Το ότι στην εποχή της playlist, παίζονται λίγα τραγούδια στα ραδιόφωνα, συχνά επαναλαμβανόμενα, ήταν κοινό μυστικό. Αυτό που αποκάλυψε η έρευνα της ΕΔΕΜ (Ενωση Δικαιούχων Έργων Μουσικής) είναι πως ο αριθμός των τραγουδιών που παίζει ετησίως ένας ραδιοφωνικός σταθμός είναι εξωφρενικά μικρός, σε κάποιες περιπτώσεις δεν ξεπερνά τα 344 τραγούδια τη στιγμή που στο ετήσιο πρόγραμμα χωρούν 146.000 τίτλοι.

Ads

Η διευθύντρια της ΕΔΕΜ Λούκα Κατσέλη, μιλώντας στην ΕΦΣΥΝ τόνισε πως η συνθήκη αυτή «… στερεί εισόδημα από τους δημιουργούς, ενώ ματαιώνει, αν όχι εξαλείφει, το κίνητρο της δημιουργίας. Οταν ακούγονται τόσο λίγα τραγούδια από τα ραδιόφωνα, όταν αποκλείονται ολόκληρα είδη και ρεπερτόρια, μοιραία –χωρίς να το έχουν οι ίδιοι επιδιώξει ή επιβάλει– κάποιοι λίγοι επωφελούνται έναντι των πολλών».

Ο Διονύσης Τσακνής από τη μεριά του, μέλος του ΔΣ της ΕΔΕΜ, μιλώντας στο tvxs τόνισε πως «Οι ραδιοφωνικοί σταθμοί νοικιάζουν δημόσιες συχνότητες και είναι υποχρεωμένοι από το νόμο να πληρούν προδιαγραφές. Αυτό που συμβαίνει είναι καταπάτηση, γι’ αυτό η ΕΔΕΜ θα φτάσει το θέμα και στη βουλή». Η μουσικολόγος και ραδιοφωνική παραγωγός Όλγα Λασκαράτου, συνέβαλε επίσης στο ρεπορτάζ που ακολουθεί, σταχυολογώντας τα ευρήματα του ντοκιμαντέρ της «Μια φωνή μέσα στη νύχτα» που διερευνά το ραδιοφωνικό τοπίο στην εποχή της playlist. Δυστυχώς δεν είχαμε επώνυμα θέση από εκπροσώπους ραδιοφώνων, καταγράψαμε ωστόσο την άλλη άποψη από όσους μας μίλησαν off the record.

Τι είναι η playlist

Πολλοί ακροατές δεν γνωρίζουν πως τα ραδιόφωνα επαναλαμβάνουν λίστες τραγουδιών, όπως παραδέχεται στο ντοκιμαντέρ της Λασκαράτου η ραδιοφωνική παραγωγός Μαργαρίτα Μυτιληναίου. Το μοντέλο αυτό εισάγεται από την Αμερική στα ελληνικά ποπ ραδιόφωνα το 2002. Τη μόδα καθιέρωσε ο Village ένας σταθμός που εκτοξεύεται ξαφνικά στο 13%. Ο Νίκος Νικολακόπουλος που διετέλεσε διευθυντής σε πολλά ραδιόφωνα εξηγεί στο ντοκιμαντέρ το μυστικό της επιτυχίας. Ο σταθμός κάνει έρευνα προκειμένου να απευθυνθεί σε στοχευμένο κοινό. Περιορίζεται σε γνωστά τραγούδια που επαναλαμβάνονται με συγκεκριμένο τρόπο. Ο Μελωδία αντιστέκεται αλλά τελικά ακολουθεί κι αυτός τη νέα κατάσταση το 2010 προκειμένου να ανταγωνιστεί τους σταθμούς ιδίου ρεπερτορίου. Το έργο αναλαμβάνει ο Νίκος Νικολακόπουλος, αναλαμβάνοντας τη θέση του Οδυσσέα Ιωάννου.

