμά, στην Τηλεόραση. Θυμάμαι λεπτομέρειες. Θυμάμαι πώς ο κόσμος άκουγε ραδιόφωνο στο αυτοκίνητο. Δεν άλλαζες σταθμούς για να βρεις άλλο τραγούδι, είχες έναν σταθμό που άκουγες, σε υψηλή ένταση και δεν τον έκλεινες όταν είχε διαφημίσεις. Είχε ενδιαφέρον να σκαλίζω το μυαλό μου, να πυροδοτώ τη μνήμη μου και να θυμάμαι πώς ήταν τότε».

Ταινίες για αυτούς τους δεσμούς είναι σπάνιες και η ευκαιρία να έχουν τόσο διάσημους πρωταγωνιστές είναι επίσης σπάνια, οπότε και οι δύο ρόλοι έπρεπε να είναι δυνατοί. «Δοκίμασα πολλές ιστορίες και αποφάσισα ότι δεν θέλω να έχω μία κλασική μελοδραματική πλοκή. Θέλω να είναι τρεις πλούσιες μέρες στις ζωές αυτών των χαρακτήρων, καθώς κυκλοφορούν στο Λος Άντζελες, ενώ η ιστορία κλιμακώνεται σταδιακά κάθε μέρα» καταλήγει ο δημιουργός.

Διαβάστε επίσης:
Αφιέρωμα στον Κουέντιν Ταραντίνο: Ο αρχιτέκτονας της κινηματογραφικής ποπ κουλτούρας
Αφιέρωμα στην Μάργκοτ Ρόμπι: Από την Αυστραλία μέχρι την κατάκτηση του Χόλιγουντ
Αφιέρωμα στον Λεονάρντο Ντι Κάπριο και «Επιστροφή» στο «Νησί των Καταραμένων»

Στις 77ες Χρυσές Σφαίρες, η ταινία κέρδισε τρία βραβεία, συμπεριλαμβανομένου της καλύτερης ταινίας στην κατηγορία κωμωδία ή μιούζικαλ, καθώς και ‘Β Αντρικού Ρόλου για τον Μπραντ Πιτ. Στην 92η απονομή των Βραβείων όσκαρ, η ταινία έλαβε 10 Υποψηφιότητες και εν τέλει κέρδισε δύο χρυσά αγαλματίδια μεταξύ των οποίων αυτό του καλύτερου ‘Β Αντρικού Ρόλου για την ερμηνεία του Μπράντ Πιτ.

Κάποτε στο… Χόλιγουντ / Once Upon a Time… in Hollywood
Σκηνοθεσία – Σενάριο: Κουέντιν Ταραντίνο
Πρωταγωνιστούν: Λεονάρντο Ντικάπριο, Μπραντ Πιτ, Μάργκο Ρόμπι, Ντακότα Φάνινγκ, Σκουτ Μακνέρι, Αλ Πατσίνο, Τίμοθι Όλιφαντ, Τζέιμς Μάρσντεν, Κερτ Ράσελ, Ντέμιαν Λιούις, Τιμ Ροθ, Εμίλ Χιρς
Φωτογραφία: Ρόμπερτ Ρίτσαρντσον
Μοντάζ: Φρεντ Ράσκιν
Χώρα Παραγωγής: Ηνωμένο Βασίλειο, Η.Π.Α., Κίνα
Έτος Παραγωγής: 2019
Διάρκεια: 161 λεπτά
Προβάλλεται το Σάββατο 17 Φεβρουαρίου στις 23:30, στην ΕΡΤ1

https://www.youtube.com/watch?v=Dx4KNnHnQ2o