Ads

Κάπου εκεί τελειώνει για την πλειοψηφία των σταθμών η ανεξαρτησία του παραγωγού που είχε το δικαίωμα να συνθέσει το δικό του σύμπαν και να προσελκύσει τους δικούς του μύστες. Ο παραγωγός παίρνει μια έτοιμη και μελετημένη λίστα και παρεμβαίνει για να δώσει προσκλήσεις και να να απευθύνει χαιρετισμούς. Η εποχή του παραγωγού storyteller έσβησε με εξαίρεση δημόσια, κομματικά και δημοτικά ραδιόφωνα. «Έχω αρχίσει να φεύγω από το ραδιόφωνο πια γιατί ξέρω ότι δεν θα εκπλαγώ, δεν θα αποτελέσει ένα βίωμα για μένα» θα πει ο Φοίβος Δεληβοριάς αλλά όπως παραδέχονται και στελέχη σταθμών στο tvxs δεν είναι ο μόνος. Οι νέοι δεν έχτισαν ποτέ σχέση με το μέσο που λάτρεψαν οι προηγούμενες γενιές.

Δ. Τσακνής: Οι νέοι δημιουργοί ξεκινούν σε ένα περιβάλλον λογοκρισίας

H ΕΔΕΜ εξέτασε για όλο το 2022 το playlist σε 20 μουσικούς ραδιοφωνικούς σταθμούς της Αττικής: 9 με ξενόγλωσσο ρεπερτόριο, 9 με ελληνικό και 2 με μικτό που παίζουν και ελληνικά και ξένα τραγούδια. Τα τρία έντεχνα ραδιόφωνα παράδειγμα που εξέτασε η ΕΔΕΜ («Μελωδία 99.2», «Μέντα 88», «Δίεση 101.3») έχουν πολλά κοινά σημεία στα ρεπερτόρια που αναμεταδίδουν. Ο «Δίεση 101.3» έπαιξε όλη τη χρονιά μόλις 867 τραγούδια, ο «Μέντα 88» 1.004 και ο «Μελωδία 99.2» 1.789 τραγούδια. Ο σταθμός με τον μεγαλύτερο πλουραλισμό στις επιλογές είναι το Δεύτερο Πρόγραμμα με 29.553 τραγούδια στο 2022, δηλαδή 81 νέα τραγούδια κάθε ημέρα.

Εδώ ο αντίλογος από την πλευρά των ραδιοφώνων, περιστρέφεται γύρω από το ερώτημα «Γιατί κανείς δεν μιλάει για τις ακροαματικότητες; Οι σταθμοί που κινούνται αυστηρά στη μεθοδολογία επιλογής της play list είναι στις πρώτες θέσεις, γεγονός που σημαίνει πως γνωρίζουν καλύτερα τι θέλει το κοινό και αυτό με τη σειρά του τους επιβραβεύει».

Άλλη άποψη έχει ο Διονύσης Τσακνής, ο οποίος εξηγεί στο tvxs πως ξεκίνησε η έρευνα της ΕΔΕΜ και τι συμπεράσματα έχουν εξαχθεί έως σήμερα.

«Υπήρχαν παράπονα από τους δημιουργούς χρόνια για τον αποκλεισμό μεγάλων ρεπερτορίων αλλά και νέων δημιουργών από τα ραδιόφωνα. Έτσι αποφασίσαμε να το ερευνήσουμε. Πήραμε αρχικά στοιχεία από το Media Inspector έναν μηχανισμό καταγραφής των προγραμμάτων, για το τι παίζουν όλα τα ραδιόφωνα σε όλη την Ελλάδα. Είναι ένα εργαλείο βάσει του οποίου υπολογίζονται οι αμοιβές μας από τη δημόσια εκτέλεση. Όλα αυτά τα στοιχεία είναι στη διάθεση των οργανισμών που τα αγοράζουν. Δεν τα δίνει δωρεάν.

Όταν είδαμε την πραγματικότητα σε αριθμούς, δημιουργήθηκαν ερωτήματα τα οποία οδήγησαν το ΔΣ σε μια περαιτέρω έρευνα. Το αποτέλεσμα της έρευνας ήταν αυτό που δημοσιοποιήθηκε. Κι επειδή υπήρχε μια εύλογη αναμονή από το ΔΣ μήπως η κατάσταση αλλάξει, όχι μόνο δεν άλλαξε αλλά πήγε προς το χειρότερο. Έτος με έτος, συρρικνώνεται το ελληνικό ρεπερτόριο ως προς την εκπροσώπηση του. Φτάσαμε σταθμός να παίζει 400 τραγούδια το χρόνο.

Δηλαδή αν κατά μέσο όρο τα ραδιόφωνα παίζουν 120-130 τραγούδια την ημέρα και το διαιρέσουμε, κάθε 3 μέρες παίζει τα ίδια ακριβώς τραγούδια. Θαρρείς ότι ακούς μία λούπα. Με αποτέλεσμα ιδιαίτερα νεότεροι συνάδελφοι να αδικούνται κατάφορα».

Ποιες είναι οι ηχηρές απουσίες από τα ερτζιανά;

Δεν παίζεται καθόλου νέο ρεπερτόριο πλην διαφημιστικών των εταιρειών που πληρώνουν για επιπλέον μεταδόσεις. Οπότε το θέμα είναι πολύ πιο σοβαρό από αυτό μας έκανε να ξεκινήσουμε την έρευνα. Δεν παίζονται νέοι δημιουργοί, αλλά λείπει και μεγάλο μέρος κλασικού ρεπερτορίου. Προς τιμή του το δημόσιο ραδιόφωνο παίζει 28.000 τραγούδια. Δεν μπορεί ένα ιδιωτικό να μεταδίδει 480 το χρόνο! Και στο λέει ένας άνθρωπος που έχει διαχρονικό ρεπερτόριο και με περιλαμβάνουν.

Δεν είναι δυνατό να μην ακούγεται Θεοδωράκης Χατζιδάκις, Ξαρχάκος, Βαμβακάρης… παρά ένα τραγούδι στις 4 το πρωί!

Ο επιχειρηματίας που έχει τη συχνότητα κυνηγάει την ακροαματικότητα. Επομένως θα μπορούσε να σας πει πως η συνταγή του πέτυχε και δεν είναι υποχρεωμένος να συμμορφωθεί σε ένα πιο πλουραλιστικό μοντέλο. Τι απαντάτε;

Οι ραδιοφωνικοί σταθμοί νοικιάζουν δημόσιες συχνότητες και είναι υποχρεωμένοι από νόμο να πληρούν προδιαγραφές. Γι’αυτό και θέλουμε να πάμε το θέμα στη βουλή. Πρέπει να κάτσουμε όλοι σε ένα τραπέζι και να το λύσουμε. Είναι σοβαρό το θέμα.

Ποια άλλα στοιχεία της έρευνας σας προβληματίζουν;

Θα περιμένω την απόφαση του ΔΣ για το πότε θα κρίνει απαραίτητο να προβούμε στην πλήρη δημοσιοποίηση και θα καταφύγουμε σε όποια όπλα νομικά διαθέτουμε μέχρι την ανάδειξη του θέματος μέσα στη βουλή. Πρέπει να ενημερωθούν τα κόμματα μιλάμε για δημόσιες συχνότητες που τις νοικιάζουν από το κράτος. δεν συμμορφώνονται με το νόμο για την ίδρυση της ιδιωτικής ραδιοφωνίας.

Τι συμβαίνει στο εξωτερικό;

Ένας σταθμός απαγορεύεται να παίζει ένα τραγούδι πάνω από δύο φορές τη μέρα. Επιβάλλεται να ακούγεται νέο ρεπερτόριο.

Υπάρχει ποσόστωση που αφορά τους νέους; Και σε ποιες χώρες;

Υπάρχει μια τάση αποκλεισμού και στο εξωτερικό, αλλά τα σωματεία και οι ενώσεις παρεμβαίνουν, γίνονται νομικές ρυθμίσεις για να αποφεύγονται αποκλεισμοί ή διαρκείς μεταδώσεις τραγουδιών που υποκρύπτουν σχέσεις μεταξύ εταιρειών και ραδιοφώνων.

Γιατί επιλέγει ένα ραδιόφωνο να επαναλαμβάνει συνέχεια τα ίδια τραγούδια;

Η λογική απάντηση είναι ότι υπάρχουν σαφείς σχέσεις με δισκογραφικές – μάνατζερ κλπ. Γι’αυτό βλέπουμε πως παίζουν όλοι τα ίδια.

Με ποια κριτήρια επιλέγονται;

Κάποιοι διευθυντές διαμηνύουν ότι δεν παίζει ένα τραγούδι αν δεν έχει 200 μεταδόσεις. Αν δεν παιχτεί πουθενά όμως, πως θα συγκεντρώσει 200 μεταδόσεις;

Αυτό σημαίνει ότι κάποιοι έχουν βρει τον τρόπο να παιχτεί το τραγούδι τους 200 φορές ώστε να αποκτήσει το δικαίωμα να ενταχθεί στην playlist και των υπολοίπων. Εγώ καταλαβαίνω ότι αυτές οι επιλογές είναι αποτέλεσμα οικονομικών σχέσεων. Πως να μείνεις σιωπηλός; Η ΕΔΕΜ σκοπό έχει να προστατεύσει τους έλληνες δημιουργούς και το τραγούδι. Γιατί να μην έχει καμία ελπίδα να ακουστεί ένα νέο παιδί; Γιατί να ξεκινάνε σε ένα περιβάλλον λογοκρισίας;

Υπάρχουν όμως οι περιπτώσεις των καλλιτεχνών που επιβλήθηκαν με τα τραγούδια τους και τους περιέλαβαν τα ραδιόφωνα.

Οι μόνοι δημιουργοί που κατάφεραν να σπάσουν τον αποκλεισμό μέσω διαδικτύου είναι δύο. Ο Παντελίδης και η Μαρίνα Σάττι. Αλλιώς δεν περνάει κανένας.

Όλγα Λασκαράτου: Τα ραδιόφωνα απαντούν πως παίζουν αυτά που θέλει το κοινό

«Όταν έκανα το ντοκιμαντέρ ήξερα ότι ο αριθμός των τραγουδιών ποικίλει από σταθμό σε σταθμό και φυσικά πως είναι περιορισμένος αλλά όχι συγκεκριμένος. Δεν μπορούσα να γνωρίζω τον ακριβή αριθμό που μετέδιδαν όλα τα ραδιόφωνα» λέει η Όλγα Λασκαράτου που έχει μελετήσει σε βάθος το σύγχρονο ραδιοφωνικό τοπίο αναζητώντας τρόπους να επιστρέψει η γοητεία της σχέσης ραδιοφωνικού παραγωγού- ακροατών όπως συνέβαινε στην προ – playlist εποχή.

«Το ντοκιμαντέρ καταγράφει και τις δυο απόψεις όπως οφείλει. Η άποψη του playlist ραδιοφώνου είναι, κατά τη γνώμη μου, πολύ απλή και συμπυκνώνεται στην εξής φράση: «Παίζουμε ό, τι ζητάει το κοινό». Δηλαδή αυτό που μεταδίδεται είναι αποτέλεσμα μιας έρευνας που κάνει κάθε σταθμός για τον εαυτό του. Το πώς γίνεται όμως αυτή η διαδικασία είναι που έχει ενδιαφέρον. Ποιά τραγούδια πηγαίνουν στην έρευνα, πώς γίνεται δηλαδή η διαλογή και ποιοί συμμετέχουν σ’ αυτήν» αναρωτιέται.

Απαντώντας στο tvxs στελέχη σταθμών ανώνυμα υπερασπίζονται το δικαίωμα να παίζουν ό,τι θεωρούν «αφρό του ρεπερτορίου» και εξηγούν πόσο δύσκολο είναι να ακουστούν όλα τα νέα τραγούδια σε μια εποχή που κάθε καλλιτέχνης κάνει αυτοέκδοση πληρώνοντας τα έξοδα του τραγουδιού του με αποτέλεσμα η παραγωγή να είναι μεγάλη και τα τραγούδια που αξίζουν λίγα. Θέτουν επίσης και το ερώτημα «ποιος θα αποφασίσει ποια είναι τα καλά τραγούδια και ποιος ο σωστός αριθμός, αφού πάντα θα υπάρχουν παραπονούμενοι».

Ζητάω από την Όλγα να σταχυολογήσει τα σημαντικότερα συμπεράσματα της έρευνας της.

«Το ραδιόφωνο είναι μια επιχείρηση που διαμορφώνει μόδες και όχι πολιτιστικός φορέας. Η μόδα τώρα λέγεται playlist και επανάληψη. Το ραδιόφωνο αντιγράφει τις πλατφόρμες μουσικής. Αντιλήφθηκα επίσης ότι το ραδιόφωνο playlist δεν διαθέτει χώρο σε νέα ακούσματα και όποιο νέο άκουσμα ή νέα φωνή πρέπει να παραπέμπει σε οικεία ακούσματα.

Είναι σαφές ότι το ραδιόφωνο playlist υποβάθμισε το ρόλο του παραγωγού και κατά συνέπεια κατάργησε τη σχέση του με τους δημιουργούς (π.χ.τα τραγούδια που μπαίνουν στις έρευνες που κάνουν τα ραδιόφωνα είναι στην πλειονότητα τους τραγούδια που πρότειναν κάποτε στο κοινό οι ρ/φ παραγωγοί) και επιπλέον συρρίκνωσε τη σχέση του ακροατή με το ραδιόφωνο (π.χ.ο ακροατής ακούει ρ/φ κυρίως μέσα στο αυτοκίνητο και μάλιστα αλλάζει σταθμό συνέχεια).

Προέκυψε επίσης το συμπέρασμα ότι το σύγχρονο ραδιόφωνο είναι ένας καταμετρητής χρόνου κατανάλωσης εμπορικών προϊόντων και απέχει από τη δημιουργία περιβάλλοντος φαντασίας, γνώσης, συγκίνησης και μοιράσματος συλλογικών εμπειριών».

Η Όλγα έκανε το χρέος της με το ντοκιμαντέρ που μας παρέδωσε. Τι συμβαίνει όμως με τους συναδέλφους της παραγωγούς που δεν επιλέγουν πλέον τα τραγούδια και το περιβάλλον;

«Ίσως να έκανα το χρέος μου περισσότερο σαν μουσικολόγος, δεν ξέρω γιατί ομολογώ πως μπερδεύτηκα και παιδεύτηκα αρκετά μέσα σ’ αυτά τα χρόνια προσπαθώντας να κατανοήσω τη νέα πραγματικότητα και τη θέση μου ως ραδιοφωνική παραγωγός μέσα σ’ αυτήν, καθώς η νέα συνθήκη διαμόρφωσε και μια νέα ηθική στο χώρο μας. Για το μόνο που είμαι σίγουρη είναι πως όσοι είμαστε παραγωγοί στον ιδιωτικό τομέα έχουμε απόλυτη επίγνωση της κατάστασης».

Ο διάλογος και τα ερωτήματα

Θα κάτσουν δημιουργοί, σταθμοί και υπουργείο σε ένα τραπέζι να συζητήσουν; Πόσο εύκολα γεφυρώνεται το χάσμα ανάμεσα στην άποψη των ραδιοφώνων που λέει πως «το ποτάμι δεν γυρίζει πίσω» και θα πράξουν ό,τι θεωρούν πως αυξάνει την ακροαματικότητα τους προκειμένου να εμφανίζουν υψηλές ακροαματικότητες και στους δημιουργούς που ζητούν μεγαλύτερο πλουραλισμό εφόσον οι συχνότητες είναι δημόσιες;

Θα ελέγξει η πολιτεία τι λένε οι νόμοι ή θα χαωθούμε ανάμεσα σε διαφορετικές ερμηνείες;

Το μόνο σίγουρο είναι πως η ΕΔΕΜ, άνοιξε τους ασκούς του Αιόλου και οι δημιουργοί έχουν ανάγκη και να κατανοήσουν τη συνθήκη και να αισθανθούν πως ζουν σε μια χώρα που αν δεν τους διευκολύνει, τουλάχιστον δεν τους εμποδίζει να ζουν και να εκφράζονται από την εργασία τους. Από τη μεριά τους οι επιχειρήσεις έχουν το επιχείρημα της ελεύθερης αγοράς. Η συνέχεια αναμένεται ενδιαφέρουσα.